Articles by "Ιστορικά θέματα"
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορικά θέματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Ένας δικτάτορας διαμένει στη βίλα του Ωνάση με την «ευγενική χορηγία» ... της ΔΕΗ. Ένα «ιερό» Ταμείο αφήνει εκατοντάδες εκατομμύρια δραχμών να «αναληφθούν εις τους ουρανούς», ή μάλλον να παραληφθούν από «εθνοσωτήρες» κολλητούς. Μια αμερικανική εταιρεία καμαρώνει επειδή εισπράττει άφθονα χρήματα του ελληνικού κράτους, χωρίς να κάνει απολύτως τίποτε.

Ελληνικές τράπεζες χρηματοδοτούν την «κατασκευή» τρακτέρ στη Θεσσαλονίκη, αλλά αυτά εισάγονται από την Αυστρία! Μαύρα κρέατα κατακλύζουν για δυο - και πλέον- χρόνια την αγορά. Τα θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα τετραπλασιάζονται, τα βιομηχανικά κέρδη πολλαπλασιάζονται, η φορολογία των πλοιοκτητών σχεδόν εκμηδενίζεται. Η «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών», γράφει, όντως, ιστορία...

Την οικονομική, εισοδηματική και κοινωνική πολιτική της χούντας, από την «επίπλαστη ευημερία» του 1967-71 έως την πλήρη απομυθοποίηση του 1973-74, εξετάζει ο Διονύσης Ελευθεράτος στο νέο του βιβλίο. Σε αυτό «παρελαύνουν», όχι μόνο εύγλωττα στατιστικά στοιχεία, αλλά και σκάνδαλα όλων των ειδών, ιλιγγιώδη «θαλασσοδάνεια», κερδισμένοι και χαμένοι, «τζάκια» και «καμένοι». Συμβάσεις που κάνουν τη λέξη «χαριστική» να ηχεί ανεπαρκέστατη. Nομοθετήματα και εξαγγελίες που θαρρείς πως αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης της εργασιακής «τάξης πραγμάτων» την οποία γνώρισε - δεκαετίες αργότερα- η Ελλάδα των Μνημονίων.

«Παρελαύνουν», επίσης, λόγια και γραπτά των ίδιων των κορυφαίων στελεχών του καθεστώτος. Βιτριολικές επιστολές προς τον Γ. Παπαδόπουλο, «αλληλομαχαιρώματα» και καταγγελίες, εκθέσεις της ΚΥΠ που «φακέλωνε» τους πρωταγωνιστές του ατελείωτου γλεντιού των «δανεικών κι αγύριστων» - τόσο τους δότες, όσο και τους παραλήπτες. Κι ακόμη, διενέξεις των οικονομικών «εγκεφάλων» της δικτατορίας, για το τι έφταιξε που θρυμματίστηκε το πολυδιαφημισμένο - από τους ίδιους- «θαύμα», προτού καν καταφθάσει στην Ελλάδα το μεγάλο ωστικό κύμα της διεθνούς κρίσης του 1973.

Μια έρευνα με έντονο άρωμα εποχής και συγκρίσεις των «αμέσως πριν» με τα «αμέσως μετά», μια διεισδυτική ματιά στα οικονομικά της δικτατορίας, με τρόπο που λαμβάνει υπόψη τις «συντεταγμένες» της σύγχρονης εποχής, αλλά και πολλούς από τους «πάγιους» ακροδεξιούς μύθους για την περίοδο εκείνη. 

Λαμόγια στο χακί

Διονύσης Ελευθεράτος : Οικονομικά ''θαύματα'' και θύματα της χούντας, εκδόσεις Τόπος, Σελ.: 336, Σχήμα: 17 x 24, ISBN: 978-960-499-130-3

To γνωστό πολύ καλό free-press περιοδικό της Θεσσαλονίκης Parallaxi, ζήτησε από πέντε Θεσσαλονικείς να θυμηθούν τη μέρα που 50 χρόνια πριν η Δικτατορία επιβλήθηκε στη χώρα. Η Αλέκα Γερόλυμπου, ο Σπύρος Κουζινόπουλος, η Όλγα Τριαρίδου, η Ελένη Χοντολίδου και ο Απόστολος Παπαγιαννόπουλος θυμούνται όσα έζησαν στη Θεσσαλονίκη εκείνη τη μέρα που το ημερολόγιο έγραφε 21 Απριλίου 1967.


Τον Απρίλη του 1967

της Όλγας Τριαρίδου, δικηγόρου, συζύγου του Ντίνου Τριαρίδη

Τον Απρίλη του 1967 τον χαρακτήριζε ο έντονος προεκλογικός αγώνας για τις επερχόμενες εκλογές και η επίσης έντονη φημολογία για επιβολή δικτατορίας από τους στρατιωτικούς.

Εκείνη την εποχή μια ομάδα φίλων, με σφυρηλατημένη την φιλία μας στους φοιτητικούς αγώνες του 114 και του 15% για την παιδεία, καθώς και στους δύο ανένδοτους αγώνες του Γέρου της Δημοκρατίας, βγάζαμε, με εμπνευστή της προσπάθειας τον Ντίνο Τριαρίδη, την εφημερίδα «Νέα Γενιά», όπου με αλλαγή των εσωτερικών σελίδων για τα τοπικά νέα, κυκλοφορούσε στο Κιλκίς, την Πέλλα, την Πιερία, την Ημαθία, με υπεύθυνους αντίστοιχα τον Ντίνο Τριαρίδη, τον Γιώργο Σιδηρόπουλο, τον Τάσο Τερζή, τον Γ. Μπρουσκέλη.

Μακρακώμη 1971 

Η «Νέα Γενιά», εξαιρετικά αξιόλογη για τοπική εφημερίδα, έβγαινε με ελάχιστα οικονομικά, ατελείωτες ώρες δουλειάς από όλους μας και απέραντο ενθουσιασμό. Στο τύπωμα μας βοηθούσε ο φίλος Βαγγέλης Παγανός, λινοτύπης στην εφημερίδα «Μακεδονία».

Τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου, βγαίνοντας ο Βαγγέλης από το τυπογραφείο της «Μακεδονίας» στην Τσιμισκή, βρέθηκε μπροστά στα τανκς με τον φοβερό θόρυβο των ερπυστριών μέσα στην ησυχία της νύχτας. Έντρομος, μπήκε ξανά στην εφημερίδα και μας τηλεφώνησε. Σηκώνοντας το ακουστικό, ο Ντίνος τον άκουσε να λέει «Ντίνο, 4η Αυγούστου, 4η Αυγούστου» και έκλεισε.

Λίγες στιγμές σιωπής μέχρι να συλλάβει το νόημα του τηλεφωνήματος και μετά –σαν να τον βλέπω ακόμη τώρα– χτυπώντας με την παλάμη το μέτωπο «το κάνανε το πραξικόπημα».

Φουρνάς 

Πόσο δύσκολο η φήμη να γίνεται πραγματικότητα.

Ανταλλάξαμε πέντε κουβέντες και εγώ μεν έμεινα στο σπίτι, άμαχος πληθυσμός πλέον –ο Θανάσης βρέφος δέκα μηνών και ο Στέφανος κυοφορούμενος στον έβδομο μήνα– ο δε Ντίνος έφυγε με άγνωστη κατεύθυνση για να ενωθεί με τον λαό που θα αντιδρούσε στο πραξικόπημα βγαίνοντας στους δρόμους κατά χιλιάδες όπως ήλπιζε ο Ανδρέας. Τέτοια αντίδραση εκείνο το βράδυ δεν υπήρξε, ούτε τα επόμενα.

Ο κόσμος μουδιασμένος και σοκαρισμένος περίμενε. Έτσι, ύστερα από τρεις μέρες άκαρπης αναμονής για ευρύτερο ξεσήκωμα και αφού πολλά εσωτερικά θέματα βρήκαν λύση – διασφάλιση των αρχείων της ΕΔΗΝ, φυγάδευση του Αντώνη Λιβάνη στην Αθήνα, αποστολή του πρώτου αντιστασιακού μηνύματος στην εφημερίδα «Δημοκρατία» στη Γερμανία, δημιουργία της ΣΕΑΔΑ (Συντονιστική Επιτροπή Αντιδικτατορικού Αγώνα) κλπ κλπ, επέστρεψε στο σπίτι μας και αρχίσαμε να ζούμε το βαρύ κλίμα της επταετίας.




Από τις σημειώσεις μιας φοιτήτριας της αρχιτεκτονικής, αρχές Μαίου 1967

της Αλέκας Καραδήμου-Γερόλυμπου, Αρχιτέκτονα πολεοδόμο, Καθηγήτριας στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων,. Α.Π.Θ.

Πέμπτη 20 Απριλίου 1967, ετοιμάζομαι για το μάθημα της Παρασκευής, τελευταίο πριν από το Πάσχα. Δεν είμαι ευτυχής, δεν συνεννοούμαι καλά με τον διδάσκοντα και δεν θέλω να πάω στο Πολυτεχνείο. Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα μου τηλεφωνεί η φίλη μου η Νίνα. Ήταν έξω με παρέα και επιστρέφει με τα πόδια στο σπίτι της στο κέντρο. Πολλή φασαρία στους δρόμους από στρατιωτικά JMC. Τι να συμβαίνει άραγε; Λες να ήρθε αυτό που τόσον καιρό φοβόμασταν;


Από τα πολλά που άλλαξαν, μια ανάμνηση πάντοτε μου έρχεται στο μυαλό όταν μιλούμε για την χούντα. Με την επιστροφή στα μαθήματα μετά από την Δευτέρα του Θωμά, η οικειότητα με τους χώρους των σπουδών μας έχει εξαφανιστεί. Πριν, μπορούσες να μπαίνεις μέσα στα φωτισμένα κτίρια όποια ώρα της μέρας ή της νύχτας, από ορθάνοιχτες πόρτες και παράθυρα, και να δουλεύεις μόνος ή με παρέα, σωπαίνοντας, μιλώντας, τραγουδώντας…

Όπως στο σπίτι σου

Τώρα τα φώτα σβήνουν, τα παράθυρα του ισογείου κλειδώθηκαν, οι πόρτες έχουν κλείσει και μια μόνον είναι ανοιχτή, η κεντρική. Οι χώροι έχουν γεμίσει θυρωρούς γνωστούς και άγνωστους , που στέκουν αμίλητοι σε κάθε γωνία, πέρασμα, ασανσέρ. Στο κάποτε θορυβώδες κυλικείο με τις έντονες συζητήσεις, επικρατεί σιγή. Λιγοστοί φοιτητές παίρνουν βιαστικά τα σάντουιτς από τους τρεις αναπήρους πολέμου διαχειριστές του και απομακρύνονται. Μάταια αυτοί αγωνίζονται να ανοίξουν κουβέντα.

Αλλά το σημαντικότερο ζήτημα είναι ότι ο χώρος δεν είναι οικείος, δεν βοηθάει τις συναντήσεις, τις συνεργασίες, την συναδελφικότητα. Στην τάξη πολλά σχεδιαστήρια είναι άδεια και θα μείνουν έτσι. Οι συμφοιτητές μας έχουν εξαφανιστεί. Κρύβονται; Συνελήφθησαν; Τους έστειλαν στα νησιά; Η έγνοια και ο φόβος για την τύχη τους μας γεμίζουν αγωνία. Κυρίως όταν θυμόμαστε ότι ο συμφοιτητής μας και μόλις διορισμένος από την χούντα πρόεδρος της τάξης, χασκογελούσε δείχνοντάς μας ένα περίστροφο κάτω από το σακάκι του.



Πώς έζησα την πρώτη ημέρα της δικτατορίας

του Σπύρου Κουζινόπουλου, δημοσιογράφου-συγγραφέα

Πενήντα χρόνια από το πραξικόπημα της χούντας των συνταγματαρχών, στις 21 Απριλίου 1967. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς από μία μαύρη ημέρα που τον σημάδεψε βαθιά για όλη την υπόλοιπη ζωή του!!

Ξυπνάω έντρομος από τα παρατεταμένα κουδουνίσματα, τα δυνατά χτυπήματα στην πόρτα και τη φωνή «Σπύρο ξύπνα, Σπύρο ξύπνα». Με την τσίμπλα ακόμη στα μάτια, διαπιστώνω ότι η ώρα είναι γύρω στις 5:30 το πρωί και έξω είναι ακόμη σκοτάδι. Ανοίγοντας την εξώπορτα της γκαρσονιέρας στην οποία διέμενα, στην οδό Κύπρου, περιοχή Σχολής Τυφλών, βλέπω έκπληκτος τον εξάδελφο μου Μόρφη Στεφούδη, να με προτρέπει κουνώντας το δεξί χέρι: «Ντύσου γρήγορα και πάμε να φύγουμε, έγινε πραξικόπημα».

Με τον Μίκη Θεοδωράκη στις Σέρρες, δυόμισι χρόνια πριν το πραξικόπημα της χούντας, 
Β΄ Γραμματέας της Νεολαίας Λαμπράκη Σερρών, αν και μαθητής γυμνασίου ακόμη 

Ήταν λίγους μήνες πριν που είχα έρθει στη Θεσσαλονίκη από τις Σέρρες και εργαζόμουν στην εβδομαδιαία εφημερίδα της αριστεράς «Μακεδονική Ώρα», κάνοντας ελεύθερο ρεπορτάζ ενώ παράλληλα είχα συνδεθεί με τη Νεολαία Λαμπράκη, της οποίας ήμουν στέλεχός της στο νομό Σερρών, από την πρώτη ημέρα της δημιουργίας της.

Όση ώρα προσπαθούσα να φορέσω ρούχα και παπούτσια, άρχισε να μου εξηγεί ότι είχε πάει γύρω στις 4,30 το πρωί, όπως κάθε μέρα, στο Σιδηροδρομικό Σταθμό για να πάρει το αστικό λεωφορείο προκειμένου να μεταβεί στην περιοχή «151», στις εγκαταστάσεις της εφημερίδας «Νέα Αλήθεια» όπου εργαζόταν ως πιεστής. Κι όταν στο Σταθμό είδε να είναι περικυκλωμένος από τανκς και πάνοπλους στρατιώτες, κατάλαβε ότι κηρύχτηκε δικτατορία. Κάνοντας δε οτοστόπ, κατάφερε να έρθει ως εμένα.

«Κάνε όσο πιο γρήγορα μπορείς, γίνονται σε όλη την πόλη συλλήψεις, μπορεί να έρθουν κι’ εδώ». Είναι αλήθεια ότι άργησαν. Και όπως με πληροφόρησε αργότερα ο θυρωρός της πολυκατοικίας, είχαν πάει και με ζητούσαν γύρω στις 10 το πρωί

Σε λίγα λεπτά, ήμασταν μεν στο δρόμο, άρχιζε όμως το μεγάλο βάσανο σχετικά που θα πάμε να κρυφτούμε. Θυμήθηκα ότι σε κοντινή απόσταση, έμενε μία συμπατριώτισσά μου φοιτήτρια του Οικονομικού. Όταν της χτύπησα την πόρτα, προθυμοποιήθηκε να μας φιλοξενήσει για δύο εβδομάδες, καθώς την ίδια ημέρα, τόσο η ίδια, όσο και οι άλλες δύο συγκάτοικοί της θα έφευγαν για τα σπίτια τους για να κάνουν Πάσχα, καθώς η μέρα που επιβλήθηκε η δικτατορία, ήταν Παρασκευή, παραμονή του Λαζάρου και έκλεινε το Πανεπιστήμιο.

Περιττό να πω ότι εκείνο το συμπαθητικό διαμέρισμα φιλοξένησε από το ίδιο βράδυ πάνω από δώδεκα καταζητούμενους από την Ασφάλεια του καθεστώτος αγωνιστές. Ενώ απερίγραπτος ήταν ο πόνος, όταν καταφέρνοντας κάποια στιγμή να μιλήσω στο τηλέφωνο με τον πατέρα μου, με πληροφόρησε ότι είχαν συλλάβει τη μητέρα μου την οποία στη συνέχεια εξόρισαν στη Γυάρο επί εννέα μήνες, κι αυτό εξαιτίας ενός… τυπολάτρη διοικητή του Τμήματος Ασφαλείας Σερρών: Είχε ο άνθρωπος στα χέρια του μία λίστα με 283 ονόματα αριστερών του νομού που έπρεπε να συλλάβει με βάση το σχέδιο «Προμηθεύς». Και όταν πήγαν όργανά του στο σπίτι μου για να με συλλάβουν και η μάνα μου τους είπε ότι διαμένω πλέον στη Θεσσαλονίκη, για να μη μείνει η λίστα τους λειψή, συνέλαβαν και εξόρισαν την πολυβασανισμένη στη ζωή της κυρά-Μεταξία.

Αυτά για την εμπειρία μου από την πρώτη μέρα της δικτατορίας στη Θεσσαλονίκη. Τα υπόλοιπα για τα εφτά μαύρα χρόνια που ακολούθησαν, την παρανομία, τη σύλληψη κάποια στιγμή, τον εγκλεισμό στα κρατητήρια της Εθνικής Ασφάλειας, στην οδό Βαλαωρίτου, τη φάλαγγα, τις παρακολουθήσεις και τον κατατρεγμό, ίσως μια άλλη φορά.



Αναμνήσεις από τη δικτατορία

της Ελένης Χοντολίδου, Αναπληρώτριας Καθηγήτριας Σχολικής Παιδαγωγικής και Λογοτεχνικής Εκπαίδευσης στη Φιλοσοφική του ΑΠΘ




Εδώ τα τρυκάκια της Εριφύλης. Περήφανη για την αδελφούλα μου. 

Είμαι στην Ε΄ Γυμνασίου. Η αδελφή μου έρχεται στο σπίτι να πάρει ρούχα. Είναι στην κατάληψη της Πολυτεχνικής. Ο πατέρας μου της απαγορεύει να επιστρέψει με πλήρη αποτυχία. Αφού φύγει με κοιτάει με μάτια που δεν θα ξεχάσω ποτέ και μου λέει: «ήμουν υποχρεωμένος να το κάνω, αλλά είμαι περήφανος που το κάνει».


Η Εριφύλη ήταν στην Επιτροπή Επικοινωνίας. ΄Εγραφε τρυκάκια με τα καθαρά γράμματά της και μίλησε με τον Θεοδωράκη. Γύρισε χαράματα μετά την εκκένωση. Τρίτη πρωί ήρθαν δύο «κύριοι» να την πάρουν. Νομίζω ότι είναι ο υδραυλικός που περιμένουμε! Η Εριφύλη μάζεψε τα πράγματά της και πολύ ψύχραιμα άνοιξε την πόρτα και έφυγε. Εγώ αισθάνομαι έναν πόνο στην καρδιά. Της είπαν να κατεβεί περπατώντας να μη δει η γειτονιά ότι τη μάζεψε η ασφάλεια!

Δεν το είπα στους γονείς μου. Πήγα στο σχολείο όπου η συμμαθήτριά μου Σοφία Γιαννούση μου εξηγούσε πώς θα της κάνουν φάλαγγα εκείνη την ώρα. Η Σοφία λόγω Νάκου τα ήξερε αυτά… Δεν νομίζω ότι παρακολούθησα μάθημα.

Η Εριφύλη δεν βασανίστηκε σωματικά, ευτυχώς. Της έδειξαν πρησμένα πόδια παιδιών από το Πολυτεχνείο, κατάλαβαν ότι δεν είναι οργανωμένη, της πήραν το διαβατήριο.

Γυρνώντας από το σχολείο τη βρήκα σπίτι. Ο πατέρας μου που ειδοποιήθηκε να την παραλάβει (όπου του διάβασαν και τον δικό του μικρό φάκελο) με μάλωσε που δεν τους ειδοποίησα.



…. Ένα μπουρίνι και οι λεύκες έσωσαν τη Νέα παραλία

του Απόστoλου Παπαγιαννόπουλου ιστορικού – συγγραφέα

Βρισκόμαστε στο καλοκαίρι του 1969 και στο Διοικητήριο πραγματοποιείται μία από τις γνωστές «συσκέψεις» των τοπικών φορέων της Θεσσαλονίκης υπό την προεδρία του Στυλιανού Παττακού, αντιπροέδρου τότε και υπουργού Εσωτερικών της κυβέρνησης Γ. Παπαδόπουλου. Αντικείμενο της σύσκεψης ήταν η πορεία του έργου της κυβέρνησης της «Εθνοσωτηρίου Επανάστασης της 21ηςΑπριλίου». Δήμαρχος Θεσσαλονίκης ήταν τότε ο Αλέξανδρος Κωνσταντινίδης, συνταξιούχος υπάλληλος του Δήμου διορισμένος από την κυβέρνηση των συνταγματαρχών. Τον δήμαρχο συνόδευε και ο υποφαινόμενος προϊστάμενος τότε στις Τεχνικές υπηρεσίες του Δήμου αρμόδιος για πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά θέματα στην πόλη και ο τότε προϊστάμενος των Κήπων. Μόλις τελείωσε η σύσκεψη, όπου βέβαια όλα ο Παττακός τα βρήκε … θαυμάσια, με εντολή του μία πομπή από καμιά εικοσαριά μαύρες λιμουζίνες με επικεφαλής αυτή του αντιπροέδρου της κυβέρνησης κατευθύνεται και φτάνει στο ανεγειρόμενο τότε ξενοδοχείο «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΠΑΛΛΑΣ» στη μπαζωμένη επέκταση της Νέας παραλίας για αυτοψία.


Η περιοχή λίγο προτού ξεκινήσει η ανέγερση του ξενοδοχείου «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΠΑΛΛΑΣ» 

Η πέριξ του ξενοδοχείου έκταση προοριζόταν από την Εφορία Δημοσίων Κτημάτων ως τα «κοτόπουλα» και τον Ιστιοπλοϊκό όμιλο να μετατραπεί σε οικόπεδα και να πουληθεί παρά τις αντιδράσεις του Δήμου που ήθελε να παραμείνει ακάλυπτος χώρος πρασίνου. Μόλις φτάσαμε εκεί ξεσπά ένα ισχυρό καλοκαιρινό μπουρίνι το οποίο κάνει τη μέρα νύχτα από τη σκόνη που σηκώθηκε από τις εκτάσεις των δημοσίων οικοπέδων . Ο Παττακός φωνάζει τότε το δήμαρχο και του κάνει αυστηρές παρατηρήσεις δίνοντας εντολή όλες αυτές οι εκτάσεις να ‘πρασινίσουν» ως την επόμενη επίσκεψή του στην πόλη. Ο δήμαρχος τα χρειάστηκε αλλά τον καθησυχάσαμε λέγοντας πως είναι ευκαιρία να πρασινίσουμε την περιοχή χωρίς μάλιστα να περιέλθουν οι εκτάσεις του δημοσίου στο Δήμο. Συντάχθηκε τότε εν τάχει μία μελέτη πρασίνου και τις επόμενες μέρες αρχίσαμε με την υπηρεσία Κήπων να διαμορφώνουμε την περιοχή σε πράσινο. Τότε ήταν που αποφασίσαμε να φυτέψουμε λεύκες που μεγαλώνουν γρήγορα ώστε να παγιωθεί η κατάσταση και στο μέλλον. Και αυτό γιατί άλλο είναι να καταστρέφουν ένα γκαζόν και άλλο να κόβουν δέντρα. Και αυτό ήταν μαζί με το μπουρίνι που έσωσε τη Νέα παραλία τελικά όταν θέλησε το Δημόσιο να πάρει τα οικόπεδα της παραλίας πίσω για να τα κτίσει…»
Σπάνια μπαίνουμε στον κόπο να αναρωτηθούμε γιατί οδηγήθηκε στη μοιραία πράξη της προδοσίας. Μήπως υπήρχε κίνητρο κατά πολύ σημαντικότερο από τα 30 αργύρια; Επιστρατεύσαμε όλα τα μέσα για την αναζήτηση του «χαμένου» προσώπου του (τη θεολογία, τη λογοτεχνία, την ψυχολογία, τη φαντασία...) προσπαθώντας να απαντήσουμε στην ερώτηση: Ηταν τελικά θύμα ή θύτης;

«Είμ' ένας Δείπνος Μυστικός / Δίπλα ο Ιούδας κλαίει σκυφτός / κι είμ' αδελφός του»
Νίκος Παπάζογλου
της Λουίζας Αρκουμανέα

Η προδοσία του Ιούδα παραμένει μία από τις πιο αξιοπρόσεκτες και συνάμα ακατανόητες πράξεις που άφησαν ποτέ το στίγμα τους στην Ιστορία: Πώς είναι δυνατόν κάποιος που επιλέχθηκε από τον ίδιο τον Ιησού ως ένας από τους δώδεκα μαθητές του, κάποιος που έχαιρε της φιλίας και εκτίμησης του Δασκάλου του και που μπορούσε, αν το είχε θελήσει, να εξασφαλίσει μιαν άσπιλη υστεροφημία, πώς είναι δυνατόν να παρέδωσε σε μαρτυρικό θάνατο τον Υιό του Θεού;
Οι τέσσερις Ευαγγελιστές
Οι τέσσερις Ευαγγελιστές μάς δίνουν ελάχιστες πληροφορίες σχετικά με το πρόσωπο του Ιούδα και ακόμη λιγότερες για τα σκοτεινά κίνητρά του, δυσκολεύοντας έτσι οποιαδήποτε προσπάθεια αποκρυπτογράφησης της μυστηριώδους αυτής προσωπικότητας. Παραθέτουν τα γεγονότα της θείας κλήσης, της προδοσίας και του θανάτου του, αλλά καμία λεπτομέρεια σχετικά με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συνέβησαν όλα αυτά ή σχετικά με τη μαθητική δράση του. Χαρακτηριστικό είναι ότι ποτέ δεν αναφέρεται το όνομά του χωρίς να γίνεται κάποια σύνδεση με την κατακριτέα πράξη του: στα Ευαγγέλια, που περιέχουν τη λίστα των μαθητών, ο Ιούδας είναι «εκείνος που επίσης Τον πρόδωσε».
Ακόμη και για το τέλος του δεν υπάρχει απόλυτη ομοφωνία, όπως επισημαίνει ο κ. Σάββας Αγουρίδης, καθηγητής της Καινής Διαθήκης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών: ο Ματθαίος μιλάει καθαρά για αυτοκτονία (και είναι ο μόνος Ευαγγελιστής που εξετάζει το θέμα αυτό), ενώ οι Πράξεις των Αποστόλων δεν ξεκαθαρίζουν με ποιο τρόπο έχασε τη ζωή του ο «προδότης». Ο μόνος που παρέχει περισσότερα στοιχεία είναι ο Ιωάννης: για παράδειγμα, μόνο αυτός αναφέρει ότι ο Ιούδας ήταν ο «ταμίας» των Αποστόλων. Ο Ιωάννης, σύμφωνα με τον κ. Αγουρίδη, «είναι πολύ πιο άγριος από τους υπόλοιπους και τον «μαυρίζει» με τα πιο σκούρα χρώματα ­ τον θεωρεί κλέφτη. Αλλά ένας κλέφτης δεν πετάει τα αργύρια και αυτοκτονεί».
Η κοινωνικοπολιτική ερμηνεία
Διάφοροι μελετητές, που ακολούθησαν τους Αποστόλους, εντόπισαν την αντιφατικότητα που εμπεριέχεται στην ετυμολογία του ονόματος του Ιούδα. Ετσι, από τη μια το «Ιούδας» αποδίδεται ως η ελληνική εκδοχή του «Judah», που στα εβραϊκά σημαίνει «επαινεμένος». Από την άλλη όμως το «Ισκαριώτης» μπορεί να σημαίνει (σύμφωνα με τον κ. ΠέτροΒασιλειάδη, καθηγητή της Καινής Διαθήκης στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης) «αυτός που κρατάει μαχαίρι ή ξίφος». Η τελευταία ανάλυση έχει αξιοποιηθεί από όσους θεολόγους ή ιστορικούς επεχείρησαν μια κοινωνικοπολιτική ερμηνεία της προδοσίας. Ο Ιούδας ­ ο μόνος από τους μαθητές που δεν ήταν Γαλιλαίος ­ ανήκε στο κίνημα των Ζηλωτών, που επεδίωκαν με κάθε τρόπο, ακόμη και με τη χρήση βίας, την ανατροπή της ρωμαϊκής κυριαρχίας στο Ισραήλ ­ με άλλα λόγια οραματίζονταν μια εθνική εξέγερση που δεν είχε απαραίτητα έναν πνευματικοθρησκευτικό χαρακτήρα.
Οταν ο Ιούδας διαπίστωσε ότι ο Δάσκαλός του, παρά τις χαρισματικές ικανότητές του, δεν ενδιαφερόταν για την απόκτηση της επίγειας εξουσίας, απογοητεύθηκε οικτρά και τον πρόδωσε στους εχθρούς του. Αυτή την εκδοχή ενστερνίζεται και η ταινία του Φράνκο Τζεφιρέλι «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ» (1977). Εκεί ο Ιούδας ομολογεί: «Είμαι μπερδεμένος. Πάντα πίστευα ότι η δράση, η πολιτική δράση, θα μπορούσε να λύσει όλα τα προβλήματα. Νόμιζα ότι αρκούσε να σκέφτεσαι και να δρας με ενάργεια, αλλά φοβάμαι ότι ο Δάσκαλος δεν συμφωνεί μαζί μου. Δεν έχει ανάγκη από τις ιδέες μου».
Το «αναγκαίο κακό»
Η προσπάθεια «υπεράσπισης» του «προδότη» ξεκίνησε, σύμφωνα με τον κ. Αγουρίδη, από τα πρώτα χρόνια που ακολούθησαν τον θάνατό του, όταν οι αντίπαλοι της χριστιανικής κοινότητας (Ιουδαίοι και Εθνικοί) χρησιμοποίησαν τη μορφή του Ιούδα ως επιχείρημα εναντίον του Χριστού: «Τι μας λέτε ότι είναι ο Μεσσίας όταν βρέθηκε ένας από τους επιστήθιους μαθητές του να τον προδώσει;». Μία από τις απαντήσεις που προέκυψαν ήταν εκείνη του «αναγκαίου κακού»: η προδοσία ήταν το πιο επονείδιστο των εγκλημάτων, η πιο απεχθής πράξη την οποία κανένας πιστός δεν θα δεχόταν να διαπράξει. Ετσι, επενέβη η θεία οικονομία και επέλεξε τον Ιούδα για να φέρει σε πέρας μια τέτοια απάνθρωπη αποστολή. Με αυτή τη λογική, η μοίρα του ως προδότη ήταν προκαθορισμένη και εκείνος δεν είχε άλλη επιλογή παρά να κουβαλήσει στις πλάτες του ένα τέτοιο εφιαλτικό βάρος. Με τη λογική αυτή επίσης, ο Ιούδας ήταν ένας από τους μεγαλύτερους μάρτυρες όλων των εποχών.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αποδέχεται αυτή την ερμηνεία, εφόσον θεωρεί ότι αναιρεί την αρχή της ελευθερίας της βούλησης, έναν από τους θεμελιώδεις λίθους της χριστιανικής πίστης: ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του και ο Ιούδας επέλεξε συνειδητά να προδώσει τον Δάσκαλό του. Ετσι, σύμφωνα με τον κ. Βασιλειάδη, μέσα στο πλαίσιο της χριστιανικής αντίληψης όπου τα πάντα είναι θέμα σχέσεων (και η σωτηρία του ανθρώπου έχει νόημα όταν νοείται μέσα σε ένα κοινωνικό σύνολο και όχι στο κενό), αυτή η ατομιστική πράξη δεν δικαιώνεται, γιατί δεν αφορά μόνο το συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά την ευρύτερη κοινωνία των ανθρώπων.
Οι τρεις εκδοχές του Μπόρχες
Προερχόμενος από έναν εντελώς διαφορετικό χώρο, ο αργεντινός συγγραφέας Χόρχε Λούις Μπόρχες προσπάθησε να διερευνήσει με τον δικό του τρόπο την αινιγματική φυσιογνωμία του Ιούδα. Στο «Τρεις εκδοχές του Ιούδα», ένα δοκίμιο που περιέχεται στη συλλογή «Λαβύρινθοι», ο Μπόρχες (μέσα από το βλέμμα ενός θεολόγου) ξεκινάει εντοπίζοντας την έλλειψη ουσιαστικής αιτιολογίας για την ανάγκη προδοσίας του Χριστού: πόσο δύσκολο ήταν άραγε για τους εχθρούς του τελευταίου να εντοπίσουν ένα δημόσιο πρόσωπο που δίδασκε καθημερινά στη Συναγωγή και έκανε θαύματα μπροστά σε εκατοντάδες ανθρώπους; Από την άλλη, δεν είναι δυνατόν η πράξη του Ιούδα ­ μια πράξη με τέτοια τρομακτική βαρύτητα ­ να έγινε τυχαία, χωρίς κάποιο βαθύτερο νόημα. Συνεπώς, πρέπει να αναζητήσουμε κάποια άλλα αίτια, που ενδεχομένως αποδειχθούν ανεξιχνίαστα και μείνουν για πάντα στη σφαίρα του μυστηρίου.
Η πρώτη απόπειρα του Μπόρχες είναι μια εμπνευσμένη παραλλαγή της εκδοχής του «αναγκαίου κακού» που εξετάσαμε προηγουμένως. Ο Ιούδας ήταν ο μόνος από τους μαθητές που είχε διαισθανθεί τη μυστική θεότητα και τον προορισμό του θεανθρώπου. Εφόσον ο τελευταίος είχε δεχθεί να πάρει σάρκα και οστά και να ζήσει ανάμεσά μας προκειμένου να εξυπηρετήσει τους μηχανισμούς της ανθρώπινης σωτηρίας, τότε το λιγότερο που θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς για χάρη του θα ήταν να ταπεινώσουμε αντίστοιχα (αν και όχι ισότιμα) τον εαυτό μας και να επωμισθούμε έναν εξευτελισμό που θα μας οδηγούσε στο «πυρ το εξώτερον». Το χαμηλότερο σημείο της κολάσεως είναι ο αντίποδας του υψηλότερου σημείου των ουρανών (όλα τα άκρα κάπου τέμνονται και, όπως έχει πει ο Γουίλιαμ Μπλέικ, «ο δρόμος της υπερβολής οδηγεί στο παλάτι της σοφίας») ­ και η κατάντια του Ιούδα αντικατοπτρίζει την αποθέωση του Υιού του Θεού.
Με μια παρόμοια λογική επιχειρείται από τον συγγραφέα και η επόμενη ερμηνεία. Θα ήταν λοιπόν απερίσκεπτο εκ μέρους μας να αποδώσουμε την πράξη ενός ανθρώπου ευνοημένου από τον Ιησού στην απληστία (εξάλλου τα τριάντα αργύρια είναι τόσο λίγα...). Ισως η απάντηση βρίσκεται και πάλι στο άλλο άκρο: το κίνητρο του Ιούδα ήταν ένας υπερβολικός, χωρίς όρια ασκητισμός. Ο ασκητής κακομεταχειρίζεται και ταπεινώνει τη σάρκα του για να δοξάσει τον Θεό του ­ ο Ιούδας έκανε το ίδιο με το πνεύμα του: απαρνήθηκε συνειδητά την τιμή, την ηθική και τη βασιλεία των ουρανών με τον ίδιο ­ και περισσότερο ­ ηρωικό τρόπο που άλλοι απαρνούνται τη σαρκική ηδονή. Πιστεύοντας ότι η ευτυχία ανήκει μόνο στο θείο και όχι στα ανθρώπινα, διάλεξε τη χειρότερη, την πιο κατάπτυστη από όλες τις αμαρτίες, δηλαδή την προδοσία.
Τέλος, αν αλλάξουμε το κέντρο βάρους της προσοχής μας και στρέψουμε το βλέμμα μας στον Ιησού, συνειδητοποιούμε ­ σύμφωνα πάντα με τον Μπόρχες ­ πόσο έξω θα πέφταμε αν θεωρούσαμε ότι ο Υιός του Θεού υπέφερε μόνο κατά τη διάρκεια των Παθών. Εφόσον ο τελευταίος πήρε οικειοθελώς την ανθρώπινη υπόσταση και εφόσον η θυσία του αυτή ήταν τέλεια, τότε είναι επόμενο να υποθέσουμε ότι διάλεξε την πιο επώδυνη δυνατή μοίρα, την πιο μειωτική ενσάρκωση του θείου: ο Ιησούς ­ που θα μπορούσε να επισκεφθεί την ανθρωπότητα με οποιαδήποτε μορφή είχε θελήσει, ως Πυθαγόρας ή ως Αλέξανδρος ή ως Αϊνστάιν ­ διάλεξε τη μορφή του Ιούδα. Με άλλα λόγια ­ κατά τον Μπόρχες ­ ο Ιησούς ήταν ο Ιούδας!
Μια «θεατρική» πράξη
Δεν χρειάζεται πολλή έρευνα για να καταλάβει κανείς ότι ο Ιούδας ­ στην αφηρημένη του μορφή ως «μοχλός» της σωτηρίας ­ δεν ήταν απαραίτητος για την ομαλή διεξαγωγή του Θείου Δράματος. Με άλλα λόγια, ο Ιούδας δεν άλλαξε τη ροή της Ιστορίας: ο Χριστός θα έβρισκε οπωσδήποτε κάποιο τρόπο να υποστεί τη μοίρα της ανθρώπινης ύπαρξης, δηλαδή τον θάνατο. Κάποιος θα μπορούσε να ισχυρισθεί (π.χ. ο Μπόρχες) ότι ακόμη και στο πρακτικό επίπεδο ο Ιούδας δεν ήταν απαραίτητος για να καταδώσει ένα πρόσωπο τόσο δημόσιο και τόσο αναγνωρίσιμο ­ θα μπορούσε να είχε βρεθεί και κάποιος που δεν ανήκε στον στενό κύκλο των μαθητών.
Εδώ λοιπόν τίθεται ένα θέμα αισθητικής: η πράξη της προδοσίας είναι από τη φύση της μια από τις πιο «θεατρικές» πράξεις που διαδραματίζονται στο παρασκήνιο της ζωής μας. Διαθέτει όλα τα στοιχεία που συναντάμε στις δυνατότερες τραγωδίες: ίντριγκα, σκοτεινά κίνητρα, μεγάλα πάθη, υψηλές εντάσεις και ριζική ανακατάταξη των δεδομένων ­ μετά από μια προδοσία τα πράγματα δεν είναι ποτέ ξανά τα ίδια. Ισως, λοιπόν, ο Ιούδας να ήταν τελικά ο υπέρτατος εστέτ, ο διαβολικότερος σκηνοθέτης που προτίμησε να αμαυρώσει το όνομά του εις τον αιώνα των αιώνων και να παίξει ο ίδιος τον ρόλο του «κακού», προκειμένου να ενορχηστρώσει το μεγαλύτερο δράμα όλων των εποχών, ένα δράμα που θα κατείχε για πάντα την πιο αστραφτερή θέση στη φαντασία της ανθρωπότητας. Εξ ου και το φιλί, όταν θα μπορούσε να είχε προδώσει τον Δάσκαλό του με τόσους άλλους τρόπους.
Η σημασία της προδοσίας
Η προδοσία δεν υφίσταται, χάνει το νόημά της, όταν δεν προκύπτει μέσα σε μια συναισθηματικά φορτισμένη σχέση: με άλλα λόγια, δεν μπορούμε να μιλάμε για προδοσία όταν δεν εμπλέκονται οι παράμετροι της αγάπης, της φιλίας ή του θαυμασμού. Και αυτό είναι που την κάνει ακόμη πιο συναρπαστική ­ πώς φθάνει κανείς να προδώσει έναν άνθρωπο με τον οποίο συνδέεται κατά τέτοιο τρόπο;
Σύμφωνα με τον κλινικό ψυχολόγο κ. Νίκο Μαυράκη, «η προδοσία ­ και κυρίως η προδοσία μέσα στην αγάπη ­ καταρρίπτει κάθε μύθο ενότητας του ανθρώπου γιατί κανείς δεν ξέρει από ποια μεριά πηγάζει η προδοσία, από τη μεριά της αγάπης ή από τη μεριά του μίσους. Και αυτό γιατί η προδοσία είναι πάθος: πάθος σημαίνει το τρίπτυχο αγάπη - μίσος - άγνοια. Οταν κανείς καταλαμβάνεται από πάθος, κάτι δεν ξέρει από αυτό που του συμβαίνει, κάτι δεν μπορεί να εξηγήσει με τη λογική».
Εκτός από πάθος όμως, η προδοσία είναι και «μια προσπάθεια να μειώσεις την αξία του άλλου». Γιατί θέλουμε να μειώσουμε την αξία του άλλου; «Γιατί την έχουμε γνωρίσει. Ο Ιούδας γνώρισε την αξία του Ιησού. Η μείωση της αξίας ισοδυναμεί με μείωση του χρέους που νιώθουμε ότι έχουμε απέναντι στον άλλον». Το χρέος αυτό είναι συμβολικό (τα τριάντα αργύρια): είναι αυτό που οφείλουμε σε αυτόν που έχει τη θέση του πατέρα. Οχι μόνο του «πατέρα - γεννήτορα» αλλά του «πατέρα - διαμεσολαβητή»: εκείνου που έρχεται να θέσει ένα νόμο, ένα όριο στην απόλαυση (π.χ. δεν θα απολαύσεις από τη μητέρα σου) και έτσι μας εισάγει στον χώρο της επιθυμίας: «Ο νόμος ορίζει την επιθυμία, η επιθυμία δεν είναι ποτέ απαλλαγμένη από τον νόμο, ακόμη και όταν πάει ενάντιά του».
Ο πατέρας, λοιπόν, μας βάζει κάποιο όριο, μας θέτει κάποιο νόμο και, συνεπώς, μας «εξανθρωπίζει», δηλαδή «μας βάζει στην ανθρώπινη τάξη». Αυτό, ο «εξανθρωπισμός», είναι και το χρέος μας προς εκείνον. Από τη mια του οφείλουμε ευγνωμοσύνη, από την άλλη όμως δεν του το συγχωρούμε ποτέ: «Να η έδρα του διχασμού που μπορεί να οδηγήσει στην προδοσία. Από τη στιγμή που ο άνθρωπος μπαίνει σε μια (κοινωνική) δομή, θα υποστεί τη διαλεκτική του χρέους. Από εκεί και πέρα δεν υφίσταται θέμα επιλογής, αλλά μόνο αντιμετώπισης: άλλος θα την αποδιώξει, άλλος θα επαναστατήσει και άλλος θα υποταχθεί σε αυτό».
Αρα και η προδοσία είναι ένα είδος επανάστασης απέναντι στο χρέος αυτό ­ μια προσπάθεια αποβολής της δέσμευσης, μια προσπάθεια αποδέσμευσης από εκείνον που αντιπροσωπεύει το χρέος, από εκείνον που μας κρατάει «δέσμιους». Ο Ιούδας, λοιπόν, πρόδωσε τον Ιησού - φορέα του χρέους γιατί (κατά τον κ. Μαυράκη) «ήθελε να απεξαρτηθεί από τη δυσβάσταχτη αγάπη του, προσπαθώντας να τον πλήξει στο πιο κεντρικό σημείο του "είναι" του». Στην περίπτωση του Ιούδα, η κριτική προς τον «πατέρα» πήρε τη μορφή μιας ακραίας πράξης: η προδοσία ήταν ένα «acting out».
Οσον αφορά την πράξη αυτή καθεαυτή, λέει ο κ. Μαυράκης, «έχει ένα μέρος "ανόητο". Αλλο η ευθύνη της πράξης και άλλο το νόημα της πράξης: την ευθύνη την έχει το υποκείμενο, όμως το νόημα ανήκει στο σύνολο των ανθρώπων, ξεπερνάει το υποκείμενο». Ο Ιούδας έφερε την ευθύνη της πράξης του, όμως όχι το νόημα ­ γι' αυτό και αυτοκτόνησε.
Ο στιγματισμός
Δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα ο Ιούδας φέρει ακόμη το στίγμα του «προδότη». Πρόκειται για μια αβασάνιστη απλούστευση, που όμως είναι δικαιολογημένη, σύμφωνα με τον κ. Βασιλειάδη: «Η Εκκλησία έδωσε έμφαση στην προδοσία, αλλά η προσωπικότητα του Ιούδα είναι σαφώς πολυπλοκότερη ­ ίσως έχει να κάνει με ένα διαφορετικό όραμα από εκείνο του Χριστού. Αυτό που ενδιέφερε την Εκκλησία ήταν να εξετάσει το υπαρξιακό πρόβλημα της σωτηρίας του ανθρώπου (δηλαδή πώς μπορεί να σωθεί ο άνθρωπος). Για τον λόγο αυτό έδωσε έμφαση στο κεντρικό πρόσωπο, που δεν ήταν άλλο από τον Ιησού, τον Υιό και Λόγο του Θεού. Ολα τα άλλα πρόσωπα του κύκλου του ερμηνεύθηκαν μέσα από αυτή την οπτική γωνία, μέσα από το πρίσμα της σχέσης τους με το κεντρικό πρόσωπο και όχι αυτά καθεαυτά».
Ισως είναι επικίνδυνο να ερμηνεύουμε πρόσωπα και πράγματα, όταν βρισκόμαστε σε τόσο μεγάλη απόσταση από αυτά. Η πράξη όμως και η προσωπικότητα του Ιούδα υπερβαίνουν τα οποιαδήποτε χωροχρονικά πλαίσια και φθάνουν σε μας φορτωμένα υποσχέσεις, προκλήσεις και απειλές. Δεν έχει σημασία ποια εκδοχή είναι η πιο σωστή ­ σημασία έχει να κάνουμε αυτό το φανταστικό ταξίδι που θα μας επιτρέψει να γνωρίσουμε τον δικό μας Ιούδα, τον Ιούδα που είναι δίπλα μας και μας προδίδει αυτή τη στιγμή, τον Ιούδα που κρύβεται μέσα μας και καιροφυλακτεί...

Josip Broz Tito i Jovanka Broz se potpisuju u pcasnu knjigu grada Bona 25.06.1974. (Με τον Τίτο και τη συζυγό του Γιόβανκα στη Βόννη το 1974).
Με αφορμή τα 18 χρόνια από την έναρξη των Νατοϊκών βομβαρδισμών της Γιουγκοσλαβίας…

  Αποκλειστική συνέντευξη στη Μίλιτσα Κοσάνοβιτς *

Ο Ιβάν Ιβάνι (Ivan Ivanji) γεννήθηκε το 1929 στo Μεγάλo Μπέτσκερεκ, το σημερινό Ζρένιανιν της Σερβίας. Οι γονείς του, και οι δύο γιατροί, σκοτώθηκαν ως Εβραίοι από τους Γερμανούς Ναζί το 1941, και αυτός ως παιδί ακόμα κρυβόταν στους συγγενείς του στο Νόβι Σάντ, μέχρι που τον συνέλαβαν το 1944 και τον έστειλαν πρώτα στο Άουσβιτς κι έπειτα στο Μπούχενβαλντ όπου κατάφερε κι επιβίωσε τα δύο χρόνια της πρώιμης εφηβείας του. Μετά τον πόλεμο σπούδασε στο Βελιγράδι αρχιτεκτονική αλλά και τη γερμανική γλώσσα. Αργότερα εργαζόταν ως δάσκαλος, δημοσιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, διπλωμάτης και τελικά ως διερμηνέας του Τίτο για τη γερμανική γλώσσα επί 25 χρόνια. Ταυτόχρονα όλη τη ζωή του έγραφε ασταμάτητα και πίσω του έχει ένα τεράστιο λογοτεχνικό και δημοσιογραφικό έργο. Τα τρία πρώτα βιβλία του ήταν συλλογές ποιημάτων που δημοσιεύτηκαν το 1951, 1952, και 1953. Το πρώτο μυθιστόρημα του “Ο Άνθρωπος που δεν τον Σκότωσαν” κυκλοφόρησε το 1954. Έχει πίσω του 153 έργα, από μυθιστορήματα γραμμένα σε σερβικά και γερμανικά, ιστορίες, παραμύθια, δοκίμια, ποίηση, θεατρικά έργα, ραδιοφωνικά θεατρικά έργα κ.α.

Ο 88χρονος συγγραφέας και πρώην διερμηνέας του Τιτο Ίβαν Ιβάνι στο σπίτι του στο Βελιγράδι.

Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί από τον ίδιο στα ουγγρικά, σλοβενικά, τσέχικα, σλοβάκικα, ιταλικά και αγγλικά, καθώς είναι γραμμένα στα γερμανικά, σέρβικα ή ουγγρικά. Βρέθηκε ως νεαρός ανταποκριτής το 1956 στην Ουγγαρία τις δέκα μέρες της Ουγγρικής Επανάστασης, τις οποίες περιγράφει πρώτα στο βιβλίο “Ένα Ουγγρικό Φθινόπωρο” (1986) και το 2016, με αφορμή τα 60 χρόνια της επανάστασης, δημοσιεύεται το δεύτερο σχετικό βιβλίο του με περισσότερα στοιχεία και με μεγαλύτερη ιστορική απόσταση, με τίτλο “Η Ουγγρική Επανάσταση του 1956”. Γράφει επίσης τα μυθιστορήματα “Διοκλητιανός” (1973), “Ένας Εβραίος του Μπαρμπαρόσα στη Σερβία” (1998), “Στο Τέλος Μένει η Λέξη” (1980), “Κωνσταντίνος” (1988), “Γκουβερνάντα” (2002), “Μπαλαρίνα και ο Πόλεμος” (2003), “Άνθρωπος από Στάχτη” (2006), “Το Ξίφος του Στάλιν” (2008), “Ιουλιανός” (2008), αλλά και βιβλία διηγημάτων: “Ο Καθένας Παίζει το Ρόλο του” (1964), “Η Άλλη Πλευρά της Αιωνιότητας” (1994), “Το Μήνυμα στο Μπουκάλι” (2005). Οι πολιτικές και δημοσιογραφικές έρευνες του αποτελούν τα βιβλία: “Τα Γράμματα από την Αβάνα” (1984), “Ο Διερμηνέας του Τίτο” (2005), “Τα Γερμανικά Θέματα” (1975) κ.α. Πέρσι δημοσιεύτηκε και η αυτοβιογραφία του με τίτλο Η όμορφή μου Ζωή στην Κόλαση”, που είναι μία καταπληκτική αναφορά του συγγραφέα στον ίδιο τον εαυτό του για τη ζωή του, με ένα ύφος αυτο-ειρωνικό και σχεδόν καθόλου συναισθηματικό…

Όταν τον ρώτησαν κάποτε, στα πρώτα χρόνια της μεταπολεμικής Γιουγκοσλαβίας του Τίτο, ποια είναι η εθνικότητα του απάντησε σαν να αισθάνθηκε προσβεβλημένος: “Δεν καταλαβαίνω την ερώτηση σας, αλλά αν θέλετε να το πάμε με τη γραμμή του Χίτλερ, τότε είμαι ένας Εβραίος, αν με ρωτήσετε απ’ τον ήχο του επωνύμου μου, είμαι Ούγγρος, αν το δείτε από τη γλώσσα που μιλούσα με τους γονείς μου στο σπίτι, τότε είμαι Γερμανός. Αν με ρωτάτε τι γλώσσα μιλάω σήμερα με την οικογένεια μου, είμαι Σέρβος. Αν με ρωτάτε πως νιώθω μέσα στη καρδιά μου τότε είμαι ένας Βανάτιος (σ.σ. περιοχή της Βοϊβοντίνα) στο Βόζντοβατς (περιοχή του Βελιγραδίου)”. Όπως το λέει αλλιώς πιο σύντομα: έχει τρεις μητρικές γλώσσες, δυο υπηκοότητες, και μία πατρίδα, την πρώην Γιουγκοσλαβία. Σήμερα είναι 88 χρονών και ζει και εργάζεται στο Βελιγράδι και στη Βιέννη.
ΜΙΛΙΤΣΑ ΚΟΣΑΝΟΒΙΤΣ: Αν το τείχος του Βερολίνου δεν έπεφτε και δεν κατάρρεε η Σοβιετική Ένωση, θα διαλυόταν η Γιουγκοσλαβία και μάλιστα με αυτό τον αιματηρό τρόπο;
ΙΒΑΝ ΙΒΑΝΙΛαμβάνοντας υπόψιν την κοινωνική και πολιτική ανάπτυξη ορισμένων τμημάτων του σύγχρονου κόσμου, παρατηρούμε μια μεγάλη αλληλεξάρτηση μεταξύ τους, η οποία εξάρτηση με τα σύγχρονα Μέσα Ενημέρωσης και τη δική τους αστραπιαία ανάπτυξη, γίνεται όλο και πιο γρήγορη και μεγαλύτερη. Από αυτή την άποψη, η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας όπως και η εμφάνιση των κρατών και κρατιδίων στο πρώην έδαφος της, πρέπει να εκληφθεί και σε σχέση με την κατεδάφιση του Τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Παρόλα αυτά, εγώ δε νομίζω ότι αυτή είναι η αιτία της τραγωδίας στη χώρα μου. Ο ιός του εθνικισμού, θα έλεγα, της εθνικής μη αυτο-εκπλήρωσης, της εθνικής συναισθηματικότητας, της φαντασιακής ξεχωριστής ταυτότητας, υπήρχε εκεί και νωρίτερα, αν και βρισκόταν σε καταστολή με ορισμένα μέτρα και καθυστερούσε να εκραγεί, ακριβώς όπως ένας καρκίνος με ισχυρά φάρμακα ή με χημειοθεραπεία, αργεί στην ανάπτυξη του, ωστόσο μια μέρα θα σκάσει.
Οι Σλοβένοι, οι Κροάτες και οι Μουσουλμάνοι της Βοσνίας (σλαβικής καταγωγής), όπως και οι “Μακεδόνες” της ΠΓΔΜ ποτέ δεν είχαν το δικό τους κράτος, ενώ οι Μαυροβούνιοι το έχασαν το 1918. Η γιουγκοσλαβική κυβέρνηση του Τίτο φυσικά ένιωθε τις προσδοκίες αυτών των λαών, γιατί υπήρξε μια μεγαλύτερη ομοσπονδία και με το Σύνταγμα του 1974 πλησίαζε στο επίπεδο συνομοσπονδίας, αλλά αντί να περιορίσει αυτές τις εθνικιστικές τάσεις, τις ενθάρρυνε ώσπου το τρελό φαινόμενο ξέσπασε και μάλιστα στη μεγαλύτερη δημοκρατία, τη Σερβία, με τον Σλομπόνταν Μιλόσεβιτς. Έτσι άναψε η φωτιά και στις υπόλοιπες δημοκρατίες. Θέλω να πω ότι η αιτία της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας δε βρίσκεται στους εξωτερικούς παράγοντες όσο μέσα στην ίδια. 
Μ.Κ. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σας το περάσατε στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο. Έχετε γνωρίσει από κοντά τη χώρα αυτή και το σύστημά της, με όλα τα πλεονεκτήματα και τα ελαττώματά του. Ποιοι είναι κατά τη γνώμη σας οι βασικοί λόγοι για τους οποίους η Γιουγκοσλαβία κατέρρευσε;
Ι.Ι. Νόμιζα κάποτε ότι ο εθνικισμός των διαφόρων εθνών που αποτελούσαν τη Γιουγκοσλαβία ήταν χαρακτηριστικό των παλαιότερων γενεών. Ήξερα ότι υπάρχει, αλλά πίστευα ότι θα ξεπεραστεί! Το ιδανικό μοντέλο χώρας για έμενα ήταν η Ελβετία, στην οποία δεν ζούνε μόνο οι Γερμανοί αλλά και οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, οι Ρετορομάνοι… Ο κάθε λαός έχει τη δική του εθνική ταυτότητα και τη συνείδηση της δικής του γλώσσας, κουλτούρας, αλλά ταυτόχρονα όλοι τους έχουν και μία ισχυρή συνείδηση ότι ανήκουν στην Ελβετική Συνομοσπονδία. Ήλπιζα ότι και σε μας θα αναπτυχθεί μία παρόμοια ιδέα του Γιουγκοσλαβισμού, όχι σαν έθνους, αλλά κάτι σα να μοιραζόμαστε μια αμοιβαία πίστη στα ίδια ιδανικά και να έχουμε τη συνείδηση ότι αυτό είναι το καλύτερο μοντέλο για την συμβίωση όλων, και ταυτόχρονα ο καθένας να μπορεί να είναι αυτό που θέλει: Σλοβένος, Κροάτης, Σέρβος, Ούγγρος, Αλβανός, Ρομά, Σλοβάκος κλπ. Ήμουν αφελής.
Σχετικά με ελαττώματα της σοσιαλιστικής Γιουγκοσλαβίας, εκτός από το εθνικό ζήτημα, είναι πολλά… θα μπορούσα να γράφω επί ώρες, αλλά θα σας αναφέρω δύο μόνο παραδείγματα: Η εξαιρετική ιδέα της αυτοδιαχείρισης των εργαζομένων έχει αποτύχει διότι, παρά την δημοκρατική επινόησή της, το Κόμμα επέβαλε τις απόψεις του όσον αφορά το προσωπικό (kadrovska resenja), αλλά το μεγάλο λάθος ήταν και σε σχέση με την επίλυση του πάντα φλεγόμενου προβλήματος της στέγασης. Επειδή για τη λύση του στεγαστικού προβλήματος και για τη στεγαστική πολιτική το κράτος έπαιρνε εισφορές από τον καθένα, αλλά τα διαμερίσματα, που τα περισσότερα έκτιζε το κράτος, μοιράζονταν αυθαίρετα μέσω των εργοστασίων ή μέσω των δημοτικών αρχών στους ημετέρους.

Μεταφράζοντας για τον Τίτο σε μια συνάντησή του με Γερμανούς πολιτικούς.
Μ.Κ. Αν μπορούσατε να κρατήσετε κάτι από την πρώην Γιουγκοσλαβία, κάτι θετικό, όσον αφορά τους πρώην Γιουγκοσλάβους αλλά και για τον υπόλοιπο κόσμο, τι θα ήταν αυτό;
Ι.Ι. Πρώτα απ’ όλα θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι: είναι λανθασμένο και επιπόλαιο να μιλάει κανείς για την Γιουγκοσλαβία ως “κομουνιστική δικτατορία”. Μιλάμε για την περίοδο από το 1945, ειδικά από το 1948 όταν χώρισε από την Σοβιετική Ένωση, μέχρι και τον θάνατο του Τίτο, το 1980. Αυτό που στη Δύση το ονομάζουν “κομουνισμό” προσωπικά το αποκαλώ “Σταλινισμός” και η Γιουγκοσλαβία δεν ήταν σταλινιστική χώρα! Το πιο ενδιαφέρον χαρακτηρισμό της χώρας, κατά τη γνώμη μου, τον έδωσε κάποτε η συγχωρεμένη γυναίκα μου που είπε: 
“δεν υπάρχει ούτε μία Δυτική χώρα στην οποία η κοινωνική ισότητα και ασφάλεια να είναι τόσο μεγάλη όσο στη Γιουγκοσλαβία, και δεν υπάρχει ούτε μια σοσιαλιστική χώρα στην οποία υπάρχει τόσο μεγάλη ελευθερία”. Θέλω να πω ότι σε σχέση με τον Δυτικό “κοινοβουλευτισμό” και τον ανατολικού τύπου κομουνισμό, το κοινωνικό πολιτικό σύστημα στην Γιουγκοσλαβία εκείνες τις δεκαετίες ήταν για κάποιους καλύτερο, για τους άλλους χειρότερο, αλλά σίγουρα ήταν κάτι τρίτο. Το καλύτερο που είχαμε στη Γιουγκοσλαβία σίγουρα ήταν η αλληλεγγύη, η κοινωνική ασφάλεια, η ελευθερία σε παγκόσμιο κλίμακα… Σας υπενθυμίζω ότι στη μαύρη αγορά το γιουγκοσλάβικο διαβατήριο ήταν το πιο ακριβό στον κόσμο, γιατί κανένα άλλο δεν επέτρεπε ελεύθερη είσοδο σε τόσο μεγάλο αριθμό χώρων του κόσμου. Σ’ όλο τον κόσμο ένιωθες υπερήφανος λέγοντας ότι είσαι Γιουγκοσλάβος.
Image result for ΤΙΤΟ
Ο εμβληματικός Στρατάρχης Τίτο, ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας από το 1945 μέχρι το θάνατό του το 1980.
Μ.Κ. Τι ήταν ο Τίτο, κατά τη γνώμη σας: Ένας κομμουνιστής δικτάτορας ή ένας φωτισμένος και χαρισματικός ηγέτης των λαών, οποίος χρησιμοποίησε την κομμουνιστική ιδεολογία όχι τόσο ως ευκαιρία για την επίτευξη των προσωπικών του φιλοδοξιών, όσο για την υλοποίηση μιας αντι-εθνικιστικής ιδέας περί της “αδελφότητας–ενότητας”, ειρήνης, ανάπτυξης και της ευημερίας των λαών της Γιουγκοσλαβίας;
Ι.Ι. Κατά τη γνώμη μου ο Τίτο ήταν πάνω απ΄ όλα ένας κομμουνιστής μαρξιστικού τύπου. Ήταν πιστός ακόλουθος των ιδεών και των ιδεωδών του Μαρξ και του Ένγκελς και δεν είχε καμία σχέση με την ανάπτυξη της Σοβιετικής Ένωσης κάτω από το Στάλιν. Μην ξεχνάτε ότι οι διαφορές των απόψεών τους, έφεραν τον Στάλιν και τον Τίτο στα όρια της σύγκρουσης ήδη από το 1942, όταν το Κρεμλίνο δε συμφωνούσε να ονομαστούν οι επιθετικές δυνάμεις των Παρτιζάνων (Task Force) ως “προλεταριακές” (“Proleterske Udarne Brigade”), όπως δεν συμφωνούσε με την συγκρότηση των Λαϊκών Επιτροπών (Narodni Odbori) ως οργάνων της κυβέρνησης στις απελευθερωμένες περιοχές της Γιουγκοσλαβίας. Σε μια επιστολή που υπέγραψε ως Παππούς («дед”), που ήταν η κωδική ονομασία του Στάλιν, αυτή η εξέλιξη ονομάστηκε “χτύπημα μαχαιριού στη πλάτη της Σοβιετικής Ένωσης”.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου η σοβιετική αντιπροσωπεία έφτασε στο αρχηγείο του Τίτο μετά από την αγγλική και την αμερικανική, και σε πολύ χαμηλότερο στρατιωτικό-πολιτικό επίπεδο.
Όταν ο αγώνας του Τίτο και η πολιτική του, μετά τη νίκη κατά του φασισμού και του Χίτλερ, πέτυχε ακόμα περισσότερο, ο Στάλιν και ο Τσόρτσιλ συμφώνησαν να είναι η Γιουγκοσλαβία «Fifty-Fifty» (50%-50%) κάτω από την επιρροή τους, αλλά στο τέλος έγινε 100% Κομμουνιστική. Τότε ο Στάλιν είχε μαλακώσει και από το 1944 ως το 1948, αποκαλούσε τον Τίτο ως τον καλύτερο από όλους τους υποστηρικτές του. Αλλά έκανε λάθος, γιατί οι Γιουγκοσλάβοι κομμουνιστές δεν ήθελαν να υπακούν στον Στάλιν, αλλά να πάρουν το δικό τους δρόμο.
Απορρίπτω την ιδέα ότι ο Τίτο, λόγω των προσωπικών φιλοδοξιών, εκμεταλλεύτηκε την κομμουνιστική ιδεολογία, αντίθετα! Η φιλοδοξία του ήταν βασισμένη στις μαρξιστικές ιδέες και προσπαθούσε όσο το δυνατόν περισσότερο να συμβάλει στην πραγματοποίησή τους και, όπως λέτε, υπέρ της ειρήνης στον κόσμο και της χώρας, αλλά και της ευημερίας όλων των λαών της Γιουγκοσλαβίας. Ο δικός του λόγος συνήθως ήταν και ο τελευταίος, αλλά δεν θα τον αποκαλούσα δικτάτορα, διότι στις σημαντικότερες διασκέψεις ποτέ δε μιλούσε πρώτος, αλλά τελευταίος. Πάντα άφηνε όλους τους άλλους να πούνε ό,τι έχουν να πουν, και στο τέλος θα έπαιρνε κάποια απόφαση. Και απ’ όσο γνωρίζω εγώ δεν ήταν λίγες οι φορές που έκανε πίσω σε ισχυρά επιχειρήματα, καμιά φορά ίσως και λανθασμένα, όπως στο τέλος της μεγάλης ρήξης μεταξύ των μεγαλύτερων Σέρβων κομμουνιστών: από την μία ήταν ο Νίκεζιτς και η ομάδα του, και απ την άλλη ο Ντράζα Μάρκοβιτς με τους δικούς του. Όταν λόγω της απόφασης του Τίτο προς το όφελος της πιο συντηρητικής ομάδας ο τότε υπουργός παρατήθηκε, ο Τίτο προσπάθησε να τον κρατήσει, λέγοντας “καλά κι εσύ με αφήνεις”;

Στο άγαλμα του Τίτο στο Βελιγράδι.

Μ.Κ. Ποιες είναι οι εντονότερες αναμνήσεις σας με τον Τίτο; Τι άνθρωπος ήταν; 
Ι.Ι. Ο Τίτο ήταν, κατά κάποιο τρόπο, ματαιόδοξος ακόμα από τα παιδικά του χρόνια. Κατά τη γνώμη μου, αυτός ήταν πάντα κάπως υπερβολικά ντυμένος. Του άρεσαν οι στολές και τα μετάλλια, επέτρεπε στους κομμωτές να βάφουν τα μαλλιά του με ένα περίεργο καφεκόκκινο χρώμα, ενώ οι δέκα και είκοσι χρόνια νεότεροι συνεργάτες του ήταν ήδη γκριζομάλληδες. Ακόμη κι ως μαθητής δημοτικού είπε ότι θέλει να γίνει σερβιτόρος για να μπορέσει να φοράει πάντα μαύρα κοστούμια και λευκά πουκάμισα. Όταν πέρασε στις εξετάσεις για τεχνίτης και αγόρασε το καινούργιο κουστούμι, του το κλέψανε πριν προλάβει να πάει να καυχηθεί στο χωριό του, και όλη τη ζωή έλεγε ότι αυτό ήταν απ’ τους χειρότερους “σεισμούς” της ζωής του. Ο Τίτο ήταν μέχρι το τέλος της ζωής του ένας άνθρωπος χαρούμενος και με καλή αίσθηση του χιούμορ, που απολάμβανε το καλό φαγητό, ποτό, που του άρεσε να ακούει και να λέει ανέκδοτα, να ακούει μουσική, να χορεύει, και να βρίσκεται σε όσο μεγαλύτερη παρέα γίνεται. Τα τελευταία χρόνια είχα παρατηρήσει ότι αυτά τα πράγματα του έπεφταν όλο και πιο δύσκολα. Όταν νόμιζε ότι δεν τον βλέπει κανείς άλλαζε την έκφραση του προσώπου του, σαν να έβγαζε τη μάσκα από πάνω του. Προσωπικά το εξηγούσα με τους σωματικούς πόνους που τον βασάνιζαν συνεχώς.Θα αναφέρω ένα γεγονός, όταν μπροστά του και σε κάποιους ξένους επισκέπτες του, παρουσιάστηκε ένα γνωστό πολιτιστικό καλλιτεχνικό συγκρότημα, το “Ίβο Λόλα Ρίμπαρ” με παραδοσιακούς χορούς. Του είπα ότι ανάμεσά τους βρίσκεται και η κόρη μου, ελπίζοντας ότι θα την καλέσει να βγούμε μαζί του μία φωτογραφία, αλλά αυτός απλά μούγκρισε: «Κανένας από αυτούς δεν πονάει…» Αργότερα σκέφτηκα ότι ο λόγος για την κακή του διάθεση ήταν η ανησυχία ότι η Γιουγκοσλαβία θα καταρρεύσει μόλις αυτός δεν θα υπάρχει πια. Όλες τις αναμνήσεις μου με τον Τίτο τις έχω καταγράψει στο βιβλίο μου “Ο Διερμηνέας του Τίτο”. Ίσως μπορώ να ξεχωρίσω μία από τις πιο δυνατές στιγμές που ήμουν μαζί του τη στιγμή που στο Ντίσελντορφ με τους περιφερειάρχες πολιτικούς ήμασταν σε γεύμα, όταν ο πρόεδρος της επαρχίας της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας Heinz Kühn, κάνοντας την πρόποση του, ρώτησε: “Υπήρξατε ένας εργαζόμενος στο Μάνχαϊμ, αλλά μου λένε ότι πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο παραλίγο να μεταναστεύσετε στην Αμερική. Τι θα γινόταν με σας και τη χώρα σας αν εσείς φεύγατε στην Αμερική;” Ο Τίτο μου ψιθύρισε στο αυτί ότι τώρα δεν μπορεί να διαβάσει αυτά που του έγραψαν οι συνεργάτες για να πει ως πρόποση, και είπε το εξής: “Ναι, ήμουν ένας οδηγός δοκιμών της Daimler-Benz και σκεφτόμουν μήπως να πάω στην Αμερική για να αποφύγω την υπηρεσία στον Αυστροουγγρικό στρατό. Δεν ξέρω, βέβαια, τι θα γινόταν με τη χώρα, αλλά ξέρω τι θα γινόταν με μένα: θα ήμουνα τώρα ένας εκατομμυριούχος στην Αμερική!» Όλοι γέλασαν, νόμιζαν ότι ήταν έτσι πραγματικά, κι εγώ ήμουν περήφανος για αυτόν, και ό,τι μπορώ να είμαι στην παρέα του, ακριβώς επειδή επέλεξε το άλλο, τον πιο επικίνδυνο δρόμο ακολουθώντας τα ιδανικά που πίστευε.

Ο Ιβάν Ιβάνι στον τάφο του Τίτο («στον «Οίκο των Ανθών».

Μ.Κ. Για πολλούς Έλληνες ο Τίτο κρατούσε μια αμφίσημη και οπορτουνιστική στάση απέναντι στην Ελλάδα. Πίστευαν ότι η βασική του πολιτική επιδίωξη ήταν να διαμελίσει και να αποσπάσει ένα σημαντικό κομμάτι της Βόρειας Ελλάδας, την ελληνική Μακεδονία, και να την ενώσει με τη “Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας” υπό τον έλεγχό του. Γι’ αυτό και υποστήριξε σλαβομακεδονικό εθνικισμό και χειραγωγούσε τους Έλληνες κομουνιστές παρτιζάνους οι οποίοι ενώ πίστευαν ότι πολεμούσαν για να αλλάξουν το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα, βρέθηκαν να κατηγορούνται ως όργανα των φιλοδοξιών του Τίτο να γίνει Βαλκανιάρχης. Τι πιστεύετε εσείς πάνω σε όλα αυτά; Πότε και γιατί άλλαξε η πολιτική του Τίτο απέναντι στην Ελλάδα;

Ι.Ι. Πιστεύω ακράδαντα ότι τέτοιες εικασίες δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Υπήρχε, πράγματι, μία ιδέα πως η Γιουγκοσλαβία, η Βουλγαρία και η Αλβανία θα έπρεπε να δημιουργήσουν ένα ενιαίο ομοσπονδιακό κράτος, και το είχαν συζητήσει αυτό ο Δημήτρωφ, ο Τίτο και ο Έμβερ Χότζα. Τη δημιουργία του είχε τότε εμποδίσει 
Στάλιν, αλλά από όσο γνωρίζω, η Ελλάδα ή κάποιο τμήμα της Ελλάδας δεν έχει συνδεθεί ποτέ με αυτό. Ο Τίτο υποστήριζε τον στρατηγό Μάρκο και τον ΕΛΑΣ πάνω στη γραμμή της κομμουνιστικής αλληλεγγύης. Αν κάποιος τώρα, αργότερα, θα αναφερόταν στο πρόβλημα της Ηπείρου και των Αλβανών που ζούσαν εκεί (σ.σ. εννοεί στους Τσάμηδες που ζούσαν στη Θεσπρωτία πριν τον Β’ Π.Π.), θα έλεγα ότι ο Μάρκος ποτέ σε κανέναν και με κανένα τίμημα δε θα έδινε οποιοδήποτε κομμάτι της Ελλάδας. Είναι αλήθεια ότι μέσα στον ΕΛΑΣ αγωνίζονταν άνθρωποι, που θεωρούσαν τον εαυτό τους εθνικά “Μακεδόνες”, αλλά ταυτόχρονα ήταν και κομμουνιστές. Ο Μάρκος Βαφειάδης ήταν 100% Έλληνας. Ο μεγάλος Σέρβος συγγραφέας Όσκαρ Νταβίτσο, το 1946 πέρασε μερικούς μήνες στην Ελλάδα και ήδη το 1947 δημοσίευσε το βιβλίο “Ανάμεσα στους Παρτιζάνους του Μάρκο”, αλλά επειδή ένα χρόνο μετά δήλωσε υπέρ της Απόφασης του Ινφορμ-μπιρό (Informbiro Rezolution), το Βελιγράδι διέκοψε όλες τις σχέσεις μαζί του.
Θα ήθελα να υπενθυμίσω ότι στις 28 Φεβρουαρίου του 1953 στην Άγκυρα ολοκληρώθηκε η λεγόμενη Βαλκανική Συμφωνία (Balkanski Pakt) ανάμεσα σε Γιουγκοσλαβία, Ελλάδα και Τουρκία, με την οποία η χώρα του Τίτο έμμεσα, αλλά πολύ σοβαρά συνδέθηκε με το ΝΑΤΟ για την υπεράσπιση της από την ΕΣΣΔ. Στη σημερινή Σερβία, κανείς δεν θέλει να θυμηθεί ότι τότε πρακτικά ήδη ήμασταν ένα τμήμα του Συμφώνου του ΝΑΤΟ που υπεγράφη με διάρκεια 20 ετών, που θα μπορούσε να επεκταθεί, αλλά η Γιουγκοσλαβία δεν το επιδίωξε, ώστε έπαψε να υφίσταται το 1973.
Κατά τη διάρκεια του καθεστώτος του Τίτο, συνεχώς διατηρούνταν ορθές και ρεαλιστικές σχέσεις με κάθε ελληνική κυβέρνηση, όσο ήταν υπό την επιρροή της βασιλικής οικογένειας, τόσο και κατά τη διάρκεια της Χούντας του Παπαδόπουλου, και μετά την πτώση της Χούντας με όλες τις δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις στην Αθήνα. Ανάμεσα στους Γιουγκοσλάβους “Μακεδόνες” υπήρχε η ιστορία για την “Vardarska, Egejska I Pirinska Makedonija” (Η Μακεδονία του Βαρδάρη, του Αιγαίου και του Πίριν), η οποία περιείχε κάποια νύξη για τη «μεγάλη Μακεδονία» σε βάρος της Βουλγαρίας και της Ελλάδας, αλλά αυτή ποτέ δεν ήταν η στάση της κυβέρνησης του Τίτο. Υπήρχε μάλιστα κι ένα ανέκδοτο εις βάρος της «Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» του στυλ: “Καημένη η χώρα για την οποία η Αλβανία είναι η Δύση!»
Image result for ΤΙΤΟ και Γιουγκοσλαβια

Μ.Κ. Έχετε δηλώσει πρόσφατα ότι είστε άπατρις, αλλά πολίτης του Βελιγραδίου. Μπορείτε να μας το διαφωτίσετε λιγάκι; Τι είναι για σας η πατρίδα; Γλώσσα; Θρησκεία; Οικογένεια; Μια Ιδέα; Κατά πόσο έχει νόημα να μιλάμε για την πατρίδα και πατριωτισμό στον 21. αιώνα; 
Ι.Ι. Ήθελα να πω ότι δεν παίζω με τις έννοιες όπως είναι η πατρίδα και πατριωτισμός. Για μένα υπήρξε μια ιδεώδη σχέση με τη Γιουγκοσλαβία της εποχής του Τίτο. Αυτή ήταν η χώρα μου. Ιδιαίτερη πατρίδα μου είναι το Μπάνατ (Βανάτο της Βοϊβοντίνα). Θρησκεία; Είμαι άθεος. Γλώσσα; Στην οικογένεια μου παράλληλα μιλιόταν τρεις γλώσσες: Γερμανικά, Ουγγρικά και Σέρβικα. Καμία φορά λέω μεταξύ αστείου και σοβαρού ότι δεν έχω μητρική γλώσσα αλλά τη γλώσσα της γκουβερνάντας μου, γιατί πιστεύω ότι καλύτερα γράφω στη Γερμανική γλώσσα, χάρη στη γκουβερνάντα μου η οποία ήταν Αυστριακή. Οι Γερμανοί που καταλαβαίνουν τις αποχρώσεις της γλώσσας τους, μου λένε ότι μιλάω Αυστριακά, που μ’ αρέσει να το ακούω. Αν συνεχίζαμε να αστειευόμαστε θα το έκανα ακόμη πιο στενό και τον όρο Βελιγραδέζο, θα τον έκανα άνθρωπος από Βόζντοβατς, που είναι η περιοχή του Βελιγραδίου στην οποία μένω εδώ και πενήντα χρόνια. Ανήκω στην ράτσα του Homo Sapiens! Ο Μάξιμ Γκόρκι έγραψε “Άνθρωπος! Τι μεγαλειώδες που ακούγεται αυτό!” Δυστυχώς ούτε με αυτό δεν συμφωνώ πια.
Image result for μιλοσεβιτς σερβικος εθνικισμός
Μ.Κ. Πιστεύετε πως υπάρχει κάποιος σέρβικος εθνο-αυτισμός; Μετά το εμπάργκο, τον πόλεμο, την απομόνωση και μεταμόρφωση της Σερβίας σε μία τριτοκοσμική χώρα, την απομόνωση από την παγκόσμια κοινότητα, ήταν αναμενόμενο ότι οι πολίτες της Σερβίας, απογοητευμένοι και απατημένοι, θα κλείνονταν μέσα στον εαυτό τους… Αλλά πέρασαν πάνω από 20 χρόνια και παρατηρείται ένα είδος συλλογικού αυτισμού στους Σέρβους. Ασχολούνται υπερβολικά μόνο με τον εαυτό τους, με την εσωτερική πολιτική σκηνή. Με πιο τρόπο πιστεύετε θα μπορούσε η Σερβία να ξανανοίξει προς τον κόσμο και να γίνει ένα πιο ενεργό μέλος στην δημιουργία ενός καλύτερου αύριο για όλους μας;
Ι.Ι. Κατά τη γνώμη μου, το κακό που κατέστρεψε τη “δική μου” Γιουγκοσλαβία ξεκίνησε από τον Σλομπόνταν Μιλόσεβιτς, τον οποίον ήξερα προτού έρθει στην εξουσία, ως το μικρότερο αδελφό του φίλου μου και συναδέλφου Μπόρο Μιλόσεβιτς, διερμηνέα του Τίτο για τη Ρωσική γλώσσα. Φυσικά, ο Μιλόσεβιτς δεν θα κατάφερνε να προωθήσει την ανοησία του, χωρίς τον Φράνιο Τούτζμαν (Κροάτη) και τον Αλία Ιζετμπέγκοβιτς (Βόσνιο Μουσουλμάνο), αλλά και χωρίς άλλων τύπων εθνικιστών, όπως ο Σέσελι. Τι να πούμε σήμερα, μετά από μια σχετικά σύντομη προσπάθεια του εκδημοκρατισμού που έληξε με τη δολοφονία του Ζόραν Τζίντζιτς, όταν ανενόχλητος κυβερνάει ο Αλεξάνταρ Βούτσιτς, ο οποίος ήταν Υπουργός Πληροφοριών επί του Μιλόσεβιτς και Γενικός Γραμματέας του κόμματος του Σέσελι, ενώ ο πρόεδρος της χώρας είναι ο Τόμισλαβ Νίκολιτς, πρώην αναπληρωτής του Σέσελι και “Βοϊβόντα των Τσέτνικ” (Αρχηγός των Τσέτνικς). Και ο Ίβιτσα Ντάτσιτς, ο επικεφαλής προπαγανδιστής του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, που σήμερα είναι Υπουργός; Ενώ η αδύναμη αντιπολίτευση είναι σε τέτοιο βαθμό κατακερματισμένη, που στο προβλεπτό μέλλον δεν δίνει καμία ουσιαστική απάντηση στον Βούτσιτς, ο οποίος στην εσωτερική πολιτική κάνει κυριολεκτικά ό,τι θέλει, ενώ προς το Βερολίνο, τις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον είναι εντελώς υποταγμένος. Πώς σε μια τέτοια κατάσταση οι πολίτες της Σερβίας να μην είναι αυτιστικοί; Πώς αυτό θα αλλάξει; Δεν ξέρω… Αν το ήξερα και αν ήμουν νεότερος θα είχα κάνει δικό μου κόμμα και θα αγωνιζόμουν. Αστειεύομαι… Κάποια στιγμή τα πράγματα θα αλλάξουν, αλλά εγώ είμαι 88 χρονών και δεν ξέρω πως και πότε θα γίνει αυτό.

Με τη σύζυγό του Ντράγκανα και τον νομπελίστα Γερμανό συγγραφέα Γκίντερ Γκρας.
Μ.Κ. Γνωρίζατε προσωπικά τα δύο από τα ιερά τέρατα της μεταπολεμικής γερμανικής λογοτεχνίας: τους Νομπελίστες συγγραφείς Χάινριχ Μπελ και Γκίντερ Γκρας. Για τον Γκίντερ Γκρας λένε ότι ως έφηβος ήταν μέλος της Ναζιστικής Νεολαίας. Έχετε ποτέ συζητήσει μαζί του αυτό το θέμα, ειδικά που ως γνωστόν εσείς ήσασταν εκείνη την εποχή από την άλλη πλευρά της ίδιας της Κόλασης, σε εκείνη τη χειρότερη, καθώς περάσατε από δύο γερμανικά Στρατόπεδα Συγκέντρωσης, το Μπούχενβαλντ και το Άουσβιτς.
Ι.Ι. Δεν ήταν μυστικό ότι ο Γκίντερ Γκρας σαν παιδί ήταν ενθουσιασμένος οπαδός του Χίτλερ, αλλά ήδη μέσα στα πρώτα του μυθιστορήματα ξεκαθαρίζει με το παρελθόν του. Σ’ ένα από τα λιγότερο γνωστά βιβλία του με τίτλο “Από το Ημερολόγιο ενός Σαλιγκαριού” σε πρώτο πρόσωπο εξηγεί στους γιους του πως έγιναν τα πράγματα. Ως δεκαεφτάχρονος επιστρατεύτηκε. Ο ίδιος ήθελε να πάει στα υποβρύχια αλλά τον έστειλαν στις μονάδες των SS. Ξέρω σίγουρα ότι το 1944 τους νεοσύλλεκτους στρατιώτες τους στέλνανε στις μονάδες SS σαν να ήταν ένα κανονικό σώμα της Βέρμαχτ. Πάντα αναρωτιόμουν πως θα συμπεριφερόμουν κι εγώ αν είχα γεννηθεί Γερμανός και ήμουν εκτεθειμένος στη δική τους τότε προπαγάνδα. Μπορώ να ορκιστώ ότι θα συμπεριφερόμουν διαφορετικά; Εμείς σήμερα στη Σερβία μπορούμε να δούμε πως οι άνθρωποι γίνονται θύματα του εθνικισμού, εκτεθειμένοι καθημερινά στην πυρά των εθνικιστικών συνθημάτων. Με αυτή την έννοια δεν είχα κανένα πρόβλημα με τον Γκρας. Εμείς οι δύο παρεξηγηθήκαμε το 1999 όταν είπε ότι ήταν σωστό η Γιουγκοσλαβία να βομβαρδιστεί. Στον ανοιχτό διάλογο μαζί μου στην Κολονία δεν ήρθε. Μετά δημόσια ζήτησε συγνώμη, και είπε “δεν μπορώ εγώ να τα ξέρω όλα”. Κι εγώ του απάντησα “Βεβαίως, δεν χρειάζεται να τα ξέρεις όλα, αλλά να μη μιλάς για πράγματα που δεν ξέρεις…” Αλλά τα βρήκαμε μετά και πάλι…

Περπατώντας μαζί με τον Γερμανό καγκελάριο του SPD Βίλυ Μπράντ (αριστερά ο Ιβάνι και δεξιά ο Μπραντ).
Μ.Κ. Ο Χάινριχ Μπελ, επίσης Νομπελίστας, υπηρετούσε το Βέρμαχτ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στις επιστολές του προς τους γονείς ζητούσε συνεχώς Pervitin, ένα ψυχότροπο φάρμακο με το οποίο ο Γερμανικός Στρατός ντοπάριζε ως γνωστόν τους στρατιώτες του. Πρόσφατες αποκαλύψεις μιλούν για 200 εκατομμύρια χαπάκια που δόθηκαν στους Γερμανούς στρατιώτες, για να πολεμάνε καλύτερα, με λιγότερο φόβο, άγχος, και γενικώς να αντέχουν… Ένας απ αυτούς ήταν και ο Χάινριχ Μπελ όπως το παραδέχθηκε και ο ίδιος. Με αφορμή και αυτή την αποκάλυψη, εσείς τι πιστεύετε; Οι Ναζί και οι Γερμανοί γενικότερα κατά τη διάρκεια του πολέμου έκαναν εγκλήματα επειδή τους ανάγκασαν ή ήταν κάτι άλλο;
Ι.Ι. Με τον Μπελ δεν ήμουν τόσο οικείος όσο με τον Γκρας. Δεν το συζητήσαμε αυτό το θέμα, αλλά από τα βιβλία του μπορεί να δει κανείς πόσο μετανιώνει και ντρέπεται στο όνομα του λαού του. Είναι χαρακτηριστικό για την πλειοψηφία των Γερμανών συγγραφέων, που άρχισαν να δημοσιεύουν μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ότι έχουν μιλήσει ανοιχτά για τα εγκλήματα που έγιναν στο όνομα της Γερμανίας. Για αυτό το λόγο η ευαισθητοποίηση και συνείδηση για τη φρίκη της εποχής του Χίτλερ έγινε αρκετά διαδεδομένη, ειδικά στις νέες γενιές. Στη Γερμανία είναι μια νομική υποχρέωση ότι οι μαθητές απ’ όλα τα σχολεία, τουλάχιστον μία φορά και όλοι μαζί πρέπει να επισκεφτούν κάποιο μνημείο αφιερωμένο σε ένα από τα Στρατόπεδα Συγκέντρωσης. Είναι λίγοι οι Γερμανοί -περίπου 5 %- που αρνούνται τα εγκλήματα πολέμου των Ναζί, και αν αυτό γίνεται και δημόσια τιμωρείται ακόμη και με φυλάκιση. Μακάρι να ήταν έτσι και στις χώρες που δημιουργήθηκαν πάνω στα ερείπια της Γιουγκοσλαβίας…
Ως προς το ντόπινγκ, αυτό το πράγμα πάντα υπήρχε στην ιστορία. Και οι Ρωμαϊκές λεγεώνες έπιναν πολύ κρασί πριν τη μάχη. Και στα αρχαία χρόνια υπήρχαν επίσης μαζικές καταστροφές των άμαχων πολιτών. Για παράδειγμα, η Άννα Κομνηνή, η κόρη του Αλέξιου Α’, στο έργο της Αλεξιάδα σε 15 βιβλία, τον ενδέκατο αιώνα περιγράφει μαζικές δολοφονίες που σήμερα θα τις ονομάζαμε γενοκτονία. Εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί οι Γερμανοί στρατιώτες έκαναν μαζικές δολοφονίες, αλλά δυστυχώς αργότερα το κατάλαβα. Κατάλαβα ότι το Κακό είναι μέσα στον άνθρωπο και όχι σε κάποιο συγκεκριμένο λαό, όταν οι δικοί μου συμπατριώτες Σέρβοι, Κροάτες και Βόσνιοι, άρχισαν να αλληλοσκοτώνονται με τον ίδιο τρόπο.

Με τον Γερμανό καγκελάριο Χέλμουτ Σμιτ και τον υπ. Εξωτερικών Χανς Ντίντριχ Γκένσερ.
M.K. Πέρυσι, με αφορμή τα 60 χρόνια της ουγγρικής εξέγερσης, κυκλοφόρησε η νέα έκδοση του βιβλίου σας “Η Ουγγρική Επανάσταση του 1956″. Εσείς εκείνες τις ημέρες (23.10- 4.11. 1956) ήσασταν εκεί ως ανταποκριτής. Μ’ αυτό το βιβλίο ρίχνετε φως σ’ ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός, ειδικά όσον αφορά τους δύο πρωταγωνιστές: τον Ίμρε Νατζ, που η Δύση αργότερα τον εμφάνισε ως “αγωνιστή και ήρωα της δημοκρατίας”, και τον Γιάνος Κάνταρ, που για την Δύση πάλι ήταν ένας αντεπαναστάτης που πρόδωσε τη Δημοκρατία και τους Ούγγρους συντρόφους του, που αγωνίστηκαν για την δημοκρατία και την απελευθέρωση από την Σοβιετική Ένωση. Με το βιβλίο σας δείχνετε ότι τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς έτσι, και ρίχνετε φως σε πολλές ανακρίβειες. Στις 27 Ιουνίου του 1989 είχαν πλέον κοπεί συρματοπλέγματα μεταξύ της Αυστρίας και της Ουγγαρίας, τα οποία επί 45 χρόνια χώριζαν την Ανατολή από τη Δύση. Σήμερα η Αυστρία και η Ουγγαρία είναι κράτη μέλη της ΕΕ και δύο χώρες που υπερηφανεύονται για τη δημοκρατία τους. Ωστόσο την ίδια στιγμή είμαστε μάρτυρες της ξενοφοβικής πολιτικής στην Αυστρία, όπου παραλίγο στην εξουσία να έρθει η ακραία Δεξιά, ενώ στην Ουγγαρία κυβερνά ο Όρμπαν που υπερηφανεύεται για τα καινούργια συρματοπλέγματα που θα προκαλούν ηλεκτροσόκ σε όσους πλησιάσουν, γιατί δεν θέλει στο έδαφος του να δεχτεί ούτε ένα πρόσφυγα από τις μουσουλμανικές χώρες, παρόλο που πρόκειται για τους ανθρώπους που προσπαθούν να σώσουν τις ζωές τους και των παιδιών τους, φεύγοντας απ την κόλαση του πολέμου, όπως ακριβώς έκαναν και οι Ούγγροι πολίτες 60 χρόνια πριν. Ποιο είναι το δικό σας σχόλιο για μία τέτοια κατάσταση σήμερα στην Ευρώπη και τον κόσμο; 
I.I. Συμφωνώ με τις διαπιστώσεις σας. Στο να γράψω αυτό το μοναδικό μου ιστορικό-δημοσιογραφικό βιβλίο, βοήθησε πολύ το γεγονός ότι ήμουν εκεί κατά την διάρκεια των επαναστατικών γεγονότων αλλά έτυχε να είμαι εκεί και μερικούς μήνες νωρίτερα, έτσι ώστε δεν είχα μόνο τους συνομιλητές αλλά και φίλους κι απ τις δύο πλευρές των οδοφραγμάτων. Ίσως ακόμα πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι είχα πρόσβαση στα αρχεία, αλλά και την ευκαιρία να μιλήσω με μερικούς από τους κορυφαίους εκπροσώπους τόσο των Αμερικάνικων όσο και των Σοβιετικών υπηρεσιών πληροφοριών και μάλιστα σε μεγάλη ιστορική απόσταση, οι οποίοι μιλούσαν δημόσια αλλά και μεταξύ μας ειδικά, αρκετά ειλικρινά. Είχα την ευκαιρία λοιπόν να μιλάω και με αρκετούς συμμετέχοντες στην εξέγερση αφού αφέθηκαν ελεύθεροι από τις σταλινικές φυλακές. Μια τεράστια βοήθεια στην έρευνα μου είχα από την ιστορικό Καταρίνα Κοβάτσεβιτς. Έχω την αίσθηση ότι σήμερα όχι μόνο η Ουγγαρία αλλά η Δυτική Ευρώπη γενικότερα και η Βόρεια Αμερική, αποχαιρετούν το πολιτικό σύστημα που γεννήθηκε με την Γαλλική Επανάσταση, απομακρύνονται από τον κοινοβουλευτισμό. Η εμφάνιση των κοινωνικών δικτύων περιλαμβάνει τα προβλήματα και τις λύσεις τους. Κάθε πολίτης που ενδιαφέρεται και έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στα παλιά πολιτικά κόμματα μπορεί μόνος του να κάνει την έρευνά του και να βγάζει συμπεράσματα. Σκέφτομαι πως οι Έλληνες το γνωρίζουν περισσότερο, επειδή το φαινόμενο Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ είναι μία από τις πρώτες ενδείξεις αυτής της καινούργιας τάσης στον κόσμο. Θα μπορούσαμε να μιλάμε πολύ ώρα για αυτό. Μερικοί ονομάζουν τους σύγχρονους πολιτικούς λαϊκιστές. Ο λαϊκισμός μπορεί να πάει προς τα Δεξιά, όπως αποδεικνύεται από την επιλογή του Τραμπ για τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά και προς τα Αριστερά, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας. Στη Γαλλία, με την πρώτη ματιά, υπάρχει η συνεχής άνοδος της Λεπεν στα Δεξιά, αλλά από την Αριστερά πολύ καλά της αντιστέκεται ο Εμάνουελ Μακρόν. Στην Ολλανδία απειλούσε σοβαρά τη δημοκρατία ο ακροδεξιός Γκέρτ Βίλντερς αλλά προς το παρόν δεν το κατάφερε. Όμως στη Γερμανία βλέπουμε μία καταπληκτική νέα ώθηση στη σοσιαλιστική πολιτική που δίνει ο Μάρτιν Σουλτς ο οποίος απειλεί σοβαρά την Άνγκελα Μέρκελ, αν και ο Σουλτς, βλέπω, είναι ο μοναδικός σημαντικός πολιτικός στην Ευρώπη που δεν έχει τελειώσει ούτε το Λύκειο. Όλα αυτά είναι σημάδια της απονέκρωσης των καθιερωμένων κομμάτων και της γέννησης των καινούργιων συστημάτων και θα δούμε τι θα συμβεί μετά, αφού περάσουν οι πόνοι της γέννας. Ωστόσο, αυτό είναι μόνο ένα μέρος του σύγχρονου κόσμου. Σχετικά με την ανάπτυξη στην Κίνα, στην Ινδία και στη Νότια Κορέα και ούτω καθεξής, θα πρέπει να κάνουμε μία άλλη συζήτηση γιατί αυτά είναι εντελώς διαφορετικά συστήματα.

Μ.ΚΧρειάστηκαν 40 χρόνια για να ολοκληρωθεί η τριλογία των ιστορικών σας μυθιστορημάτων “Διοκλητιανός”, “Κωνσταντίνος” και “Ιουλιανός”, για τους τρεις Ρωμαίους αυτοκράτορες που κυβερνούσαν και τις δικές μας περιοχές. Όταν γράψατε το “ Διοκλητιανός” την δεκαετία του 1970 ξέρατε ότι θα κάνετε την τριλογία που θα τέλειωνε με τον Ιουλιανό τον Αποστάτη; Ποια θα ήταν η τύχη του ευρωπαϊκού πολιτισμού, αν ο Ιουλιανός δεν είχε δολοφονηθεί 32 χρονών και κατάφερνε να γυρίσει την ανθρωπότητα πίσω στον δωδεκαθεϊσμό; 
Ι.Ι. Όταν άρχισα την έρευνά μου για να γράψω το μυθιστόρημα για τον Διοκλητιανό ακόμα δεν ήξερα προς ποια κατεύθυνση θα αναπτύξω τον μυθιστορηματικό χαρακτήρα αυτού του τόσο σημαντικού ιστορικού προσώπου, αλλά κατά τη διάρκεια της συγγραφής κατάλαβα ότι απλά πρέπει να συνεχίσω την ιστορία με τον Κωνσταντίνο, ο οποίος εμφανίζεται με ένα σημαντικό τρόπο σε σχέση με τον Διοκλητιανό. Είχα ένα προαίσθημα ότι πρέπει να γράψω μια τριλογία, αλλά για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν ήξερα ποιος θα είναι ο τρίτος. Σε σχέση με τον Ιουλιανό ανησυχούσα λίγο γιατί ο Merezhkovsky (Dmitri Sergejewitsch Mereschkowski) έγραψε για αυτόν ένα πολύ σημαντικό μυθιστόρημα, παρουσιάζοντάς όμως τον Ιουλιανό ως έναν 100% αρνητικό χαρακτήρα. Για μένα όμως αυτός ήταν μια πολύ θετική προσωπικότητα. Κατά τη διάρκεια της δουλειάς πάνω στο βιβλίο κατάλαβα ότι ο Ιουλιανός, σε αντίθεση με τους προηγούμενους δύο, ήταν ένας διανοούμενος, ο οποίος σε νεαρή ηλικία ήθελε να γίνει Χριστιανός ιερέας, αλλά στη συνέχεια σπούδασε φιλοσοφία στην Αθήνα και σε αυτή τη φάση πήρε μια κριτική στάση προς τον Χριστιανισμό ως την μεγαλύτερη θρησκεία και αγκάλιασε μια άλλη κοσμοθέαση που την ονόμασε Ελληνισμός. Με βάση την ελληνική μυθολογία (κατά τη γνώμη μου οι καλύτερες μελέτες είναι εκείνες του Robert Graves), και την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, οι θεοί είναι πάνω από δώδεκα, μαζί με τους θεούς άλλων λαών, ημίθεους και τους ήρωες υπάρχουν τουλάχιστον εκατό. Τι θα συνέβαινε αν ο Ιουλιανός δεν πήγαινε, χωρίς κανένα λόγο, να κατακτήσει την Περσία όπου και πέθανε; Θα κατάφερνε να γυρίσει στον Ελληνισμό; Δεν έχω ιδέα, αλλά αν ήμουν νεότερος αυτή την ερώτησή σας, θα την έπαιρνα ως πρόκληση να γράψω ένα μυθιστόρημα για το πως ήταν ο κόσμος την ώρα που ο Ιουλιανός Αποστάτης γιορτάζει τα 85 γενέθλιά του…
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η συνέντευξη αυτή πρωτοδημοσιεύτηκε σε τρία τμήματα στο http://www.tvxs.gr στις 24.3.2017, στις 25.3.2017 και στις 26.3.2017.
* Η Μίλιτσα Κοσάνοβιτς (kosanovic@mail.com) είναι αρθρογράφος του Σέρβικου περιοδικού Vreme και συγγραφέας. Το τελευταίο της βιβλίο, που έγραψε μαζί με τον Γιώργο Στάμκο, έχει τίτλο “Άγνωστη Σερβία”.

πηγή