Articles by "Γιαννακόπουλος"
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιαννακόπουλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων


Η οικονομική μας απομόνωση ενίσχυσε την εθνική μας νεύρωση, τον εθνικισμό! Και τα σύγχρονα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό έδειξαν όχι οπωσδήποτε πως η Μακεδονία είναι ελληνική, αλλά πως σίγουρα η Μακεδονία είναι βολική για όλους, εκτός από όσους δεν εμπορεύονται ιδέες, πατρίδες και σύμβολα και δεν εκμεταλλεύονται τον εθνικισμό είτε για να κτίσουν καριέρες, είτε για να κατασκευάσουν προοδευτικό προφίλ.   
   
Ήταν επιλογή του ελληνικού πολιτικού συστήματος το «δύο βήματα πίσω στη δημοκρατία για τη σταθεροποίηση της οικονομίας». Το διατύπωσε ως ιδέα ο Γιώργος Παπανδρέου και το εννοούσαν όλοι όσοι εμμέσως ή αμέσως υποστήριξαν τη συγκεκριμένη μορφή πτώχευσης και διάσωσης της Ελλάδας ως Υποτελούς πλέον Πολιτείας. Από τη δεξιά έως το τμήμα εκείνο της  αριστεράς που προτίμησε «να θυσιάσει τη ρητορεία της για να σωθεί η πατρίδα», όπως διατυπώθηκε χυδαία από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.

Μόνον που «τα δύο βήματα πίσω στη δημοκρατία», αντιστοιχούν σε δύο άλματα εμπρός του ελληνικού εθνικισμού, ο οποίος - σε ευρεία κοινωνική κλίμακα - ποτέ δεν είχε το θάρρος και την παρρησία να αντιμετωπίσει τον εαυτό του ως αυτό που είναι πραγματικά: Ένα μείγμα, μια σαλάτα φασισμού και εθνικοσοσιαλισμού. Ο (νέο) φασισμός σήμερα μιμείται περισσότερο από τον μεσοπόλεμο το αριστερό ιδεολόγημα, αρνούμενος απλώς την πάλη των τάξεων και υποκαθιστώντας τα σοβιέτ με τον κορπορατισμό, ενώ ο εθνικοσοσιαλισμός (νεο-ναζισμός) αναπτύσσεται κυριολεκτικώς πάνω στο σταλινικό πρότυπο, αντικαθιστώντας το σοσιαλιστικό-διεθνιστικό ιδεολόγημα με την εθνικιστική και φυλετική πολιτική ιδεολογία.

Ο πατριωτισμός είναι γνωστικώς το ακριβώς αντίθετο του εθνικισμού. Δεν είναι ιδέα, ούτε ιδεολογία, είναι αίσθηση και αίσθημα αγάπης και μέθεξης με μια ιδιαίτερη κοινωνία, με τον ιδιαίτερο πολιτισμό της, που παράγεται ασφαλώς ιστορικώς και του φυσικού περιβάλλοντος. Ο πατριώτης έχει απόλυτη συνείδηση σε ό, τι αφορά στην πολιτική μορφή (: κατασκευή) συγκρότησης του έθνους στο οποίο αναφέρεται πως ανήκει. Και εγώ, σήμερα, παρακολουθώντας το άλμα του εθνικισμού στην πατρίδα μου – όπως διαπιστώνεται και μέσω των συλλαλητηρίων για την Μακεδονία – έρχομαι να επαναλάβω τα λόγια του Αλμπέρ Καμύ: «Αγαπώ υπερβολικά τη χώρα μου για να είμαι εθνικιστής».

Ο Σαρλ Ντε Γκωλ, το έλεγε κάπως απλοϊκά και ίσως παρεξηγήσιμα: «Πατριωτισμός είναι όταν η αγάπη για τους δικούς σου ανθρώπους έρχεται πρώτη. Εθνικισμός είναι όταν το μίσος για τους άλλους έρχεται πρώτο». Και η πορεία μεταξύ μνημονίων και συλλαλητηρίων (για τη Μακεδονία) δεν δείχνει, φίλε μου, «αγάπη για τους δικούς σου ανθρώπους», αλλά «μίσος για τους άλλους». Ο πατριώτης νοιάζεται για τους συμπατριώτες του, την πατρίδα που αγαπά, ενώ ο εθνικιστής αναπτύσσει λόγο μίσους και σωβινισμό εναντίον όσων κάθε φορά ορίζει ως εχθρό: των δυτικών ιμπεριαλιστών, των δυτικών τοκογλύφων, των τούρκων, των σκοπιανών, των μεταναστών και ίσως των ομοφυλόφιλων, των εβραίων, των μουσουλμάνων κλπ. Στον πατριωτισμό δεν υπάρχει η έννοια του μονοπωλίου στην ιστορία και τον πολιτισμό, υπάρχει η έννοια της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας, του λαού και του έθνους. 

Όχι, αγαπητέ αναγνώστη, ποτέ δεν ισχυρίστηκα πως όσοι συμμετείχαν στα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία ήταν συλλήβδην εθνικιστές. Δεν τους ξέρω και σιχαίνομαι την ισοπέδωση. Εκτός του ότι γνωρίζω φίλους μου που συμμετείχαν σε αυτά και δεν θα μπορούσα να τους τοποθετήσω στο κύμα του σύγχρονου ελληνικού εθνικισμού. Αν, ωστόσο, αυτοί δεν κατανοήσουν πως βρέθηκαν κάτω από την εξέδρα εθνικιστών και χρησιμοποιήθηκαν ως μάζα για την ενίσχυση καιροσκόπων, γραφικών καραγκιόζηδων, φασιστοειδών ή εμπόρων του «η Μακεδονία δεν εκχωρείται, απλώς ιδιωτικοποιείται και καπηλεύεται», μάλλον θα έχουν κάνει το «λάθος» όσων αργότερα συνειδητοποίησαν ποιοι ήταν στην πραγματικότητα αυτοί που ηγούνταν πατριωτικών ξεσπασμάτων σε διάφορες χώρες που βίωσαν την άνοδο του δεξιού ολοκληρωτισμού!

Έκδηλη είναι η δίψα για εξουσία και αρρωστημένη υστεροφημία, ενισχυμένη από διαστροφική  παραχάραξη της ιστορίας και της πραγματικότητας, των ομιλητών που στράφηκαν εναντίον των κομμάτων (εκβιάζοντας, ωστόσο, κάποιοι από αυτούς μια θέση στα ψηφοδέλτια των κομμάτων που οι ίδιοι δηλώνουν πως αποστρέφονται) και στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα. Πολιτικές καριέρες κατασκευάζονται στα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία, με τον πλέον υποκριτικό και ανέντιμο πολιτικώς τρόπο. Οι «υπεράνω των κομμάτων» που χειροκρότησε το πλήθος στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα, είναι μάλλον η χειρότερη μορφή πολιτικάντηδων λαϊκιστών, που ενισχύουν τον εθνικισμό ρίχνοντας στο «μίξερ» και όπως βολεύει τον καθένα, αριστερούς και δεξιούς συμβολισμούς, αρκεί αυτοί να σημαίνουν πατριωτισμό. Αριστερά και δεξιά-φασιστικά συνθήματα ατάκτως ερριμμένα! Ο Φράγκος στο ίδιο «μίξερ εθνικισμού» με τον Θεοδωράκη!

Μπερδέψαμε τα σύμβολά μας πατριώτη! Και όταν αυτά μπερδεύονται χωρίς να ξεχωρίζει ποιο είναι το δεξιό και ποιο το αριστερό, είναι βέβαιο πως θα μπερδέψουμε και τα «μπούτια» μας πολιτικώς στη συνέχεια – αυτή άλλωστε είναι η συνταγή του φασισμού. Και αυτό δεν γίνεται τυχαία. Είναι συνειδητή επιλογή όσων επιθυμούν να θολώσουν το πολιτικό φαινόμενο στη σημερινή Ελλάδα, για να επωφεληθούν από την παραπλανητική κατασκευή ενός απολιτικού χώρου, που δήθεν εκφράζει τα εθνικά ιδεώδη και το εθνικό συμφέρον.  Θεοδωράκης και Φράγκος συμφωνούν «η Μακεδονία είναι, ήταν και θα είναι ελληνική», «ψηλά το κεφάλι, ωρέ, η Μακεδονία είναι ελληνική». Και κυρίως βολική για τον κάθε κατεργάρη που χρησιμοποιεί το υγιές πατριωτικό φρόνημα για να ισοπεδώσει και καπελώσει το δημοκρατικό παράδοξο που δομείται στο αντικειμενικό πλαίσιο που ορίζει τη σχέση ελευθερίας και ισότητας σε μια χώρα και μεταξύ των λαών.

Τελικά η οικονομική απομόνωση και η πολυετής οικονομική κατάρρευση στην Ελλάδα, με τις δραματικές κοινωνικές συνέπειες που επέφερε, αντί να ενισχύσει τον αριστερό ριζοσπαστισμό και το προοδευτικό κίνημα, ενίσχυσε τους νευρωτικούς σε όλο το πολιτικό φάσμα, που δομούν την συνείδησή τους και το μικροσυμφέρον τους αποκλειστικά στο πλαίσιο του εθνικισμού. Και σε αυτό δεν υπάρχει καμία απολύτως «πρωτοτυπία». Έτσι έγινε και αλλού και αυτό ήταν το πιθανότερο να συμβεί και εδώ.


Ο ΣΥΡΙΖΑ, μάλιστα, αντί να συμβάλει στην ανάσχεση του εθνικισμού - όπως ήθελαν και πίστευαν αυτοί που ικανοποιήθηκαν από την υιοθέτηση της πολιτικής Σόιμπλε από την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα - μεταβάλλεται τελικά σε «πυροκροτητή» της. Συγχαρητήρια στον ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν! Πέτυχε να παραδώσει τη χώρα στον Εθνικισμό, αφού προηγουμένως απέτυχε το «μνημόνιο» με την ιεραρχία της εκκλησίας και ακροδεξιά φαντάσματα στις παρυφές του πολιτικού συστήματος και κομμάτων! Είναι πολύ βαρύ το τίμημα! Τελικά θα μας κοστίσει πολύ ακριβά η «πρώτη φορά αριστερά».    

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.


Είναι ντροπή για τη κυβέρνηση, ντροπή για την αντιπολίτευση, ντροπή για τον Τύπο και την ακαδημαϊκή κοινότητα στην Ελλάδα αυτό που συμβαίνει τούτες τις μέρες με αφορμή την αναζωπύρωση του «σκοπιανού».  

Και είναι μεγάλη ντροπή, επειδή αντί να ασχοληθούμε με τη διασφάλιση του εθνικού συμφέροντος στο πλαίσιο της σύγχρονης διεθνούς τάξης, κανακεύουμε ή σνομπάρουμε τον αναδυόμενο - σαν τη γοργόνα την αδελφή του Μεγαλέξανδρου - εθνικισμό, χώνοντας το κεφάλι μέσα σε ένα πέπλο μισο-συνειδητής, μισο-ασυνείδητης άγνοιας. 

Ποιος επιτέλους είναι ο στόχος μας;
Να ρίξουμε τη κυβέρνηση με αφορμή το «σκοπιανό», ενώ ανεχόμαστε να πλήττει καθημερινά θεμελιώδη δικαιώματα και να συνεχίζει το έργο των προηγούμενων «μνημονιακών» κυβερνήσεων με την παραχώρηση κάθε έννοιας κυριαρχίας στους λεγόμενους επίσημους δανειστές; Δεν χρειάζεται! Φροντίζει η ίδια να πέσει όχι με τον τρόπο που της «αξίζει» και με έκδηλη την πραγματική αιτία που προκαλεί την πτώση της, αλλά χρησιμοποιώντας ένα επικοινωνιακό τεχνούργημα, με τη μορφή πρόκλησης τεχνητής πολιτικής κρίσης εξαιτίας του «σκοπιανού»! Η κυβέρνηση βουλιάζει μέσα στα παραμύθια και την παραμυθία που δημιούργησε για να διασκεδάσει την τραγικά δυσχερή θέση της χώρας μας, μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος της τρόικας, αλλά εμφανίζεται να πνίγεται από την διαχείρισή της στο «σκοπιανό»! Καλά τα κατάφερε, μεγαλουργεί επικοινωνιακώς, μεταβάλλοντας την ημερήσια διάταξη του πολιτικού λόγου! Και οι άλλοι τρέχουν για να εκμεταλλευτούν… τα συλλαλητήρια (υπέρ ή κατά)!

Μήπως είναι στόχος μας να μην παραδώσουμε την Ψυχή μας (: όνομα Μακεδονία), την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας στους «Γυφτοσκοπιανούς», όπως λέει ο κάθε Έλληνας μιμητής του Μπενίτο Μουσολίνι; Ποιος, άνθρωπέ μου, σου ζήτησε να τα παραδώσεις; Ποιος σε ρώτησε και γιατί να σε ρωτήσει; Άλλωστε, όταν είχαμε την ευκαιρία (1992-93) να θεμελιώσουμε μεγάλο εύρος δικαιωμάτων στο «Brand Name» Μακεδονία, θέλαμε μονοπώλιο, με αποτέλεσμα από τότε μέχρι σήμερα να κινδυνεύουμε οι γείτονες να κατοχυρώσουν παραδόξως μονοπώλιο σε αυτό. Είναι στόχος μας να μονοπωλήσουμε κάτι σε μια «αγορά» μάλιστα που μας αγνοεί επιδεικτικά, όταν δεν μας αποκλείει (: κατά την κορύφωση της προσφυγικής κρίσης τα σύνορα της ΕΕ μεταφέρθηκαν από την Ελλάδα της ΕΕ στην ΠΓΔΜ που ακόμη δεν έχει ξεκινήσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις και ο κόσμος μίλαγε για σφράγισμα των συνόρων της Ευρώπης στη Μακεδονία);

Ή μήπως στόχος σου είναι ο πόλεμος και η κατάληψη των μακεδονικών εδαφών της ΠΓΔΜ; Τουλάχιστον οι φασίστες και νεοναζί Έλληνες δεν κρύβουν τις προθέσεις τους. Ως γνήσιοι εθνικιστές, ζητούν εισβολή και διαμελισμό της ΠΓΔΜ. Αντίθετα οι υποκριτές του δημοκρατικού χώρου έφτασαν τον εθνικισμό να τον αποκαλούν εθνολαϊκισμό, «αποενοχοποιώντας» εθνικιστικές εκδηλώσεις και συμπεριφορές και διασκεδάζοντας το καπέλωμα των εθνικιστών από φασίστες – όπως έγινε στην αρχή του φασισμού στην Ιταλία και τη Ρουμανία του μεσοπολέμου.

Ένας θα έπρεπε να είναι ο στόχος κάθε σοβαρού ανθρώπου, αναγνώστη μου. Ένας και μοναδικός στο ζήτημα, για κάθε Έλληνα πατριώτη, δημοκράτη. Η εξάλειψη κάθε είδους αλυτρωτισμού από την περιοχή μας. Η απάλειψη κάθε αλυτρωτικού στοιχείου που συνδέεται με την κρατική οντότητα της γείτονος, παράλληλα με έναν πλήρη διακανονισμό - με διεθνή επικύρωση - μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ που θα αποκλείει το μονοπώλιο στα εθνικά και εμπορικά παράγωγα του «Μακεδονία», ενώ θα επιβάλει τον σεβασμό από τη γείτονα στις ιστορικές πηγές της Μακεδονίας που βρίσκονται στην Ελλάδα.

Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Με την υπογραφή μιας νέας Συνθήκης που ουσιαστικά θα εξειδικεύει την ήδη υπάρχουσα Ενδιάμεση Συμφωνία και θα είναι θεσμικά (νομικά και πολιτικά) ισχυρότερη αυτής. Μια πλήρης Συμφωνία που θα περιέχει τα πάντα και όχι ασφαλώς μόνον το οριστικό όνομα που δεν μπορεί παρά να κατασκευαστεί με σαφή προσδιορισμό στο Μακεδονία, και που θα διακρίνει τη χώρα αυτή από την Ελληνική Μακεδονία. Προφανώς το όνομα αυτό δεν μπορεί παρά να ισχύει για όλες τις χρήσεις, εσωτερικές και εξωτερικές (erga omnes).

Ποιος, ωστόσο, είναι ο όρος που επιλύει με σαφήνεια το ζήτημα με την ΠΓΔΜ; Η αλλαγή του Συντάγματός τους ή μήπως ο διεθνής θεσμικός χαρακτήρας της Ενδιάμεσης Συμφωνίας;

Τίποτε από αυτά, από μόνο του. Αυτό που προαπαιτείται είναι η ρητή δέσμευση από την ΠΓΔΜ, στο πλαίσιο της νέας Συνθήκης, πως εγκαταλείπει δια παντός τη δυαδική προσέγγιση στο θέμα των σχέσεων διεθνούς και εσωτερικής έννομης τάξης (της), με την υιοθέτηση από εδώ και εμπρός της μονιστικής αρχής, η οποία εκτός από την αντίληψη δικαίου στην Ελλάδα, χαρακτηρίζει και την σχετική δομή στην ΕΕ - στην οποία επιθυμεί να ενταχθεί η ΠΓΔΜ. 

Με δύο λόγια, η δυαδική θεωρία με την οποία γίνεται η διάκριση διεθνούς και εθνικής έννομης τάξης στην ΠΓΔΜ, πρεσβεύει πως το διεθνές δίκαιο, άρα και η πιθανή νέα Συνθήκη με την Ελλάδα, δεν ισχύει αυτοδίκαια στην εσωτερική έννομη τάξη της, αλλά υποβάλλεται σε μετασχηματισμό σύμφωνα με τα οριζόμενα από την εθνική διαδικασία, για να μετατραπεί έτσι σε  κανόνα εσωτερικού δικαίου. Αντίθετα, αν ίσχυε η μονιστική προσέγγιση - όπως ισχύει στην Ελλάδα -  θα είχαμε σαφή υπεροχή του διεθνούς (της Συνθήκης) απέναντι στο εσωτερικό δίκαιο της ΠΓΔΜ και παραδοχή της άμεσης ισχύος του διεθνούς δικαίου (νέας Συνθήκης) στον εσωτερικό εθνικό χώρο της γείτονος, στον οποίο αυτοδίκαια και χωρίς καμία άλλη διαδικασία θα ίσχυε και θα εφαρμοζόταν. Κατά τη θεωρία αυτή το δίκαιο εκφράζεται ως λογική διαδικασία με διαδοχικές φάσεις, από τον ιεραρχικά ανώτατο αφηρημένο κανόνα έως τον ιεραρχικά κατώτατο, που είναι συγκεκριμένος κανόνας και άρα το αντι-αλυτρωτικό πλαίσιο της νέας Συνθήκης θα λάμβανε αναγκαστικά, πρακτικά χαρακτηριστικά κανόνα δικαίου εκεί. Σημείωσε επίσης, κατά την  διαδικασία αυτή δεν είναι δυνατόν τελικά να υπάρξει σύγκρουση μεταξύ κανόνων εσωτερικού και διεθνούς δικαίου και πως σε αυτή την προσέγγιση το διεθνές δίκαιο κατέχει τα πρωτεία, μια και αυτό γίνεται δεκτό πως ορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης και συνύπαρξης των κρατών.

Αυτό είναι και το πραγματικό πρόβλημα εφαρμογής και της Ενδιάμεσης Συμφωνίας στην πράξη, μέχρι σήμερα. Αυτό επιτρέπει μπλόφες και υπεκφυγές από την πολιτική ηγεσία της γείτονος. Εάν επιτευχθεί πριν από τη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ - Δυτικών Βαλκανίων που θα πραγματοποιηθεί στις 17 Μαΐου στη Σόφια και σε κάθε περίπτωση πριν από τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στις 11-12 Ιουλίου μια νέα Συμφωνία μεταξύ Ελλάδας-ΠΓΔΜ, στη ρητή βάση, ωστόσο, πως η ΠΓΔΜ υιοθετεί ανεπιφύλακτα τη μονιστική προσέγγιση, τότε πράγματι το ελληνικό εθνικό συμφέρον θα κατοχυρώνεται με ισχυρό και αναμφισβήτητο τρόπο από τη νέα διεθνή Συνθήκη-Συμφωνία, με το Σύνταγμα τους να μπορεί να αναθεωρηθεί και να εναρμονιστεί σε αυτήν αργότερα. Αν δεν συμβεί έτσι θα μπλέξουμε χειρότερα και ο εθνικισμός από τις δύο πλευρές των συνόρων θα είναι τελικά αυτός που θα κάνει πολιτική.



Στο σημερινό σημείωμα, αγαπητέ αναγνώστη, αποτίω «φόρο τιμής» στη Μακεδονία.

Έχω ζήσει σε κάμποσες περιοχές της Ευρώπης και επισκεφτεί πάρα πολλές, αν, ωστόσο, κλείσω τα μάτια μου για να χαλαρώσω δεν μπορώ παρά να σκεφτώ μόνο μια, το Τιρόλο – το Νότιο Τιρόλο που σήμερα ανήκει στην Ιταλία και το Δυτικό και Ανατολικό που ανήκει στην Αυστρία (Kρατίδιο του Τιρόλου), έναν τόπο «άγριας» ιστορίας και μοναδικής ομορφιάς.

Αν με ρωτήσεις όμως ποιο τόπο έχω πραγματικά στη καρδιά μου, θα σου πω μόνο μια λέξη με επίσης «άγρια» ιστορία: Μακεδονία. Δεν ενδιαφέρουν τα προσωπικά μου (το γιατί). Αυτό που έχει σημασία είναι πως αυτή την περιοχή του κόσμου αγαπώ περισσότερο, εκεί νοιώθω να φτερουγίζει η καρδιά μου και εκεί με πιάνει ένα μυστήριο δημιουργικό κέφι. Ένοιωσα μάλιστα μεγάλη τιμή και ευθύνη όταν σημαντικοί Έλληνες Μακεδόνες μου κατέθεσαν τα όνειρά τους και τα «εσώψυχά» τους, έτσι ώστε να συμβάλω με τη τέχνη μου στην αναδιαμόρφωση της σύγχρονης αναφερόμενης ταυτότητας της Θεσσαλονίκης (στο πλαίσιο της στρατηγικής επικοινωνίας του πρότζεκτ «Θεσσαλονίκη Πολιτιστική Πρωτεύουσα 1997»). Τότε μαζί με εκλεκτούς δημιουργούς και άριστους γνώστες της ιστορίας, του πολιτισμού και της επικοινωνίας δεν κτίσαμε απλώς την προβολή της πόλης διεθνώς, αλλά ξανά και σε γερά θεμέλια την σύγχρονη έννοια της Μακεδονίας (: «χωνευτήρι λαών και πολιτισμών - ένα πολυεθνικό σταυροδρόμι του κόσμου μεταξύ Ανατολής και Δύσης).

Και αυτό, αναγνώστη μου, δεν το πράξαμε ελιτιστικά… out there, αλλά με την ενεργό συμμετοχή της λαϊκής βάσης. Επιδιώξαμε και πετύχαμε ευρεία λαϊκή συμμετοχή, σημαντικά μεγαλύτερη από την Ολυμπιάδα (όπου επίσης γνωρίζω, καθώς είχα συντονιστικό ρόλο στην επικοινωνία την πρώτη περίοδο). Έτσι δομείται και αναδομείται διαρκώς το εθνικό σε αρμονία με το δημοκρατικό και όχι με τη φοβία και την υστερία του εθνικισμού. Αυτήν, τη σύγχρονη, κοσμοπολιτική έννοια της Ελληνικής Μακεδονίας θα υπερασπίζομαι μέχρι να πεθάνω. Αυτό που με μεγάλο αγώνα και ενθουσιασμό πετύχαμε να δομήσουμε ως ολοκληρωμένη ιδέα και πρακτική (ως πολιτικό, κοινωνικό, εθνικό και πολιτισμικό ολοκλήρωμα) με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη θα συνεχίσω να τιμώ και να υπηρετώ, αντιδρώντας έντονα σε αυτούς που «μαγαρίζουν» με την πολιτικάντικη συμπεριφορά τους τη Μακεδονία (μου).

Γνώρισα μάλλον καλά και τις άλλες όμορες Μακεδονίες, κυρίως στην ΠΓΔΜ, και είδα την αποστροφή προοδευτικών, σοβαρών ανθρώπων στον τοπικό εθνικισμό, τον οποίο τροφοδοτούσαν συνωμοτικές ιστορίες, κατασκευασμένες κυρίως με το υλικό που προσέφερε ο έξαλλος ελληνικός και βουλγαρικός εθνικισμός. Για να διαπιστώσω πως το εθνικιστικό δίπολο με επίκεντρο τη Μακεδονία, δεν είναι απλώς ένας επικίνδυνος αναχρονισμός για την περιοχή, αλλά ο πλέον κουτοπόνηρος πολιτικαντισμός, τον οποίο αυτήν τη στιγμή χρησιμοποιούν όλοι οι εθνικοί, τοπικοί και διεθνείς παράγοντες σε ένα ύπουλο παιχνίδι αναδιαρθρώσεων των πολιτικών συστημάτων στις δύο χώρες και στα Δυτικά Βαλκάνια, με άμεση πλέον εμπλοκή του ΝΑΤΟ, συμμάχων του και ανταγωνιστών του.

Κάπως έτσι αυτή την ώρα η Μακεδονία εμφανίζεται να χρησιμοποιείται σαν βαλές στα κουτοπόνηρα χέρια λογής-λογής καιροσκόπων:

Οι κύριοι Τσίπρας και Καμμένος συνεννοήθηκαν να ρίξουν τη κυβέρνησή τους με πρόφαση το «σκοπιανό», το οποίο πλέον αποκαλείται «μακεδονικό», δίνοντας προφανώς μια άλλη – ευρύτερη – πολιτική διάσταση στο ζήτημα. Ακολουθούν μία τακτική από την οποία προσδοκούν να βγουν και οι δύο ωφελημένοι. Ο πρώτος κερδίζοντας στο προοδευτικό κοινό, το οποίο του έχει γυρίσει την πλάτη εξ αιτίας της γενικότερης πολιτικής του συμπεριφοράς, ενώ ο δεύτερος επιχειρεί να επανασυστήσει τις σχέσεις του με εθνικιστές που του έχουν γυρίσει την πλάτη εξ αιτίας της ταύτισής του με ακραίες αντικοινωνικές στρατηγικές που ορίζονται στο εκτελούμενο τρίτο Μνημόνιο και προνομοθετήθηκαν στο τέταρτο. Είναι προφανές πως στρατηγική τους είναι η πτώση τους χωρίς, ωστόσο, η ευθύνη να βαρύνει τον κ. Καμμένο, αλλά να μεταφερθεί σε όλα τα υπόλοιπα κόμματα που δεν συναινούν στη μορφή διαπραγμάτευσης με τη νέα πολιτική ηγεσία της ΠΓΔΜ που επέλεξε (εξ επιτούτοις) μεθοδολογικά ασαφώς, ανορθόδοξα και σίγουρα παραδόξως - με κριτήριο τη θεωρία των διεθνών διαπραγματεύσεων - ο κ. Τσίπρας.

Είναι προφανές πως η σημερινή κυβέρνηση δεν μπορεί να αντέξει ένα νέας μορφής Μνημόνιο με τους λεγόμενους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς και το ΔΝΤ, που απαιτούν οι λεγόμενοι «επίσημοι δανειστές» για να συνεχίσουν την εμπλοκή τους σε αυτό που οι ίδιοι αποκαλούν «δεύτερη φάση διάσωσης της Ελλάδας». Σε αυτό το νέο Σύμφωνο μελετάται να συνδεθούν η ρύθμιση του χρέους με την σταδιακή επανένταξη της Ελλάδας στη χρηματαγορά και την ολοκλήρωση του Νέου (: νεοφιλελεύθερου) Κοινωνικού Μοντέλου που έχει ξεκινήσει να διαμορφώνεται στο πλαίσιο των τριών πρώτων Μνημονίων με την τρόικα. Το τελευταίο βρίσκεται σε αντίθεση τόσο με την αναφερόμενη πολιτική ταυτότητα του ΣΥΡΙΖΑ όσο και με εκείνη των ΑΝΕΛ. Αν η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα υπέγραφε το καλοκαίρι αυτή τη Συμφωνία (με το κουαρτέτο, στη θέση της τρόικας), θα υπέγραφε ταυτόχρονα και τον εκλογικό θάνατο των δύο κομμάτων που την συναπαρτίζουν. Έτσι προτίμησε για να διαφύγει, να ρίξει στο τραπέζι τον «βαλέ Μακεδονία» και να προκαλέσει - ερεθίζοντας πονηρά τον ελληνικό εθνικισμό - πολιτική αναταραχή και σοβαρές αναταράξεις στους κύριους αντιπάλους του, οι οποίοι θα εμφανίζονταν - αναγκαστικά για να σωθούν οι καρέκλες των ηγεσιών τους - ως αναξιόπιστοι, ή διπλοπρόσωποι, ή οπισθοδρομικοί και φοβικοί, ή απλώς τυχοδιώκτες.

Σε βαλέ έχει μετατραπεί η Μακεδονία και στα χέρια του («Τσίπρα των Σκοπίων») πρωθυπουργού της ΠΓΔΜ Ζόραν Ζάεφ. Χρησιμοποιεί τις ανορθόδοξες και σε πολλά επίπεδα εξελισσόμενες διαπραγματεύσεις για να κερδίσει πολιτικά από την ένταξη στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, χωρίς στην πραγματικότητα να αλλοιωθεί ο πυρήνας της αναφερόμενης εθνικής ταυτότητας της γείτονος, όπως εννοείται από το VMRO-DPMNE του Χρίστιαν Μίτσκοσκι και η πολιτική της ταυτότητα, όπως υποστηρίζεται κυρίως από τον αρχηγό του μεγαλύτερου αλβανικού κόμματος στην ΠΓΔΜ, του DUI, Αλί Αχμέτι. Στο παιχνίδι αυτό η μπλόφα κυριαρχεί, αρκεί αυτή να υποστηριχθεί από το ΝΑΤΟ και αξιωματούχους των κεντρικών ευρωπαϊκών θεσμών. Αν δεν υποστηριχθεί διεθνώς το παιχνίδι μπλόφας του Ζάεφ, μια νέα μεγάλη κρίση θα προκύψει στην ΠΓΔΜ.

Βαλές η Μακεδονία και στα χέρια της νέας διοίκησης των ΗΠΑ, η οποία επιδιώκει αυτή και όχι η Γερμανία, η Τουρκία, η Ιταλία - και σε δεύτερο πλάνο η Ρωσία - να ρυθμίσει το καθεστώς στα Δυτικά Βαλκάνια, έτσι ώστε να είναι ο αμερικανικός παράγοντας το κλειδί στην ευρωπαϊκή και διεθνή συμπεριφορά των χωρών αυτών. Οι ΗΠΑ εμφανίζονται αποφασισμένες να διευθύνουν τις εξελίξεις στα Δυτικά Βαλκάνια και να μην αφήσουν εδώ το παιχνίδι στους ευρωπαίους. Πώς το βλέπουν; Ο ειδικός μεσολαβητής του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς είναι αποκαλυπτικός (διάβασε πολλές φορές την πρόταση που ακολουθεί):  Προτείνει ευρεία χρήση της νέας ονομασίας (με επικρατέστερη το Νέα Μακεδονία) από τη στιγμή που η ΠΓΔΜ θα ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ΟΧΙ πριν από την ολοκλήρωση της ένταξής της. Στο μεσοδιάστημα υποστηρίζει τη χρήση της νέας ονομασίας στο ΝΑΤΟ, σε άλλους διεθνείς οργανισμούς και fora.

Με δύο κουβέντες: Η κυβέρνηση στην Ελλάδα θα «πέσει» κατά πάσα πιθανότητα και η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές θα πιεστεί να υπογράψει μια νέα Συμφωνία που θα αντικαθιστά τη σημερινή «Ενδιάμεση Συμφωνία», αποδεχόμενη τελικά τον όρο Nova Makedonija που στην πραγματικότητα θα αντικαθιστά το ΠΓΔΜ εκεί που εμφανίζεται αυτός σήμερα. Από την άλλη πλευρά η ηγεσία της ΠΓΔΜ θα αναλάβει διεθνείς δεσμεύσεις για να απαλείψει σταδιακά, στοιχεία αλυτρωτισμού στον δημόσιο λόγο και την εκπαίδευση στη γείτονα και για συμπερίληψη, κατά την επόμενη αναθεώρηση του Συντάγματός της χώρας, πρόνοιας με την οποία ρητά θα εγκαταλείπεται ή υπόνοια αλυτρωτισμού, που υπάρχει σήμερα. 

Ποιο είναι το κρίσιμο: Αν κυρωθεί (από ΠΓΔΜ και Ελλάδα) και επικυρωθεί (από ΟΗΕ) μια τέτοια Συμφωνία πριν από την επίσημη πρόσκληση της ΠΓΔΜ από το ΝΑΤΟ, το ελληνικό εθνικό συμφέρον ικανοποιείται. Η Συμφωνία- Σύμβαση θα υπερισχύει αναμφισβήτητα του Συντάγματος της ΠΓΔΜ και θα επιφέρει σταδιακά τα έννομα αποτελέσματα που ικανοποιούν σε κρίσιμο  βαθμό τους μη-εθνικιστές Έλληνες και τις εύλογες ανησυχίες των Ελλήνων Μακεδόνων. Αν όχι, τότε η νέα Σύμβαση από άποψη δικαίου θα είναι κάτι αντίστοιχο της σημερινής Ενδιάμεσης Συμφωνίας. Θα αποτελεί και αυτή παράδειγμα συμφωνίας «απλοποιημένης μορφής» και δεν θα διασφαλίζει απολύτως πως θα τηρηθούν τα συμπεφωνημένα. Θα είναι ζήτημα ερμηνείας (: θεωρίας) το εάν η νέα Σύμβαση υπερισχύει του Συντάγματος της γείτονος και πώς και σε καμία περίπτωση δεν θα διασφαλίζεται η απόλυτη ενσωμάτωση του αντι-αλυτρωτικού πλαισίου της νέας Συμφωνίας στην εσωτερική έννομη και πολιτική τάξη της. Στη δεύτερη περίπτωση το «σκοπιανό» θα συνεχίσει να ταλαιπωρεί πολιτικώς και να ερεθίζει τους εθνικισμούς στην περιοχή. Αυτά είναι τα σοβαρά ζητήματα και όχι το «Nova Makedonija»! Το περιεχόμενο της νέας Συνθήκης και η μορφή ισχύος της ως κείμενο του διεθνούς δικαίου, είναι το φλέγον!


Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος *

Όποιος αρνείται να αναγνωρίσει την επιτυχία του Αλέξη Τσίπρα και της παρέας του την τελευταία τριετία (από την πρώτη εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, στις 25 Ιανουαρίου 2015 μέχρι σήμερα), εκτός από άδικος πρέπει να είναι και ανίκανος να πολιτικοποιήσει την πραγματικότητα που ο ίδιος βιώνει, είτε ως δράμα, είτε ως κωμωδία. Κακό αυτό!

Ο Αλέξης Τσίπρας ως μορφή αποτελεί την επιτομή της προσαρμοστικότητας με την έννοια της «προσωπικής προοπτικής». Αυτή, στο πεδίο της αισθητικής, αναπτύχθηκε ως έννοια το 1430 και για να την ενσωματώσεις καλά σαν ιδέα στο γνωστικό σου μοντέλο απαιτείται γνώση γεωμετρίας και απλών μαθηματικών υπολογισμών. Και ο κ. Τσίπρας σπούδασε μηχανικός, βιώνοντας παράλληλα το σύμπλεγμα της μεταδικτατορικής μικροαστικής ριζοσπαστικότητας, η οποία σε σημαντικό βαθμό έγινε κτήμα της ευρύτερης αριστεράς. Έμοιαζε με αριστερά, καθώς αποκρυστάλλωνε το κεντρικό κοινωνικό και πολιτικό αφήγημα της λεγόμενης ευρωπαϊκής αριστεράς και του τροτσκισμού, για να δομήσει πάνω σε αυτό/ά τους διαλογικούς κόμβους του εξουσιαστικού της αιτήματος (: πολιτική ρητορεία ΣΥΡΙΖΑ) με όρους, ωστόσο, μικροαστικού ριζοσπαστισμού.

Ο άλλος κλάδος του μικροαστικού ριζοσπαστισμού εκφράζεται από τη λεγόμενη κοινωνική δεξιά και έτσι θα μπορούσες να ερμηνεύσεις αφηρημένα την  «αδελφοποίηση» Τσίπρα-Καμμένου, ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, υπό την θετική ματιά «Καραμανλικών».  Όσο για τον «Παπανδρεϊσμό», δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί τον κυριότερο φορέα του μικροαστικού ριζοσπαστισμού στην Ελλάδα. Και έτσι πολύ φυσιολογικά συνδέθηκε αρμονικά με την εξουσιαστική προοπτική του Αλέξη Τσίπρα, συγκροτώντας από κοινού με το αρχικό αριστερό μείγμα του ΣΥΡΙΖΑ την εκλογική δύναμη του κόμματος του σημερινού πρωθυπουργού.

Ο Αλμπέρτι αναφερόμενος σε αυτή την (αισθητική) μορφή - με την σύγχρονή μας έννοια του Gestalt – δόμησης του γνωστικού μοντέλου, την παρομοίασε με «ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο», στάση που κάνει τον άνθρωπο να νιώθει ότι βρίσκεται μέσα στα αναπαριστώμενα και λαμβάνει μέρος σ΄ αυτά σαν βασικός παράγοντας, ενώ στην πραγματικότητα είναι ένας κομπάρσος ή απλώς θεατής σε ένα έργο που άλλοι σκηνοθετούν και άλλοι «παίζουν» στους κεντρικούς ρόλους στα παρασκήνια. Πέντε αιώνες αργότερα, η αισθητική του ανοιχτού παράθυρου στον κόσμο κυριάρχησε στον κινηματογράφο του ρεαλισμού, ενώ ο Τύπος θεώρησε πως αυτό είναι πράγματι ρεαλισμός, σε αντίθεση με τη μεθοδολογική προσέγγιση της πολιτικής επιστήμης στο ζήτημα.  

Με αυτή την έννοια, ο Αλέξης Τσίπρας μέσα σε τρία χρόνια εξουσίας μεταμορφώθηκε φυσιολογικά από «ριζοσπάστης της αριστεράς» στον αυθεντικότερο ρεαλιστή πολιτικό του ελληνικού συστήματος και σε έναν από τους πλέον προσαρμοστικούς πολιτικούς στην ΕΕ - σχεδόν με εφηβική ικανότητα συμμόρφωσης - βοηθώντας σημαντικά τη διαδικασία προσαρμογής της Ελλάδας που επέλεξε ως «θεραπευτική συνταγή» η τρόικα, για να αποσοβήσει μια δραματική κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και μια πιθανή γεωπολιτική κρίση στην περιοχή μας.

Άρα, η επιτυχία του κ. Τσίπρα βασίζεται στα κοινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του, τα οποία αποτελούν «κλειδί επιτυχίας» για μια μεγάλη κατηγορία συνανθρώπων μας και συμπολιτών μας από όλους τους πολιτικούς χώρους. Ο βαθμός υποκρισίας διαφέρει και διαμορφώνεται από τα δεξιά προς τα αριστερά του πολιτικού φάσματος. Ο αριστερός του είδους χαρακτηρίζεται ασφαλώς από μεγαλύτερη υποκρισία σε σχέση με τον δεξιό ή νεοφιλελεύθερο. Ο ρεαλιστής του είδους που ισχυρίζεται πως είναι αριστερός, διακοσμώντας ενίοτε τον λόγο του με αριστερές κορώνες, εμφανίζεται ως κορυφαίος υποκριτής, κινδυνεύοντας να χαρακτηριστεί «απόλυτος καραγκιόζης». 

Έχει σημασία αυτό; Όχι, στον βαθμό που ο καραγκιόζης αποτελεί «εθνικό ήρωα» μας, ή στον βαθμό που την ανθρώπινη ευφυία και αξιοπρέπεια την αντιμετωπίζεις αλγοριθμικώς!

Είδες, αναγνώστη μου, τι ωραία παρουσιάζω σήμερα ένα παλαιό πρόβλημα; Είδες πόσο «τρυφερά» παρουσιάζω τον έκδηλο μέχρι απόλυτης χυδαιότητας καιροσκοπισμό; Μέχρι και «αλγοριθμιστή» εμφανίζω στο σημερινό σημείωμα τον πρωθυπουργό! Μέχρι και το «σκοπιανό» θα «επιλυθεί» με μια μορφή αναπαράστασης αλγορίθμου και εσύ αμφιβάλεις ακόμη για το αν προοδεύουμε ως εθνική οικονομία; Μάλλον δεν είσαι αρκετά ρεαλιστής!

Τον κύριο Τσίπρα τον κατασκεύασαν σαν ικανό πρωθυπουργό κυρίως οι φερόμενοι ως αντίπαλοί του. Άλλοι δείχνοντας θετικά την ικανότητα προσαρμογής του και άλλοι κατηγορώντας τον επειδή έκανε τα δύσκολα για αυτούς, απλά για εκείνον. Προσωπικά πιστεύω πως πράγματι ο κύριος Τσίπρας πέτυχε ως πρωθυπουργός, επειδή στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ πρωθυπουργός, αλλά ένας «πολυπρόσωπος» κυβερνήτης που σωστά διέκρινε πως αν αφεθεί στο ρεύμα του «Παπανδρεϊσμού», φλερτάροντας παράλληλα με τον «Καραμανλισμό», θα μπορούσε να εμφανίσει τον πλέον ξεδιάντροπο πολιτικό καιροσκοπισμό μετά την μεταπολίτευση σαν την πλέον ρεαλιστική και παράλληλα προοδευτική πολιτική για τη σωτηρία της χώρας.

Η αποδοχή που επιζητούσε εναγωνίως ο Αλέξης Τσίπρας από τα διεθνή κέντρα αποφάσεων και τους «διεθνείς» διαμορφωτές της κοινής γνώμης επετεύχθη δια του λεγομένου «conforming consumption» αυτού προς αυτούς, την ίδια στιγμή που ο ίδιος και οι σύντροφοί του στον ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζονταν ψευδο-υφολογικώς σαν αντικομφορμιστές. Και αυτό, αναγνώστη μου, είναι ζήτημα αισθητικής παρακμής - αν αναφερόμαστε σε ενήλικες - το οποίο με ενοχλεί περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στη σημερινή κυβέρνηση της Ελλάδας.

Άρθρο του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου *

Επίτρεψέ μου, αγαπητέ αναγνώστη, να πω δυο κουβέντες σε προσωπικό επίπεδο για το «σκοπιανό». Ξεκάθαρες κουβέντες!

Το δραματικό και για αρκετούς τραγικό ζήτημα της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και η δημιουργία νέων κρατών στη Βαλκανική υπήρξε για εμένα μια μεγάλη και πολύχρονη εμπειρία - βρέθηκα εκεί σε στιγμές έντασης και πολέμου - η οποία με εμπλούτισε επιστημονικώς, με συγκλόνισε ως δημοσιογράφο και συνέβαλε στο να ωριμάσω ως άνθρωπος.

Ήταν τότε που, ως στοιχείο της συνείδησής μου, στις «διαστροφές της ανθρωπότητας» προστέθηκε έντονα ο εθνικισμός. Η έκρηξη των εθνικισμών στην περιοχή, λένε πως ήταν αποτέλεσμα της οικονομικής κατάρρευσης του συστήματος, σε συνδυασμό με την οριστική διάσπαση και αποσύνθεση της Ένωσης Κομμουνιστών της Γιουγκοσλαβίας τον Ιανουάριο του 1990 και το «ξεμυάλισμα» από τον Δυτικό παράγοντα.

Και έτσι είναι αν το αντιμετωπίσεις αφηρημένα πολιτικά. Μόνον που εγώ διαπίστωσα πως ο εθνικισμός σε συνδυασμό με τις διαφορετικές θρησκείες και εκκλησίες, καλλιεργείτο και συνωμοτικά ενισχυόταν από διάφορους τοπικούς παράγοντες εξουσίας, που αντλούσαν δύναμη μέσω της διάδοσης φορτισμένων εθνικών ιστοριών, του φανατισμού και της (αντ)εκδίκησης. Και οι περισσότεροι από αυτούς ήταν μέλη του Κόμματος. Ο εθνικισμός παραδόξως υπήρξε βασικό στοιχείο της κεντρικής ιδεολογίας της Δεύτερης Γιουγκοσλαβίας περί «αδελφότητας και ενότητας στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής αυτοδιαχείρισης».

Διαπίστωσα εμπειρικώς πως η έκδηλη φοβία και ανασφάλεια που προκαλούσε στον κάθε απλό πολίτη το καθεστώς ερμηνευόταν σχεδόν αποκλειστικά και νομιμοποιείτο ή δεν νομιμοποιείτο πολιτικά μέσω του εθνικισμού που συχνά λάμβανε τη διάσταση του παραλογισμού, μέχρι που ο παραλογισμός έγινε ένοπλη τρέλα εκδίκησης. Από το σημείο αυτό και μετά η τρέλα του εθνικισμού παρήγαγε …λογική. Όλα τα εγκλήματα από όλες τις πλευρές έγιναν «λογικά» και κατανοητά! «Εσύ τι θα έκανες»; Με ρώταγαν σε περιοχές συγκρούσεων ή κινητοποιήσεων εν όψει συγκρούσεων. Και εγώ σώπαινα. Δεν υπάρχει απάντηση μετά την έκρηξη από τη σύγκρουση των εθνικισμών. Όλες οι αντίπαλες πλευρές έχουν ταυτόχρονα δίκιο και άδικο. Η μια «ιστορία» αποκλείει την άλλη. Το ένα δράμα αποκλείει το άλλο. Δεν υπάρχει άνθρωπος, μόνον θύτες και θύματα. Το μίσος, η υποκρισία, η διάχυτη καχυποψία, η συνομωσία και η συνομωσιολογία βασιλεύουν, παράλληλα με την παραοικονομία και θρασείς ομάδες παραεξουσίας σε κάθε θεσμό της κοινωνίας ή της κρατικής εξουσίας.

Μάθαμε να λέμε: Λύση είναι η δημοκρατία και η ελεύθερη αγορά. Δυστυχώς, αν και έτσι φαίνεται, δεν είναι. Η οικονομική κρίση θα διαταράξει τη δημοκρατία ακόμη και εκεί όπου αυτή υπάρχει και λειτουργεί σε κάποιο βαθμό και τότε ο εθνικισμός θα αναλάβει να κάνει τη βρώμικη δουλειά: να δώσει συνήθως εγκληματικές, άκρως ολοκληρωτικές και αυθαίρετες λύσεις σε ζητήματα εξουσίας και οικονομικής οργάνωσης. Ο εθνικισμός δεν κουβεντιάζει, δεν διαπραγματεύεται, δεν προβληματίζεται, δεν πολιτικολογεί. Απλώς καταδιώκει, τιμωρεί, εκδικείται και σκοτώνει ό, τι αμφισβητεί την αλήθεια του και την εξουσία του.

Λύση, αναγνώστη μου, είναι η ανάπτυξη παιδείας και η καλλιέργεια πολιτισμού που θα αρνούνται τον εθνικισμό και θρησκευτικό φανατισμό - ως κάτι προσβλητικό για την ανθρώπινη διάνοια και ύπαρξη - και δεν θα μετατρέπουν το πολιτικό και ιδεολογικό σε οιονεί θρησκεία ή οιονεί εθνικισμό.

Σού έφαγα χρόνο, επειδή πριν έρθω στο «σκοπιανό», ήθελα να σημειώσω το προσωπικό μου συμπέρασμα, που δόμησα στη συνείδησή μου κυρίως μέσω της γιουγκοσλαβικής κρίσης και των συνεπειών από την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Συνέπειες που ακόμη διαμορφώνονται, παράλληλα με τα σύνορα και τις πολιτικές-κρατικές οντότητες στα Δυτικά Βαλκάνια.

Έγραψα τα πιο πάνω για να επισημάνω και σήμερα αυτά που έλεγα το 1992-1993 σχεδόν κάθε σαββατοκύριακο στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ για να αντιμετωπίζω - εκτός από την οργή αρκετών ακροατών - κάθε Δευτέρα τα «μούτρα» που μου έκαναν οι διοικήσεις και συνάδελφοι «προσκείμενοι» στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, πρώτα στην ΕΤ 2 και μετά στην ΕΤ 1 (όπου παρουσίαζα το κεντρικό δελτίο ειδήσεων): «Η Ελλάδα δεν πρέπει να γίνει μέρος της νέας κρίσης στα βαλκάνια… Να υποστηρίξουμε το σχέδιο των Σάιρους Βανς και λόρδου Οουεν για ονομασία «Nova Makedonija» σε ό, τι αφορά στην ΠΓΔΜ… Το «πακέτο Πινέϊρο» είναι μια θετική βάση διαπραγματεύσεων… Πρέπει να προστατευθεί θεσμικά και απολύτως - και ασφαλώς με το κύρος του ΟΗΕ και όλων ανεξαιρέτως των διεθνών και διεθνικών θεσμών - η Ελληνική Μακεδονία από την εκδήλωση αλυτρωτικών πρωτοβουλιών και της αντίστοιχης προπαγάνδας».

Αυτά υποστήριζα τότε που είχαν σημασία, παρουσιάζοντας ωστόσο όλες τις απόψεις. «Ανακαλύπτοντας» και προκαλώντας να ακουστούν όλες ανεξαιρέτως οι απόψεις. Κάποια ονόματα σημαντικών προσωπικοτήτων, που αναφέρουν σήμερα Έλληνες εθνικιστές (πχ Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ) για να υποστηρίξουν τις θέσεις τους, ας μου επιτραπεί, χωρίς να με παρεξηγήσεις, να επισημάνω πως στις εκπομπές μου πρωτοαναφέρθηκαν διεξοδικά στο ζήτημα. Και αυτό επειδή πίστευα και πιστεύω στην αναγκαιότητα του πλουραλισμού, ο οποίος στην πραγματικότητα είναι ο χειρότερος εχθρός της εθνικιστικής παράνοιας. Όλα στο «φως» και ταυτόχρονα όλα εκτεθειμένα στη κριτική, χωρίς «κιτρινισμούς» και χυδαία προκατάληψη. Τον εθνικισμό δεν πρέπει να τον φοβάσαι, πρέπει να τον εκθέτεις και να δείχνεις τον πολιτικό του χαρακτήρα.

Τι κάναμε, ωστόσο, από τότε μέχρι σήμερα που το «σκοπιανό» επανέρχεται στην επικαιρότητα σαν ιστορική φάρσα; Κρύψαμε υποκριτικά τη δραματική εθνικιστική διάσταση του ζητήματος στην Ελλάδα - πέραν ασφαλώς του αντίστοιχου παροξυσμού στα Σκόπια - και δεν κάναμε καλά. Δεν «ξεχάστηκε» το Σκοπιανό, όπως είχε προβλέψει ο κ. Κ. Μητσοτάκης όταν ήταν πρωθυπουργός, απλώς σκεπάστηκε! Το σκέπασαν οι υποκριτικές πολιτικές ηγεσίες της χώρας μας, αντί να βοηθήσουν να κατανοήσει ο λαός την πολιτική φύση του προβλήματος της τελικής ονομασίας της γείτονος.

Σήμερα που το καζάνι της λαϊκής αγανάκτησης βράζει εξαιτίας της παράδοσης της διακυβέρνησης και της οικονομίας της χώρας στην τρόικα και των παράπλευρων κοινωνικών συνεπειών των «μνημονίων», έρχεται ο ελληνικός εθνικισμός, καπελωμένος εξ υπαρχής από φασίστες, να τινάξει το καπάκι, με το οποίο ήταν σκεπασμένο το «σκοπιανό», στον αέρα. Και μαζί με αυτό την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα και κάθε «άνετο» δημοκράτη, που σνόμπαρε απαξιωτικά τους παλαβούς εθνικιστές του «στρατός, θρησκεία, πατρίδα, οικογένεια, Καρντάσιαν, πρωινάδικο και μοντέρνο σκυλάδικο».

Δεν είναι αστείο, απλώς γραφικό και ασήμαντο πράγμα αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα με τη μικρή έστω ακόμη έκρηξη του εθνικισμού, με αφορμή ξανά το «σκοπιανό». Θα ακολουθήσουν και μεγαλύτερες εκρήξεις, αν το πολιτικό σύστημα δεν σοβαρευτεί και δεν πάψει να προβοκάρει ή κολακεύει τον ελληνικό εθνικισμό για να μανατζάρει τις εξελίξεις προς το μικροπολιτικό του όφελος της συγκυρίας. Ο εθνικισμός είναι τρέλα που δεν αντιμετωπίζεται χωρίς να ξεγυμνωθεί εγκαίρως πολιτικά. Ο εθνικισμός δεν είναι απολιτική δύναμη, είναι η πλέον πολιτική δύναμη στη σημερινή Ελλάδα και αν δεν τον πάρεις στα σοβαρά θα είναι αυτός που θα οδηγήσει στην ολοκλήρωση της ελληνικής κρίσης – από οικονομική και κοινωνική σε πολιτική και εθνική.

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.

Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος *

Αν κάτι δεν μου αρέσει αισθητικά, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει. Και δεν μου άρεσε καθόλου πολιτικώς το συλλαλητήριο με πολύ μεγάλη συμμετοχή που έγινε στη Θεσσαλονίκη με κεντρικό σύνθημα «Η Μακεδονία είναι Ελλάδα», αν και αποτελεί αντικειμενικά κορυφαία είδηση για τη χώρα μας και σημαντική είδηση διεθνώς.

Οι διοργανωτές κατάφεραν να κάνουν είδηση τον εθνικιστικό σκοπό τους και το εθνικιστικό ύφος τους με αυθεντικό τρόπο. Δια της μεγάλης συμμετοχής που πέτυχαν.

Κανείς πλέον δεν μπορεί να τους αγνοήσει. Κανείς δεν μπορεί να τους σνομπάρει, καθώς σύμφωνα με τη «βίβλο της λογικής ανάλυσης» - Tractatus Logico-Philosophicusi - που αποδέχονται οι περισσότεροι από τους επικριτές τους:

1. Ο κόσμος είναι όλα όσα συμβαίνουν και όχι όσα θα θέλαμε να συμβαίνουν.

2. Αυτό που συμβαίνει, το γεγονός, είναι η ύπαρξη καταστάσεων πραγμάτων και ο ελληνικός εθνικισμός με αφορμή την τελική ονομασία της ΠΓΔΜ έδειξε πως αν δεν είναι η κυρίαρχη τάξη πραγμάτων, σίγουρα είναι αυτό που την διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό.

3. Η σκέψη είναι η λογική εικόνα των γεγονότων και η αποψινή εικόνα από τον Λευκό Πύργο παγώνει κάθε σκέψη για επίλυση του ζητήματος σε μια κονστρουκτιβιστική και κοσμοπολιτική ή σοσιαλιστική βάση.

4. Η σκέψη είναι η πρόταση με νόημα και το νόημα από το συλλαλητήριο οδηγεί σε διαφορετικές σκέψεις από αυτές που συνθέτουν το πολιτικώς ορθό στην ελληνική κυβέρνηση και σε ένα μεγάλο μέρος της προοδευτικής κοινωνίας.

5. Η πρόταση είναι μια συνάρτηση αλήθειας των στοιχειωδών προτάσεων και οι στοιχειώδεις προτάσεις των ομιλητών στο συλλαλητήριο συγκλίνουν σε μια πρόταση για το «σκοπιανό» που δεν μπορείς να τη διαχειριστείς χωρίς πόλεμο ή σε κάθε περίπτωση, χωρίς πολεμική απειλή.

6. Η γενική μορφή της συνάρτησης αλήθειας από την Θεσσαλονίκη παραπέμπει σαφώς σε σύγκρουση με επίκεντρο το «σκοπιανό» που ήδη έχει μεταβληθεί σε νέο «Μακεδονικό ζήτημα».

7. Για όσα δεν μπορεί να μιλάει κανείς, γι' αυτά πρέπει να σωπαίνει, αλλά απόψε ακριβώς σε αυτά αναφέρθηκαν οι ομιλητές. Το ίδιο κάνουν οι εθνικιστές στα Σκόπια. Μιλούν γι΄ αυτά που πρέπει να σωπαίνουν.

Με την έννοια αυτή δεν θα πρέπει να αγνοηθεί η «λογική» κατάληξη του στρατηγού Φράγκου, κατά την ομιλία του: «Ζήτω η Ελλάδα. Ζήτω ο Ελληνικός Στρατός. Ζήτω οι Ειδικές δυνάμεις».

Ζήτω που καήκαμε, θα έλεγα εγώ, αν είχε σημασία. Φοβάμαι, ωστόσο, πως δεν έχει. Η σημασία του συλλαλητηρίου είναι κυριολεκτικώς τρομακτική για τη σημερινή Ελλάδα και ασφαλώς θα έχει αντικειμενικά ποικίλες συνέπειες: μικροπολιτικές, πολιτικές και διεθνοπολιτικές. Όποιος αγνοήσει τη δυναμική του θα κάνει μεγαλύτερη ζημιά από ό,τι κάνουν και θα μπορούσαν να κάνουν αυτοί που αποκαλούν τους γείτονες «γυφτοσκοπιανούς».

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.

Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος *

Η φάρσα του «σκοπιανού» είναι η καλύτερη αφορμή, στο πλαίσιο της ανάπτυξης ενός σικέ παιχνιδιού μεταξύ των δύο κυβερνητικών εταίρων στην Ελλάδα, που θα οδηγήσει στις κάλπες των γενικών εκλογών. Προφανώς επιδίωξη (τους) είναι να εμπλακεί ενεργά ολόκληρο το πολιτικό σύστημα στην υπόθεση της επαναφοράς του «σκοπιανού» στο προσκήνιο, αλλά μέχρι σήμερα οι υπόλοιποι προσπαθούν να το αποφύγουν. Και αν είναι στοιχειωδώς σοβαροί θα το αποφύγουν, παρά τις πιέσεις που δέχονται από το εσωτερικό του κόμματός τους – κυρίως ο κ. Μητσοτάκης.

Άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που η βουλή θα διαλυθεί πρόωρα για διαφορετικό λόγο από αυτόν που ορίζει την πραγματική ανάγκη των κυβερνώντων. Ναι, αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για τη κυβέρνηση, έτσι ώστε να οδηγήσει τη χώρα στις εκλογές μέσα σε ένα κλίμα (καλοπληρωμένης και ασφαλώς κατασκευασμένης) αισιοδοξίας ως προς την εθνική οικονομία και άρα επιτυχίας της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ. Από την άνοιξη το κλίμα αυτό, που διαμορφώνει θετικό «social mood» αυτή τη στιγμή, θα επιβαρυνθεί από τις διαδικασίες για μια νέα συμφωνία με τους επίσημους ευρωπαίους δανειστές και το ΔΝΤ, που θα ορίζει τη δεύτερη φάση «διάσωσης», στο πλαίσιο μιας νέας μορφής «μνημονίων», τα οποία δεν θα επιβαρύνουν πλέον τους προϋπολογισμούς των εταίρων της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Είναι εύλογο πως μια τέτοια διαπραγμάτευση θα εκμηδένιζε την εκλογική ισχύ και του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ!

Και να η ευκαιρία για «βελούδινο διαζύγιο» μεταξύ του κυρίου Τσίπρα και του κυρίου Καμμένου. Διαφωνούν ως προς την τελική ονομασία της ΠΓΔΜ! Και αντί ο λαός να γελά με το καλαμπούρι, τους παίρνει στα σοβαρά, καθώς τα ΜΜΕ φρόντισαν να διαμορφώσουν κλίμα σύγκρουσης στα όρια του διχασμού για μια υπόθεση απολύτως παραπλανητική, η οποία αν δεν στηριζόταν στο πραγματικό ενδιαφέρον των ΗΠΑ για επίσημη ένταξη της γείτονος στο ΝΑΤΟ το καλοκαίρι - στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής τους για την Ευρώπη, σύμφωνα με την οποία τα Δυτικά Βαλκάνια μετατρέπονται σε γεωστρατηγικό πυρήνα του ΝΑΤΟ - θα μπορούσε κάποιος να της δώσει την διάσταση των fake news.

Η Ελλάδα δεν μπορεί (αντικειμενικά) να εμποδίσει την επίσημη ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, χωρίς να προσβάλει πλέον ευθέως (και για δεύτερη φορά) την Ενδιάμεση Συμφωνία της 13ης Σεπτεμβρίου 1995, αλλά και την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (5 Δεκεμβρίου 2011). Τότε με ψήφους 15 προς 1 το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ελληνική Δημοκρατία ασκώντας βέτο στην εισδοχή της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, παραβίασε την υποχρέωσή της βάσει του άρθρου 11, παρ.1, της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, ενώ απέρριψε όλα τα άλλα αιτήματα της ΠΓΔΜ για επιβολή μελλοντικών μέτρων από το Δικαστήριο. Αυτό σημαίνει πως σήμερα - σε αντίθεση με τη σύνοδο του Βουκουρεστίου του 2008 - η άρνηση της Ελλάδας θα οδηγούσε σε κρίση με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, ακριβώς την περίοδο που θα είχε ανάγκη το αντίθετο, για να υπολογίζει σε μια σχετικά ομαλή επανένταξή της στη διεθνή χρηματαγορά και πολιτική υποστήριξη στη βήμα-βήμα ρύθμιση του χρέους, έναντι μέτρων περιοριστικής πολιτικής και μεταρρυθμίσεων υπέρ της αγοράς.

Ποιος θα αποτολμούσε τέτοια σύγκρουση, η οποία θα έφερνε στο προσκήνιο των ΗΠΑ – ερεθίζοντας παράλληλα το υποσυνείδητο στην ΕΕ – τις απόψεις που διατύπωσαν οι απίθανοι τύποι Σάμιουελ Χάντινγκτον και Ρόμπερτ Κάπλαν περί της Ελλάδος ως ανωμαλία στην Ευρώπη και στην Μέση Ανατολή που πρέπει να εξοβελιστεί από κεντρικούς Δυτικούς Θεσμούς; Ποιος; Μήπως οι δεξιοί και κεντροαριστεροί που διαδίδουν πως «οι Αμερικανοί είναι οι μοναδικοί φίλοι της Ελλάδας»; Μήπως ο Αλέξης Τσίπρας; Έχει πολύ πλάκα ο υπερ-φιλοαμερικανός Πάνος Καμμένος στο ζήτημα!

Γενικότερα η κατάσταση είναι μια ακόμη παράσταση για γέλια και για κλάματα, όπου απουσιάζει εντελώς η σοβαρότητα, ενώ περισσεύει η κουτοπονηριά και η χυδαιότητα. Με ενοχλεί αισθητικά, αναγνώστη μου!

Σύμφωνοι, οι εκλογές υπό αυτές τις συνθήκες συμφέρουν καί τον κ. Τσίπρα καί τον κ. Καμμένο, ο οποίος εμφανιζόμενος να διαφωνεί με τον πρωθυπουργό στο «σκοπιανό» βάσιμα θα μπορούσε να θεωρήσει πως θα αντλήσει ψήφους από τη δεξαμενή των «εθνικοφρόνων» που δεν δέχονται να απωλέσουν το ιδεαλιστικό και εμπορικό μονοπώλιο ως προς τη Μακεδονία – το οποίο, ωστόσο, έχουν αντικειμενικά χάσει ήδη από το 1992-93. Και όχι μόνον αυτό. Με την απολύτως ηλίθια συμπεριφορά του ελληνικού πολιτικού συστήματος στο ζήτημα υπάρχει κίνδυνος να διαμορφωθεί μονοπώλιο από τα Σκόπια στο «Μακεδονία», στο βαθμό που το ζήτημα συνεχίσει να παραμένει εκκρεμές.

Ήταν τραγικό λάθος ο χειρισμός για την ονομασία της ΠΓΔΜ. Σήμερα είναι απλώς φάρσα. Το όνομα ασφαλώς θα έπρεπε να περιέχει προσδιορισμό, ο οποίος θα καταδήλωνε ή υποδήλωνε ή προδήλωνε πως το νέο κράτος της περιοχής δεν κατασκευάζει εθνική ταυτότητα κατακυριεύοντας πολιτικά ολόκληρη τη Μακεδονία. Η ονομασία θα πρέπει να δηλώνει σαφώς διάκριση από την Ελληνική Μακεδονία και ασφαλώς η εθνική ταυτότητα του «νέου» κράτους και η συντακτική του οντολογία να μην δομούνται στη βάση συμβόλων που αποσκοπούν στο μονοπώλιο της Μακεδονίας και στον αλυτρωτισμό.

Έτσι, το όνομα είναι δευτερεύον ζήτημα. Σε αυτό καταλήγουμε αφού πρώτα συμφωνήσουμε σε όλα τα άλλα, τα σοβαρά, τα πολιτικά που αποσκοπούν ενδεχομένως στον αποκλεισμό του άλλου και στην παραχάραξη των ιστορικών πηγών. Το πώς θα ονομάζονται οι γείτονες και πως θα αναφέρονται δεν είναι δική μας υπόθεση. Ωστόσο, το εάν συγκροτούνται εθνικά στη βάση μιας πολιτικής που θίγει το καλώς εννοούμενο εθνικό-ελληνικό συμφέρον, είναι. Και δεν νομίζω πως υπάρχει κάποιος σοβαρός παράγοντας στις διεθνείς πολιτικές που αρνείται στην Ελλάδα το δικαίωμα να εμποδίσει πολιτικές της γείτονος που κατατείνουν στον αποκλεισμό της χώρας μας ως προς την ιστορική, εμπορική και πολιτισμική διάσταση της ελληνικής Μακεδονίας. Αυτό μπορούν να το πετύχουν μόνον ηλίθιοι, τυχοδιώκτες Έλληνες που ορκιζόμενοι στο μονοπώλιο της Μακεδονίας, εμφανίζονται αποφασισμένοι να αποκλείσουν κάθε άλλον που θεωρεί τον εαυτό του Μακεδόνα και δεν είναι Έλληνας.

Η εθνική ταυτότητα, αναγνώστη μου, είναι πολιτικό δημιούργημα και σχηματίζεται με πολύ φαντασία και μπόλικο μύθο. Σε όλες τις περιπτώσεις ανεξαιρέτως. Αυτό που θα έπρεπε να ενδιαφέρει τη σύγχρονη Ελλάδα είναι πώς το «νέο» (όμορο κράτος) πολιτικό δημιούργημα στα βόρεια σύνορά της να μην θίγει το πολιτικό και διοικητικό δημιούργημα Ελλάδα. Αυτό είναι ζήτημα διαπραγμάτευσης και μόνον έτσι έχει έννοια η διαμεσολάβηση από τον ΟΗΕ. Όλα τα άλλα είναι ελεεινοί εθνικισμοί που ήδη αποδείχθηκαν της «πλάκας», του παραεμπορίου και της «αρπαχτής», παράλληλα με τον εκχυδαϊσμό του «εθνικού» και της ποδοσφαιροποίησης του εθνικού συμφέροντος. Αν μάλιστα όλοι αυτοί που εμφανίζονται να μην διανοούνται η γειτονική χώρα να φέρει στη σύνθεση της ονομασίας της το «Μακεδονία», ενώ μια χαρά δέχθηκαν και αποδέχονται την εκχώρηση του πυρήνα της ελληνικής κυριαρχίας στην τρόικα, σκέφτονταν για μια στιγμή ώριμα, μάλλον θα έθεταν οι ίδιοι την ηθική τους υπόσταση σε δοκιμασία! Είναι άκρως αναισθητικό το αποτέλεσμα.

Όπως επίσης είναι αντιαισθητικό το σικέ παίγνιο που οδηγεί στην πρόωρη διάλυση αυτής της βουλής, για να έρθει η κυβέρνηση που θα προκύψει από την επόμενη να συναινέσει όπως-όπως (και κάτω από την πίεση του χρόνου και του χρήματος) σε μια σύνθετη του «Μακεδονία» τελική ονομασία για την ΠΓΔΜ , χωρίς μάλιστα να έχουν διασφαλιστεί προηγουμένως και πλήρως τα πολιτικά και νομικά ζητήματα που ευλόγως προκύπτουν από τη κοινή χρήση του όρου «Μακεδονία» και των παραγώγων του μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ.


Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.

Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος *

Δεν έχω γράψει ακόμη για την πολιτική όψη του (διεθνούς) σκανδαλισμού από συνήθως ετεροχρονισμένες αποκαλύψεις ή/και καταγγελίες παρενοχλήσεων, βιασμών και παιδοφιλίας, με φερόμενους δράστες επώνυμους, κυρίως από τον χώρο του θεάματος και των ΜΜΕ.

Θα γράψω σύντομα, όταν πλέον τα στοιχεία που θα ορίζουν με πολιτικούς όρους αυτό το κύμα σκανδαλισμού, θα είναι απολύτως σαφή και δεν θα υπάρχει περιθώριο να θεωρήσει κάποιος πως εικοτολογώ ή πως επιχειρώ να μειώσω τη σοβαρότητα αυτού του κοινωνικού φαινομένου, το οποίο αυτό καθ΄ εαυτό αποτελεί διάσταση της εξουσίας.

Ωστόσο, και σε κάθε περίπτωση η παροιμία «αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες» έχει εφαρμογή και εδώ - εκτός από τα κακαρίσματα στην Ελλάδα για το «σκοπιανό», την ώρα που οι κότες γεννούν στη μνημονιακή φωλιά τους διαρκώς περισσότερα και αθλιότερα αντικοινωνικά μέτρα!

Είναι ειρωνεία, φίλε μου, να στρέφονται οι προβολείς και οι κάμερες στις παρενοχλήσεις που (σκοπίμως) συγχέονται με βιασμούς, παιδοφιλία και άλλες εγκληματικές «ανωμαλίες», την ίδια ώρα που οι συνάδελφοι της σημαντικής δημοσιογράφου του BBC, Carrie Gracie, υφίστανται λογοκρισία και δεν μπορούν να εκφράσουν, όπως επιθυμούν, την υποστήριξή τους στην ίδια και το δίκαιο αίτημα των γυναικών να αμείβονται όπως και οι άντρες συνάδελφοί τους, χωρίς διακρίσεις που αφορούν στο φύλο.

Ενώ γίνεται χαμός για τις παρενοχλήσεις, επιχειρείται εναγωνίως από τους ίδιους διαύλους που αναδεικνύουν σήμερα μαζικά και ξαφνικά το φαινόμενο - σαν να ξύπνησαν αίφνης από χειμερία νάρκη - να υποβαθμιστεί το ζήτημα των διακρίσεων στις αμοιβές γυναικών.

Εδώ έχουμε και θεωρία που ερμηνεύει αυτή την συμπεριφορά διακρίσεων εις βάρος των γυναικών στην αγορά εργασίας, αλλά τα κακαρίσματα αφορούν σε άλλες εξουσιαστικές συμπεριφορές κάποιων ανδρών και μιας λεσβίας, δίχως μάλιστα να συνδέονται με την οικονομία του φαινομένου! Λες και είναι αποκλειστικά ζήτημα ιδεών και ψυχολόγου το πράγμα!

Τι λέει η θεωρία του G. Becker - The Economics of Discrimination; Εισαγάγει την έννοια της ροπής για διακρίσεις, η οποία κοινωνιολογικά και πολιτικά συμπίπτει με την έννοια της φυλετικής προκατάληψης, ως εξής: Αν ένας εργοδότης είναι προκατειλημμένος με τις γυναίκες εργαζόμενες, τότε η πρόσληψη μιας από αυτές θα εμφανίζεται πως μειώνει την ωφέλειά του, στο βαθμό που για αντίστοιχη θέση αυτή αμειφθεί όπως ακριβώς ο άνδρας συνάδελφός της. Αν λοιπόν η πρόσληψη μια γυναίκας κοστίζει wB ανά ώρα, ο εργοδότης θα λειτουργήσει σαν να κοστίζει [wB (1+d)], όπου d είναι ένας θετικός αριθμός ο οποίος ονομάζεται συντελεστής διάκρισης. Ο συντελεστής διάκρισης δίνει την ποσοστιαία ανατίμηση του κόστους για την πρόσληψη μιας γυναίκας που οφείλεται στην προκατάληψη του εργοδότη. Όσο μεγαλύτερη είναι η προκατάληψη, τόσο μεγαλύτερη εμφανίζεται στο μυαλό του να είναι και η απώλεια ωφέλειας από την πρόσληψη γυναικών εργαζομένων και τόσο μεγαλύτερος ο συντελεστής διάκρισης. Προφανώς, αν d = 0, τότε δεν υπάρχει διάκριση και γυναίκες και άνδρες θα αμείβονται κατά όμοιο τρόπο.

Ναι, αλλά αντί για το άτιμο το (d) «κακαρίζουμε» για άλλα ζητήματα εκμετάλλευσης της εξουσιαστικής θέσης, τα οποία χωρίς να ισχυρίζομαι πως δεν είναι σοβαρά και εξίσου πολιτικά, λαμβάνουν τη διάσταση υποκρισίας στο βαθμό που μοιάζει να διαδίδονται για να «σκεπάσουν» και συσκοτίσουν την ύπαρξη του συντελεστή διάκρισης στην αγορά μεταξύ γυναικών και ανδρών, όπως και άλλων μορφών διακρίσεων / αποκλεισμού των γυναικών στις σύγχρονες, μεταμοντέρνες, υπερ-φιλελεύθερες κοινωνίες μας!...


Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.

Μια παρατήρηση «[Σ]ΤΑ ΠΡΑΣΕΙΝΑΛΟΓΑ ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ» γίνεται αφορμή για την εκδήλωση της αγάπης μου προς την ΕΡΤ, σε αυτό το σημείωμα, αγαπητέ αναγνώστη. «Είναι μια παράξενη σκέψη - έλεγε η Αγκάθα Κρίστι - αλλά μόνον όταν βλέπεις τους ανθρώπους να γελοιοποιούνται, συνειδητοποιείς πόσο πολύ τους αγαπάς». Ναι, αγαπώ τον δημοσιογράφο που γελοιοποιείται καθημερινά στην ΕΡΤ, εξαιτίας μιας σοβαροφανούς δημοσιογραφικής αισθητικής που αποτελεί επιτομή γελοιότητας.  

Γράφει ο «ΣΤΑΘΗΣ»: «Το έχουν τερματίσει στην Αγία Παρασκευή. Δίνει φερ’ ειπείν συνέντευξη ο Πρωθυπουργός ή κάνει κάποια δήλωση. Αμέσως η ΕΡΤ παρουσιάζει το ρεπορτάζ, «σπηκάρει» ο συντάκτης τι είπε ο Τσίπρας κι αφού το πει, ο (η) παρουσιαστής - παρουσιάστρια προβάλλει καπάκι τον Τσίπρα να λέει αυτοπροσώπως αυτά που ο συντάκτης έλεγε ότι είπε! Θεϊκό! Άλλωστε η επανάληψη είναι η μήτηρ της προπαγάνδας. Υπολογίστε προσέτι ότι το εν λόγω γκρότεσκ (να λέει ο δημοσιογράφος τι είπε ο Τσίπρας και μετά ο Τσίπρας να το επαναλαμβάνει) επαναλαμβάνεται με τη σειρά του όλη μέρα! Εν τέλει θα μπορούσε να συμπεράνει κανείς ότι η ΕΡΤ επί Δεξιάς ήταν απλώς δεξιά, επί ΠΑΣΟΚ ήταν απλώς Πασόκια και επί ΣΥΡΙΖΑ είναι απλώς γελοία…».

Διαφωνώ! Πάντοτε γελοία ήταν. Στην ΕΡΤ κυριαρχεί η αισθητική της γελοιότητας σε ό, τι αφορά κυρίως στις ειδήσεις από την εποχή της ίδρυσής της μέχρι σήμερα, την εποχή της επανίδρυσής της. Το ζήτημα είναι γιατί να μην αλλάζει αυτή η αισθητική – αυτή η δημοσιογραφική κουλτούρα, με άλλα λόγια, η οποία ήταν η βασική αιτία της δικής μου αποχώρησης (τέσσερις φορές, κατά το παρελθόν);

Επειδή, δυστυχώς, η δημοσιογραφική αισθητική της ΕΡΤ εκφράζει την πολιτική αισθητική κάθε κυβέρνησης και η τελευταία δεν έχει μεταβληθεί επί αριστεράς στην κυβέρνηση. Ίσως μάλιστα να έχει υποβαθμιστεί (: χειροτερέψει) σημαντικά.

Πρόκειται για μια εξοργιστικά ηλίθια, μέσα στην απλοϊκότητά της, προπαγανδιστική φόρμα, κατασκευασμένη από ανθρώπους που αγνοούν πεισματικά την εξέλιξη της επιστήμης της επικοινωνίας σε ό, τι αφορά στο τηλεοπτικό προϊόν. Όπως αγνοούν την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας σε σχέση με τα ΜΜΕ που αναπαριστούν δημοσιογραφικώς την πραγματικότητα. 

Έχουμε πλημύρα στην Αττική; Καπάκι οι μεγαλύτερες και καταστροφικότερες πλημμύρες την ίδια χρονική περίοδο στην Μανίλα, με επισήμανση ασφαλώς των καταστροφικών πλημμυρών πριν από 30 χρόνια στην ίδια περιοχή της Αττικής επί άλλης φυσικά κυβερνήσεως, αντίπαλων πολιτικών δυνάμεων των σημερινών κυβερνητών. Σεισμός στην Αθήνα; Καπάκι ο ισχυρότερος σεισμός στο Σαντιάγο με θύματα και καταστροφές πολύ μεγαλύτερες από τις δικές μας. Και πάει λέγοντας, στο πλαίσιο μιας άθλιας αισθητικής που υποκρίνεται την πλουραλιστική ενημέρωση, ενώ αποσκοπεί αποκλειστικά στην παραμυθία.

Τι να πεις για την ιερή αγελάδα της ΕΡΤ που είναι ο εκάστοτε πρωθυπουργός! Η εκάστοτε ηγεσία της ΕΡΤ θεωρεί υποχρέωσή της να διαμορφώνει μια γελοία σχέση με τον πρωθυπουργό και την «αυλή» του που αντανακλάται στον τρόπο που παρουσιάζουν τον πρωθυπουργό, κυρίως στις ειδήσεις και στον τρόπο που εμφανίζουν δηλώσεις του. Από την πολύ «προστασία» της «ιερής αγελάδας» και την υπερβολική φροντίδα του προσώπου της, καταλήγουν αντί να υπηρετούν το κύρος της, να γελοιοποιούν την ύπαρξή της – γελοιοποιώντας παράλληλα και τον δημοσιογράφο-φορέα της είδησης.

Αυτός, ο ιδιόμορφος αισθητικά Γαλλορουμάνος φιλόσοφος, Emile M. Cioran, είχε διατυπώσει την άποψη πως μεγάλοι στοχαστές μπορούν να είναι μόνο εκείνοι που δεν υποφέρουν από την αίσθηση του γελοίου. Κάτι παρόμοιο φαίνεται να πιστεύουν οι ηγεσίες στην ΕΡΤ: Μεγάλοι πρωθυπουργοί, όπως ακριβώς μεγάλοι και σημαντικοί δημοσιογράφοι, μπορούν να είναι μόνο εκείνοι που δεν υποφέρουν από την αίσθηση του γελοίου!

Τι να σου πω; Μπορεί να έχουν δίκιο! Απαιτείται πράγματι - όπως θα έλεγε ο  Ευγένιος Ιονέσκο -  διεστραμμένο, αλλά σίγουρα μεγάλο πνεύμα και πολύ χαμηλή αισθητική για να εφεύρεις το μουστάκι του Χίτλερ, το πηγούνι του Μουσολίνι, το κασκέτο του Φράνκο, το χαμόγελο του Χρουστσόφ και το επόμενο δελτίο της ΕΡΤ. Ιδιαίτερα αν περιέχει πρωθυπουργό!

Η γελοιότητα είναι πηγή έμπνευσης και δημοσιογραφικής δημιουργίας στην ΕΡΤ, αλλά πώς να την εντοπίσεις σήμερα μέσα στη γενικευμένη αισθητική αθλιότητα των ελληνικών καναλιών; Ούτε ο Αλέξης Τσίπρας κατάλαβε το προσωπικό του κόστος από αυτή την αισθητική της παρακμής. Ίσως μάλιστα να μην το καταλάβει ποτέ, όπως δεν το κατάλαβαν οι προηγούμενοι…

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.


Όπως αρμοδίως και ασφαλώς εμπειρικώς κρίνει η κυρία Μπέτυ Μπαζιάνα «η εξουσία, ακόμα και η αριστερή, χτυπάει πολύ εσωτερικές χορδές του ανθρώπου, έχει να κάνει με την αυταρέσκειά του, ακόμα και με τη λίμπιντο του». Και ασφαλώς το όνομα της ΠΓΔΜ αποτελεί βασικό στοιχείο της αίσθησης της εξουσίας που επηρεάζει καθοριστικά την λειτουργία της λίμπιντο στην Ελλάδα και στην ΠΓΔΜ. 

Η πολιτική μεσολάβηση δεν βοήθησε στην επίλυση αυτού του προβλήματος, όπως ήταν φυσικό. Φοβάμαι μάλιστα - σε αντίθεση με την κυρία Μπαζιάνα -  πως δεν θα μπορούσε να βοηθήσει ούτε η ψυχανάλυση. Τι να σου πω, ίσως να δοκιμάζαμε τη γνωστική θεραπεία που είναι προσανατολισμένη στην επίλυση προβλημάτων αυτής ακριβώς της μορφής με έμφαση στην πρόληψη της υποτροπής. Μια μορφή ψυχοθεραπείας που θα βοηθούσε τους ασθενείς-μακεδονιστές στις δύο χώρες να αποφύγουν ή να μειώσουν τη συχνότητα και βαρύτητα μελλοντικών νοσηρών επεισοδίων, τα οποία καταλήγουν σε φάρσες εκλογών.

«Παιχνιδιάρικα» τα γράφω για να μην προσβάλω τους νέους, αριστερούς αυτή τη φορά, καραγκιόζηδες που έρχονται με μια άθλια πολιτική αισθητική να προστεθούν στους δεξιούς καραγκιόζηδες που κατέστησαν μια απλή διαπραγμάτευση «κυπριακό»! Το κυπριακό ζήτημα είναι ένα σοβαρό και πλέον δύσκολο πρόβλημα για τη θεωρία και πρακτική επίλυσης διενέξεων στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου και των διεθνών πολιτικών, ενώ το «σκοπιανό» ένα απλό ζήτημα που μεγεθύνεται για να εξυπηρετήσει μικροπολιτικές σκοπιμότητες και στις δύο χώρες. Πρόκειται για ένα θέμα που, σαν φάρσα πλέον, φαίνεται να επηρεάζει (σχεδιασμένες) διαδικασίες αναδιάρθρωσης της εσωτερικής πολιτικής σκηνής στην Αθήνα και τα Σκόπια, ρυθμίζοντας την λίμπιντο πολιτικών που βασανίζονται και βασανίζουν (τον λαό) με το οιδιπόδειό τους. 

Είναι, ωστόσο, αιτία ή αποτέλεσμα της προβληματικής λίμπιντο το ζήτημα της «οριστικής» ονομασίας της ΠΓΔΜ; Και αιτία, αν πας πίσω στον Απρίλιο του 1992 και στην απόφαση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών, και αποτέλεσμα αν εξετάσεις την ανοησία να μην κλείσει το ζήτημα τον Μάϊο του 1993 στη βάση της προτάσεως Βανς-Όουενς για ονομασία «Nova Makedonija» και στο πλαίσιο του «πακέτου Πινέϊρο για Νέα Μακεδονία».   

Τι συζητάμε σήμερα (το 2018 παρακαλώ) αντικειμενικώς, αλλά τα «μασάμε» και συνεχίζουμε να εξαπατούμε τον λαό, διαμορφώνοντας συνθήκες εκλογών, για να διαφύγουμε από το τελικό, εξοντωτικό για την κυβέρνηση «σφίξιμο» του βρόγχου του «τρίτου μνημονίου», που θα επιφέρει και «πέμπτο μνημόνιο» στο ίδιο πνεύμα με το «τέταρτο», το οποίο ήδη αποτελεί νόμο του ελληνικού κράτους; Για συμφωνία Αθηνών-Σκοπίων στη βάση της προτάσεως Βανς-Όουενς, που θα αντικαταστήσει το «FYROM» εκεί όπου έχει θεσπισθεί να αναγράφεται (προσωρινώς) σήμερα, αλλά χωρίς να επηρεάζονται στην πραγματικότητα οι διμερείς αναγνωρίσεις με το όνομα «Μακεδονία» που έγιναν στο μεταξύ. Δηλαδή, η Ελλάδα, όπως ο ΟΗΕ και διεθνείς οργανισμοί θα σημειώνουν «Nova Makedonija» ή «Нова Македонија», εννοώντας το κράτος «Μακεδονία» το οποίο έχει αναγνωριστεί με αυτό το όνομα (Μακεδονία) από ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο.

Αυτό σημαίνει «σύνθετη ονομασία έναντι όλων» πλέον! Όλοι θα αναγνωρίζουν πως το «Nova Makedonija», για παράδειγμα, αντικαθιστά το «FYROM», εκεί όπου υπάρχει σήμερα, δίχως να αλλάζουν οι διμερείς αναγνωρίσεις ως «Μακεδονία» και να μεταβάλλεται το κεκτημένο της γείτονος ως προς την μακεδονική ταυτότητα (της) και τα εμπορικά σήματα (της) που φέρουν τον όρο Μακεδονία ή παράγωγά του. Ασφαλώς και η Ελλάδα θα διατηρήσει το ίδιο δικαίωμα ως προς τα εμπορικά (της) σήματα και ως προς την αναφορά στη σύνθεση της εθνικής της ταυτότητας και του πολιτικού-διοικητικού της χώρου. 

Άρα; Άρα, σήμερα η υπόθεση είναι μια ιστορική φάρσα, που πάνω της επιχειρείται να στηθεί ένα πανηγύρι καραγκιόζηδων για να καταλήξουμε σε εκλογές - και ασφαλώς άρση των εμποδίων από ελληνικής πλευράς στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ για τη γείτονα - με νέες κομματικές αναδιαρθρώσεις κυρίως στο χώρο της δεξιάς και κεντροδεξιάς της Ελλάδας. Αυτό φυσικά συμφέρει τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά, παρότι αισθητικώς αποτελεί μια ακόμη ασχήμια στο «πάνθεο» της σύγχρονης αριστεράς. Άλλωστε, αν πρόκειται για την άνοδο της προβληματικής λίμπιντο της αριστεράς και ταυτόχρονα της παραδοσιακής δεξιάς, την αισθητική θα κοιτάξουμε; ‘Έτσι δεν είναι κυρία Μπαζιάνα; Ποια αισθητική, αν πάσχουμε από διαταραχή του πρωτογενούς είτε με όρους ψυχανάλυσης, είτε με όρους ιδεολογίας και αριστερής οντολογίας! 

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.