Articles by "Βιογραφίες"


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βιογραφίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Σ΄ ΑΓΑΠΩ

Σ΄αγαπώ – δεν μπορώ
τίποτ΄άλλο να πω
πιο βαθύ, πιο απλό,
πιο μεγάλο!

Μπρος στα πόδια σου εδώ
με λαχτάρα σκορπώ
τον πολύφυλλο ανθό
της ζωής μου.

Ώ μελίσσι μου, πιες
απ΄αυτόν τις γλυκές,
τις αγνές ευωδιές
της ψυχής μου!

Τα δυο χέρια μου – νά!
στα προσφέρω δετά,
για να γείρεις γλυκά
το κεφάλι,
κ΄η καρδιά μου σκιρτά
κι όλη ζήλεια ζητά
να σου γίνει ως αυτά
προσκεφάλι!

Και για στρώμα, καλέ,
πάρε όλην εμέ –
σβήσ΄τη φλόγα σε με
της φωτιάς σου,
ενώ δίπλα σου εγώ
τη ζωή θ΄αγροικώ
να κυλάει στο ρυθμό
της καρδιάς σου!..

Σ΄αγαπώ – τι μπορώ
ακριβέ, να σου πώ,
πιο βαθύ, πιο απλό,
πιο μεγάλο;..

Οι πιο πάνω στίχοι και μόνο ίσως να είναι αρκετοί για να δώσουν στην κυρία Θεώνη Δρακοπούλου-Παππά, άλλως Μυρτιώτισσα(και μητέρα του ηθοποιού Γιώργου Παππά), μια περίοπτη θέση στην ιστορία της σύγχρονης ελληνικής ποίησης.Τη γνωρίσαμε μέσα από τους πιο πάνω στίχους, αλλά κι από την αγάπη της και τη φροντίδα της για την άλλη ιέρεια της ελληνικής αισθαντικής ποίησης, τη Μαρία Πολυδούρη. Στα τελευταία της μεγάλης ποιήτριας, η Μυρτιώτισσα στάθηκε δίπλα της σα φίλη και αδελφή.
(Αλέξης Σολομός, Θεατρικό Λεξικό, 1989)

Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν αγαπημένος φίλος του πρωταγωνιστή του θεάτρου Γιώργου Παππά (1903-1958), γιου του δημοσιογράφου Σπύρου Παππά και της ηθοποιού και ποιήτριας Θεώνης Δρακοπούλου – Μυρτιώτισσας (1885-1968). Πήγαινε συχνά στο σπίτι τους, εκείνη έφτιαχνε καφέ και συζητούσαν. Μετά το θάνατο του Γ. Παππά (γεγονός που συγκλόνισε την ποιήτρια), ο Χατζιδάκις έχασε τα ίχνη της.

Κάποτε, άρρωστη στο νοσοκομείο η Μυρτιώτισσα, στέλνει στο συνθέτη ένα γράμμα συγκινητικό, μαζί με το πασίγνωστο τότε ποίημά της «Σ’ αγαπώ», προτρέποντάς τον να το μελοποιήσει. (Το ποίημα είχε δημοσιευτεί το 1925 – έτος γέννησης του Χατζιδάκι – στη δεύτερη ποιητική συλλογή της, «Κίτρινες φλόγες»).Το γράμμα έμεινε καιρό στο συρτάρι. Ζώντας (από το 1967) στη Νέα Υόρκη, ο Χατζιδάκις, διαβάζει μια μέρα ότι πέθανε η Μυρτιώτισσα και νιώθει ένοχος που αμέλησε να πάει να τη δει. Δεν ξέχασε ποτέ το γράμμα της. Χρειάστηκαν όμως άλλα τέσσερα χρόνια για να ξεπληρώσει το χρέος του – με μοναδικό, πραγματικά, τρόπο:

Τον Ιούνιο του 1972, στη Νέα Υόρκη ακόμη, ανασύρει το παλιό της ποίημα κι αρχίζει να γράφει τη μουσική του «Μεγάλου Ερωτικού», που ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, στην Αθήνα.Το τραγούδι «Σ’ αγαπώ» – σφραγισμένο από τη μαγική ερμηνεία της Φλέρυ Νταντωνάκη – αφιερώθηκε από το συνθέτη «Στη μνήμη του Γιώργου Παππά».

Αλλά ποιος ήταν ο Γ. Παππάς – πέρα από κορυφαίος ηθοποιός και καθηγητής της δραματικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου; «Στην ανάμνηση του κοινού έμεινε άσβηστη η παρουσία του – ακόμα και στα πιο παρακατιανά έργα που αναγκάστηκε να παίξει σαν παντοτινός βιοπαλαιστής. Και για όσους τον γνώριζαν, οι λέξεις ευγένεια και ανθρωπιά συνοψίζουνε το πέρασμά του απ’ τη θεατρική μας ζωή».
H Mυρτιώτισσα για το γιο της σ αυτή την υπέροχη σελίδα που αξίζει να ψάξετε.
http://www.geocities.com/theomyrtia/G…





Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Ο Κεν Λόουτς (Ken Loach) είναι ένας από τους σημαντικότερους βρετανούς σκηνοθέτες του κινηματογράφου, γνωστός και εκτός των συνόρων της Γηραιάς Αλβιόνας. Βαθιά πολιτικοποιημένος ο ίδιος (παραμένει τροτσκιστής μέχρι σήμερα), πιστός στο ιδανικό του για ένα δίκαιο κόσμο, δημιουργεί ταινίες που θεωρούνται ορόσημα του βρετανικού κοινωνικού ρεαλισμού και αγγίζουν ενίοτε τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Επηρεάστηκε καθοριστικά από τον ιταλικό νεορεαλισμό και θεωρεί ότι η ταινία του Βιτόριο Ντε Σίκα «Κλέφτης Ποδηλάτων» («Ladri di biciclette», 1948) έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο.

Τα πρώτα χρόνια

Ο Κένεθ Λόουτς γεννήθηκε στις 17 Ιουνίου 1936 στο Νάνιτον της Κεντρικής Αγγλίας. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, αλλά τα ενδιαφέροντά του κατά τη διάρκεια των σπουδών του εστιάζονταν στις δραματικές τέχνες. Μετά την αποφοίτησή του το 1957, υπηρέτησε για δύο χρόνια στην Πολεμική Αεροπορία (RAF) και μετά την αφυπηρέτησή του ξεκίνησε καριέρα ηθοποιού σε περιφερειακούς θιάσους και συνέχισε ως σκηνοθέτης στην τηλεόραση του BBC.


Στη δεκαετία του '60 σκηνοθέτησε πολλά δραματοποιημένα ντοκιμαντέρ για την τηλεοπτική σειρά «The Wednesday Play». Ένα από αυτά, με τίτλο «Cathy Come Home» (1966), εξέταζε την αποσύνθεση μιας εργατικής οικογένειας και τα αλληλένδετα ζητήματα της ανεργίας και της έλλειψης στέγης. Με αυτό τον τρόπο βοήθησε να τεθεί το θέμα της έλλειψης στέγης στη δημόσια συζήτηση. Το 2000 η ταινία του αυτή κατατάχθηκε δεύτερη από το Βρετανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου σε μία λίστα με τα κορυφαία 100 βρετανικά τηλεοπτικά προγράμματα όλων των εποχών.

Ο Λόουτς συνέχισε να ασχολείται με τα κοινωνικά ζητήματα, τόσο στην τηλεόραση, όσο και στον κινηματογράφο. Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του «Όχι δάκρυα για την Τζόι» («Poor Cow», 1967), επικεντρώνεται στη ζωή μιας γυναίκας της εργατικής τάξης, ο σύζυγος της οποίας βρίσκεται στη φυλακή. Ακολούθησε ο σπαραχτικός «Κες» («Kes», 1970) για ένα αγόρι, κακοποιημένο στο σπίτι και το σχολείο, που γίνεται φίλος με ένα νεαρό γεράκι. Ήταν η πρώτη μεγάλη αναγνώριση για τον Λόουτς και συνοδεύτηκε από μία υποψηφιότητα καλύτερης ταινίας από τη Βρετανική Ακαδημία Κινηματογράφου (βραβεία BAFTA).

Τα βραβεία στις Κάννες

To 1984, σε μία περίοδο έντονων εργατικών αγώνων με τη διαμάχη Θάτσερ και ανθρακωρύχων, ο Λόουτς απάντησε με την τηλεοπτική ταινία «Which Side Are You On?» (Με ποια πλευρά είσαι;) που προκάλεσε έντονες συζητήσεις για την υποστήριξή του στις απεργιακές κινητοποιήσεις των ανθρακωρύχων.

Το 1990 επανήλθε στο κινηματογραφικό προσκήνιο με το πολιτικό θρίλερ «Μυστική Ατζέντα» («Hidden Agenda») για το ζήτημα της Βόρειας Ιρλανδίας, που μοιράστηκε το βραβείο της κριτικής επιτροπής στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών. Οι δύο επόμενες ταινίες του ήταν πιο ανάλαφρες και κωμικές, παρότι παρέμεναν βασισμένες στις καθημερινές πραγματικότητες της βρετανικής εργατικής τάξης: Το «Ριφ-Ραφ» («Riff-Raff», 1991) απεικονίζει τις δοκιμασίες ενός συνεργείου οικοδόμων του Λονδίνου και το «Βροχή από πέτρες» («Raining Stones», 1993) εξιστορεί την απεγνωσμένη προσπάθεια ενός άνεργου πατέρα να βρει χρήματα για να αγοράσει ένα φόρεμα στην κόρη του. Η ταινία του αυτή τιμήθηκε με το βραβείο της κριτικής επιτροπής στο Φεστιβάλ των Καννών. Ακολούθησε το «Ladybird, Ladybird» (1994), ένα ζοφερό πορτρέτο μιας ανύπαντρης μητέρας που η κοινωνική πρόνοια της αποσπά δια της βίας τα έξι παιδιά, θεωρώντας την ανεύθυνο άτομο.


“Γη και Ελευθερία” και “Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι”

Από τις πιο σημαντικές ταινίες του - η κορυφαία για πολλούς - είναι το ιστορικό πολιτικό δράμα «Γη και Ελευθερία» («Land and Freedom», 1995), που αφηγείται την ιστορία ενός άνεργου κομμουνιστή από το Λίβερπουλ, ο οποίος στρατεύεται στον ισπανικό εμφύλιο, στο πλευρό των δημοκρατικών δυνάμεων, για να πολεμήσει κατά του Φράνκο, και αντιμετωπίζεται από τους σταλινικούς συντρόφους του ως προδότης.

Ο Κεν Λόουτς κατά την απονομή του Χρυσού Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών το 2006

Εξίσου τολμηρή στη θεματική της είναι και η επόμενη ταινία του «Το τραγούδι της Κάρλα» («Carla's Song», 1996), γύρω από τον έρωτα ενός οδηγού λεωφορείου στη Γλασκόβη με μια προσφυγοπούλα από τη Νικαράγουα που βασανίζεται από εφιάλτες.

Το 2000 παρουσίασε την ταινία «Ψωμί και Τριαντάφυλλα» («Bread and Roses»), με πρωταγωνιστή τον Άντριαν Μπρόντι, που αναφέρεται στον αγώνα των θυρωρών του Λος Άντζελες για καλύτερες συνθήκες εργασίας και το 2006 κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα του Φεστιβάλ των Καννών για την ταινία του «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι» («The Wind That Shakes the Barley»), που εξιστορεί τον αγώνα των Ιρλανδών τη δεκαετία του 1920 για την αποτίναξη του βρετανικού ζυγού.

Δεύτερος «Χρυσός Φοίνικας»

Ο «Ιρλανδέζικος Δρόμος» («Route Irish», 2010) αφηγείται την ιστορία ενός πρώην μισθοφόρου στο Ιράκ, που αρνείται την επίσημη εκδοχή του θανάτου ενός φίλου του, επίσης μισθοφόρου, και αγωνίζεται μόνος του να ανακαλύψει την αλήθεια, ενώ στο «Μερίδιο των Αγγέλων» («The Angels Share», 2012) ένας νεαρός άνεργος πατέρας ανακαλύπτει ότι διαθέτει μια χαρισματική όσφρηση που του επιτρέπει να διακρίνει την υφή και τα αρώματα του ουίσκι κι έτσι του δίνεται η ευκαιρία που ζητούσε για ν’ αλλάξει τη ζωή του. Το 2016 απέσπασε τον δεύτερο «Χρυσό Φοίνικα» του Φεστιβάλ των Καννών με το δράμα «Εγώ ο Ντάνιελ Μπλέικ» («Ι Daniel Blake»), που αφηγείται την ιστορία ενός ξυλουργού, ο οποίος έχοντας επιβιώσει από ένα καρδιακό επεισόδιο, έρχεται αντιμέτωπος με την κρατική γραφειοκρατία.

Ο Λόουτς συνέχισε να κάνει ντοκιμαντέρ, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα «The Spirit of '45» (2013), για την μεταπολεμική Αγγλία και το «In Conversation with Jeremy Corbyn» (2016), που σκιαγραφεί τον τότε επικεφαλής του Εργατικού Κόμματος και ομοϊδεάτη του Τζέρεμι Κόρμπιν. Ένα από τα πιο επιτυχημένα και δημοφιλέστερα ντοκιμαντέρ του είναι το «McLibel», που γύρισε το 1997 με τη Φράνι Άρμστρονγκ, με αφορμή τη δίκη για δυσφήμηση που προκάλεσε η McDonald's κατά δύο ακτιβιστών για το περιβάλλον. Μία ιστορία του τύπου «Γολιάθ εναντίον Δαυίδ», με πάνω από 25 εκατομμύρια θεάσεις.


πηγή 



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Γράφει η Νεφέλη Λυγερού

Παρά την ταραχώδη ζωή του, ο Χεμινγουέι έμεινε μέχρι τέλους συνεπής σε ένα και μόνο ένα πράγμα: δεν έμεινε ποτέ χωρίς σύντροφο ή και δύο συγχρόνως. Αυτό δεν είναι ασυνήθιστο. Ασυνήθιστο είναι ότι ήθελε να τις παντρευτεί όλες!

Το νέο βιβλίο της Ναόμι Γούντ στέκεται σε αυτές τις σχέσεις και με νέες αποκαλύψεις φωτίζει την πολύπλοκη προσωπικότητα του μεγάλου λογοτέχνη. Πάνω από μισό αιώνα οι τέσσερις σύζυγοί του έμειναν στη σκιά. Σήμερα, έρχονται στο προσκήνιο με αυτό το βιβλίο που εξετάζει την «κυρία Χεμινγουέι».

Η συγγραφέας αφιέρωσε τρία ολόκληρα χρόνια μελετώντας τα ερωτικά γράμματα, τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις και τις ξεθωριασμένες φωτογραφίες που μπορεί να εξηγήσουν τέσσερις αξιομνημόνευτους και προβληματικούς έρωτες. «Ο Χεμινγουέι ερωτευόταν πραγματικά τις συζύγους του. Χώριζε επειδή παντρευόταν όποια γυναίκα έριχνε στο κρεβάτι».

Διακοπές στην Κυανή Ακτή

Ο εκκεντρικός λογοτέχνης αγαπούσε τη σταθερότητα του γάμου. Ως συγγραφέας ανακάλυψε ότι η διάθεσή του ήταν πολύ καλύτερη, όταν γνώριζε πως υπήρχε κάποιος εκεί για να τον προστατεύσει από τον υπόλοιπο κόσμο. Δυστυχώς, δεν ήταν σε θέση να συγκρατήσει τον εαυτό του. Ως αποτέλεσμα ερωτευόταν και τέλος παντρευόταν άλλες γυναίκες.

Ένα από τα ευρήματα της Γούντ ήταν μια επιστολή που εστάλη από την Χάντλι Ρίτσαρντσον, την πρώτη σύζυγο του Χεμινγουέι, στον ίδιο, τον Μάιο του 1926. Σε αυτήν τον ρωτάει πώς θα του φαινόταν να καλέσει την ερωμένη του και καλύτερή της φίλη Πωλίν Φάιφερ στις οικογενειακές τους διακοπές στην Κυανή Ακτή, στη νότια Γαλλία. «Θα ήταν εξαιρετικά αστεία η συνύπαρξη μας αυτή, δεν νομίζεις;»

Με την παράταιρη αυτή τριάδα και την καλοκαιρινή της συνύπαρξη ανοίγει και το βιβλίο. «Κάνουμε τα πάντα ως τρίγωνο. Το πρωινό, το κολύμπι μας, τον απογευματινό μας καφέ και τέλος το βραδινό. Μετά, όμως, χωρίζουν οι δρόμοι μας και εγώ μένω μόνη…» Αυτή είναι μόνο η αρχή μίας συναρπαστικής μυθιστορηματικής αφήγησης της ζωής του Χεμινγουέι, όπως τουλάχιστον τη βιώνουν τέσσερις γυναίκες των οποίων η ζωή κατέστη αλληλένδετη.

«Η πολυαγαπημένη Φίφη»

Τη Ρίτσαρντσον διαδέχεται η ερωμένη Φάιφερ. Η δεύτερη σύζυγος είναι ανταποκρίτρια μόδας για τα περιοδικά Vanity Fair και Vogue και ο ερωτευμένος Χεμινγουέι την αποκαλεί χαιδευτικά Φίφη. Το ζευγάρι εγκαταστάθηκε τον επόμενο χρόνο στη Φλόριντα, τόπο που αποτέλεσε μία σταθερή βάση για τον Χεμινγουέι τα επόμενα χρόνια.

Η ίδια τύχη, ωστόσο, περίμενε και την «πολυαγαπημένη του Φίφη» μια δεκαετία αργότερα. Την καρδιά του Χεμινγουέι είχε κερδίσει μία νεαρή συγγραφέας ονόματι Μάρθα Γκέλχορ.

Τον Μάρτιο του 1937 ο Χεμινγουέι ταξίδεψε στην Ισπανία προκειμένου να καλύψει δημοσιογραφικά τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Την περίοδο εκείνη ανέπτυξε παράλληλη σχέση με το νέο έρωτά του. Σε τυπικό στυλ Χεμινγουέι, η Γκέλχορν φιλοξενήθηκε από την προηγούμενη.

Η Φίφη την περιποιήθηκε για δυο εβδομάδες και η αντίζηλος έστειλε μία ζεστή επιστολή στην κυρία Χεμινγουέι, με το οποίο την ευχαριστούσε για τη γενναιοδωρία και ευγένειά της. Στην επιστολή αυτή δεν δόθηκε ποτέ απάντηση.

Δεν είναι και δύσκολο να φανταστεί κανείς τι πέρναγε από το μυαλό της. Όσο ο Χεμινγουέι και η Γκέλχορν βρίσκονταν στην Ευρώπη για να καλύψουν το ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, η Φίφη έβραζε στη Φλόριντα, έχοντας πλήρη επίγνωση της επικείμενης διαδοχής της.

Η συγγραφέας εντυπωσιάστηκε από την αλληλογραφία των συζύγων. Παρά το κυνικό και αυστηρό στυλ γραψίματός του, ο Χεμινγουέι έλουζε και τις τέσσερις συντρόφους του με αγαπησιάρικα επίθετα. Εξέφραζε την αγάπη του με φράσεις όπως «μικρό γατάκι», «μυρωδιαστή πεταλουδίτσα» και «μωρουλίνι».

Βίαιες εναλλαγές

Κοινό πρόβλημα και στους τέσσερις γάμους ήταν οι βίαιες εναλλαγές στη συμπεριφορά του συγγραφέα. Όταν ήταν τρυφερός ήταν ο καλύτερος σύζυγος. Όταν, όμως, μεθούσε ήταν βίαιος και απρόβλεπτος.

Η Γκέλχορν στέφθηκε τρίτη σύζυγός του Χεμινγουέι το 1940 και ανακάλυψε σύντομα τη σκοτεινή πλευρά του χαρακτήρα του. Ανακάλυψε επίσης και την προσωρινή φύση του έρωτά του. Μέχρι την άνοιξη του 1944 επήλθε ρήξη στη σχέση με τη σύζυγό του.

Τότε ήταν που γνώρισε τη δημοσιογράφο του περιοδικού Time Μαίρη Γουέλς, την οποία παντρεύτηκε (τέταρτος γάμος) το 1946. Η Γουέλς βίωσε τη χειρότερη φάση του συγγραφέα. Μετά από ένα ξέσπασμά του, η σύζυγος του άφησε το παρακάτω ποίημα: «Όταν είσαι μεθυσμένος είσαι βαρετός. Σ’ αγαπώ πολύ. Αλλά τώρα ήρθε η ώρα να σταματήσεις».

Παρά τους δαίμονές του, ήταν εντυπωσιακό το πόσο ο Χεμινγουέι απολάμβανε τις χαρές της ζωής. «Αισθανόταν το ίδιο άνετα στη βάρκα ενός Κουβανού ψαρά όσο και στο πολυτελές Ritz Hotel του Παρισιού», δήλωσε μετά την αυτοκτονία του η Γουέλς.

Κάθε νέα σύζυγος πίστευε ότι μπορεί από μόνη της να παρέχει τον απαιτούμενο συνδυασμό της άνεσης και του ενθουσιασμού που χρειαζόταν για να εξαγοράσει την αγάπη του Χεμινγουέι. Και οι τέσσερις ατύχησαν, καθώς ο συγγραφέας ήταν συχνά μεθυσμένος, καταθλιπτικός και οξύθυμος. Ιδιότητες που τελικώς τον οδήγησαν στην αυτοκτονία το 1961.


Ο Ιταλός συγγραφέας Ουμπέρτο Έκο, ο δημιουργός ανάμεσα στ’ άλλα του πασίγνωστου μυθιστορήματος «Το όνομα του ρόδου», πέθανε την Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016 στην κατοικία του, ανέφερε η εφημερίδα La Repubblica, η οποία επικοινώνησε με την οικογένειά του. Ο ιταλός συγγραφέας έπασχε από καρκίνο. Εκτός από συγγραφέας, ο Ουμπέρτο Έκο ήταν σημειωτιστής, φιλόσοφος και κριτικός λογοτεχνίας.
Γεννήθηκε στην Αλεσσάντρια του Πιεμόντε το 1932. Λέγεται ότι το επώνυμο Εκο προέρχεται από τα αρχικά των λέξεων Ex Coelis Oblatus, που σημαίνει στα λατινικά «θεϊκό δώρο».Βίωσε τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε παιδική ηλικία, περίπου 12 ετών, γεγονός που τον επηρέασε βαθιά, καθώς έγινε μάρτυρας των μαχών ανάμεσα στους φασίστες και στους παρτιζάνους στα βουνά του ιταλικού Βορρά. Με πιέσεις του πατέρα του, ακολούθησε αρχικά σπουδές Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, αλλά τις εγκατέλειψε για να παρακολουθήσει μαθήματα στο τμήμα Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας και Λογοτεχνίας, ενώ στη συνέχεια έκανε το διδακτορικό του στη Φιλοσοφία. Στη διάρκεια των σπουδών του έπαψε να πιστεύει στο Θεό και εγκατέλειψε την Καθολική εκκλησία.

Κατείχε την έδρα του καθηγητή Σημειωτικής στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και ήταν ιδρυτής του Τμήματος Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου του Σαν Μαρίνο. Στην επαγγελματική του ζωή αρχικά ακολούθησε τη δημοσιογραφία και ανέλαβε τη θέση του διευθυντή Πολιτιστικού Προγράμματος στην Κρατική Ιταλική Τηλεόραση (RAI). Εμεινε στη RAI μέχρι το 1959 και όταν έχασε τη δουλειά του άρχισε να ασχολείται περισσότερο με τη συγγραφή και τις διαλέξεις.
Έργα του είναι μεταξύ άλλων: Το όνομα του Ρόδου (1980), Το Εκκρεμές του Φουκώ (1988), Το νησί της προηγούμενης μέρας (1994), Μπαουντολίνο (2001), Η μυστηριώδης φλόγα της βασίλισσας Λοάνα (2006), Το κοιμητήριο της Πράγας (2010), Το φύλλο μηδέν (2015).
Το πρώτο του μυθιστόρημα «Το όνομα του Ρόδου» πώλησε 9.000.000 αντίτυπα και τον έκανε γνωστό ανά τον κόσμο. Ο Έκο γνώριζε πέντε γλώσσες, μεταξύ των οποίων αρχαία ελληνικά και λατινικά, απέσπασε πολλές τιμητικές διακρίσεις.
Ζούσε σε ένα δαιδαλώδες διαμέρισμα στο Μιλάνο, όπου είχε μια βιβλιοθήκη 30.000 τόμων, και στο εξοχικό του στο Ρίμινι, ένα μεγάλο ιστορικό κτήμα στο οποίο παλιά στεγαζόταν σχολείο Ιησουιτών.
Αντίο Ουμπέρτο!

Αρχέγονος Φασισμός

Τα τυπικά χαρακτηριστικά του πρωτο-Φασισμού

Toυ Ουμπέρτο Έκο (Umberto Eko, 1932 -19.2.2016)

Παρά την ασάφεια αυτή, νομίζω πως μπορούμε να σκιαγραφήσουμε έναν κατάλογο χαρακτηριστικών τα οποία είναι αντιπροσωπευτικά αυτού που ονομάζω «πρωτοφασισμό», ή «αρχέγονο φασισμό». Αυτά τα χαρακτηριστικά δεν μπορούν να οργανωθούν σε ένα ενιαίο σύστημα· πολλά απ’ αυτά αλληλοαναιρούνται, και είναι επίσης αντιπροσωπευτικά και άλλων μορφών δεσποτισμού ή φανατισμού. Η παρουσία ενός και μόνο απ’ αυτά, όμως, αρκεί για να επιτρέψει στο φασισμό να συμπτυχθεί γύρω του.

1. Το πρώτο χαρακτηριστικό του πρωτοφασισμού είναι η λατρεία της παράδοσης. Η παραδοσιαρχία, βέβαια, είναι πολύ παλαιότερη από τον φασισμό. Δεν χαρακτήριζε μόνο την αντιεπαναστατική σκέψη των Καθολικών μετά τη Γαλλική Επανάσταση, αλλά γεννήθηκε στους ελληνιστικούς χρόνους, ως αντίδραση στον κλασικό ελληνικό ορθολογισμό. Στη λεκάνη της Μεσογείου, λαοί διαφόρων θρησκειών (που οι περισσότερες απ’ αυτές είχαν γίνει δεκτές στο ρωμαϊκό πάνθεο) άρχισαν να ονειρεύονται κάποια αποκάλυψη που είχε συμβεί στην αυγή της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτή η αποκάλυψη, σύμφωνα με τη μυστηριακή αίγλη που καλλιεργούσε η παραδοσιαρχία, είχε παραμείνει για πολύ καιρό κρυμμένη κάτω από το πέπλο γλωσσών που ήταν πια ξεχασμένες στα αιγυπτιακά ιερογλυφικά, στους κέλτικους ρούνους, στους παπύρους των σχεδόν άγνωστων θρησκειών της Ασίας.
Αυτή η νέα κουλτούρα έπρεπε να είναι συγκρητιστική. Ο συγκρητισμός δεν είναι απλά, όπως λένε τα λεξικά, «ο συνδυασμός διαφόρων μορφών πίστης και λατρευτικής πρακτικής»· ένας τέτοιος συνδυασμός πρέπει να ανέχεται τις αντιφάσεις. Καθένα από τα αρχικά μηνύματα περιέχει ψήγματα σοφίας, και όποτε έμοιαζαν να λένε διαφορετικά ή ασύμβατα πράγματα αυτό συνέβαινε μόνο και μόνο γιατί όλα παραπέμπουν, με αλληγορικό τρόπο, στην ίδια αρχέγονη αλήθεια.
Συνεπώς, δεν μπορεί να υπάρξει καμία πρόοδος στη γνώση. Η αλήθεια έχει ήδη καταγραφεί μια για πάντα, κι εμείς το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να συνεχίζουμε να ερμηνεύουμε το δυσνόητο μήνυμά της.
Αν κοιτάξει κανείς τις βιβλιοθήκες διαφόρων φασιστικών καθεστώτων, θα βρει όλους τους μείζονες διανοητές της παραδοσιαρχίας. Η ναζιστική εσωτερική γνώση τρεφόταν με παραδοσιαρχικά, συγκρητιστικά και μυστικιστικά στοιχεία. Η πηγή που επηρέασε περισσότερο τις θεωρίες της νέας ιταλικής δεξιάς, ο Ιούλιος Έβολα, συνδύαζε το Άγιο Δισκοπότηρο με τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, και την αλχημεία με την Αγία Ρωμαϊκή και Γερμανική Αυτοκρατορία. Και μόνο το γεγονός ότι η ιταλική δεξιά, για να δείξει πόσο ανοιχτό μυαλό διαθέτει, διεύρυνε αυτό τον κατάλογο ώστε να συμπεριλάβει και έργα του Ντε Μαιτρ, του Γκενόν και του Γκράμσι, αποτελεί ολοφάνερη απόδειξη συγκρητισμού.
Αν κοιτάξετε τα ράφια που, στα αμερικάνικα βιβλιοπωλεία, φέρουν την επιγραφή «Νέα Εποχή», θα βρείτε εκεί μέχρι και Άγιο Αυγουστίνο, ο οποίος, απ’ ό,τι γνωρίζω, δεν ήταν φασίστας. Αλλά το να συνδυάζεις τον Άγιο Αυγουστίνο με το Στόουνχεντζ αυτό είναι σύμπτωμα πρωτοφασισμού.
2.Η παραδοσιαρχία συνεπάγεται την απόρριψη του μοντερνισμού.Και οι φασίστες και οι εθνικοσοσιαλιστές κυριολεκτικά λάτρευαν την τεχνολογία, ενώ οι διανοητές της παραδοσιαρχίας συνήθως την απορρίπτουν ως αντίθετη προς τις παραδοσιακές πνευματικές αξίες. Όμως, παρόλο που ο ναζισμός υπερηφανευόταν για τα βιομηχανικά του επιτεύγματα, ο εγκωμιασμός του μοντερνισμού δεν ήταν παρά η επιφάνεια μιας ιδεολογίας βασισμένης στην ιδέα Αίμα και Γη (Blut und Boden). Η απόρριψη του σύγχρονου κόσμου ήταν μεταμφιεσμένη σαν αντίκρουση του καπιταλιστικού τρόπου ζωής, αλλά αφορούσε κυρίως στην απόρριψη του Πνεύματος του 1789 (και του 1776, φυσικά). Ο Διαφωτισμός, η Εποχή του Ορθολογισμού, γίνεται αντιληπτή ως απαρχή της σύγχρονης αχρειότητας. Κατ’ αυτή την έννοια, ο πρωτοφασισμός μπορεί να οριστεί ως ανορθολογισμός.
3.Ο ανορθολογισμός βασίζεται επίσης στη λατρεία της δράσης για τη δράση. Επειδή η δράση είναι από μόνη της όμορφη, πρέπει να αναλαμβάνεται πριν, ή χωρίς, οποιαδήποτε σκέψη. Η σκέψη είναι μια μορφή αποδυνάμωσης. Επομένως, η κουλτούρα είναι ύποπτη, στο βαθμό που ταυτίζεται με την κριτική στάση. Η καχυποψία απέναντι στον κόσμο της διανόησης αποτελούσε πάντοτε σύμπτωμα του πρωτοφασισμού, από την υποτιθέμενη ρήση του Γκέμπελς («όταν ακούω να μιλάνε για κουλτούρα αρπάζω το όπλο μου») μέχρι τη συχνή χρήση εκφράσεων όπως «εκφυλισμένοι διανοούμενοι», «κουλτουριάρηδες», «παρηκμασμένοι σνομπ», «τα πανεπιστήμια είναι φωλιές κομμουνιστών». Οι επίσημοι φασίστες διανοούμενοι ασχολούνταν κυρίως με το να επιτίθενται στον σύγχρονο πολιτισμό και την αριστερή διανόηση, που έχουν προδώσει τις παραδοσιακές αξίες.
4.Καμιά συγκρητιστική πίστη δεν αντέχει στην αναλυτική κριτική. Το κριτικό πνεύμα κάνει διακρίσεις μεταξύ των εννοιών, και αυτές οι διακρίσεις αποτελούν σημάδι μοντερνισμού. Στον σύγχρονο πολιτισμό, η επιστημονική κοινότητα επαινεί τη διαφωνία ως μέθοδο βελτίωσης της γνώσης. Για τον πρωτοφασισμό, η διαφωνία είναι προδοσία.
5. Εξάλλου, η διαφωνία αποτελεί σημάδι ποικιλομορφίας. Ο πρωτοφασισμός καλλιεργεί και αναζητεί τη συναίνεση με το να οξύνει και να εκμεταλλεύεται το φυσικό φόβο του διαφορετικού. Η πρώτη έκκληση ενός φασιστικού ή πρώιμου φασιστικού κινήματος είναι η έκκληση ενάντια στους παρείσακτους. Επομένως, ο πρωτοφασισμός είναι εξ ορισμού ρατσιστικός.
6. Ο πρωτοφασισμός πηγάζει από την ατομική ή κοινωνική απογοήτευση. Αυτός είναι και ο λόγος που ένα από τα πιο τυπικά χαρακτηριστικά των φασιστικών καθεστώτων του παρελθόντος ήταν ηεπίκληση προς μια απογοητευμένη μεσαία τάξη που μαστιζόταν από μια οικονομική κρίση ή ένιωθε πολιτικά εξευτελισμένη και φοβισμένη από την πίεση που ασκούσαν οι χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις. Στην εποχή μας, που οι παλιοί «προλετάριοι» είναι πλέον μικροαστοί (και τα λούμπεν στοιχεία είναι κατά κανόνα αποκλεισμένα από την πολιτική σκηνή), ο φασισμός του αύριο θα βρει το ακροατήριό του σ’ αυτή τη νέα πλειοψηφία.
7. Στους ανθρώπους που νιώθουν πως δεν έχουν πλέον ξεκάθαρη κοινωνική ταυτότητα, ο πρωτοφασισμός λέει πως το μοναδικό τους προνόμιο είναι το πιο κοινό, ότι έχουν γεννηθεί στην ίδια χώρα. Αυτή είναι και η απαρχή του εθνικισμού. Άλλωστε, το μοναδικό πράγμα που μπορεί να δώσει ταυτότητα στο έθνος είναι οι εχθροί του. Έτσι, στη ρίζα της πρωτοφασιστικής ψυχολογίας υπάρχει μια εμμονή με τις συνωμοσίες, ιδιαίτερα τις διεθνείς. Οι οπαδοί πρέπει να νιώθουν πολιορκημένοι. Ο πιο εύκολος τρόπος να πολεμήσεις μια συνωμοσία είναι η επίκληση στην ξενοφοβία. Αλλά η συνωμοσία πρέπει να έχει και εσωτερικούς μοχλούς: οι Εβραίοι είναι συνήθως ο καλύτερος στόχος, γιατί έχουν το πλεονέκτημα να είναι ταυτόχρονα και εσωτερικοί και εξωτερικοί εχθροί. Στις Η.Π.Α., ένα εμφανές δείγμα συνωμοσιολογικής εμμονής βρίσκεται στο βιβλίο του Πατ Ρόμπερτσον Η Νέα Τάξη Πραγμάτων, αλλά, όπως έχουμε δει πρόσφατα, υπάρχουν και πολλά άλλα.
8.Οι οπαδοί πρέπει να νιώθουν ταπεινωμένοι από τον επιδεικτικό πλούτο και την δύναμη των εχθρών τους. Όταν ήμουν μικρό παιδί, μου είχαν μάθει ότι οι Εγγλέζοι είχαν πέντε γεύματα τη μέρα. Έτρωγαν πιο συχνά από τους φτωχούς αλλά νηφάλιους Ιταλούς. Και ότι οι Εβραίοι είναι πλούσιοι και βοηθάνε ο ένας τον άλλο μέσω ενός μυστικού δικτύου αμοιβαίας αρωγής. Έτσι, με μια συνεχή μετατόπιση της ρητορικής εστίασης, οι εχθροί είναι ταυτόχρονα πολύ ισχυροί και πολύ αδύναμοι. Οι φασιστικές κυβερνήσεις είναι καταδικασμένες να χάνουν τους πολέμους τους, γιατί είναι εγγενώς ανίκανες να κάνουν μια αντικειμενική εκτίμηση της δύναμης του εχθρού.
9. Για τον πρωτοφασισμό, δεν υπάρχει αγώνας για τη ζωή· αντίθετα, η ζωή είναι ένας συνεχής αγώνας.Επομένως, ο ειρηνισμός ισοδυναμεί με συναλλαγή με τον εχθρό. Είναι κακός, γιατί η ζωή είναι ένας συνεχής πόλεμος. Αυτό, όμως, επιφέρει ένα «σύμπλεγμα Αρμαγεδδώνα». Εφόσον οι εχθροί πρέπει να ηττηθούν, θα πρέπει να υπάρξει μια τελική μάχη, μετά από την οποία το κίνημα θα έχει υπό τον έλεγχό του ολόκληρο τον κόσμο. Μια τέτοια «τελική λύση», όμως, θα σημάνει την αρχή μιας περιόδου ειρήνης, μιας Χρυσής Εποχής, πράγμα που έρχεται σε αντίφαση με το δόγμα του συνεχούς πολέμου. Κανείς φασίστας ηγέτης δεν έχει καταφέρει ποτέ να λύσει αυτό το πρόβλημα.
10.Ο ελιτισμός αποτελεί χαρακτηριστική διάσταση κάθε αντιδραστικής ιδεολογίας, στο βαθμό που είναι θεμελιωδώς αριστοκρατικός, και ο αριστοκρατικός και μιλιταριστικός ελιτισμός συνεπάγεται την περιφρόνηση προς τους αδύναμους. Ο πρωτοφασισμός μπορεί να εκφράσει μόνο έναν λαϊκό ελιτισμό. Κάθε πολίτης ανήκει στον καλύτερο λαό του κόσμου, τα μέλη του κόμματος είναι οι καλύτεροι πολίτες, κάθε πολίτης μπορεί (ή πρέπει) να γίνει μέλος του κόμματος. Αλλά δεν μπορεί να υπάρχουν πατρίκιοι χωρίς πληβείους. Ο Ηγέτης, που γνωρίζει ότι η εξουσία δεν του απονεμήθηκε δημοκρατικά αλλά την κατέκτησε με τη βία, γνωρίζει επίσης ότι η δύναμή του βασίζεται στην αδυναμία των μαζών· οι μάζες είναι αδύναμες, και γι’ αυτό χρειάζονται και αξίζουν έναν ηγεμόνα. Και εφόσον η ομάδα είναι οργανωμένη ιεραρχικά (σύμφωνα με το στρατιωτικό πρότυπο), κάθε ηγέτης περιφρονεί τους υφισταμένους του, και καθένας απ’ αυτούς περιφρονεί τους κατωτέρους του. Αυτό ενισχύει την αίσθηση του μαζικού ελιτισμού.
11. Μέσα σ’ αυτή την προοπτική, όλοι μαθαίνουν πως πρέπει να γίνουν ήρωες. Σε κάθε μυθολογία, ο ήρωας είναι ένα εξαιρετικό ον, αλλά για την πρωτοφασιστική ιδεολογία ο ηρωισμός είναι ο κανόνας. Αυτή η λατρεία του ηρωισμού συνδέεται στενά με τη λατρεία του θανάτου. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα συνθήματα που είχαν οι ισπανοί φαλαγγίτες ήταν το «viva la muerte» («ζήτω ο θάνατος»). Στις μη φασιστικές κοινωνίες, ο απλός λαός μαθαίνει ότι ότι ο θάνατος είναι κάτι το δυσάρεστο που όμως πρέπει να το αντιμετωπίζει με αξιοπρέπεια· και οι πιστοί μαθαίνουν ότι είναι ένας οδυνηρός τρόπος για να περάσουν σε μια μεταφυσική ευτυχία. Αντίθετα, ο πρωτοφασίστας ήρωας αποζητά τον ηρωικό θάνατο, ο οποίος διαφημίζεται ως η μεγαλύτερη ανταμοιβή για μια ηρωική ζωή. Ο πρωτοφασίστας ήρωας ανυπομονεί να πεθάνει. Μέσα στην ανυπομονησία του, συχνά στέλνει κι άλλους ανθρώπους στο θάνατο.
12. Επειδή και ο συνεχής πόλεμος και ο ηρωισμός είναι δύσκολα παιχνίδια, ο πρωτοφασίστας μεταθέτει τον πόθο του για εξουσία στη σεξουαλική συμπεριφορά του. Έτσι προκύπτει ο ματσισμός [σ.τ.Μ.: το αντριλίκι] (που συνεπάγεται αφενός την περιφρόνηση προς τη γυναίκα και αφετέρου την καταδίκη παρεκκλινουσών ερωτικών συνηθειών, όπως η αγνότητα ή η ομοφυλοφιλία). Και επειδή και το σεξ είναι δύσκολο παιχνίδι, ο πρωτοφασίστας ήρωας προτιμά να παίζει με τα όπλα – σαν φαλλικό υποκατάστατο.
13.Ο πρωτοφασισμός βασίζεται σε ένανεπιλεκτικό λαϊκισμό, έναν ποιοτικό λαϊκισμό, θα έλεγε κανείς. Σε μια δημοκρατία, οι πολίτες έχουν ατομικά δικαιώματα, αλλά οι πολίτες συνολικά έχουν πολιτική επιρροή μόνο από ποσοτική άποψη ακολουθούνται οι αποφάσεις της πλειοψηφίας. Για τον πρωτοφασισμό, όμως, τα άτομα ως άτομα δεν έχουν δικαιώματα, και ο Λαός γίνεται αντιληπτός σαν ποιότητα, σαν μια μονολιθική οντότητα που εκφράζει την Κοινή Βούληση. Και επειδή κανένα μεγάλο σύνολο ατόμων δεν μπορεί ποτέ να έχει κοινή βούληση, ο Ηγέτης παριστάνει το διερμηνέα τους. Έχοντας χάσει την εξουσία της αντιπροσώπευσης, οι πολίτες δεν πράττουν· καλούνται μόνο να παίξουν το ρόλο του Λαού. Έτσι, ο Λαός δεν είναι παρά ένα θεατρικό εφεύρημα. Για να πάρουμε μια γεύση ποιοτικού λαϊκισμού δεν χρειαζόμαστε πλέον την Πιάτσα Βενέτσια της Ρώμης, ούτε το Στάδιο της Νυρεμβέργης. Υπάρχει στο μέλλον μας ένας τηλεοπτικός ή διαδικτυακός λαϊκισμός, στον οποίο η συναισθηματική αντίδραση μιας επιλεγμένης ομάδας πολιτών θα μπορεί να παρουσιάζεται και να γίνεται αποδεκτή ως η Φωνή του Λαού.
Λόγω του ποιοτικού λαϊκισμού του, ο πρωτοφασισμός πρέπει να είναι κατά των «διεφθαρμένων» κοινοβουλευτικών κυβερνήσεων. Μια από τις πρώτες φράσεις που είπε ο Μουσολίνι στο ιταλικό κοινοβούλιο ήταν «Θα μπορούσα να μετατρέψω αυτό το βουβό και καταθλιπτικό μέρος σε στρατόπεδο για τις σπείρες μου» οι «σπείρες» είναι μια υποδιαίρεση της παραδοσιακής ρωμαϊκής λεγεώνας. Βέβαια, αμέσως βρήκε καλύτερο καταυλισμό για τις σπείρες του, αλλά λίγο αργότερα διέλυσε το κοινοβούλιο. Όποτε ένας πολιτικός αμφισβητεί τη νομιμότητα ενός κοινοβουλίου γιατί δεν αντιπροσωπεύει πλέον τη Φωνή του Λαού, αρχίζει και μυρίζει πρωτοφασισμό.
14.Ο πρωτοφασισμός μιλάει την «Νέα Ομιλία». Η Νέα Ομιλία επινοήθηκε από τον Όργουελ στο βιβλίο του1984, ως επίσημη γλώσσα του Αγγλικού Σοσιαλισμού. Αλλά σε πολλές μορφές δικτατορίας συναντά κανείς πρωτοφασιστικά χαρακτηριστικά. Όλα τα ναζιστικά και φασιστικά σχολικά εγχειρίδια χρησιμοποιούσαν φτωχό λεξιλόγιο και στοιχειώδη σύνταξη, με σκοπό να περιορίσουν τη διάδοση των εργαλείων της σύνθετης και κριτικής σκέψης. Αλλά πρέπει να είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε άλλα είδη Νέας Ομιλίας, ακόμα κι αν παίρνουν τη φαινομενικά αθώα μορφή ενός δημοφιλούς τοκ-σόου.
Το πρωινό της 27ης Ιουλίου 1943, έμαθα ότι, σύμφωνα με ραδιοφωνικές ανακοινώσεις, ο φασισμός είχε καταρρεύσει και ο Μουσολίνι είχε συλληφθεί. Όταν η μητέρα μου με έστειλε να αγοράσω την εφημερίδα, είδα ότι οι εφημερίδες στον κοντινότερο πάγκο είχαν διαφορετικούς τίτλους. Επιπλέον, αφού είδα τους τίτλους, συνειδητοποίησα ότι κάθε εφημερίδα έγραφε διαφορετικά πράγματα. Αγόρασα μία στην τύχη, και διάβασα στην πρώτη σελίδα ένα μήνυμα που το υπέγραφαν πέντε ή έξι πολιτικά κόμματα ανάμεσά τους η Χριστιανική Δημοκρατία, το Κομμουνιστικό Κόμμα, το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Κόμμα της Δράσης, και το Φιλελεύθερο Κόμμα.
Μέχρι τότε, πίστευα ότι υπήρχε μόνο ένα κόμμα σε κάθε χώρα, και ότι στην Ιταλία αυτό ήταν το Εθνικό Φασιστικό Κόμμα. Τώρα, ανακάλυπτα ότι στη χώρα μου μπορούσαν να υπάρχουν ταυτόχρονα διάφορα κόμματα. Καθώς ήμουν έξυπνο παιδί, κατάλαβα ότι όλα αυτά τα κόμματα δεν μπορεί να γεννήθηκαν μέσα σε μια νύχτα, άρα θα πρέπει να υπήρχαν εδώ και αρκετό καιρό ως μυστικές οργανώσεις.
Το μήνυμα στην πρώτη σελίδα πανηγύριζε για το τέλος της δικτατορίας και την επιστροφή της ελευθερίας: της ελευθερίας του λόγου, του τύπου, της πολιτικής σύμπραξης. Αυτές τις λέξεις, «ελευθερία», «δικτατορία» τις διάβαζα τώρα για πρώτη φορά στη ζωή μου. Χάρη σ’ αυτές τις λέξεις, ξαναγεννήθηκα ως ελεύθερος δυτικός άνθρωπος.
Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση, ώστε το νόημα αυτών των λέξεων να μην ξεχαστεί ξανά. Ο πρωτοφασισμός βρίσκεται ακόμα γύρω μας, πολλές φορές με πολιτικά. Θα ήταν πολύ ευκολότερο, για μας, αν εμφανιζόταν στην παγκόσμια σκηνή κάποιος και έλεγε «Θέλω να ξανανοίξω το Άουσβιτς, θέλω να παρελάσουν ξανά οι Μελανοχίτωνες στις ιταλικές πλατείες». Αλλά η ζωή δεν είναι τόσο απλή. Ο πρωτοφασισμός μπορεί να επιστρέψει με το πιο αθώο προσωπείο. Είναι καθήκον μας να τον αποκαλύπτουμε και να καταδεικνύουμε οποιαδήποτε από τις νέες εκφάνσεις του κάθε μέρα, σε κάθε μέρος του κόσμου. Και είναι καλό να θυμόμαστε τα λόγια που είπε ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ στις 4 Νοεμβρίου 1938:
«Τολμώ να πω ότι, αν ποτέ η αμερικανική δημοκρατία πάψει να προχωρεί ως ζωντανή δύναμη και να προσπαθεί μέρα και νύχτα, με ειρηνικό τρόπο, να κάνει όλους τους πολίτες μας καλύτερους, τότε ο φασισμός θα δυναμώσει στη χώρα μας».
Η ελευθερία και η απελευθέρωση είναι μια ατέρμονη διαδικασία.
Το πρωτότυπο κείμενο δημοσιεύτηκε στο New York Review of Books το 1995.

ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ/ Umberto Eko (1932-2016)


sapfo
Ο ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΣΑΠΦΟΥΣ
Η Σαπφώ (αιολικά Ψάπφα), γεννήθηκε κοντά στα 630πχχ στην Ερεσσό της Λέσβου. Ήταν σύγχρονη του λυρικού ποιητή Αλκαίου και του τυράννου της Μυτιλήνης, Πιττακού. Πατέρας της αναφέρεται ο αριστοκράτης Σκαμανδρώνυμος και μητέρα της η Κλεΐς. Είχε τρεις αδελφούς, τον Λάριχο, τον Χάραξο και τον Ευρύγιο. Ο Λάριχος ήταν οινοχόος στο πρυτανείο της πόλης(τιμητική θέση), ενώ ο Χάραξος έφυγε στην Αίγυπτο για εμπόριο, όπου ερωτεύτηκε την όμορφη εταίρα Ροδώπη ή Δωρίχα και εξαγόρασε την ελευθερία της, με αντάλλαγμα την περιουσία του. Η Σαπφώ τον μαλώνει γι αυτό, σε κάποιο ποίημά της.
Ο φιλόσοφος Μάξιμος ο Τύριος (β΄ μισό του 2ου αι. μχχ), την περιγράφει ως μικρόσωμη και μελαχροινή («μικρά και μέλαινα»). Έλαβε πολύ καλή μόρφωση και αναδείχθηκε δεξιοτέχνης στη λύρα. Σύμφωνα με το λεξικό Σούδα, πιθανότατα παντρεύτηκε έναν πλούσιο από την Άνδρο, τον Κερκύλα, με τον οποίο απέκτησε μια κόρη, που ονομάστηκε Κλεΐδα, παίρνοντας το όνομα της γιαγιάς της, σύμφωνα με το έθιμο της εποχής. Λόγω πολιτικών αναταραχών στη Λέσβο, που οδήγησαν την αριστοκρατία του νησιού σε εξορία, η Σαπφώ κατέφυγε προσωρινά στη Σικελία. Μετά την κατάλυση της τυραννίας, επέστρεψε στη Λέσβο.
Τα παραπάνω μας πληροφορούν ότι οι γυναίκες μετείχαν στην πολιτική και κοινωνική ζωή της πόλης και λάμβαναν αγωγή και παιδεία αντίστοιχη των ανδρών. Παράλληλα, στη Λέσβο άνθιζε η μουσική και η ποίηση, καθώς ο Τέρπανδρος, διάσημος κιθαρωδός, ήταν αυτός που ίδρυσε στο νησί την πρώτη σχολή -ή ρεύμα- λυρικής ποίησης(πρώτο βραβείο στην επτάχορδη λύρα στα πρώτα Κάρνεια και σε τέσσερεις Πυθικούς αγώνες και δημιουργός μουσικής γραφής, για την ομοιόμορφη εκτέλεση διαφόρων μουσικών κομματιών).
Σ’ αυτό το πλαίσιο, η Σαπφώ ίδρυσε τη φημισμένη της Σχολή, παρέχοντας ταυτόχρονα με τις μουσικές γνώσεις και κοινωνική μόρφωση. Ως "αντίτεχνές" της, δηλαδή γυναίκες που έκαναν το ίδιο, αναφέρονται η Γοργώ, η Ανδρομέδα και η Μίκα. Συγκέντρωσε γύρω της νεαρές από την αριστοκρατία του νησιού, των Μικρασιατικών πόλεων, της Σαλαμίνας, της Αττικής και άλλες περιοχές του Ελλαδικού χώρου, για να τους διδάξει την τέχνη της μουσικής και της ποίησης. Η αφοσίωση στις Μούσες, όπως διαφαίνεται στην ποίησή της, είναι η μόνη σταθερή αξία των ανθρώπων, γιατί μέσα από τις τέχνες που προστατεύουν, η ψυχή μετουσιώνεται, αναπτερώνεται και αγγίζει το ύψιστο νόημα, τον Έρωτα, που συνοδεύει πάντα τη θεά Αφροδίτη.
Ο θρύλος λέει ότι η Σαπφώ, λόγω του ανεκπλήρωτου έρωτά της για τον όμορφο νέο Φάωνα, που την απέρριψε και την εγκατέλειψε, έπεσε από τα βράχια της Λευκάδας, στη θάλασσα (563 πχχ). Μετά τον θάνατό της στην πατρίδα της Λέσβο, έκοψαν νόμισμα με τη μορφή της. Στις Συρακούσες και στην Πέργαμο στήθηκαν αγάλματά της, ενώ στις Συρακούσες κατασκευάστηκε και ένα κενοτάφιο σε ανάμνησή της.
 
Η ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΑΠΦΟΥΣ-Η ΔΕΚΑΤΗ ΜΟΥΣΑ
Η Σαπφώ θεωρείται με την ποίησή της, που ήταν γραμμένη στην αιολική διάλεκτο, ως η σημαντικότερη λυρική ποιήτρια της αρχαιότητας. Προήγαγε την τοπική καλλιτεχνική παράδοση και μάλιστα αναφέρεται ότι εφηύρε την πηκτίδα(πολύχορδο μουσικό όργανο) και την μειξολυδιστίαρμονία(θρηνητική, λυπητερή μελωδία), ο δε στίχος της είναι μετρική μορφή που καλλιεργήθηκε και επιβλήθηκε από την ίδια. Η ποίηση της Σαπφούς είναι καθαρά λυρική και εκφράζει αισθητικά εσωτερικές καταστάσεις, μέσα από επιβλητικές εικόνες και μεταφορές, αντιθέσεις και παρομοιώσεις. Τα επίθετα που χρησιμοποιεί, δίνουν περισσή ενέργεια στην έννοια που συνοδεύουν: η αλμυρή θάλασσα, η πολύωτος νύχτα, το ιμερόφωνο αηδόνι και ο λυσιμελής και αλγεσίδωρος έρωτας. Η ιδιαίτερη τοπική διάλεκτος που χρησιμοποιεί, κάνει τα κείμενά της πολύ μελωδικά και κάποιοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι γι αυτό την είπαν μούσα, αλλά όποιος έχει ακούσει πώς σχεδόν "τραγουδούν" ακόμα τις καθημερινές τους κουβέντες οι "παλιότεροι", σίγουρα θα καταλάβει πως τόσους αιώνες, η μουσική και ποιητική παράδοση στο νησί, καλά κρατεί.
Ο Πλάτων την ονόμασε «σοφή» και «δέκατη Μούσα», ο Ανακρέων «ηδυμελή», ο Λουκιανός«μελιxρόν καύχημα Λεσβίων», οι Ιουλιανός και Αντίπατρος, «θηλυκό Όμηρο» και «τιμή Λεσβίων γυναικών», ενώ ο Στράβων «θαυμαστόν τέρας». Ο Οράτιος στη 2η Ωδή του μας λέει ότι ακόμα και οι νεκροί στον κάτω κόσμο ακούν τα τραγούδια της με θαυμασμό, σε ιερή σιγή. Σε μεταγενέστερη όμως εποχή, οι Αττικοί κωμωδιογράφοι τη δυσφήμησαν για ομοφυλοφιλικές τάσεις (εξ ου και ο όροςλεσβία). Αφορμή για τις φήμες υπήρξε πιθανόν το ότι η Σαπφώ εκδήλωνε έντονο συναισθηματισμό προς τις μαθήτριές της. Έχει αναφερθεί ότι είχε ερωτευτεί γυναικεία πρόσωπα στο περιβάλλον της(την Ατθίδα, την Τελέσιππα, την Μεγάρα και πολλές άλλες). Μολονότι κανένας από τους συγγραφείς δεν αναφέρει κάτι σχετικό μέχρι την εποχή του Αριστοτέλη, οι κρίσεις αυτές για τη Σαπφώ επικράτησαν.
Ο νομπελίστας, επίσης λέσβιος ποιητής Οδυσσέας Ελύτης την περιέγραψε σαν μια «μακρινή εξαδέλφη» του με την οποία μεγάλωσαν παίζοντας «στους ίδιους κήπους, γύρω από τις ίδιες ροδιές, πάνω απ' τις ίδιες στέρνες» και της αφιέρωσε ένα από τα ΄Μικρά έψιλον΄. Χαρακτηριστικά, γράφει ο ποιητής: "Τέτοιο πλάσμα ευαίσθητο και θαρρετό συνάμα δε μας παρουσιάζει συχνά η ζωή. Ένα μικροκαμωμένο βαθυμελάχροινο κορίτσι, ένα "μαυροτσούκαλο", όπως θα λέγαμε σήμερα, που ωστόσο έδειξε ότι είναι σε θέση να υποτάξει ένα τριαντάφυλλο, να ερμηνέψει ένα κύμα ή ένα αηδόνι, και να πει "σ' αγαπώ", για να συγκινηθεί η υφήλιος".
Η ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΗΣ
Η καταστροφική πυρκαγιά, που αφάνισε τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, η ανθελληνική νομοθεσία του Θεοδόσιου και τα μίση που ξεσήκωσε, αποδεκάτισαν την αρχαία Ελληνική Γραμματεία. Ωστόσο, τον 7ο αι. μχχ τα ποιήματα της Σαπφούς εξακολουθούσαν ακόμη να διαβάζονται στην Αίγυπτο. Το 1073 οι εκκλησιαστικές αρχές του Βυζαντίου και της Ρώμης διέταξαν να καούν όλες οι κλασσικές Βιβλιοθήκες της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης και βέβαια και όλα τα βιβλία που είχαν απομείνει με τα ερωτικά ποιήματα της Σαπφούς, με συνέπεια τα ελάχιστα αποσπάσματα (τυχαία ευρήματα αρχαιολογικών ανασκαφών το 1897 και αργότερα παλίμψηστες περγαμηνές που βρέθηκαν να γεμίζουν φτωχές μούμιες στις αρχές του 21ου αι. κι ακόμα δεν έχουν μελετηθεί πλήρως), που σώζονται σήμερα, να καλύπτουν ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνολικού της έργου. Την εποχή των Κομνηνών, η Πατριαρχική Σχολή περιελάμβανε στην ύλη της ποιητές όπως η Σαπφώ και ο Πίνδαρος, είναι όμως πιθανό, πολλά από τα έργα της να χάθηκαν, λόγω της μη αντιγραφής τους, εξαιτίας του περιεχομένου τους.
Οι Αλεξανδρινοί γραμματικοί είχαν κατατάξει τα ποιήματά της σε εννιά βιβλία, κυρίως με βάση το μέτρο τους. Από τα ποιήματά της, που συνέλεξαν και δημοσίευσαν, τα πιο διάσημα ήταν οι Ύμνοι και τα Επιθαλάμια. Ίσως κανένας άλλος λογοτέχνης δεν μπορεί να συγκριθεί με τη Σαπφώ στην ομορφιά της σκέψης, στον μελωδικό της στίχο και στην ένταση των αισθημάτων της. Εκτός από μικρά αποσπάσματα, έχουν διασωθεί ολόκληρα, μόνο ένας Ύμνος στην Αφροδίτη («Ποικιλόθρον' αθάνατ' Αφροδίτα»), η Ωδή «Ότωι τις έραται» και ένα αναφερόμενο στο μύθο της Ηούς (Αυγής) και του Τιθωνού, που ανακαλύφθηκε από αποκατάσταση παπύρου της Οξυρρύγχου και εκδόθηκε το 2005. Αυτά υπάρχουν μεταφρασμένα στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Υπολογίζεται ότι το σύνολο των ποιημάτων της ήταν περίπου όσο η μισή Ιλιάδα.
Σημαντικοί έλληνες συνθέτες, μελοποίησαν ποιήματα της Σαπφούς, ως ελάχιστο φόρο τιμής στη δεκάτη μούσα: ο Σπύρος Βλασσόπουλος στο δίσκο «Σαπφώ», παραγωγής του Διονύση Σαββόπουλου, μελοποίησε 12 ποιημάτά της, σε μετάφραση Σωτήρη Κακίση και ερμηνεία της Αλέκας Κανελλίδου, η Αγγελική Ιονάτου στο δίσκο "Sappho de Mytilene", σε ερμηνεία της Νένας Βενετσάνου, η Μαρίζα Κωχ στο δίσκο «Στον κήπο της Σαπφούς». Ποιήματα, σε δίσκους τους έχουν συμπεριλάβει ο ΝίκοςΞυδάκης, σε ερμηνεία της Ελευθερίας Αρβανιτάκη ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, σε ερμηνεία της Λιζέτας Καλημέρη (΄Σαπφώ-Καβάφης΄) και ο Μάνος Χατζηδάκης στο Μεγάλο Ερωτικό΄.
Στα νεότερα χρόνια προς τιμήν της, ο αστεροειδής 80(ανήκει στην κύρια Ζώνη των αστεροειδών,περιοχή ανάμεσα στις τροχιές του Άρη και του Δία που ανακαλύφθηκε το 1864 από τον Νόρμαν Ρόμπερτ Πόγκσον, όταν παρατηρούσε τον Ουρανό, από το Μαντράς της Ινδίας, πήρε το όνομά της: 80 Σαπφώ (80 Sappho).


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΣΑΠΦΟΥΣ
«Από της Κρήτης τα μέρη στην ιερή κοιλάδα, έλα
στ' όμορφο το τέμενος με τις μηλιές
και τους βωμούς π' αχνίζουνε λιβάνι.
Νερό καθάριο αχομανάει μέσα απ' των δέντρων τα κλαριά
και ρόδα σκιάζουνε το μέρος,
από το λίκνισμα των φύλλων κατεβαίνει ο ύπνος.
Υπάρχει εδώ ένα λιβάδι αλογοτρόφο,
που απ' τους ανθούς της άνοιξης πλαντάζει
και το γλυκάνισο, πόσο όμορφα μυρίζει!
Από παντού γλυκοφυσάνε αγέρια.
Αχ έλα, Κύπριδα, τα γιορτινά εσύ στεφάνια πάρε
και στους χρυσούς τους κήλικες το νέκταρ κέρνα».
Μετάφραση Παν.Λεκατσά
«Γρήγορα η ώρα πέρασε, μεσάνυχτα κοντεύουν,
πάει το φεγγάρι πάει κι η Πούλια βασιλέψανε
και μόνο εγώ κείτομαι δω μονάχη κι έρημη
ο Έρωτας που βάσανα μοιράζε,ι
ο Έρωτας που παραμύθια πλάθει,
μου άρπαξε την ψυχή μου και την τράνταξε
ίδια, καθώς αγέρας από τα βουνά
φυσάει μέσα στους δρυς, φυσομανώντας.»
Μετάφραση Οδυσ.Ελύτη
Περιγραφή: <a href=http://www.hs-augsburg.de/~harsch/graeca/Chronologia/S_ante06/Sappho/sap_por1.jpg" width="192" height="206" style="margin:1em">
ΠΗΓΕΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • ·ΟΕΔΒ/ Ανθολόγιο Λυρικής ποίησης
  • ·Λεξικό Σούδα/ phi.89.1 :<Φάων>
  • ΄Σαπφώ, τα Ποιήματα / Σωτήρης Κακίσης, εκδ. Κέδρος, 1978 (επανεκδόσεις: Νεφέλη, 1993 - Ερατώ 2002)
  • ΄Σαπφώ΄ ΄και ΄Τα μικρά έψιλον / Οδυσσέας Ελύτης, εκδ. Ικαρος/1996
    ΄Σαπφώ /Ποιήματα άπαντα σωζόμενα΄, εκδ. Βιβλιοβάρδια/2002
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΑΠΟ ΣΧΕΤΙΚΑ sites ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
Η Σαπφώ με τον ποιητή Αλκαίο
το είδαμε εδώ

Ένα κείμενο προσωπικό, ιδιαίτερο, με έντονη στοιχεία κριτικής και πολεμικής, έρχεται στην επιφάνεια, 34 χρόνια μετά, δια χειρός Μάνου Χατζιδάκι. Ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης το είχε γράψει στις 20 Μαΐου 1980 όταν και βρισκόταν στη Μελβούρνη.

Τρεις δεκαετίες μετά και με αφορμή τη συμπλήρωση των 20 ετών από τον θάνατό του, η εφημερίδα Νέος Κόσμος το φέρνει στη δημοσιότητα. Ένα κείμενο που δείχνει το εύρος της σκέψης του Μάνου Χατζιδάκι και την αντίθεσή του σε κάθε μορφή ευτέλειας και ξεπεσμού.
Ο τίτλος του κειμένου -από τον ίδιο τον Μάνο Χατζιδάκι- είναι «Βιογραφικό σε πρώτο προσωπικό»

Ακολουθεί το κείμενο:

«Βιογραφικό σε πρώτο προσωπικό

Γεννήθηκα στις 23 Οκτώβρη του '25, στην Ξάνθη τη διατηρητέα κι όχι την άλλη τη φριχτή που χτίστηκε μεταγενέστερα από τους μεταπολεμικούς της ενδοχώρας μετανάστες.

Η μητέρα μου ήταν από την Αδριανούπολη και ο πατέρας μου απ' την Κρήτη. Με φέραν το '31 στην Αθήνα απ' όπου έλαβα την Αττική παιδεία - όταν ακόμη υπήρχε στον τόπο μας και Αττική και Παιδεία.

Είμαι λοιπόν γέννημα δύο ανθρώπων που δεν συνεργάστηκαν ποτέ, εκτός απ' την στιγμή που αποφάσισαν την κατασκευή μου. Γι' αυτό και περιέχω μέσα μου όλες τις δυσκολίες του Θεού και όλες τις αντιθέσεις. Όμως η αστική μου συνείδηση, μαζί με τη θητεία μου την Ευρωπαϊκή, φέραν έν' αποτέλεσμα εντυπωσιακό. Εγινα τόσο ομαλός, έτσι που οι γύρω μου να φαίνονται ως ανώμαλοι.

Η κατοχική περίοδος μου συνειδητοποίησε πως δεν χρειαζόμουν τα μαθήματα της Μουσικής, γιατί με καθιστούσαν αισθηματικά ανάπηρο και ύπουλα μ' απομάκρυναν απ' τους αρχικούς μου στόχους που ήταν: Να διοχετευθώ, να επικοινωνήσω και να εξαφανιστώ. Γι' αυτό και τα σταμάτησα ευθύς μετά την κατοχή - σαν ήρθε η απελευθέρωση. Δεν σπούδασα σε Ωδείο και συνεπώς δεν μοιάζω φυσιογνωμικά με μέλος του γνωστού Πανελληνίου Μουσικού Συλλόγου.

Ταξίδεψα πολύ. Κι' αυτό με βοήθησε ν' αντιληφθώ πώς η βλακεία δεν ήταν μόνο προϊόν του τόπου μας αποκλειστικό, όπως περήφανα αποδεικνύουν συνεχώς οι Έλληνες σωβινιστές και οι ντόπιοι εθνικιστές. Έτσι ενισχύθηκε η έμφυτη ελληνικότητά μου και μίκραινε κατά πολύ ο ενθουσιασμός μου για τους αλλοδαπούς.

Έγραψα μουσική για το Θέατρο, για τον Κινηματογράφο και τον Χορό. Παράλληλα έγραψα πολλά τραγούδια - δύο χιλιάδες μέχρι στιγμής, - μέσ' απ' τα οποία ξεχωρίζω όλα όσα περιέχει αυτή μου η συναυλία.

To 1966 βρέθηκα στην Αμερική, και επειδή χρωστούσα στην ελληνική εφορία κάπου τρισήμιση εκατομμύρια δραχμές, αναγκάστηκα να κατοικήσω εκεί ώσπου να τα εξοφλήσω.

Εξόφλησα τα χρέη μου το '72 κι' επέστρεψα στην Αθήνα, για να κατασκευάσω το καφενείο με το όνομα «Πολύτροπο». Ήρθε όμως ο τυφώνας που ονομάστηκε «Μεταπολίτευση» με τις σειρήνες των γηπέδων και των σφαιριστηρίων και τους χιλιάδες εκ των υστέρων αντιστασιακούς, που αγανακτισμένοι τραγουδούσαν τραγούδια ενάντια στη Δικτατορία, και που με αναγκάσανε να κλείσω το «Πολύτροπο», μ' ένα παθητικό περίπου πάλι των τρισήμιση εκατομμυρίων. Μοιραίος αριθμός.

Κι' έτσι απ' το '75 αρχίζει μια διάσημη «εποχή μου» που θα την λέγαμε, για να την ξεχωρίσουμε η υπαλληλική, και που με κατέστησε πάλι διάσιμο σ' όλους τους απληροφόρητους συμπατριώτες μου και σ' όσους πίστεψαν πως τοποθετήθηκα χαρακτηριστικά στις όποιες θέσεις της δημόσιας ζωής. Μέσα σ' αυτή που λέτε την περίοδο, προσπάθησα ανεπιτυχώς είναι αλήθεια, να πραγματοποιήσω «ακριβές καφενειακές ιδέες» πότε στην ΕΡΤ και πότε στο Υπουργείο Πολιτισμού. Και οι δύο ετούτοι οργανισμοί βαθύτατα διαβρωμένοι και σαθροί από τη γέννησή τους, κατάφεραν ν' αντισταθούν επιτυχώς ώσπου στο τέλος να με νικήσουν «κατά κράτος». Παρ΄ όλα αυτά, μέσα σε τούτον τον καιρό, γεννήθηκε η φιλελεύθερη έννοια του ΤΡΙΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ και επιβλήθηκε σε ολόκληρο τον τόπο.
Και καταστάλαγμα μέχρι στιγμής του βίου μου είναι:

Α δ ι α φ ο ρ ώ για την δόξα. Με φυλακίζει στα όρια που εκείνη καθορίζει κι' όχι εγώ.

Π ι σ τ ε ύ ω στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει κι όχι σ' αυτό που μας διασκεδάζει και μας κολακεύει εις τας βιαίως αποκτηθείσας συνήθειές μας.

Ε π ι θ υ μ ώ να έχω πολλά χρήματα για να μπορώ να στέλνω «εις τον διάβολον» - πού λένε - κάθε εργασία που δεν με σέβεται. Το ίδιο και τους ανθρώπους.

Π ε ρ ι φ ρ ο ν ώ αυτούς που δεν στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα, τους εύκολα «επώνυμους» πολιτικούς και καλλιτέχνες, τους εφησυχασμένους συνομήλικους, την σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφία την πάσα λογής χυδαιότητα καθώς και κάθε ηλίθιο του καιρού μου.

Aυτό το ρεσιτάλ είναι αποτέλεσμα πολύχρονης συνειδητής προσπάθειας και μελέτη «υψηλού πάθους». Γι' αυτό και το αφιερώνω στους φίλους μου.

ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ
Μελβούρνη 20 Μαΐου 1980».


πηγή

Γράφει ο paratiritis *

Σήμερα το σημείωμα μου θα ξεφύγει από τη ζοφερή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Το σημερινό μου κείμενο είναι αφιερωμένο σε έναν άνθρωπο που άλλαξε τον κόσμο όσο λίγοι και δεν είναι πια ανάμεσα μας… Έφυγε από τη ζωή ο μεγάλος οραματιστής και τεχνολογικός επαναστάτης Steve Jobs. Πολλά έχουν γραφεί για τη ζωή και το έργο του. Όμως τα περισσότερα είναι άγνωστα στο ευρύ κοινό. Ποιος όμως ήταν ο άνθρωπος αυτός και το κυριότερο, πως έχει αλλάξει τις ζωές όλων μας, μέσω του οράματος που είχε για την τεχνολογία της πληροφορικής;