Articles by "Η απέναντι όχθη"
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η απέναντι όχθη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων


Για να κάνεις κάτι εκτός φύσης σου (δεν συμφωνείς, δεν σου αρέσει) καταβάλεις προσπάθεια. Όσο συνεχίζεις να το κάνεις, όλο και περισσότερο κουράζεσαι. Λίγο πριν το σημείο εξαντλήσεως όμως γίνεται κάτι «μαγικό», έρχεται η στιγμή που παύεις να προσπαθείς. Η ενάντια στην φύση σου πρακτική βγαίνει ΑΥΘΟΡΜΗΤΑ, από μόνη της.
Όταν πράττεις το αντίθετο αυθόρμητα σημαίνει ότι το μετέτρεψες σε ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ. Για να καταφέρεις να κάνεις το αντίθετο φύση σου χρησιμοποίησες ΜΟΝΟ την ΣΥΝΗΘΕΙΑ.

Για να διαλέξει κάποιος έναν δρόμο εκτός φύσης, εκβιάζεται (από άλλους ή συνθήκες). Για να αντέξει να συνεχίσει να τον ακολουθεί ΜΕΤΑΒΙΒΑΖΕΙ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ σ’ αυτόν/ό που τον εκβίασε.

Ο λόγος που αντέξαμε τόσα χρόνια στον λάθος δρόμο (που μας αφήνει μισερούς, πάτωμα) είναι η εναπόθεση της ευθύνης της επιλογής μας στους άλλους ή στις συνθήκες.

Ο ορυμαγδός είναι η πολύτιμη βοήθεια του σύμπαντος. Κατά πρώτον: Μας έχει οδηγήσει βήμα βήμα και με τρόπο αδιέξοδο, να το αντιμετωπίσουμε. Με έναν «μαγικό» τρόπο, όποιον δρόμο και να διαλέξεις, κάθε φορά, θα σε βγάλει στο πρόβλημά σου, αυτό που καλείσαι να αντιμετωπίσεις. Και κατά δεύτερον: Με έναν τρόπο «μαγικό» δεν μπορείς πλέον να το εναποθέσεις.

Κι έτσι αναγκαστικά έρχεται η ώρα η δύσκολη… της αλλαγής.
Το να ξε-κάνεις το λάθος είναι διαδικασία απόλυτα δύσκολη, αδιέξοδη, χωρίς γυρισμό και χωρίς φως στο τούνελ.

Αν το δεις χωρίς να βάλλεσαι (αν δεν είσαι εσύ αυτός που πρέπει να αλλάξει) η διαδικασία είναι απλή: Με τον ίδιο τρόπο που αρχικώς άλλαξες, θα ξαναλλάξεις. Αν όμως είσαι εσύ αυτός που καλείται να το κάνει, βλέπεις ότι τα πράγματα δεν είναι και τόσο απλά, γιατί:
1. Έλλειψη σθένους. Όταν επέλεξες να αλλάξεις την φύση σου ήσουν δυνατός και σιγά-σιγά γινόσουν αδύναμος, τώρα που θες να ξαναγίνεις η φύση σου, πας από την αντίστροφη, είσαι αδύναμος και πας προς το δυνατός.
2. Λόγος. Για να μπεις στη διαδικασία να αλλάξεις είχες έναν πολύ ισχυρό λόγο, κι ήταν αυτός που σ’ έκανε να αντέχεις και να συνεχίζεις. Τώρα που θες να αντιγυρίσεις τη διαδικασία, συνεχίζει να υπάρχει ο ισχυρός εκείνος λόγος! Αυτή την φορά όμως, αντί να σου δίνει ώθηση έχεις να παλέψεις και με αυτόν.
3. Όφελος. Στην πρώτη αλλαγή σου κάτι κέρδιζες, είτε γλίτωνες ενοχές, είτε κούραση, είτε προστριβές, κάτι κέρδιζες, που ήταν βοήθημα και σ’ έκανε να αντέχεις και να συνεχίζεις. Όταν προσπαθείς να αντιγυρίσεις τη διαδικασία δεν κερδίζεις τίποτα. Τουναντίον, σ’ αυτή την φάση ό,τι και να κάνεις υποφέρεις. 

Παρότι δείχνει (ΦΑΙΝΟΜΕΝΙΚΑ) αδιέξοδη, χωρίς γυρισμό και χωρίς φως στο τούνελ η διαδικασία, είναι ίδια με την αρχική και φέρνει τα ίδια ΑΠΟΔΕΔΕΙΓΜΕΝΑ αποτελέσματα.

Δύο πράγματα χρειάζεσαι για να το καταφέρεις, να μην αμφιβάλεις και να επιμείνεις.
Για να είσαι σίγουρος (να μην αμφιταλαντεύεσαι/αμφιβάλεις) χρησιμοποίησε τα αποτελέσματα της πρώτης επιλογής. Όταν μία τακτική έχει αποδειχθεί ότι οδηγεί σε λάθος, τότε σίγουρα το να πας αντίθετα είναι το σωστό.
ΜΟΝΟ αν είσαι σίγουρος μπορείς να αντέξεις και να συνεχίσεις. Μόνο αν είσαι σίγουρος μπορείς να επιμείνεις.
Από σένα μόνο αυτό χρειάζεσαι, όλη την υπόλοιπη δουλειά θα την κάνει η συνήθεια. (Αποδεδειγμένα.)

(2) Το παρελθόν σε κατατρέχει γιατί δεν έχει παρέλθει


«Μια ζωή πολεμώ», «μια ζωή με πολεμούν», «μια ζωή παιδεύομαι», «μια ζωή πρέπει να επεξηγώ», «μια ζωή προβλήματα λύνω», «μια ζωή με εκμεταλλεύονται», «μια ζωή την αχαριστία τρώω στην μάπα», «μια ζωή με προδίδουν» κλπ.

Αν το πρόβλημα που σε ακολουθεί σε όλη σου τη ζωή είναι πχ ότι κανείς δεν σε καταλαβαίνει και δεν σε νοιάζεται, παρατηρείς ότι με την παραμικρή αφορμή ΟΟΟΟΟΟΛΟ το παρελθόν μαζεύεται και προστίθεται και κάνει την αφορμή βουνό. Θα την πληρώσει δηλαδή αυτός που σήμερα «δεν σε νοιάστηκε» ΚΑΙ για όλους όσους μέχρι σήμερα δεν σε έχουν νοιαστεί. Αυτό σημαίνει το «με κατατρέχει το παρελθόν». Κι ο λόγος που δεν παρέρχεται είναι γιατί.. είναι ΠΑΡΟΝ!

(Το μέγεθος της έκρηξης/αντίδρασής σου εξαρτάται από το πόσες φορές έπαθες το ίδιο πράγμα -αν το παρελθόν σου δεν έχει παρέλθει. 
Επίσης, η μη αλλαγή σου και το κουβάλημα του παρελθόντος σου είναι υπεύθυνα για το ότι δεν μπορείς να δεις.)

Ό,τι ανάγκη έχεις, την οποία περιμένεις από άλλους να στην καλύψουν, είναι ό,τι χρωστάς ο ίδιος στον εαυτό σου. Αυτό είναι κανόνας, τον οποίο μπορείς να χρησιμοποιήσεις για να βρεις τι λάθος κάνεις και τι είναι αυτό που καλείσαι να αλλάξεις/φτιάξεις.

Ο άνθρωπος που δεν εκτιμά τον εαυτό του πιστεύει ότι χρειάζεται κάποιον άλλον να του δείξει εκτίμηση, ώστε να ΜΕΤΑ αυτός πιστέψει ότι έχει κάποια αξία. 
Χρησιμοποιώντας τα αποτελέσματα της πρώτης επιλογής: 1. Ακόμα κι αν κάποιος ολημερίς σε εκθειάζει, επειδή εσύ θεωρείς τον εαυτό σου ένα τίποτα, δεν καταφέρνει να σου αλλάξει γνώμη. 
2. Όσο κι αν σου δείχνει την εκτίμησή του δεν σου είναι ποτέ αρκετό (δεν σε καλύπτει). 
3. Στην περίπτωση που για μία στιγμή δεν σου δείξει την εκτίμηση που προσδοκάς, τότε ξυπνά και αναδύεται όλο σου το παρελθόν. 
(Παρελθόν = το αρχικό συμβάν που ευθύνεται για την έλλειψη εκτιμήσεως του εαυτού σου, και (+) όλα τα επόμενα συμβάντα που προκλήθηκαν επειδή εσύ έπαψες να εκτιμάς τον εαυτό σου.)

Αυτά που έχεις ανάγκη και περιμένεις οι γύρω σου να στα προσφέρουν για να είσαι καλά, τα χρωστάς εσύ στον εαυτό σου. Αν αποζητάς εκτίμηση, δεν εκτιμάς τον εαυτό σου. Αν αποζητάς ασφάλεια, δεν είσαι σίγουρος για τον εαυτό σου. Αν αποζητάς νοιάξιμο δεν νοιάζεσαι για τον εαυτό σου κλπ. Και όχι μόνο ότι θες και δεν σου το κάνουν, αλλά και ότι σου κάνουν και δεν το θες (οι άλλοι με καταπιέζουν, οι άλλοι με κουράζουν).

Το κρίσιμο του θέματος είναι να αντιληφθείς ΤΙ κάνεις λάθος (τι κακό κάνεις στον εαυτό σου ή τι καλό δεν του κάνεις). Αν το δεις μετά χρειάζεται να είσαι σίγουρος ότι κάνοντας το αντίθετο θα το αντιγυρίσεις. Αν θα είσαι σίγουρος θα επιμείνεις. (βλ.1)

Αν αλλάξεις, το παρελθόν θα παρέλθει. Τότε, κάθε συμβάν θα είναι το πρώτο. Και το μέγεθός του θα το αντιλαμβάνεσαι στην κανονική του διάσταση, χωρίς τις σωρευτικές επαναλήψεις. Και θα είσαι ψύχραιμος. Και θα βλέπεις καθαρά. 


(3) Εμπαθής αγάπη



«Αν σε χάσω θα χαθώ», είναι η εμπαθής αγάπη. Όταν κάποιον πραγματικά τον αγαπάς αν τον χάσεις δεν θα χαθείς (ισχύει για όλες τις σχέσεις, και για ό,τι αγαπιέται). 
Η αγάπη ανυψώνει, δεν αφήνει ανάπηρους ανθρώπους στο διάβα της!

Η αγάπη γίνεται εμπαθής με δύο τρόπους: 
1. Όταν δίνεις όλο τον εαυτό σου, τον εναποθέτεις, στο αγαπημένο αντικείμενο, όταν παρατάς τον δρόμο σου για να στρώνεις τον δικό του, κι όταν -εν τέλει- το αγαπημένο αντικείμενο σε χαρακτηρίζει. 
2. Όταν έχεις ανάγκες και χρειάζεσαι τον άλλο για να στις καλύψει, να καλύψει το κενό που αφήνεις στον εαυτό σου.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην εμπαθή αγάπη δεν είναι το να χάσεις το αντικείμενο της αγάπης σου, αλλά ο φόβος για το ενδεχόμενο!
Και το ακόμα πιο φοβιστικό είναι ότι αυτό, το έξω από σένα αντικείμενο, το οποίο όμως βλέπεις σαν να είναι εσύ, κάνει του κεφαλιού του! Είναι ανεξέλεγκτο! Ανά πάσα ώρα και στιγμή μπορεί να πάει εντελώς αλλού απ’ όπου το στρέφεις (την γυναίκα σου, το παιδί σου, τη δουλειά σου κλπ).

Στην αντίπερα όχθη, όταν αγαπάς, ζεις την κάθε στιγμή, απολαμβάνεις την κάθε στιγμή, την εκτιμάς, και την ρουφάς μέχρι τελευταίας σταγόνας. Και στην περίπτωση που χάσεις το αντικείμενο της αγάπης σου, θα ευγνωμονείς την τύχη για τον χρόνο που σου χαρίστηκε να το έχεις δικό σου και να το απολαύσεις.

Για να καταφέρεις να αγαπήσεις, όχι εμπαθώς, πρέπει να αγαπάς τον εαυτό σου.
Αγαπάς τον εαυτό σου αν του φέρεσαι όπως στο παιδί σου -ή ό,τι άλλο αγαπάς περισσότερο. 

(Όχι ξεγελάσματα, όπως πχ παραμελείς το παιδί σου και για να του περάσει η γκρίνια τού δίνεις παιχνίδια και σοκολάτες! Ακόμη κι αν πρόσκαιρα λίγο χαρεί δεν σημαίνει ότι θα ξεχάσει ότι το έχεις παραμελημένο! Και αν συνεχίσεις για καιρό να το παραμελείς και να το ξεγελάς, εκείνο θα βρίσκεται σε μόνιμη δυστυχία. Κι εσύ αντί να το συμπονέσεις που το έχεις του πεταματού, το κατηγορείς κι από πάνω «μα όλα τα χατίρια σου κάνω κι ευτυχισμένος δεν γίνεσαι, τι παραπάνω θες πια»! Αμ δεν θέλει σοκολάτες και λουναπάρκ..)

Τι αληθινά θα ήθελες για το παιδί σου; Να είναι δυνατό, να είναι ευτυχισμένο, να μην βασανίζεται από τα προβλήματα, να πιστεύει στον εαυτό του, να μην κάνει άσχημες σκέψεις, να μην έχει «ψυχολογικά», να είναι γαλήνιο κλπ. 
Σαν γονιός δίνεις με όρεξη όλη την ενέργειά σου στο να προσπαθείς να του προσφέρεις όλα αυτά, εμψυχώνοντάς το, δίνοντάς του με οποιοδήποτε τρόπο χαρά, βοηθώντας το να λύσει τα προβλήματά του, στηρίζοντάς το και στα όμορφα και στα δύσκολα, δείχνοντάς του ότι πιστεύεις σ’ αυτό, λέγοντάς του όμορφες ιστορίες για να φύγουν οι άσχημες σκέψεις του, του τα προσφέρεις όταν (επειδή) ασχολείσαι, όταν (επειδή) νοιάζεσαι, όταν (επειδή) δεν το παραμελείς, τότε εκείνο νιώθει ασφαλές και ήρεμο…

Αυτά χρειάζεται κι ο εαυτός κι όχι «σοκολάτες και λουναπάρκ».


(4) Αταραξία

Σε προγενέστερο χρόνο είχα γράψει για την αταραξία (εδώ), χωρίς όμως να την έχω μέχρι εκείνη την ώρα ποτέ αισθανθεί. Ό,τι έγραψα το γνώριζα από διαίσθηση.
Σήμερα, που έχω την τύχη να την έχω αισθανθεί, γράφω επιβεβαιώνοντας (με την απόλυτη σιγουριά που φέρνει η απόδειξη στον άνθρωπο):

Η αταραξία είναι αποτέλεσμα, δεν έρχεται επειδή την θες. Το αυτό αποτέλεσμα το φέρνει:
1. Το παρελθόν που έχει παρέλθει (βλ.2) και
2. Η σιγουριά, που είναι αποτέλεσμα της έλλειψης αμφιβολίας (εδώ).

Ο λόγος που μέχρι χθες γινόμουν στο πιτς φυτίλι ανήμερο θηρίο ήταν ότι κουβαλούσα όλη την κούραση, απ’ όλο μου το παρελθόν, αλλά μεγαλύτερη ευθύνη έχει το ότι δεν ήμουν σίγουρη για την επιλογή μου.

Παράδειγμα: Μεγάλωνα το παιδί μου κάνοντας τα αντίθετα από τα θέσφατα της κοινωνίας. Ο λόγος που επέλεξα να κάνω το αντίθετο ήταν γιατί θεωρούσα τους κανόνες τους λάθος. Τώρα, στην περίπτωση που κάποιος που μεγάλωνε το παιδί του ακολουθώντας τους κανόνες, μου έλεγε «γιατί το κάνεις αυτό, παίζεις κορώνα γράμματα τη ζωή του παιδιού σου, δεν έχεις το δικαίωμα», εγώ, στην προσπάθειά μου να υποστηρίξω την επιλογή μου, του έκανα επίθεση σαν μανιακός δολοφόνος.

Για την υπερβολή της αντίδρασής μου θεωρούσα ότι ευθύνεται η συσσώρευση της κούρασης -που όλη μου την ζωή μάχομαι ενάντια στο κατεστημένο. Αυτό όμως είναι το απλό, το σύνθετο είναι ότι τους πίστευα! Πίστευα ότι μπορεί να έχουν δίκιο! Και (το χειρότερο) ότι μπορεί να συμβεί αυτό που μου λένε, ότι κάτι θα πάθει το παιδί μου από την δική μου επιλογή! Φοβόμουν (έτρεμα) ότι θα επιβεβαιωθούν!!

Η μάχη που έριχνα με τον απέναντι, ουσιαστικά ήταν δική μου. Μέσα μου γινόταν το αιματοκύλισμα, κι επειδή δεν το άντεχα, το πέταγα μπαλάκι (έριχνα το φταίξιμο) σ’ αυτόν που μου το πυροδοτούσε.

ΕΓΩ μαχόμουν, με τις δικές μου, ΔΥΟ, διαφορετικές απόψεις! Και ήταν ΚΑΙ οι δύο εξίσου ισχυρές (ή, για να το θέσω σωστότερα, εξίσου ανίσχυρες), γιατί και για τις δύο αμφέβαλα. Κι ο λόγος που αμφέβαλα ήταν επειδή δεν μπορούσα να δω καθαρά. Κι ο λόγος που δεν μπορούσα να δω καθαρά ήταν γιατί με άλλαξα!

Όταν μία αντίθετη άποψη (αντίθετη στη φύση σου) την κάνεις φύση σου (βλ.1) δεν σβήνεις την παλιά, τις έχεις και τις δυο! Και την κανονική τη δική σου και την αντίθετή της, που την έχεις κάνει δική σου! Άντε να βρεις άκρη...

Για να την βρεις (την άκρη) χρειάζεσαι τον Λόγο (ή σίγουρο, ή ισχυρό).

(συνέχεια στο 5)

του γελωτοποιού

Ο δεκάχρονος Παύλος με τον πατέρα του έκατσαν στο μπαλκόνι του καφέ, παρήγγειλαν και ξεκίνησαν να παίζουν σκάκι.

Παράδοξη εικόνα. Ένας πατέρας που παίζει με το παιδί του. Συνήθως το πρώτο πράγμα που ρωτάνε τα παιδιά κι οι έφηβοι είναι αν έχουμε wi-fi. Έπειτα χάνονται στο τάμπλετ τους, ενώ κι οι γονείς συχνά κάνουν το ίδιο με το κινητό τους.

Δεν φταίει η τεχνολογία. Θα μπορούσαν να είναι η εφημερίδα κι ένα κόμικ. ‘Η τίποτα. Είναι πιο εύκολο να είσαι απομονωμένος. Ακόμα κι απ’ το παιδί σου ή τον πατέρα σου.

~~

Τους παρατηρώ να παίζουν. Ο Παύλος είναι πολύ καλός, συγκεντρωμένος και σοβαρός.

«Παίζεις καιρό;» τον ρωτάω.
«Πολύ καιρό», λέει αυτός.
«Τι πολύ καιρό;» λέει ο πατέρας του. «Πόσο παίζεις;»
«Ένα χρόνο», λέει ο Παύλος.
«Ένας χρόνος δεν είναι πολύς καιρός», λέει ο πατέρας.
«Εξαρτάται», του λέω. «Αν έχεις ζήσει δέκα χρόνια τότε είναι το ένα δέκατο ολόκληρης της ζωής σου».

Τους αφήνω να συνεχίσουν. Κάθε τόσο στέκομαι από πάνω τους και βλέπω πώς εξελίσσεται η παρτίδα.

Δεν μιλάνε, δεν «επικοινωνούν», αν επικοινωνία θεωρείται μόνο η λεκτική. Όμως φτιάχνουν έναν δεσμό. Κι ο Παύλος χτίζει μια ανάμνηση. Σίγουρα όταν μεγαλώσει, όταν ο πατέρας του θ’ αφήσει την παρτίδα, θα θυμάται με νοσταλγία (η λέξη περιλαμβάνει και άλγος, πόνο) τα παιχνίδια που έπαιζε με τον πατέρα του.

Όταν γυρνάω στο σπίτι ρωτάω τον Τηλέμαχο αν θέλει να παίξουμε σκάκι.
«Εντάξει», λέει αυτός, όλο χαρά. «Αλλά να παίξουμε και τάβλι;»

Έτσι αλλάζουμε τον κόσμο μερικές φορές -έστω σ’ αυτό το λίγο. Είδα αυτούς τους δύο να παίζουν και ζήλεψα -χωρίς φθόνο.

~~{}~~

Το επόμενο βράδυ ξανάρχονται κι αρχίζουν το παιχνίδι. Κάποια στιγμή βλέπω τον πατέρα να σηκώνεται και να κατεβαίνει τις σκάλες, προς τον κήπο που έχει από κάτω.

«Μας έπεσε ένα πιόνι», μου λέει.
«Τι χρώμα;» ρωτάω.
«Λευκό».
«Ε, τότε θα το βρείτε. Αν ήταν μαύρο…»

Έψαξαν για πολλή ώρα, αλλά δεν βρήκαν το λευκό πιόνι. Επέστρεψαν την επόμενη μέρα, με το φως του ήλιου. Έψαχναν ώρες, αλλά δεν το βρήκαν.

Καθώς ανέβαιναν τις σκάλες απογοητευμένοι, ο Παύλος είπε: «Το πιόνι δραπέτευσε».

«Μπορείς να το αντικαταστήσεις με κάτι άλλο», του λέω. «Οτιδήποτε».
«Ναι, έχω κι άλλα κομμάτια. Αλλά εκείνο τι έγινε;»
«Δραπέτευσε».

~~

Μπαίνω στη λάντζα να πλύνω ποτήρια και σκέφτομαι την αλληγορία του παιχνιδιού.

Στο σκάκι υπάρχουν οι λευκοί κι οι μαύροι. Παρά την αντίθεση του χρώματος είναι ισότιμοι. Με μια μικρή διαφορά: Τα λευκά παίζουν πάντα πρώτα.

Όμως αυτή η πρώτη κίνηση δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία -έτσι νομίζω, δεν είμαι σπουδαίος σκακιστής.

Αν όλα τα κομμάτια μπορούσαν να ψηφίσουν, τότε τα πιόνια εύκολα θα εξέλεγαν αρχηγό, αφού αυτά είναι οκτώ, ίδια, ισάξια. Όμως στο σκάκι δεν υπάρχει δημοκρατία, ο βασιλιάς είναι το παν.

Όλα γίνονται για να αιχμαλωτιστεί ο αντίπαλος βασιλιάς. Πιόνια, πύργοι, άλογα και τρελοί, ακόμα κι η βασίλισσα, μπορεί να θυσιαστούν, για να σώσουν τον βασιλιά τους.

Χωρίς τον βασιλιά το παιχνίδι τελειώνει.

Υπάρχει η ψευδαίσθηση της προαγωγής για τα πιόνια. Κάθε ένα απ’ αυτά μπορεί να γίνει κάτι άλλο, κάτι «ανώτερο». Οτιδήποτε εκτός από βασιλιά. Ο βασιλιάς είναι μόνο ένας.

Ο βασιλιάς, ο σημαντικός, είναι ο πιο ανίσχυρος. Κινείται μόνο ένα τετράγωνο, όπως τα πιόνια, και δύσκολα μπορεί να απειλήσει κάποιον -μόνο πισώπλατα.

Η βασίλισσα είναι αυτή με τη μεγαλύτερη δύναμη, αλλά κι εκείνη είναι πεπεισμένη για την ανωτερότητα του βασιλιά.

~~

Το παιχνίδι ξεκινάει με τα κομμάτια τοποθετημένα πάντα στη σωστή θέση. Μπροστά τα πιόνια, έτοιμα να θυσιαστούν για τον βασιλιά τους. Πίσω το βασιλικό ζεύγος. Δεξιά κι αριστερά, στη σειρά, οι αξιωματικοί (ή τρελοί), τα άλογα (ιππικό;) και τα κάστρα στην άκρη.

Οι κινήσεις που επιτρέπεται να κάνει κάθε κομμάτι είναι συγκεκριμένες. Κι ο χώρος είναι περιορισμένος, 64 τετράγωνα.

Τις περισσότερες φορές τα κομμάτια δεν σκέφτονται. Έχουν μάθει τον ρόλο τους: Να προστατέψουν τον βασιλιά τους, να αιχμαλωτίσουν τον αντίπαλο βασιλιά. (Οι βασιλιάδες δεν πεθαίνουν, δεν μπορείς να τους «πάρεις». Ή τους αιχμαλωτίζεις, κάνοντας ματ, ή παραιτούνται και πηγαίνουν διακοπές στο εξοχικό τους στη Γαλλία).

Όσο συναρπαστική κι αν είναι η παρτίδα, στο τέλος κάποιος κερδίζει -ή μπορεί να υπάρξει και ισοπαλία. Αλλά μετά όλα ξαναρχίζουν, και τα πιόνια στήνονται στη δεύτερη γραμμή φωνάζοντας συνθήματα υπέρ του βασιλιά.

«Ζήτω ο μαύρος Βασιλιάς! Πιάστε τον Λευκό Βασιλιά!»
«Ζήτω ο λευκός Βασιλιάς! Πιάστε τον μαύρο Βασιλιά!»

Και ξαναρίχνονται στη μάχη. Με αυτοθυσία και αυταπάρνηση.

~~

Όμως, υπάρχουν κάποιες παράδοξες στιγμές, όπως αυτές που περιγράφει ο Ρόμπινς στο Χορό των Εφτά Πέπλων -για άλλα «άψυχα» αντικείμενα, όπου ακόμα κι ένα πιόνι μπορεί να θελήσει να δραπετεύσει.

Το πιόνι που δραπέτευσε, ήταν φτιαγμένο από ξύλο ή MDF, κάπου στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, σ’ ένα εργοστάσιο όπου οι εργάτες δουλεύουν για ένα δολάριο την ώρα.

Είχε ένα μικρό ελάττωμα, ένα σημάδι σαν τρίχα στο λευκό κεφάλι του. Το πρώτο πράγμα που είδε, σαν φτιάχτηκε, ήταν τα σκιστά μάτια ενός κοριτσιού που δούλευε εκεί.

Το κορίτσι ήταν στη διαλογή. Τα σκάρτα κομμάτια τα πετούσε πίσω της. Από ‘κει τα έκαναν πάλι ροκανίδι, τα κολλούσαν με ρητίνη και ξαναφτιάχναν πιόνια.

Το κορίτσι είδε τη μαύρη ουλή στο πιόνι, αλλά δεν ήθελε να το πετάξει. Το άφησε στην ταινία, για να πέσει στο κουτί.

~~

Όταν το λευκό πιόνι με τη μαύρη ουλή βγήκε απ’ το κουτί βρέθηκε σ’ ένα παράξενο μέρος. Το ταβάνι του εργοστασίου ήταν γαλάζιο. Τριγύρω, χαμηλά, υπήρχε κι άλλο γαλάζιο, μπλε μάλλον, και πράγματα στέκονταν πάνω του.

Στην Αρετσού της Καλαμαριάς, τόσο μακριά απ’ το Πεκίνο, ο δεκάχρονος Παύλος άνοιξε το καινούριο σκάκι κι έστησε τα πιόνια. Είχε πάντα τα λευκά, μια πατρική παραχώρηση, τη μόνη που του έκανε ο πατέρας του. Και το παιχνίδι ξεκίνησε.

Το λευκό πιόνι προσπάθησε να συμμεριστεί την πίστη στο βασιλιά. Στην πρώτη παρτίδα θυσιάστηκε νωρίς. Στη δεύτερη έμεινε ακίνητο στο Β2 για όλη την παρτίδα. Στην τρίτη κατάφερε να φτάσει ως απέναντι και τότε τη θέση του την πήρε ένας πύργος.

Μετά μπήκε στο κουτί. Μέσα εκεί ξεκίνησε να μιλάει στα άλλα πιόνια.

«Γιατί το κάνουμε αυτό;» τα ρώτησε. «Γιατί να θυσιαζόμαστε για τον βασιλιά; Γιατί να μας αλλάζει κάποιος, όταν φτάνουμε απέναντι;»
«Έτσι παίζεται το παιχνίδι», του είπε ένα πιόνι.

Ένας πύργος μ’ έναν αξιωματικό τον αγριοκοίταζαν.

«Και γιατί πρέπει να παίζουμε το παιχνίδι;» ρώτησε το λευκό πιόνι με τη μαύρη ουλή.
«Γι’ αυτό φτιαχτήκαμε».
«Δεν έχουμε ελευθερία επιλογής;» ρώτησε το λευκό πιόνι κι όλοι γελάσαν.

Ο λευκός βασιλιάς, μαζί με τον μαύρο και τις βασίλισσες, τον πλησίασαν.

«Πρέπει να νιώθεις περήφανος που ανήκεις στους λευκούς», του είπε η λευκή βασίλισσα.
«Γιατί;»
«Γιατί δεν είσαι μαύρος».
«Και τι διαφορά έχω απ’ τα μαύρα πιόνια;»
«Εσύ είσαι λευκό κι αυτά είναι μαύρα. Είναι οι εχθροί.»
«Ποιος το λέει αυτό;»
«Ο θεός», είπε ο λευκός βασιλιάς.
«Και ο θεός τι χρώμα είναι; Λευκός ή μαύρος;» ρώτησε το πιόνι.
«Λευκός, βεβαίως» – «Μαύρος, βεβαίως», είπαν ταυτόχρονα οι δυο βασιλιάδες.

Ο αξιωματικός, αυτός που λένε και τρελό, πετάχτηκε τότε και είπε γελώντας, σαν γελωτοποιός: «Για να λέμε την αλήθεια, μάλλον κίτρινη είναι. Και είναι κορίτσι.»

«Δεν θέλω να παίζω αυτό το παιχνίδι», είπε το λευκό πιόνι με τη μαύρη ουλή.

Όλοι ταράχτηκαν.
«Δεν γίνεται να μην παίζεις», του είπε ήρεμα ο λευκός βασιλιάς.
«Σ’ αυτό θα συμφωνήσω», είπε ο μαύρος βασιλιάς.

«Το παιχνίδι σε καθορίζει. Ο ρόλος σου είναι αυτός και μόνο: Να συνεχίσεις να παίζεις. Αν δεν παίζεις δεν θα έχεις πλέον καμία αξία. Δεν θα είσαι πιόνι. Θα είσαι… Σκουπίδι.»
«Αλλά θα είμαι ελεύθερος».

Οι βασιλιάδες κι οι βασίλισσες του γύρισαν την πλάτη. Τον πλησίασε ο μαύρος τρελός.

«Άκου, φιλαράκι», του είπε. «Το παιχνίδι θα συνεχιστεί και χωρίς εσένα. Ουδείς αναντικατάστατος. Συμβολική είναι η παρουσία σου. Μπορεί να μπει στη θέση σου ένα κέρμα ή -ακόμα χειρότερα- ένα λευκό πούλι από τάβλι. Το παιχνίδι θα συνεχιστεί και χωρίς εσένα. Αλλά εσύ τι θα είσαι χωρίς το παιχνίδι;»
«Θα είμαι ελεύθερος».

~~

Το ίδιο βράδυ, όταν άνοιξε το κουτί, το λευκό πιόνι με τη μαύρη ουλή είδε τα άστρα, το φεγγάρι μισογεμάτο και τα φώτα στη θάλασσα.

Με την πρώτη ευκαιρία, μόλις βγήκε απ’ το παιχνίδι και τον έβαλαν στην άκρη, μετακίνησε λίγο το κέντρο βάρος του κι έπεσε, απ’ το τραπέζι κι απ’ το μπαλκόνι.

Κρύφτηκε ανάμεσα στα φύλλα ενός θάμνου, όση ώρα τον έψαχνε ο μικρός θεός.

Μετά, λίγο πριν ξημερώσει, κατρακύλησε ως τη θάλασσα.

~~

(Κάποιοι λένε ότι μέρες μετά και μήνες ξεβράστηκε σ’ ένα νησί. Η αλμύρα και τα κύματα το ‘χαν γλείψει κι είχε γίνει σαν κοχύλι. Όμως αυτό ίσως και να ‘ναι ψέμα.)


Η πρωινή διαδρομή από το σπίτι στο σχολείο είναι παραπάνω από διδακτική. Είναι κανονικό ταξίδι στον χρόνο.
Περνώντας μπροστά από το γυμνάσιο πριν φτάσω στο δημοτικό, συναντώ τα "γυμνασιάκια". Κορίτσια και αγόρια σε μια νιότη που δεν έπηξε ακόμη, με μια απίστευτη φρεσκάδα, τρέχουν γιατί μόλις χτύπησε το κουδούνι και θα πάρουν απουσία. Κορίτσια που βιάζονται να γίνουν γυναίκες, διακρίνεις πάνω τους όλη την ανασφάλεια αλλά και όλη τη ματαιοδοξία του κόσμου. Μακιγιάζ, κολάν και από μέσα στριγνκ, στήθος που φροντίζουν να το αναδεικνύουν και πισινός ελαφρώς τεντωμένος. Η επιθυμία να τραβήξουν την προσοχή και να αρέσουν. Κι από την άλλη τα αγόρια. Ατημέλητα, κάποια με βερμούδες ακόμη, αγουροξυπνημένα, μοιάζουν τουλάχιστον τρία με πέντε χρόνια πίσω ηλικιακά. Τους παρατηρώ και θυμάμαι το δικό μου γυμνάσιο. Τους ακούω που μιλάνε για κοπάνα και σκέφτομαι πόσο ωραίο είναι να έχεις το περιθώριο να το σκάσεις από κάτι. Με κοιτούν και μάλλον μοιάζω γιαγιά τους! Ποτέ δεν μου έλειψε το σχολείο (οι φίλοι μου ναι). Σκέφτομαι τι διαφορά έχω από αυτούς, πέρα από σκυθρωπό κεφάλι, αμέτρητα προβλήματα, σκοτούρες και μια ενήλικη ζωή. Νιώθω από τη μια παιδί σαν κι αυτούς αλλά η ανεμελιά που έχουν δεν μπορεί με τίποτα να έρθει πίσω σε μένα.
Διακόπτει τις σκέψεις μου η φωνή της κόρης μου : "άρχισε να ψιχαλίζει ! Τρέξε , θα ρίξει μπόχα σε λίγο"! Σκάω στα γέλια . Όχι μπόχα παιδί μου, μπόρα! Μπόρα....
Μπήκαν στις τάξεις τους κι εγώ έφυγα για τη δουλειά.
Κάτι γίνεται και παραμορφωνόμαστε έτσι στην πορεία. Κάτι γίνεται...

Αχ και να έριχνε μια μπόρα τώρα να ξέπλενε όλες τις σκοτούρες, τις ενοχές, τα λάθη, τα regrets, το άγχος, τις αστοχίες. Αχ και να έριχνε μια μπόρα και να έμενα στη βροχή με τα μαλλιά μου πλεγμένα κοτσιδάκια, στο Corto Maltese στη Β. Όλγας, κορίτσι γυμνασίου, ερωτευμένη, φρέσκια, αισιόδοξη και ανέμελη.

Θα μείνω για πάντα κορίτσι!

Εύχομαι να ρίξει μπόρα και να διώξει ο,τι θέλει ο καθένας να φύγει από τη ζωή του σήμερα...

(Κι ενώ το γράφω αυτό βλέπω ότι είναι διεθνής μέρα για το κορίτσι σήμερα! Εύχομαι όλα τα κορίτσια του κόσμου να λαμβάνουν την ευγενική μεταχείριση που τους αξίζει και να διατηρούν το δικαίωμα να ζήσουν ως κορίτσια χωρίς καμία βίαιη ώθηση στην ενηλικίωση, καμία εκμετάλλευση, τίποτα λιγότερο από ανεμελιά, φροντίδα, σεβασμό και αγάπη)!

Είναι Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2016 και δεν θα είναι ποτέ ξανά! Καλημέρα από ένα κορίτσι!
θα λυθεί όταν καταλάβεις.


γράφει η Στεφανία

Για να αντιληφθείς το πρώτο σκέλος, δες τη ζωή σου. Το πρόβλημα είναι σαν ένα μπερδεμένο κουβάρι και εσύ τραβάς από την άκρη για να ισιώσεις το σκοινί, για να ξεμπλεχτεί. Παρατηρείς ότι κάθε φορά, απ’ όποια πλευρά κι αν το πιάσεις, όση προσπάθεια και να καταβάλεις, κι εκεί που νομίζεις ότι κάτι καταφέρνεις, έρχεται ένα μαγικό χέρι τραβάει από την αντίθετη φορά το σκοινί και στο ξανακάνει κουβάρι. Και κάθε φορά στο αφήνει όλο και χειρότερα μπλεγμένο.

Πάμε στο δεύτερο σκέλος. Τα «βάσανα» δεν τα περνάει ο άνθρωπος για να βασανιστεί, αλλά για να μάθει.

Η γνώση (που καταλήγει μεν στην σοφία), αφορά (δε) κάτι πολύ απλό, αυτό που λέμε ανοιχτό οπτικό.

Και θα μου πεις, δεν με ενδιαφέρει η γνώση, χέστηκα για την σοφία, εγώ απλά να ζήσω θέλω. Και θα σου πω ότι είναι άρρηκτα συνδεδεμένα.

Ο λόγος που όσες προσπάθειες κι αν καταβάλλεις για να λύσεις το πρόβλημά σου πάνε άπατες, βρίσκεσαι συνεχώς στο μηδέν, είναι γιατί δεν βλέπεις. Για να το θέσω σωστότερα, βλέπεις μόνο ό,τι το πρόβλημα σε αφήνει να δεις. Θα φέρω ως παράδειγμα τους σύριους, οι οποίοι το ΜΟΝΟ που βλέπουν είναι: ή θα φύγω μετανάστης ή θα σκοτωθώ από τις βόμβες που πέφτουν από τον ουρανό.

(Κι αν μου πεις ότι υπάρχουν και σύριοι που αγωνίζονται, θα σου πω ναι, όπως και στην Ελλάδα κάποιοι αγωνίζονται… ΟΜΩΣ το πρόβλημα καλά κρατεί διότι η πλειοψηφία βλέπει μόνο ό,τι το πρόβλημα την αφήνει να δει.)

Εσύ λοιπόν, που δεν είσαι σύριος, ΜΟΝΟ αυτές τις δύο εκδοχές βλέπεις, ή υπάρχουν κι άλλες;

Πάμε στα δικά μας; Αυτό που ΜΟΝΟ βλέπεις είναι: Ή θα πληρώσω ή θα μου πάρουν το σπίτι…. Αυτές πιστεύεις ότι είναι οι μόνες εκδοχές που υπάρχουν, ή μόνο αυτές τις δύο βλέπεις;

Το ανοιχτό οπτικό λύνει τα προβλήματα. Πώς; Θα χρησιμοποιήσω πάλι τους σύριους: Έχουν πέσει σε μία παγίδα, πιστεύουν ότι γίνεται εμφύλιος στην χώρα τους!! Επειδή την έφαγαν την παραμύθα που τους πλάσαραν, θεωρούν τον πόλεμο που γίνεται στην χώρα τους άδικο, και δεν έχουν καμία όρεξη να συμμετέχουν!! ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΑΦΟΡΑ!!!!! Νομίζουν ότι πολεμούν οι σύριοι με τους τζιχαντιστές… που τους θεωρούν κι αυτούς σύριους!!!! Μιλάμε για τους τζιχαντιστές έτσι, την πιο κραυγαλέα αμερικανιά έβερ!! Και λόγω αυτού μένουν αμέτοχοι, κι αφήνουν τους κατακτητές ελεύθερους να οργιάζουν!!

Κάτι πρέπει να σου θυμίζει αυτό… μιας και στην χώρα μας έχουμε φάει αντίστοιχη παραμύθα. Μπορούμε να πούμε και μεγαλύτερη, αφού δεν μας ρίχνουν καν βόμβες!!! με τα λεφτά θα πάρουν την δική μας πατρίδα!! Υπάρχει και κάτι άλλο ενδιαφέρον.. Γιατί στους σύριους ρίχνουν βόμβες ενώ για εμάς διάλεξαν πιο αναίμακτο πόλεμο, τον οικονομικό; Πατάνε εκεί μπορούν να πατήσουν! για να προπαγανδίσουν, ώστε να διασύρουν την χώρα την οποία θέλουν να κατακτήσουν. Στους μουσουλμάνους χρησιμοποιούν τον θρησκευτικό τους φανατισμό, σε εμάς το "λαμόγια, μιζαδόροι!" Μόνο γι' αυτό μπορούν να προπαγανδίσουν εναντίων των Ελλήνων και να γίνουν πιστευτοί, σ' αυτό πατάνε, άρα οικονομικό μόνο πόλεμο μπορούσαν να αρχίσουν!

Να προσθέσω και κάτι άλλο, εξίσου σημαντικό. Είπαμε ότι για να κατακτήσουν μία χώρα χρησιμοποιούν έναν λόγο για να προπαγανδίσουν εναντίων τους. Που αυτός ο λόγος θα πείσει, όχι μόνο τους λοιπούς λαούς, αλλά ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ!!!!!! Βρίσκουν δηλαδή και πατάνε σε κάτι που θα σε κάνει να νιώσεις ΟΤΙ ΦΤΑΙΣ!! Που θα σου δημιουργήσει αμφιβολίες για το δίκιο σου!!! Δες όμως πόσο ωραία τα πράγματα έχουν στρωθεί... Αυτοί που κατηγορούν τους μουσουλμάνους για σφαγιάδες, αυτοί σφαγιάζουν, κι ενώ είναι χριστιανοί!! Όπως αντίστοιχα οι γερμανοί προπαγανδίζουν εναντίων μας για τις μίζες!!!! ΑΧΑΧΑΧΑΧΑ. Κλείνω την παρένθεση. Στο θέμα: 

ΑΝ οι σύριοι έβλεπαν ό,τι υπάρχει, αντί την παραμύθα που τους πλάσαραν, δεν θα άλλαζε άρδην η κατάσταση;; Δεν θα έλυναν -την ίδια στιγμή σου λέω εγώ- το πρόβλημά τους;;

Το επόμενο αφορά τον κατακτητή. Από την αρχή του αγώνα λέω ένα τσου είναι ο εχθρός, η πιο κότα τρίλειρη. Σκέψου κάτι, γιατί οι αμερικανοί δεν κήρυξαν ευθέως πόλεμο στην συρία για να την κατακτήσουν, παρά χρησιμοποίησαν την βαριά τους βιομηχανία (κινηματογραφιστές) και κατασκεύασαν τους τζιχαντιστές; Τι τους εμποδίζει να κηρύξουν ευθύ πόλεμο; Την δύναμη, την υπεροχή, την έχουν, γιατί πάνε πλαγίως, ύπουλα, έχεις αναρωτηθεί; Γιατί είναι ΛΑΘΟΣ!!!! Κανένας πολίτης δεν θα πήγαινε να πολεμήσει μία άλλη χώρα για να πάρουν την γη της, με σκοπό να καρπωθούν τα πετρέλαιά της!!! Δεν θα μάζευαν στρατό για ένα τόσο ανήθικο λόγο πολέμου, καθώς επίσης και θα επέφερε την κοινωνική κατακραυγή, όχι μόνο στην χώρα τους αλλά και διεθνώς. Είναι ΑΝΗΘΙΚΟ, είναι ΛΑΘΟΣ!! 

Να προσθέσω κι άλλο χρήσιμο: Όταν κάποιος επιλέγει να πράξει το άδικο, για ίδιον όφελος, ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΤΟ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΙ!!! Παράδειγμα: Έχεις απέναντί σου έναν εφοριακό, ή έναν υπάλληλο της ΔΕΗ, ή έναν μπάτσο, ή έναν εισαγγελέα κλπ. ΟΛΟΙ ξέρουν ότι πρόκειται για προδοσία, όμως είναι υποχρεωμένοι να σου πάνε κόντρα, να σταματήσουν τον αγώνα σου, γιατί διακυβεύεται η θέση τους! (Ένα το κρατούμενο: ) Επειδή ακριβώς παίζεται το κεφάλι τους, γίνονται τρομακτικοί! Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥΣ τούς κάνει!! Αν δεν σε τρομοκρατήσουν θα χάσουν! Αν δεν σε λυγίσουν θα χάσουν! Μείνε λίγο σε αυτό. (Δύο τα κρατούμενα: ) Αν εσύ δεν μασήσεις/φοβηθείς/λυγίσεις, και αντεπιτεθείς υποστηρίζοντας το δίκιο σου, θα τους μεταμορφώσεις, από ανυπέρβλητο θηρίο ο απέναντί σου θα γίνει μυρμήγκι σερνάμενο. Ο λόγος; ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΟΥΝ ΤΟ ΑΔΙΚΟ ΠΟΥ ΤΟ ΕΠΕΛΕΞΑΝ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΟΦΕΛΟΣ. Κανένας άνθρωπος δεν το μπορεί, την δύναμη στον άνθρωπο την δίνει το δίκαιο.

Συνέχεια στο θέμα των κατακτητών: Σκέψου.. Αυτοί οι τρομεροί και φοβεροί, με την απόλυτη δύναμη και την απόλυτη εξουσία, ΦΟΒΟΥΝΤΑΙ! Τι φοβούνται;;; Την κοινωνική κατακραυγή!!! Τι φοβούνται;;;; ΤΟΥΣ ΛΑΟΥΣ!!! Φοβούνται τους λαούς, που θέλουν να καταδυναστεύουν!!! (Άλλη παρένθεση: όποιος έχει δούλους ΕΧΕΙ ΚΑΙ ΑΦΕΝΤΕΣ!!! Αναγκαστικά φίλε μου!!! Το πιο ψηλά σε εξουσία άτομο να βρεις, αυτόν που απόλυτα διαφεντεύει, ΚΑΠΟΙΟΝ ΦΟΒΑΤΑΙ!!! Σε κάποιον υπακούει!! Κάποιος τον άγει και τον φέρει!!!! Και όπως σε όλες τις περιπτώσεις, έτσι και στην περίπτωση των δυναστών….. αυτός που φοβούνται είναι αυτός που θέλουν να καταδυναστεύουν!!! Κλείνει η παρένθεση.)

Ένα τελευταίο: Ό,τι ισχύει στο γενικό ισχύει και στο ειδικό. Οποιοδήποτε πρόβλημα έχεις στη ζωή σου, αν δεν μπορείς να το λύσεις, ευθύνεται το ότι βλέπεις μόνο ό,τι το πρόβλημα σε αφήνει να δεις. Πώς ανοίγει το οπτικό; Ο ένας τρόπος είναι να δεις το πρόβλημά σου σαν να το έχει ο γείτονας. Ο άλλος τρόπος (ο σύνηθες, αλλά -θα πω- και με την μεγαλύτερη δυναμική) είναι να κάτσεις να το υποστείς. Το πρόβλημα το ίδιο θα σου ανοίξει το οπτικό, από το πολύ το ζόρι. Καθυστερεί λίγο παραπάνω ο 2ος τρόπος, αλλά είναι η πιο σιγουράντζα ως διαδικασία. Μόνο έτσι καταλαβαίνει ο άνθρωπος...

Υ.Γ. Πριν παραπονεθείς ότι καθυστερεί ν' αλλάξει η γενική κατάσταση, σκέψου πόσο γρήγορα προχωράς στο φτιάξιμο της προσωπικής σου κατάστασης. Πριν κατηγορήσεις τους πολλούς που δεν αγωνίζονται, σκέψου αν το δικό σου, ατομικό πρόβλημα, έχεις καταφέρει να το φτιάξεις. Πριν αποφασίσεις να αλλάξεις τον κόσμο γύρω σου, πρέπει να έχεις φτιάξει εσένα. Αυτό σημαίνει να έχεις ανοίξει το οπτικό σου. Αυτό σημαίνει να υπερβείς ό,τι στην προσωπική σου ζωή σε αφήνει πάτωμα. Για να έχεις όλη την δύναμή σου. Να δεις πώς γυρνάει τούμπα η κατάσταση. (Λέμε, οι λαοί έχουν όλη την δύναμη. Ολόσωστο. Πρέπει όμως να το γνωρίζουν.)


Οι αρχαίοι μας πρόγονοι είχαν σε βάθρο την αμφιβολία, επειδή.. δίνει το δικαίωμα της επιλογής!

Όταν είσαι σίγουρος για κάτι δεν έχει καμία αξία το ότι το διάλεξες. Όταν βρίσκεσαι σε δίλημμα, όταν η απόφαση είναι δύσκολη για να παρθεί, τότε, αυτή σου η απόφαση, σε κάνει αυτό που είσαι.

Έλεγαν και κάτι άλλο, ότι το σημαντικότερο δεν είναι η ζωή, αλλά το να ζήσεις δίκαια!

Υπάρχει ένας απλός τρόπος να αντιληφθεί ο καθένας το δίκαιο: Το πρόβλημά σου δες το σαν να το έχει ο γείτονας. Δεν είσαι εσύ αυτός που πάσχει, ο γείτονας στο εξιστορεί. Σου παρουσιάζει λοιπόν το πρόβλημα κι ό,τι έχει αποφασίσει να πράξει ως λύση.

Τώρα σκέψου.. αν η λύση του αυτή σε κάνει να τον θαυμάσεις ή να τον λυπηθείς…

Αυτό είναι το θαύμα της επιλογής!

Τα γεγονότα έρχονται και παρέρχονται. Όταν παρέλθει το σημερινό σου πρόβλημα, αυτό που θα μείνει -το μόνο που θα απομείνει- είναι το τι έκανες! πώς το αντιμετώπισες, τον τρόπο που επέλεξες για να το λύσεις. Αν διάλεξες τον τρόπο, που τον οποιονδήποτε άλλον στην θέση σου θα τον θαύμαζες, τότε ΜΟΝΟ δεν μετανιώνεις.

Όταν τα γεγονότα παρέλθουν και δεν νιώθεις μετανιωμένος, τότε ΜΟΝΟ παίρνει (στα μάτια σου) αξία η ζωή σου.



(Το «παρορμητισμός» εδώ το χρησιμοποιώ με την κακή του έννοια, δηλ. κάνω ά-σκεφτα ό,τι κατέβει στην γκλάβα μου. Το «συνειδητότητα» το χρησιμοποιώ με την έννοια που έδωσα για την ζωή στο κείμενο http://upogia-taxi.blogspot.gr/2016/09/blog-post_1.html
«Ζω σημαίνει φέρνω το αποτέλεσμά που έχω έρθει για να φέρω, εις γνώση μου και με την σύμφωνη γνώμη μου)

Κάπου διάβασα ότι για να εξασκηθούν οι άνθρωποι στο να αντέχουν να χάσουν κάτι για το οποίο με αγάπη εργάστηκαν, κάνουν το εξής: φτιάχνουν ένα γλυπτό από κερί, με τέτοια λεπτομέρεια, σαν κέντημα, και το δουλεύουν όλη μέρα κι όλη νύχτα μέχρι να καταφέρουν το τελειώσουν. Κι αφού το τελειώσουν το αφήνουν στο περβάζι για να θαυμαστεί από όλους. Κι όταν ξημερώσει, ο ήλιος λιώνει το κέρινο κεντητό αριστούργημα. Βλέπουν να χάνεται μπρος στα μάτια τους το αριστούργημά τους, και μαζί με αυτό και όλη η ψυχή που έβαλαν για να το φτιάξουν, όλος ο χρόνος, όλη η αγάπη, όλη η κούραση, τα βλέπουν όλα να χάνονται αυτοστιγμεί.. και άδικα.. (τσάμπα κόπος, άσκοπος..)

Κανονικά -στο σχολείο θα έλεγα- όταν ένας άνθρωπος πει ότι θέλει να κάνει παιδί, πρέπει να ερωτάται γιατί (να θέσει τους λόγους), κι αφού εκστομίσει τους λόγους του (που αυτό σημαίνει ότι θα έχει αναγκαστικά σκεφτεί), θα του πει ο διδάσκαλος «τώρα σκέψου αν θα μπορούσες να το θάψεις το παιδί σου». (Δεν νομίζω ότι το σκέφτηκε κανείς γονιός αυτό πριν πάρει την απόφασή του. Που το «να θάψεις το παιδί σου» είναι εν δυνάμει πιθανότητα και αφορά ΟΛΟΥΣ τους γονείς. Αν το είχαν σκεφτεί, ΚΑΙ συνυπολογίσει -μαζί με τα όμορφα που σκέφτηκαν ότι φέρνει η απόκτηση ενός παιδιού-, δεν θα αποφάσιζαν τόσο ελαφριά την καρδία να το κάνουν, δεν νομίζεις;) Και πες ότι, από παρόρμηση πάλι, απαντήσει ναι, στο ερώτημά σου, δηλ. ότι θα μπορούσε ΚΑΙ να το θάψει το παιδί του, ακόμη κι αν ά-σκεφτα απάντησε, την δουλειά την έχεις κάνει. Του έμαθες τον τρόπο για να αποφασίζει τι έχει δικαίωμα να επιθυμεί.

Με τις στρατηγικές στον αγώνα ήμουν κάθετα αντίθετη, από την αρχή. Με ποια στρατηγική όμως; Αυτή που κατά κόρον χρησιμοποιήθηκε (και ΦΥΣΙΚΑ παταγωδώς κι από όλους απέτυχε): «Να συσκεφτούμε για να βρούμε τρόπο αντίστασης, με τον οποίο όλοι θα συμφωνούμε, ώστε να καταφέρουμε να μαζευτούμε ΟΛΟΙ οι πολίτες για να δώσουμε τον συγκεκριμένο αγώνα, τον αποδεκτό από όλους, ώστε για να (αφού μαζευτούμε ΟΛΟΙ) πάρουμε την απόφαση να δώσουμε την μάχη».

Βρίσκεις κάτι λάθος στην στρατηγική που μόλις περιέγραψα; Την οποία μανιωδώς υποστήριζε (και συνεχίζει να υποστηρίζει) το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού; 

Να ρωτήσω κάτι, νομίζεις ότι ο στρατηλάτης Αλέξανδρος, έκανε σύσκεψη με όλους τους πολεμιστές, ώστε να βρουν όλοι μαζί τον τρόπο που θα πολεμήσουν, και μόνο αν όλοι συμφωνούσαν, τότε μόνο άρχιζαν τον αγώνα; Αν δεν συμφωνούσαν όλοι, πόλεμος δεν γινόταν; 

Υπάρχει μία άλλη στρατηγική, την οποία εγώ χρησιμοποίησα στον αγώνα μου: Σου βγαίνει από μέσα σου ότι κάτι θες (στην προκειμένη να αγωνιστώ), δεν γίνεται όμως να θέλεις μόνο πρέπει και να μπορείς. Για να δεις αν μπορείς πρέπει να θέσεις όλα τα ενδεχόμενα επί τάπητος (πχ στην προκειμένη, ότι θα χάσεις το σπίτι σου, ότι θα φυλακιστείς, ότι θα πεθάνεις κλπ.) Αφού τα θέσεις, δες όλα τα ενδεχόμενα σαν να τα έχεις πάθει. (Να σε δεις δηλ. χωρίς σπίτι, στην φυλακή, να δεις τον γιο σου να ρημάζει αν εσύ πεθάνεις στο τερέν.) Αφού τα βιώσεις σαν να τα έπαθες, τότε/μετά ξανα-ρώτα σε αν συνεχίζεις να ΘΕΣ (στην προκειμένη να αγωνιστείς). Αν συνεχίζεις να το θες, σημαίνει ότι μπορείς! Τότε αρχίζεις τον αγώνα ΚΑΙ τον δίνεις άφοβα! ΚΑΙ χωρίς κάτι να περιμένεις, ΚΑΙ χωρίς να χρειάζεσαι πολλούς, ΚΑΙ χωρίς να χρειάζεσαι εχέγγυα, ΚΑΙ χωρίς να σε νοιάζουν τα αποτελέσματα, ΚΑΙ χωρίς να βιάζεσαι να λευθερωθείς, ΚΑΙ χωρίς να κουράζεσαι, ΚΑΙ χωρίς να μετανιώνεις.

Υπάρχει η άσκεφτη παρόρμηση, η οποία σημαίνει ότι αποφασίζεις ενώ δεν έχεις δει σαν να τα έχεις πάθει όλα τα ενδεχόμενα, για να καταλάβεις αν μπορείς να τα σηκώσεις, ώστε να είσαι σίγουρος ότι μπορείς να την δώσεις την μάχη (και το ότι είναι λάθος φαίνεται από το αποτέλεσμα που φέρνει: αν πχ συλλάβουν τον άσκεφτο παρορμητικό θα.. «θέλει την μαμά του», ήτοι: θα φωνάξει τον σύλλογο που τον έβαλε να αγωνιστεί, για να τον σώσει.)
Και υπάρχει και η στρατηγική του δειλού, που ακριβώς επειδή έχει κάνει τις ανωτέρω ερωτήσεις στον εαυτό του και ανακάλυψε ότι δεν μπορεί να αγωνιστεί, γι’ αυτό χρειάζεται τους πολλούς. Κι αν οι πολλοί δεν συμφωνούν, δεν αγωνίζεται ούτε κι ο ίδιος. Με την φτηνή δικαιολογία (για τον εαυτό του): άχρηστος λαός, δεν αξίζει να αγωνιστείς γι’ αυτούς, η βολή μόνο τούς νοιάζει, ο καναπές τους, σιγά να μην ρισκάρω εγώ την ζωή μου ή ό,τι έχω παλέψει για να αποκτήσω, γι’ αυτούς τους ανίκανους*.

Κάτι θυμίζει, δεν μπορείς να πεις..

Για να πάρεις την απόφαση αν θα αγωνιστείς ή όχι, δεν χρειάζεται να συσκεφτείς με κανέναν! Θα δώσεις την μάχη με τον εαυτό σου, γιατί αυτός είναι που σου υποδεικνύει τι μπορείς και τι δεν μπορείς να κάνεις, κι αν κερδίσει η πλευρά που θέλει αγώνα, με όποιο κόστος, αγωνίσου. Αν κερδίσει η πλευρά που δεν θέλει να ρισκάρει την ζωή σου ή ό,τι άλλο έχεις παλέψει για να αποκτήσεις, τότε μείνε άπραγος. ΟΜΩΣ στην περίπτωση που μείνεις άπραγος δεν θα ρίχνεις τα βάρη σε κανέναν λαό! Θα το αναλάβεις αποκλειστικά και μόνο ΕΣΥ! Θα το πάρεις όλο πάνω σου, θα το σηκώσεις ολόκληρο μόνος σου, αφού ΔΙΚΗ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΙΛΟΓΗ, ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΡΙΣΚΑΡΕΙ, ΕΣΥ ΠΡΟΤΙΜΑΣ ΤΑ ΥΠΑΡΧΟΝΤΑ ΣΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΕΥΤΕΡΙΑ.
Κι αν ακόμη κι άλλοι πολλοί το ίδιο κάνουν, δεν σημαίνει ότι ΕΣΥ απαλλάσσεσαι από την ΔΙΚΗ ΣΟΥ, ΚΑΤΑ ΔΙΚΗ ΣΟΥ, ΑΤΟΜΙΚΗ επιλογή.


* Στο τμήμα, κάθε φορά που με συλλάμβαναν με ρωτούσαν: 1. Αν η φτώχεια με ανάγκασε να προβώ στην ενέργειά μου και 2. Πού ανήκω; Σε ποιο σύλλογο/ομάδα/κόμμα.
Ο λόγος που ρωτάνε αυτά τα δύο πράγματα είναι για να δουν αν αυτός στον οποίο απευθύνονται είναι συνειδητοποιημένος (με την μετάφραση του «συνειδητοποιημένος» που έκανα στην αρχή) πολίτης ή αν είναι έρμαιο και δειλός. Για να δουν πώς (ΑΝ) θα τον παλέψουν.
Μέχρι και οι μπάτσοι ξέρουν ότι αυτός που μπήκε σε ομάδα ΓΙΑ ΝΑ πάρει την απόφαση να παλέψει, το κάνει από δειλία.

γράφει η Στεφανία

Γείτονας με βρίσκει στο δρόμο και μου λέει «θα ήθελα να σου πω κάτι που μου έκανε ο γιος σου». Στο 99,9999% των περιπτώσεων ο «καταγγέλλων» στα χώνει «διακριτικά» και «ευγενικά», και αφού ολοκληρώσει τον «ευγενικό» του εξάψαλμο, σου λέει «μην το μαλώσεις όμως, παιδί είναι, και προπάντων μην του πεις ότι σου είπα τίποτα εγώ! δεν έχω τίποτα με το παιδί, το αγαπώ».

Κοίτα τώρα να δεις τι συμβαίνει σε αυτήν την περίπτωση. Ο γείτονας θέλει να βγάλει το άχτι του, αλλά επειδή είναι θρασύδειλος -δεν μπορεί να το αντιμετωπίσει κατά πρόσωπο-, γιατί θέλει να τον θεωρούν οι άλλοι καλό, αλλά και επειδή (ταυτόχρονα) δεν μπορεί να κρατήσει μέσα του το χτικιό του, βγάζει τα απωθημένα του στον γονιό.
Ο γονιός τώρα κοίτα τι παθαίνει. Την πληρώνει ΑΔΙΚΑ! Για μία πράξη που ο ίδιος δεν έκανε, κρίνεται σαν ο ίδιος να την έκανε, και ακόμα χειρότερα, επειδή πρόκειται και για πράξη άλλου, δεν μπορεί να την ΣΤΗΡΙΞΕΙ/ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΙ!! ΚΑΙ αδίκως δαρμένος, αλλά ΚΑΙ δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. Το επακόλουθο αυτού που παθαίνει ο γονιός: τιμωρεί ΔΙΣ το παιδί, που σημαίνει παραπάνω απ’ όσο φταίει.
Το παιδί τώρα κοίτα τι παθαίνει. Νιώθει μεγάλη ΑΔΙΚΙΑ. ΟΧΙ γιατί έφαγε διπλάσια τιμωρία από αυτή που του αναλογούσε, αλλά γιατί………….. ΔΕΝ ΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΤΟΥ! Και θα μου πεις πώς γίνεται να μην ευθύνεται αφού εκείνο την έκανε. Το ότι δεν ευθύνεται τού το υπέδειξε -σε ταμπέλα φωτεινή- ο γείτονας, επειδή τα έβαλε με τον γονιό του!!!! Και (+) του το επιβεβαίωσε ο γονιός επειδή συγκατένευσε!! Αυτό που τελικά νιώθει το παιδί είναι ότι αφού δεν ευθύνεται για την συμπεριφορά του, αφού ο γονιός φταίει για ό,τι εκείνο κάνει, αφού ευθύνεται ο τρόπος με τον οποίο εκείνος τον μεγαλώνει, τότε εκείνο γιατί την πληρώνει;;;; Ε; ε; ε; (Απάντα το.)
Το επακόλουθο αυτού που παθαίνει το παιδί είναι: όχι μόνο δεν συνετίζεται, αλλά κάνει όλο και χειρότερα πράγματα (και δη ΚΡΥΦΑ).

Πάνω σ’ αυτό το μετακύλισμα του τιμήματος βρίσκεται χτισμένο ολάκερο το οικοδόμημα της κοινωνίας μας σήμερα. (Η κατάφορη αδικία που ΟΛΟΙ σήμερα νιώθουμε προέρχεται από αυτό.)

Πάμε τώρα στην ευθύνη..
Την ώρα που θήλαζα, ο μπαμπάς της κόρης μου προσπαθούσε να μου διορθώσει την στάση που καθόμουν (μου σήκωνε λίγο πιο πάνω το λυγισμένο πόδι, τοποθετούσε πιο μπροστά το χέρι μου κλπ.), με ποια λογική, μπορείς να φανταστείς; Επειδή εκείνος λέει, μας βλέπει εξ αποστάσεως, κι άρα πιο ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ, και άρα μπορεί καλύτερα να καταλάβει, ότι δεν βολεύομαι ούτε εγώ όπως κάθομαι, αλλά ούτε και το μωρό.
Ερωτώ: Ποιος θα αποφασίσει πώς καλύτερα θα βολευτώ; Ποια αντικειμενικότητα θα μου πει πώς θα κάτσω για να καταφέρω να το ταΐσω, την ώρα που οι δικές μου θηλές σκίζονται και εγώ πρέπει να αντέξω τον πόνο για να καταφέρω να ταΐσω το παιδί μου; Αλλά και (+) ποιος θα αποφασίσει, και με ποια κριτήρια (τα αντικειμενικά ή τα του γούστου μου), από την στιγμή που εγώ είμαι αυτή που ΘΑ ΦΤΑΙΕΙ αν το παιδί μου μείνει νηστικό;
Αν εξ ολοκλήρου η κούραση, αλλά και εξ ολοκλήρου η ευθύνη φίλε μου είναι δική μου, τότε η ΜΟΝΗ που θα αποφασίσει με ποιον τρόπο θα θηλάσει, είμαι αποκλειστικά και μόνο εγώ.

(Σου φαίνεται ακραίο το παράδειγμα και δεν σε αφορά, δεν κάνεις δηλ. εσύ τέτοιες παρεμβάσεις; Θα φέρω ένα άλλο.)

Οδηγώ, σε περιοχή που δεν ξέρω. Ο συνοδηγός την ξέρει την περιοχή και με καθοδηγεί. Σε μία ανηφόρα -μπροστά μου τοίχος κι επιτρέπεται να στρίψω μόνο αριστερά-, μου λέει να στρίψω δεξιά, με το που στρίβω, λέει τώρα αμέσως αριστερά! Τραβάω χειρόφρενο, δεξιά δεν μου είπες; ρωτώ. Σου είπα, λέει, δεξιά, για να πάρεις ανοιχτά την ΑΡΙΣΤΕΡΗ στροφή……… 
(Η διαφορά τού «βοηθάω» από το «κάνω υποδείξεις»:) Η βοήθεια που μπορείς να προσφέρεις στον οδηγό είναι να του πεις ΠΟΥ θα στρίψει, και μόνο αν εκείνος στο έχει ζητήσει, όχι να του πεις ΠΩΣ θα οδηγήσει. Γιατί: 1. Ο οδηγός είναι αυτός που κουράζεται, που είναι στην τσίτα, για να σε πάει σώο και ασφαλή, εσύ, ο συνοδηγός, κάθεσαι χαλαρός και ρεμβάζεις από το παράθυρο. Μπορεί εσύ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ να πιστεύεις ότι έχεις καλύτερη θέαση από την μεριά που κάθεσαι, αλλά επειδή εκείνος κουράζεται, έχει το απόλυτο δικαίωμα να το κάνει με τον τρόπο που εκείνον βολεύει 2. Αν γίνει τροχαίο, ο οδηγός θα φταίει, εκείνος θα την πληρώσει, ακόμα κι αν έχει πεθάνει, δεν θα την πληρώσει ο συνοδηγός, επειδή δεν του είπε πώς να οδηγήσει σωστά!! Επειδή ακριβώς λοιπόν, δεν έχεις την ευθύνη, σού απαγορεύεται να έχεις και λόγο.
(Έχεις βέβαια επιλογή, να μην τον προτιμήσεις για οδηγό. Να πας μόνος σου ή με κάποιον άλλον που οδηγεί όπως σ’ εσένα αρέσει.)

Υπάρχει και μία ακόμη παράμετρος (και κλείσαμε). Έχω αποφασίσει να βάψω το σπίτι μου μόνη μου. Το να μου κάνεις υποδείξεις, ενώ εγώ ξεμασχαλιάζομαι, για το πώς σωστότερα θα ξεμασχαλιαστώ, δεν έχεις το δικαίωμα (πάρε και κάντο ΕΣΥ με τον τρόπο σου). Είπαμε γιατί: 1. Αν εγώ είμαι αυτή που κουράζεται, θα το κάνω με τον τρόπο τον πιο ξεκούραστο κατ’ εμέ (και ΟΧΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ), ΑΛΛΑ ΚΑΙ 2. επειδή κανείς, αφού τελειώσω, δεν θα πει ότι για τα λάθη που έχω κάνει «ευθύνεται ο τάδε, επειδή επενέβαινε».
Η παράμετρος που θέλω να προσθέσω είναι η εξής: Στην περίπτωση που είμαι επαγγελματίας βαφέας, κι έχω και 3 άτομα στην δούλεψή μου, έχω δικαίωμα ΝΑ ΤΟΥΣ ΥΠΟΔΕΙΞΩ τον τρόπο με τον οποίο θα βάψουν. Γιατί; Αν γίνει πατάτα, δεν θα κατηγορηθεί ο υπάλληλός μου…. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΙΟΣ ΚΟΥΒΑΛΑ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ!!!

(Σ’ αυτό το σημείο, και μετά τα βατά παραδείγματα, αναρωτήσου κατά πόσο βοηθάς τους γύρω σου -που αυτό θα σήμαινε και ότι θα τους ήσουν χρήσιμος- ή αν είσαι απλά ένας αχρείαστος υποδειξηματίας -αχρείαστος είναι ο υποδειξηματίας για ΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑ, όχι μόνο για τον γράφοντα.)

Τώρα που είπα «ευθύνεται ο τάδε»…
Μόνο μία φορά (στα 17 του χρόνια) μού είπε ο γιος μου «δεν φταίω εγώ μαμά, ο τάδε μου είπε...» Ήταν δεν ήταν 9 χρονών. Και δεν μου το ξαναείπε ποτέ έκτοτε γιατί κατάλαβε αυτό που του εξήγησα (το εξής απλό): Δεν επηρεάζεται ο άνθρωπος από κανέναν, από καμία συμπεριφορά, αν του ιδίου δεν του αρέσει. Γιατί νομίζεις ότι δεν επηρεάζεσαι από τον τάδε μαθητή που διαβάζει όλη μέρα; Από το ποιον θα επηρεαστείς, είναι κάτι που εσύ το διαλέγεις. Αυτό σημαίνει πως ό,τι κάνεις ΘΕΣ και το κάνεις, άρα είσαι υπεύθυνος, άρα λογοδοτείς, τις πράξεις σου εξολοκλήρου πάνω σου θα τις παίρνεις. (Και αυτό πάντα κάνει, ακόμα κι όταν εκείνος δεν εξ ολοκλήρου φταίει.)

Τον βοήθησε και μία άλλη «συμβουλή» (για να μάθει να κουβαλάει την ευθύνη του), η οποία σχετίζεται με το αρχικό παράδειγμα, του γείτονα.
Όταν άρχισε το «Στεφανία να σου πω τι έκανε ο γιος σου..» απάντησα (πριν προλάβει να μου πει τι έκανε):  Σε μένα θα λες τα παράπονά σου για κάτι που εγώ σου έκανα. Αν κάτι σου έκανε ο γιος μου, σε εκείνον θα το πεις. (Πάντα σε όλους αυτό λέω, ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ στους καθηγητές του, από όταν πήγαινε ακόμα γυμνάσιο. Κάθε φορά μού απαντούν τα ίδια οι καθηγητές/νουθετιστές: 1. δεν γίνεται να είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του στην ηλικία του και 2. εγώ ευθύνομαι για ό,τι κάνει, και γενικά για όλη την συμπεριφορά του. Όλα τα χρόνια, και για κάθε «αταξία» του γιου μου. Και εξακολούθησε το ίδιο βιολί και στο λύκειο. Και είναι μορφωμένοι αυτοί κι εγώ η αμόρφωτη. Και μετά αναρωτιέστε…. τις πταίει....)

Αλλά επειδή το θέμα μου στην προκειμένη δεν είναι οι νουθετιστές, ξαναγυρνάω στον γιο μου. Μετά την στιχομυθία με τον γείτονα, πήγα και τον ΚΑΡΦΩΣΑ στον γιο μου! Του είπα ότι ο τάδε γείτονας με κάλεσε για να μου παραπονεθεί, και στο καπάκι του λέω ότι δεν τον άφησα να μου πει τι έκανες, παρά του απάντησα κλπ (τα ανωτέρω). Με κοίταξε έκπληκτος (κυρίως επειδή δεν ενδιαφέρθηκα να μάθω τι σκανταλιά έκανε). Στο καπάκι του λέω: Αυτό συνηθίζει να κάνει ο κόσμος, δεν τα βάζει με όποιον πραγματικά τού δημιουργεί πρόβλημα, αλλά με αυτόν που αν το μάθει θα στεναχωρηθεί πολύ, για να τιμωρήσει εκείνος, και μάλιστα εις διπλούν, αυτόν που κάποιον άλλον πείραξε. (Αυτό το πολύ απλό, καταφάνερο πράγμα, το κατάλαβε ο γιος μου κι έγινε υπεύθυνος -όχι από φόβο αλλά από επιλογή-, κι ενώ ήταν δεν ήταν 9 ετών.)

Να πω και κάτι αστείο (ευχάριστο διάλειμμα). Η κόρη μου, είναι 2 χρονών και προσπαθεί να βάλει τα τακούνια μου (την βλέπω εγώ, τρέχουν τα σάλια μου), αφού τα βάλει και σταθεί όρθια, θέλει να προχωρήσει και μου απλώνει τα χέρια για να την κρατάω. Όχι, της λέω κοριτσάκι μου, αν θέλεις τακούνια πρέπει και να μπορείς να τα φοράς. Αν δεν μπορείς, ΑΛΛΑΞΕ ΘΕΛΩ!!!!!

Κι αυτό φίλε μου είναι το αντίστροφο της ευθύνης, που φέρνει την μεγαλύτερη σαθρότητα. Αν θέλεις κάτι πρέπει και να το μπορείς!!!!! ΜΟΝΟΣ ΣΟΥ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΕΙΣ!!! Όχι να σου κρατάει κάποιος το χεράκι!!!! Αν πας να το κάνεις και καταλαβαίνεις ότι δεν μπορείς, απλά ΑΛΛΑΞΕ ΘΕΛΩ φίλε μου!! Δεν γίνεται να θέλουμε μόνο, πρέπει και να μπορούμε. Κι εγώ θέλω να γίνω πιλότος, μπορώ; Δεν μπορώ!!! Δεν έχω λοιπόν το δικαίωμα να συνεχίσω να το θέλω.

(Σκέψου πόσες ευθύνες που δεν ήταν δικές σου κουβάλησες, χωρίς να θες, και πόσες άλλων κουβάλησες ηθελημένα ενώ δεν έπρεπε.. Αυτό το αντίστροφο που τηρείται ως σωστό -θέσφατο/καθεστηκυία τάξη- είναι το χειρότερο των κακών, το γιατί θα φανεί παρακάτω...)  

Αν κάνεις τώρα πρόσθεση: το πρόβλημα από την μετακύληση του τιμήματος +  το πρόβλημα από την μη ανάληψη της ευθύνης + την αντίστροφη ανάληψη ευθύνης, το άθροισμά τους (=) θα σου δώσει το μέγεθος της αχρειότητας/φαυλότητας του καθενός. (Αχρείος/φαύλος. Για το αχρείος γράφει το λεξικό: εξαιρετικά βαρύς χαρακτηρισμός για άνθρωπο του οποίου η συμπεριφορά είναι αισχρή, ανήθικη, ανέντιμη. Και για το φαύλος: που δεν διαθέτει ήθος, ακεραιότητα, που είναι αχρείος, διεφθαρμένος.)

Ας πούμε τώρα, ότι ο δημόσιος υπάλληλος (δεν είναι μόνο οι δημόσιοι υπάλληλοι, ούτε όλοι, φαύλοι, τους χρησιμοποιώ ως παράδειγμα για να μην χρειαστεί να μιλήσω πολύ επεξηγώντας). Πες λοιπόν πως ο δημόσιος υπάλληλος γλιτώνει τίμημα και ευθύνη Ψ αριθμό, και ότι ο αριθμός Ψ βρίσκεται σε συνάρτηση με τον βαθμό που βρίσκεται στην ιεραρχία (όσο πιο χαμηλό βαθμό, τόσο μικρότερος ο αριθμός), αυτό σημαίνει/συνεπάγεται ότι αν κάποιος είναι Ψ = 1 θα γίνει φαύλος Ψ 10. Βάλε το ανάλογο νούμερο όσο ανεβαίνεις βάθρο, μέχρι να φτάσεις στους προδότες, για να βρεις το επίπεδο της αχρειότητας.

Και για το γεγονός ότι οι προδότες είναι οι αχρειότεροι  των αχρειότερων δεν ευθύνεται το ότι πιάνουν ταβάνι (δεν έχουν άλλον πάνω τους), αλλά επειδή 1. έχουν το δικαίωμα σε ΑΠΟΛΥΤΟ βαθμό (πάνω από οποιονδήποτε άλλο) ποτέ να μην φταίνε (ας μην μας ψήφιζες),  επειδή 2. έχουν το δικαίωμα σε ΑΠΟΛΥΤΟ βαθμό (πάνω από οποιονδήποτε άλλο), να αποφασίζουν αντί για σένα, χωρίς να σε λαμβάνουν υπόψη (την αντίστροφη ευθύνη δηλ.), ΚΑΙ 3. επειδή μπορούν ποτέ να μην την πληρώνουν! (ασυλία) 

Πιστεύεις ότι πρέπει, ή δεν είναι απαραίτητο, να έχει κάποιος παιδί για να έχει βαρύτητα η άποψή του, ούτως ώστε να ληφθεί υπόψη από μένα η γνώμη του, για να μου ‘ρθει να ψάξω μέσα σ’ αυτήν να βρω αυτό που δεν βλέπω;
Θα έπρεπε, ή όχι, να έχει κάποιος σηκώσει το βάρος της ευθύνης ενός άλλου ανθρώπου, που εξαρτάται αποκλειστικά και μόνον από εκείνον, για να έχει άποψη πάνω στο συγκεκριμένο θέμα;
Θα έπρεπε ή όχι να ξέρει, από ιδία πείρα, τι βάρος έχει αυτό το είδος ευθύνης, αν γονατίζει τον άνθρωπο και πόσο;
Μπορεί, αν το είχε σηκώσει να το έβρισκε ελαφρύ (δεν παθαίνουν όλοι ό,τι εγώ όταν κάνουν παιδιά), αλλά δεν θα έπρεπε να το έχει πάθει/πράξει πριν σκεφτεί να με βοηθήσει να δω εγώ αυτό που δεν βλέπω;
Μπορεί η θεωρία να σταθεί χωρίς την πράξη;

Είναι δύσκολο να καταλάβει ο άνθρωπος. Ακόμη κι αυτός που νιώθει έντονα και ταυτόχρονα τα βιώνει (εξίσου έντονα), ακόμη και γι’ αυτόν είναι απαραίτητος ο χρόνος και χρειάζεται να λιώσει από το πάθημα για να καταφέρει κατιτίς να δει.

(Υπάρχει λόγος που το θέτω, κι αυτός φυσικά δεν αφορά μόνο το συγκεκριμένο ζήτημα αλλά τα πάντα, πάω σε κάτι πολύ συγκεκριμένο:) Αν όλες μου τις προτροπές για αγώνα, όλα τα «κηρύγματα» που συνέχεια κάνω, αν δεν τα είχα πράξει εγώ πρώτα, δεν θα τα έλεγες απλώς εξυπνάδες; Δεν θα σκεφτόσουν ότι κάνω τον μάγκα από τον καναπέ μου; Ότι δεν έχει καμία εγκυρότητα αυτό που προτείνω, διότι εγώ πρώτη δεν το έχω εφαρμόσει; Μπορεί κάποιος να προτείνει λύση (ή να συμβουλέψει) για κάτι που ο ίδιος δεν έχει βιώσει/εφαρμόσει; Μπορεί να έχει άποψη αυτός που εκ του ασφαλούς το εξετάζει; (Τώρα που είπα εκ του ασφαλούς, να πω κάτι για τους φίλους μας τους αριστερούς. Λίγο πριν αρχίσει το ξύλο από τα ματ οι αριστεροί φεύγουν. Αν τους ρωτήσεις γιατί ξέρεις τι θα σου πουν; Αυτό που τους έμαθαν με την κασέτα: Αυτοί -οι αριστεροί- δεν πρέπει να πάθουν κάτι, η πλέμπα πρέπει να θυσιαστεί, αυτοί πρέπει να παραμείνουν σώοι για να φτιάξουν την μετά εποχή!!! Αχαχαχααχα)

Στο θέμα μας (μετά το ευχάριστο διάλειμμα). Όποιον λοιπόν και να ρωτήσεις (πρώτα τον εαυτό σου), κανείς δεν θα σου πει ότι θεωρεί έγκυρη την άποψη αυτού που κοιτάζει το όποιο θέμα εξ αποστάσεως και εκ του ασφαλούς.

Πάμε σ’ ένα επόμενο… (θα συμπληρωθούν από μόνα τους στο τέλος)

Όταν εξέφρασα το πρόβλημά μου, όλοι οι φίλοι έσπευσαν για βοήθεια, να μου πουν την γνώμη τους για το ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑ. Πολύ χάρηκα και τους ευγνωμονώ, αλλά δες κάτι πονηρό και τρισάθλιο που υποβόσκει… Ενώ ολόκληρο το κείμενο αναφέρεται στα προβλήματα που σχεδόν όλοι αντιμετωπίζουν και μία μικρή παράγραφος αναφέρεται στο δικό μου, όλη η συζήτηση στο δικό μου στάθηκε. Θα πεις πού το κακό;  Με νοιάζονται και μ’ αγαπάνε οι φίλοι μου και θέλουν να λυτρωθώ. Το ύπουλο κακό που υποβόσκει είναι ότι παρασύρεται πολύ εύκολα ο άνθρωπος στο να κοιτάξει για να βρει την λύση για του άλλου το πρόβλημα, κι όχι του δικού του. Κι ενώ η απάντηση που θα προέκυπτε, καθώς αναλύαμε το δικό μου πρόβλημα, θα είναι η ίδια για το τελείως διαφορετικό πρόβλημα του καθενός άλλου, ο άλλος ΔΕΝ χρησιμοποιεί την συζήτηση με σκοπό να βρει την λύση του δικού μου προβλήματο, πολύ σωστά (πολύ σωστά διότι επειδή δεν τον βάλει μπορεί να διακρίνει καλύτερα), και/για να αμέσως μετά, την λύση αυτή που βρέθηκε να την χρησιμοποιήσει για να σωθεί από το δικό του πάτωμα!! Αντ’ αυτού συνεχίζει να καίγεται για του αλλουνού.. (Κι εδώ είναι η παγίδα: Όταν «σώνεις» κάποιον άλλον νιώθεις καλά μέσα σου, και αυτή η ικανοποίηση θα σε κάνει να αντέξεις, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΛΥΣΕΙΣ, κάμποσο καιρό ακόμα, το δικό σου πάτωμα.)

Ένα τρίτο και τελευταίο… (και έρχεται η ολοκλήρωση)
Έχει να κάνει με την μονομερώς εστιασμένη οπτική. Το δικό μου πρόβλημα μού το δημιουργεί είπαμε το παιδί. Εσύ το βλέπεις το απλούστερο των προβλημάτων, γιατί εσύ δεν πάσχεις σ’ αυτό το θέμα! Η λύση δε που θα μου προτείνεις είναι τόσο κουφά απλή στα μάτια σου, που με περνάς και για χαζή που δεν την βλέπω! Είναι το ίδιο όπως όταν εγώ συνομιλώ με κάποιον που δεν αντιδρά στην προδοσία και σκέφτομαι (και του τα λέω και φωναχτά, μπρος στην μούρη του) «καλά δεν σε πνίγει το άδικο, δεν σου έρχεται να πάθεις εγκεφαλικό, μα καλά δεν κυλάει αίμα μέσα σου; Κάτσε να το υποστείς τότε και μην διαμαρτύρεσαι!!!»

Όχι έτσι φιλαράκο μου, δεν θα κάνουμε έτσι συζήτηση προόδου.
Αν το πρόβλημα που σε καθηλώνει έχει να κάνει με τον αγώνα, δεν θα έχω την δική μου οπτική για τον αγώνα, που για μένα αυτό δεν είναι πρόβλημα!!! είναι το ευκολάκι μου!! Θα βάλω στο μυαλό μου το άλλο που εγώ έχω, αυτό που εμένα καθηλώνει, που εμένα κάνει κότα, και βάσει αυτού θα σου προτείνω λύση (αν έχω να σου προτείνω φυσικά, γιατί αν την είχα θα την έδινα και στον εαυτό μου!!!). Όχι ευκολάκι με δυσκολάκι λοιπόν, δυσκολάκι με δυσκολάκι να τα βάζουμε κάτω να τα ψάχνουμε.

(Υπό αυτές τις προϋποθέσεις θα προόδευε η όποια συζήτηση και κανείς δεν θα πάθαινε εγκεφαλικό.)