Articles by "Μαστρογιάννη"


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαστρογιάννη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο Χρήστος Μαρσέλλος έχει σπουδάσει φιλοσοφία στην Ελλάδα και στη Γαλλία, έχει γράψει άρθρα και μελέτες που θα δημοσιευτούν ή θα αναδημοσιευτούν κυρίως από τις εκδόσεις Περισπωμένη, και έχει μεταφράσει στα ελληνικά μια σειρά από βιβλία φιλοσοφίας.

Φωτεινή Μαστρογιάννη: Στο επίμετρο του βιβλίου «Οικονομικές προοπτικές για τα εγγόνια μας» του JohnMaynard Keynes, αναφέρετε ότι ο Κέυνς δεν είχε προβλέψει το 1925 τις εκατόμβες που ετοιμάζει η θρησκεία της ηθικής. Ποιες είναι αυτές οι εκατόμβες;

Χρήστος Μαρσέλλος: Ως θρησκεία της ηθικής περιέγραφε ο Κέυνς τον κομμουνισμό, και αναφέρομαι βέβαια στα εκατομμύρια των θυμάτων που είχε κατά τη διάρκεια του εικοστού αιώνα το κομμουνιστικό πείραμα. Χωρίς να απαλλάσσει κανείς το «δυτικό» στρατόπεδο από τις δικές του ευθύνες, είναι ζήτημα τιμιότητας να αναγνωρίσει κανείς αυτή την πραγματικότητα, και είναι ζήτημα ευθύνης της σκέψης να αναζητήσει τα απώτερα αίτια, τα μη προφανή.

Γράφω μάλιστα ότι ο αστικός κόσμος χρησιμοποίησε τις εκατόμβες του κομμουνιστικού ως άλλοθι για τις δικές του αβελτηρίες, αλλά συνέβη και το αντίθετο: οι τραγωδίες του κομμουνιστικού εξηγήθηκαν από την αντίσταση που προέβαλε ο αστικός κόσμος, από το δυσμενές περιβάλλον, χωρίς το οποίο θα είχαν γίνει όλα μέλι γάλα. Αυτά είναι και από τις δύο πλευρές δικαιολογίες, που δεν αφήνουν να σκεφτούμε σε βάθος, ενώ στο βάθος φαίνονται όλο και περισσότερο με το πέρασμα του χρόνου οι κοινές παραδοχές των δύο.
Αυτές πρέπει να σκεφτούμε: την ασύνειδη ή ανομολόγητη επικράτηση του homoeconomicus, που δεν είναι ιδεολογική, δηλαδή δεν την κάνει κανείς παντιέρα για να συγκρουστεί στο όνομά της –αντιθέτως: οι μεν αρνούνται ότι υπηρετούν τον homo economicus ενώ συγχρόνως ορίζουν τον άνθρωπο ως εργασιακή δύναμη και οι δε, που μέχρι πρόσφατα υποστήριζαν τον homo economicus στο όνομα της ελευθερίας, τώρα ανακαλύπτουν ότι η ελευθερία είναι μια έννοια που δεν αντιστοιχεί σε τίποτα και ότι υπάρχει μόνο θέμα επιτυχημένου ή μη social engineering – και ισχυρίζονται ότι το δικό τους είναι απλώς πιο επιτυχημένο, ως πιο ευέλικτο.

ΦΜ: Γράφετε ότι ο homo economicus έχει απλώσει παντού τα πλοκάμια του. Ότι υπάρχει μόνο διαφήμιση ή αφάνεια του απλώς ιδιωτικού. Μπορείτε να μας το εξηγήσετε;

ΧΜ: Ο homo economicus εδώ με την πιο στενή και πιο προφανή έννοιά του, όχι αυτήν που υπαινίχτηκα παραπάνω. Συνειδητοποιώ ότι αυτή είναι μια πρόταση με την οποία κάθε τίμιος blogger θα πρέπει να αγανακτά, αφού η δραστηριότητά του προϋποθέτει την πίστη ότι τα πράγματα δεν μπορεί να είναι τόσο περίκλειστα.
Και επειδή δεν είμαι καθόλου προφήτης, θα δεχόμουν κάλλιστα να συμμεριστώ την πίστη αυτή και να μετριάσω την απόφανση. Περιγράφω απλώς μια τάση. Μια παλιά, βουδιστική νομίζω, διδασκαλία έλεγε ότι αν κλειστείς στο πιο απόμερο δωμάτιο του σπιτιού σου και σκεφτείς πολύ έντονα θα σε ακούσει όλος ο κόσμος. Εννοούσε όμως ότι θα σε ακούσει – εντέλει. Δηλαδή προϋπέθετε την ιστορία.
Η τάση της εποχής μας είναι η αντίθετη. Είναι ανιστορική, και ίσως αυτό οφείλεται στη φύση των mass media. Σε ακούει κανείς από το δωμάτιό σου αν εκπέμπεις -- ήχο ή εικόνα, χωρίς να έχει καμιά σημασία αν σκέφτεσαι έντονα ή όχι. Αξίζει να θυμηθεί κανείς εδώ ότι για τον McLuhan ο αποφασιστικός λόγος για τον οποίο αυτά τα media λέγονται μαζικά δεν είναι το μέγεθος του κοινού στο οποίο απευθύνονται, αλλά το μέγεθος του κοινού στο οποίο απευθύνονται συγχρόνως. Ίσως χρειαστούν αιώνες για να συνειδητοποιηθεί τι συνέπειες έχει αυτή η επικράτηση της συγχρονικότητας.
Βλέπουμε πάντως σήμερα τα πιο ιδιωτικά περιεχόμενα να γίνονται δημόσια και τα με αλλοτινά κριτήρια δημόσια, τα πιο πανανθρώπινα, να αποσιωπώνται, εκτός αν μπορούν να γίνουν μόδα, αν μπορούμε να τα πουλήσουμε ως αξεσουάρ του καλού hipster. Αλλά βέβαια έτσι αλλάζουν χαρακτήρα – αν μάλιστα σκεφτούμε και τη ρήση του Ουάιλντ ότι η μόδα είναι κάτι τόσο άσχημο που πρέπει να το αλλάζουμε κάθε πέντε μήνες.
Έτσι ο κόσμος μας μοιάζει να εξελίσσεται σύμφωνα με έναν αλγόριθμο της εξέλιξης όπου η βιωσιμότητα είναι η επαρκής οικονομική βάση, και βέβαια την μεγαλύτερη οικονομική βάση την έχει ό,τι απευθύνεται σε περισσότερους ανθρώπους συγχρόνως. Από κει και πέρα οι νόμοι της στατιστικής έχουν μοιραία το πάνω χέρι. Η κακή τηλεοπτική εκπομπή, ή η κακή εφημερίδα, διώχνει την καλή, όπως το κακό χρήμα διώχνει το καλό. Αλλά επειδή η ισορροπία του κόσμου μας είναι δυναμική, όπως αυτή της φύσης γενικότερα, υπάρχει πάντοτε μια ποικιλία αρκετή για να κρύβει από τα μάτια μας την τάση και να παρουσιάζει την κατάσταση ως σταθερή, ώστε κάποιοι να λένε: πάντα έτσι ήταν.
Αυτό που κρύβεται είναι η επικράτηση του ανθρώπου που ο Μαρκούζε ονόμαζε μονοδιάστατο, ή ό,τι ο Καστοριάδης ονόμαζε « άνοδο της ασημαντότητας» -- που είναι με μια έννοια η άνοδος της ιδιωτικότητας, στους αντίποδες της ελληνικής αντίληψης για τα κοινά, αλλά όχι μόνο.

ΦΜ: Ποια είναι η ελληνική αντίληψη για τα κοινά;

XM: Είπα ότι η άνοδος της ιδιωτικότητας βρίσκεται στους αντίποδες της ελληνικής αντίληψης για τα κοινά, αλλά όχι μόνο, γιατί στην πραγματικότητα σήμερα προβάλλουμε πάνω στην κατανόηση του θέματος αυτού στοιχεία που προέρχονται από τις άλλες μας καταβολές, τις ιουδαιοχριστιανικές, με τρόπο που δεν συνειδητοποιούμε πόσο προβληματικός είναι. Έτσι κρατάμε βολικά ότι σε αντίθεση με τον ιδιώτη (που κατέληξε να σημαίνει τον βλάκα σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες) ο πολίτης δεν ασχολείται με τον εαυτό του -- ασχολείται με τα κοινά.
Aλλά αυτό για τον αρχαίο δεν σημαίνει καμιά ανιδιοτέλεια – σημαίνει, ανάλογα και με τις εποχές, ότι φιλοδοξεί να διαπρέψει στα σημαντικά ζητήματα και να δοξαστεί, ή σημαίνει ότι εννοεί να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του, και τα συμφέροντα της ιδιαίτερης κοινότητάς του επίσης. Τα κοινά είναι λ.χ., για τους Αθηναίους, και το αν θα σταλεί στρατός να καταπνίξει την εξέγερση της Λέσβου, σφάζοντας τους άντρες και πουλώντας τα γυναικόπαιδα, ή αν ο Σωκράτης πρέπει να πιει το κώνειο γιατί πιστεύει σε θεούς άλλους από αυτούς στους οποίους πιστεύει η πόλη. Ο πολίτης, όπως θέλησε να τον αναβιώσει η Γαλλική επανάσταση, είχε ακόμα τέτοια διλήμματα, και αποφάσιζε αντίστοιχα να καταπνίξει την εξέγερση στη Vendée, ή να κηρύξει τη θρησκεία του Υπέρτατου όντος.

O Μαρξ μόνο, που δεν έμενε, και δικαίως, ικανοποιημένος με την ταύτιση αστού και πολίτη στην οποία κατέληξε η Γαλλική επανάσταση, σκέφτηκε τον πολίτη ως το ιδεατό (και ιδεολογικό) συμπλήρωμα του εγωιστή αστού, κάτι σαν μηχανισμό αναπλήρωσης. Γι’ αυτό στα νεανικά γραπτά του, τα φιλοσοφικά, το όραμα που τον καθοδηγεί είναι, πίσω από την άρση του διχασμού του ανθρώπου σε ιδιώτη αστό από τη μία και πολίτη, με μια ιδεατή μόνο κοινωνικότητα, από την άλλη -- η άρση του πολιτικού.

Το πολιτικό υπάρχει μόνο όσο δεν έχει πραγματωθεί η κοινωνική φύση του ανθρώπου. Ενώ διατηρείται εδώ ένας πυρήνας της ελληνικής αντίληψης, ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να είναι ιδιώτης, αλλά να ασχολείται με τα κοινά, το πλαίσιο είναι αλλαγμένο – αυτή η εγελιανή πραγμάτωση/κατάργηση του πολιτικού είναι κάτι αδιανόητο για τους Έλληνες, και οι καταβολές της είναι στην πραγματικότητα βιβλικές. Στηρίζεται συγχρόνως σε μια μονομερή ερμηνεία της ιστορίας, γιατί στην πραγματικότητα η νεότερη αστική κοινωνία/η κοινωνία των πολιτών (bürgerlicheGesellschaft) αναπτύχθηκε γύρω από τις θρησκευτικές διενέξεις στο όνομα της ελευθερίας της συνείδησης, και όχι απλώς ως έκφραση του οικονομικού εγωισμού του αστού/πολίτη. Γι’ αυτό άλλωστε για τον άθρησκο, δηλαδή αφανάτιστο, Κέυνς, που είναι προϊόν αυτής ακριβώς της ιστορικής εξέλιξης, ο προλετάριος εκπροσωπεί ένα νέο βαρβαρισμό, και όχι το μέσο για να πραγματωθεί η ουσία του ανθρώπου. Αλλά και ο Κέυνς. ενώ φαντάζεται την ελευθερία με τρόπο που να θυμίζει την ελευθερία του πολίτη από την ανάγκη, στην πραγματικότητα προβάλλει πάνω της νεότερα στοιχεία: ο Έλληνας της «δημοκρατικής» εποχής δεν είχε κάποια ατομική ελευθερία, η ελευθερία του δεν ήταν εσωτερική, ήταν πολιτική – δεν είχε το «νομικό» καθεστώς του δούλου -- και ήταν ταγμένη στην εξυπηρέτηση της κοινωνικής νόρμας.

ΦΜ: Ποιος είναι ο νέος βαρβαρισμός που εκπροσωπεί ο προλετάριος;

Χρήστος Μαρσέλλος

XM :Ο Κέυνς φοβόταν ότι ο προλετάριος ερχόταν να σβήσει με μια μονοκοντυλιά όλες τις κατακτήσεις του μέχρι τότε πολιτισμού. Πόσο έντονη ήταν την εποχή εκείνη η αίσθηση ότι δημιουργούνταν ένας νέος άνθρωπος μπορούμε να το δούμε και από την ανάποδη, λ.χ. στο δοκίμιο «Ο εργάτης» του Ernst Jünger που, εκείνος, συναινούσε στο «νέο άνθρωπο», όπως και ο κομμουνισμός της εποχής του, αν και από άλλες αφετηρίες.

Αυτό που υπερασπίζεται ο Κέυνς περιέχει πολλή συμβατικότητα, και δεν είναι από κάθε άποψη άξιο υπεράσπισης. Αλλά και ο Jünger μάλλον μετάνιωσε αργότερα για τις αρχικές του θέσεις, ενώ και ο κομμουνισμός, από αρνητής της παράδοσης, κατέληξε συντηρητής της – όταν στο δυτικό κόσμο ανθούσε η ροκ μουσική, στον ανατολικό ανθούσαν τα ωδεία κλασικής μουσικής. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα να έχει αμβλυνθεί η αίσθηση του κινδύνου της απαξίωσης του «πολιτισμού», να τείνει μάλιστα να εξαφανιστεί εντελώς μέσα στο γενικευμένο κουλτουραλισμό που επικρατεί.

Αν ήθελα να πω ποιο είναι το πραγματικό διακύβευμα που δεν φέρνουν ικανοποιητικά στο φως ούτε ο φόβος του Κέυνς, ούτε η προσδοκία του Jünger ή του αρχικού κομμουνισμού, θα ρωτούσα αν δεν υπάρχει ο κίνδυνος να φτάσουμε σε μια κατάσταση όπου να μην υπάρχει κανείς για τον οποίο να έχει νόημα το ερώτημα: αν μωρανθή το άλας της γης, τίνι αλισθήσεται;

ΦΜ: Γράφετε, πολύ εύστοχα ομολογώ, ότι «η ηθική γίνεται αισθητική των ιδιωτικών επιλογών και τέχνη του βίου, ενώ η πολιτική παύει να είναι πολιτική για να γίνει η δυναμική διαχείριση της πληθύος των ιδιωτών». Μπορείτε να μας δώσετε κάποια παραδείγματα;

XM:Οι διατυπώσεις αυτές προσπαθούν να δώσουν μια πρώτη περιγραφή του homo economicus, ή, αν θέλετε, της κατάστασης στην οποία το άλας της γης τείνει να μωρανθεί, και όπου οι λέξεις διατηρούνται αλλά χάνουν το περιεχόμενό τους, ή, αν θέλετε, τη γεύση τους.

Δεν υπάρχει ηθική αν κατά βάθος πιστεύουμε ότι ο άνθρωπος είναι προϊόν συνθηκών, ότι δεν υπάρχει ελευθερία, ότι δεν υπάρχει Δέον κλπ. Εκείνο που μένει είναι ότι κάποιος είναι ευχαριστημένος με τον εαυτό του γιατί κάνει την τάδε επιλογή, κάποιος άλλος επειδή κάνει την δείνα. Όλο το ζήτημα είναι πώς να περάσει κανείς ευχαριστημένος τη ζωή που του έχει δοθεί και το μόνο ηθικό είναι να μην εμποδίζει τους άλλους να κάνουν το ίδιο, οπότε με μια έννοια δεν υπάρχει ηθική και με μια έννοια ονομάζεται ηθικό ένα ζήτημα που στην πραγματικότητα είναι πολιτικό.

Η πολιτική αντιστοίχως γίνεται διαχείριση πληθυσμών, γιατί δεν μπορεί να υπάρχει πολιτική εκεί που δεν υπάρχει πολίτης (αφού δεν υπάρχει ελευθερία, ενώ και η απλώς πολιτική έννοια της ελευθερίας, προϋποθέτει, έστω χωρίς να την θεματοποιεί, μια πρωταρχικότερη) αλλά μόνο αποτελεσματικό social engineering. Η πολιτική γίνεται λοιπόν διαχείριση πληθυσμών πρώτα πρώτα με την εντελώς πρακτική έννοια, πώς θα μοιραστούν οι πρώτες ύλες, η ενέργεια κλπ., όχι με καμιά απόλυτη δικαιοσύνη, αλλά με μια ελάχιστη, ώστε να αποφεύγονται τουλάχιστον οι, πραγματιστικά ασύμφορες, εξεγέρσεις των πληθυσμών -- αλλά και με την έννοια της διαχείρισης της κοινής γνώμης. Γι’ αυτό οι πολιτικοί παρακολουθούν πια τις δημοσκοπήσεις ώστε να προσαρμόζονται στην κοινή γνώμη, ή φτιάχνουν τις δικές τους προκειμένου να την επηρεάσουν, ή να παρουσιάσουν μια πλαστή κοινή γνώμη – υπάρχει απλώς διαχείριση της εξουσίας, και η πάλη των ιδεών, που άλλοτε ήταν πραγματική, σήμερα επαναλαμβάνεται απλώς προσχηματικά.

ΦΜ: Αναφέρετε ότι οι δυτικές κοινωνίες έχουν τύψεις για τα προνόμιά τους αλλά καμιά επιθυμία να μοιραστούν τα κεκτημένα τους. Μιλάμε λοιπόν για κοινωνίες υποκρισίας και ενοχικές. Πού μπορεί να οδηγήσει κάτι τέτοιο;

XM: Υπήρξαν κοινωνίες του παρελθόντος που ήταν πολύ πιο σκληρές από τις δυτικές, χωρίς να αισθάνονται γι’ αυτό καμία ενοχή. Η πολιτική δεν θεωρούσε πάντα ότι η ηθική την δεσμεύει. Το θεωρεί κυρίως από τη Βίβλο και μετά – γι’ αυτό έχει ακόμα νόημα όταν ονομάζουμε τον πολιτισμό μας ιουδαιοχριστιανικό.

Η ενοχικότητα των δυτικών κοινωνιών δείχνει με μια έννοια ότι δεν μπορούν να ζήσουν με τον εγωισμό του φυσικού ανθρώπου, αλλά συγχρόνως δεν τον έχουν ξεπεράσει αρκετά. Αυτό είναι αναμενόμενο γιατί το αίτημα της υπέρβασης της φυσικότητας είναι ηθικό και δεν παρακολουθείται μηχανικά από μια ολόκληρη κοινωνία. Οι μηχανισμοί μπορούν να καθορίσουν μόνο τι είναι θεμιτό να αποσιωπάται – από δω η υποκρισία – και να ελέγξουν τις συμπεριφορές, όχι όμως τη συνείδηση – από εδώ η ενοχικότητα. Κοινωνιολογικά βέβαια, η υποκρισία και η ενοχικότητα φτιάχνουν κοινωνίες ευάλωτες.



Φωτεινή Μαστρογιάννη

ΦΜ:Γιατί η οικονομία έχει αναβιβαστεί σε πολιτική;

ΧΜ:Προσπάθησα, στο Επίμετρο που ήταν η ταπεινή αφορμή των ερωτήσεών σας, να δείξω, ακροθιγώς και πολύ πρόχειρα, βέβαια, καταφεύγοντας σε ένα κλασικό δοκίμιο του Friedman, γιατί η προσδοκία του Κέυνς ότι στο μέλλον θα φτάναμε να βλέπουμε τον οικονομολόγο σαν έναν απλό ειδικό, έναν οδοντίατρο λ.χ., (οπότε η οικονομία θα περιοριζόταν σε αυτό που ήταν για τους αρχαίους η χρηματιστική) ήταν έωλη. Αλλά επιφυλάσσομαι να δείξω σε μελλοντικές δημοσιεύσεις (ο εκδότης μου έχει ήδη ανακοινώσει τη δημοσίευση ενός τόμου με τίτλο: Πολιτικά απολιτικά) ότι υπάρχει κάτι σαν νόμος που λέει ότι όσο περισσότερα είναι τα απολιτικά στοιχεία, τόσο περισσότερα είναι τα πολιτικά, και αντιστρόφως. Η εποχή μας, κηρύσσοντας ότι όλα είναι πολιτικά, στην πραγματικότητα ανήγαγε τα πολιτικά σε οικονομικά, στρώνοντας τον δρόμο για τον homo economicus, ακόμα και εκεί που νομίζει ότι τον αρνείται. Επομένως η απάντησή μου στο ερώτημά σας είναι διπλή: από τη μία, η οικονομία είναι από τη φύση της πολιτική, και από την άλλη έχουμε οι ίδιοι, χωρίς να το συνειδητοποιούμε, εγκλωβίσει την πολιτική στην οικονομία.

ΦΜ: Ποια θεωρείτε ότι θα είναι η θέση της Ελλάδας στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο σύστημα;

XM: Η επικράτηση του homo economicus σημαίνει ότι οι άνθρωποι δεν έχουν πια συνείδηση κάποιας «πνευματικής» αποστολής.
Είναι Έλληνας κανείς γιατί «έτυχε» να γεννηθεί από Έλληνες γονείς (jus sangunis), ή, γιατί «έτυχε» να γεννηθεί εδώ (jussoli);

Το κυριότερο σήμερα δεν είναι το ποιο από τα δύο ενδεχόμενα επικρατεί -- στο παρελθόν έδωσαν το «πολιτισμικό» και το «πολιτικό» έθνος αντίστοιχα– το κυριότερο είναι ότι δεν υπάρχει πλέον η συναίσθηση ότι η «τυχαιότητα» πρέπει να αναληφθεί και να μεταπλαστεί σε μοίρα – με ένα «πρέπει» που εξηγείται από το ότι μπορώ να αλλάξω τον εαυτό μου αλλά δεν μπορώ να αλλάξω εαυτό.

Στη μίνιμουμ εκδοχή τους οι «εαυτοί» είναι εναλλάξιμοι – στην πραγματικότητα δεν είναι εαυτοί, αλλά καθορισμένες θέσεις μέσα στο σύστημα του πραγματικού.

Η εναλλαξιμότητά τους έχει όμως ένα φυσικό όριο: τη γλώσσα. Μπορεί ως Έλληνας να μην ξέρεις γιατί «πρέπει» να είσαι Έλληνας και όχι Αμερικανός ή Πακιστανός, θα συναντήσεις όμως κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, το φυσικό όριο που είναι η γλώσσα. Αν δεν μιλάς αμερικάνικα ή πακιστανικά, θα είσαι στην Αμερική ή το Πακιστάν πολίτης δεύτερης κατηγορίας, που μοιραία σε μήκος χρόνου θα αφομοιωθεί και θα εξαφανιστεί.

Αυτό θα συμβεί αύριο στον συγχρονικά παγκοσμιοποιημένο κόσμο, στη γλώσσα του οποίου θα πρέπει να εκφραστείς. Ο συγχρονικά παγκοσμιοποιημένος κόσμος αμβλύνει την αίσθηση του κινδύνου λέγοντάς σου ότι το μόνο αναγκαίο είναι να μπορείς να «συνεννοηθείς», κατεβάζοντας δηλαδή τη γλώσσα στην μίνιμουμ εκδοχή της που ταιριάζει στους μίνιμουμ εαυτούς που του χρειάζεται να δημιουργήσει -- αλλά για κάποιους και η «συνεννόηση» αυτή φαντάζει αδύνατη.

Έτσι στο άλλο άκρο από τον homo economicus αναπτύσσεται ένα ένστικτο πρωτόγονης αυτοσυντήρησης, για το οποίο όλα τα επιτεύγματα του παρελθόντος μας γίνονται επιχειρήματα επιβίωσης. Αλλά αυτό είναι απλώς ένας άλλος τρόπος να τα προδώσεις, η άλλη όψη της επικράτησης του homo economicus.

Κινούμαστε σήμερα ανάμεσα στα δύο άκρα, του πολιτισμικά άχρωμου,άοσμου και άγευστου homo economicus(που μπορεί κάλλιστα να μην έχει καθόλου συνείδηση ότι είναι τέτοιος) και ενός αταβιστικού εθνικισμού καθηλωμένου στο επίπεδο της απλής επιβίωσης.

Όσο η διαμάχη δεν λήγει αλλά παρατείνεται μέσα στο χρόνο, υπάρχει βέβαια η ελπίδα ότι μπορεί να προκύψει η γνήσια δημιουργία μέσα από την οποία το ελληνικό στοιχείο θα συνεχιστεί οργανικά, αλλά θα πρέπει να προκύψει μέσα σε αντίξοες συνθήκες, αφού η ηγεμονία του homo economicus δεν φαίνεται έτοιμη να κλονιστεί.

ΦΜ: Σας ευχαριστώ πολύ!



Είμαστε μία κοινωνία οφειλετών. Το κράτος χρωστάει , χρωστούν οι πολίτες σε αυτό  κράτος και κυρίως στις τράπεζες. Οι τράπεζες αποτελούν πλέον το μεγάλο αφεντικό.  Η ζωή ακριβαίνει διαρκώς λόγω του δημόσιου χρέους. Οι φόροι αυξάνονται και κατά συνέπεια αυξάνονται και οι τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών ενώ οι μισθοί μειώνονται διαρκώς. Ο κύκλος αυτός του θανάτου είναι πλέον η καθημερινότητά μας.

Ωστόσο, η κοινωνία οφειλετών με τα μεγάλα αφεντικά τις τράπεζες δεν ξεκίνησε από την Ελλάδα αλλά από την Αμερική.  Στην Αμερική του υπερκαταναλωτισμού, του δανεισμού για τα πάντα (σπουδές, σπίτια, υγεία), στην Αμερική των υψηλών μισθών αλλά των χαμηλών αποταμιεύσεων. Το 62% των Αμερικάνων έχουν αποταμιεύσεις μικρότερες από  $1.000 και οι λόγοι, πέραν του υπερκαταναλωτισμού τους που εν πολλοίς χρηματοδοτείται και από τις υπόλοιπες χώρες, είναι και το ότι έχουν να πληρώσουν σπουδαστικά δάνεια, στεγαστικά, ιατροφαρμακευτικές καλύψεις κτλ.

Αυτό που ζούμε πολλοί το έχουν αποκαλέσει καπιταλιστική υποανάπτυξηόπου το χρέος των πολιτών αποτελεί μηχανισμό σκλαβιάς. Ο μεγαλοεπενδυτής Γουώρεν Μπάφετ είχε πει ότι οι ΗΠΑ από κοινωνία ιδιοκτητών θα μετατραπoύν σε κοινωνία κολλήγων (η Ελλάδα, ακολουθώντας την μοίρα όλων των αποικιών, υπήρξε πάντα κοινωνία κολλήγων και πλέον δουλοπάροικων).

Οι πολίτες επιβαρύνονται με χρέη για τα πάντα, δεν θα μπορούν διαφορετικά να επιβιώσουν, η παραγωγική οικονομία σχεδόν δεν υφίσταται και ο δημόσιος τομέας, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας και του εκσυγχρονισμού (!) στερείται πόρων τους οποίους διοχετεύει σε έναν ιδιωτικό κρατικοδίαιτο τομέα με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τον πολίτη. Κοινωνικές παροχές όπως είναι η δωρεάν παιδεία και υγεία απλά δεν θα υπάρχουν. 

Το βιώνουμε όλοι με την πτώση του επιπέδου εκπαίδευσης. Τα δημόσια σχολεία, στην πλειοψηφία τους , παράγουν στρατιές λειτουργικά αναλφάβητων ενώ η δημόσια υγεία απλά πνέει τα λοίσθια. Τα νοσοκομεία δεν έχουν  γιατρούς οι οποίοι προτιμούν τη μετανάστευση ή τη μετάβαση στον ιδιωτικό τομέα και οι ελλείψεις σε νοσηλευτικό και νοσοκομειακό υλικό είναι μεγάλες. Ο απλός πολίτης δεν μπορεί να πάει στα πανάκριβα ιδιωτικά νοσοκομεία ούτε να πληρώνει ιδιωτικές επισκέψεις σε γιατρούς. Η παιδεία και η υγεία θα είναι αποκλειστικά για τους έχοντες. 

Το ιδιωτικό χρέος στην Ελλάδα από  5,5% του ΑΕΠ το 1995 έφθασε το 2016 το 60% του ΑΕΠ. Όσον αφορά την αποταμίευση μόνο το 13,5% των ελληνικών νοικοκυριών έναντι 45,1% των νοικοκυριών της ευρωζώνης έχει τη δυνατότητα να αποταμιεύει σε συστηματική βάση (σύμφωνα με στοιχεία του 2014).  Πέραν αυτού «Τον Ιούνιο 2016, ταυπόλοιπα των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων ανέρχονταν σε 67,2 δισ. ευρώκαι 27,6 δισ. ευρώ αντιστοίχως, με το 41,8% των στεγαστικών και το 55,3% τωνκαταναλωτικών να είναι μη εξυπηρετούμενα. Ένα ποσοστό 40% των στεγαστικών και65% των καταναλωτικών δανείων είναι σε οριστική καθυστέρηση και οι συμβάσειςέχουν καταγγελθεί».

Η χρηματοδότηση της φτώχειας αποτελεί πλέον μία κερδοφόρα επιχείρηση. Βρίθουν οι τοκογλύφοι, οι υπεραναλήψεις σε χρεωστικές και πιστωτικές κάρτες κτλ. Υπάρχουν περιπτώσεις που ο τόκος ανέρχεται σε 300% ίσως και παραπάνω. Στην Αμερική μεγάλο μέρος αυτών των δραστηριοτήτων, που στο παρελθόν θα ήταν παράνομες και θα ενέπιπταν στους νόμους περί τοκογλυφίας, συνδέονται με τις μεγάλες τράπεζες όπως είναι η Citibank, η American Express κτλ. Η Ευρώπη την ακολουθεί κατά πόδας.

Οι ηλικιωμένοι, οι νέοι, οι χαμηλόμισθοι δεν έχουν άλλο τρόπο επιβίωσης παρά μόνο τον δανεισμό. Η εργασιακή ανασφάλεια, η περικοπή των θέσεων εργασίας, η μείωση του κοινωνικού κράτους, η ανάπτυξη που όλο λέει να έρθει και δεν έρχεται, αναγκάζει τους ανθρώπους να προσφεύγουν στον δανεισμό που ελέγχεται από μεγάλα κέντρα όπως η Γουώλ Στρητ.

Το σύστημα πλέον δεν είναι καπιταλιστικό αλλά κανιβαλιστικόΤο χρέος αποτελεί το μέσο ελέγχου των ανθρώπων και μετατροπής κρατών από ανεπτυγμένα σε υπανάπτυκτα. Η περίπτωση της Ελλάδας είναι χαρακτηριστική.

Το απογοητευτικό είναι, εάν κρίνουμε στα καθ’ημάς, ότι η πολιτική αντίσταση στη δουλοπαροικία του ανθρώπου μέσω χρεών είναι πλέον σχεδόν ανύπαρκτη εάν και πριν λίγα χρόνια ήταν ορατή και αρκετά μαχητική. Οι πολίτες έχουν παραδοθεί στη μοίρα τους χωρίς  καμία ελπίδα φωτός.  

Θα υπάρξει ξανά πολιτική αντίσταση στον εφιάλτη και την υποτέλεια που δημιουργεί το χρέος  ή είναι κάτι που πρέπει να ξεχάσουμε γιατί έχουμε συνηθίσει στο να ζούμε χειρότερα;

πηγή

της Φωτεινής Μαστρογιάννη

Η γενιά Χ δηλαδή αυτοί που είναι γεννημένοι το 1965-1980 είναι μία γενιά που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη χώρα μας γιατί τόσο ο Αλέξης Τσίπρας,ο Πάνος Καμμένος όσο και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανήκουν σε αυτή. Είναι η μικρότερη πληθυσμιακά γενιά συγκρινόμενη με τη γενιά που προηγήθηκε (τη γενιά του Πολυτεχνείου/baby boomers) και την επόμενη τη Γενιά Υ (δύο άκρως ατομικιστικές γενιές).

Ονομάστηκε Χ από το περίφημο βιβλίο του Ντάγκλας Κάπλαντ (Douglas Coupland). Η Γενιά Χ ονομάστηκε «χαμένη» λόγω του σκεπτικισμού (κάποιοι θα υποστήριζαν μηδενισμού) που τη διακρίνει. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει και το χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής στις εκλογές σε σχέση με τις άλλες γενιές. Οφείλεται στον κυνισμό που έχει έναντι του πολιτικού συστήματος και στην επακόλουθη απόρριψή του.

Είναι, κατά κάποιους, η πιο μορφωμένη γενιά (στις ΗΠΑ το 35% των μελών της Γενιάς Χ έχουν πτυχία Πανεπιστημίου έναντι 19% της Γενιάς Υ ή Millennials). Την πανεπιστημιακή εκπαίδευση δεν τη συνέδεσαν με την επαγγελματική αποκατάστασηκαι τον πλουτισμό αλλά ήθελαν μία διαφορετική πορεία στη ζωή τους κάτι που την έκανε να διαφέρει από τις άλλες γενιές.

Εάν και είναι μία γενιά αρκετά εναλλακτική όπου τα μέλη της διαφοροποιούνται πολύ το ένα από το άλλο, χαρακτηριστικό τους είναι ότι η δημιουργία επαγγελματικής καριέρας δεν ήταν στα ενδιαφέροντά τους, απεχθάνονταν άλλωστε τους γιάπης.Πιθανόν αυτός να είναι ένας από τους λόγους που λίγοι από αυτούς ακόμα και μέχρι σήμερα έχουν ανελιχθεί σε υψηλές ιεραρχικά θέσεις, παρά τα προσόντα τους. Ο άλλος λόγος είναι ότι η γενιά του Πολυτεχνείου/baby boomers κατέχει τις υψηλές θέσεις και δεν είναι διατεθειμένη να τις εγκαταλείψει. Δεν είναι τυχαίο ότι η γενιά του Πολυτεχνείου όταν αποφασίσει να εγκαταλείψει κάποια θέση, προωθεί σε αυτή τους σημερινούς τριαντάρηδες (τη γενιά Υ) που είναι άλλωστε τα δικά της παιδιά.



Τα μέλη της γενιάς Χ είναι οι πρώτοι που μεγάλωσαν σε σπίτια όπου και οι δύο γονείς εργάζονταν και όπου υπήρχε βοήθεια στο σπίτι από τροφούς, καθαρίστριες κτλ. Πολλοί από αυτούς είναι παιδιά χωρισμένων γονιών. Αυτό τους έκανε πιο πραγματιστές και πιο ώριμους σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές, όσον αφορά τη δημιουργία οικογένειας. Εάν και παντρεύτηκαν σε μεγάλη ηλικία δεν επιθυμούν τα διαζύγια (εάν και κάποιοι από αυτούς δεν τα έχουν αποφύγει) και έχουν τα υψηλότερα ποσοστά διατήρησης γάμων.

Είναι προσεκτικοί όσον αφορά τη διαχείριση των οικονομικών σε σχέση με την προηγούμενη γενιά των baby boomers ή γενιά του Πολυτεχνείου στα καθ’ημάς ειδικότερα γιατί μεγάλωσε σε μία δύσκολη οικονομικά περίοδο όπως ήταν η δεκαετία του 1980 όπου αρκετοί είδαν τους γονείς τους να χάνουν τις δουλειές τους και να καταστρέφονται οικονομικά (κάτι αντίστοιχο βλέπουν και τα παιδιά της γενιάς Χ που είναι η γενιά Ζ). Είναι η γενιά που επαναστάτησε εναντίον της Γενιάς του Πολυτεχνείου βλέποντας με ειρωνεία και κυνισμό τη μετέπειτα δυσάρεστη εξέλιξή της. Αντισυμβατική, αντι-γιάπι, με όνειρα όχι εστιασμένα στην απόκτηση χρήματος αλλά στη διεύρυνση του πνεύματος πολλές φορές μέσω των ταξιδιών, είναι η γενιά που έδωσε την ίντυ και γκραντζ μουσική της δεκαετίας του 1990 και τα ρέηβ πάρτυ.

Ο σκεπτικισμός τους αφορά όλες τις πλευρές της ζωής τους. Θεωρούνται δύσκολοι καταναλωτές και έχουν το δεύτερο υψηλότερο εισόδημα από όλες τις γενιές και τους αρέσουν τα πολυτελή προϊόντα χωρίς όμως αυτά να χάνουν την πρακτικότητά τους. Παρά το γεγονός ωστόσο ότι έχουν υψηλά εισοδήματα, οι αποταμιεύσεις τους δεν είναι αντίστοιχες γιατί είναι επιβαρυμένοι με δάνεια (στο εξωτερικό κυρίως σπουδαστικά) και τη φροντίδα των παιδιών. Δίνει σημασία στην επωνυμία και τείνει να είναι πιστή σε αυτή.

Είναι μία γενιά που έχει σχέση και με το Διαδίκτυο και με τα κοινωνικά μέσα αφού δαπανούν κατά μέσο όρο επτά ώρες την εβδομάδα στο Facebook ενώ το 58% τους αρέσει να ενημερώνονται από το YouTube. Συμμετέχουν στα κοινωνικά μέσα από τις 20:00 μέχρι τα μεσάνυχτα. Χρησιμοποιούν τα κοινωνικά μέσα για ενημέρωση και όχι για αυτοπροβολή όπως κάνουν οι μεταγενέστερες γενιές. Απεχθάνονται την επίδειξηχωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν τους αρέσει να ζουν σε ωραία σπίτια, να ξοδεύουν και να βγάζουν χρήματα.

Στον χώρο εργασίας χαρακτηρίζονται από επινοητικότητα και ανεξαρτησία γι’αυτό και τους αρέσει να εργάζονται αυτόνομα χωρίς κανέναν «πάνω από το κεφάλι τους».Υπήρξε η πρώτη γενιά που μεγάλωσε με Η/Υ (αλλά γνωρίζει πως είναι ο κόσμος και χωρίς τους Η/Υ) γι’αυτό και χειρίζεται άνετα τα κινητά τηλέφωνα, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, τα κινητά, τα laptops χωρίς όμως να παραγνωρίζει τη σημασία της προσωπικής επικοινωνίας. Δεν είναι πιστοί σε έναν εργοδότη και τους αρέσει να αλλάζουν γι’αυτό και μαθαίνουν αλλά και προσαρμόζονται γρήγορα, πάντα όμως με τους δικούς τους όρους. Δεν ζουν για να δουλεύουν αλλά δουλεύουν για να ζουν γι'αυτό και τους αρέσει να εργάζονται σε ένα φιλικό επαγγελματικό περιβάλλον χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν εργάζονται πολλές ώρες ή ότι δεν είναι ανταγωνιστικοί.Οι διευθυντές αυτής της γενιάς χρησιμοποιούν το χιούμορ και τα παιχνίδια ως μέρος των εργασιακών δραστηριοτήτων.


Στην Ελλάδα, η Γενιά Χ είναι η πρώτη γενιά που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα (γι’αυτό και είναι ευαισθητοποιημένη στα θέματα του αστικού περιβάλλοντος σε σχέση με τις προηγούμενες που έβλεπαν την Αθήνα ως προσωρινό τόπο διαμονής με απώτερο όνειρο την επιστροφή στο χωριό), πρόλαβε τις αλάνες, τις γειτονιές και την κρατική τηλεόραση.

Έζησε την προσωπική επικοινωνία και όχι μόνο την ηλεκτρονική. Φλέρταρε, δημιουργούσε σχέσεις, πολλές φορές ζωής. Πρόλαβε τη δωρεάν εκπαίδευση χωρίς τη συνοδεία πλήθους φροντιστηρίων. Είχε ενδιαφέροντα, έβγαινε έξω χωρίς όμως ούτε να παραμελεί τις σπουδές της ούτε αργότερα την εργασία της. Διάβασε βιβλία και εφημερίδες στη χάρτινη μορφή τους και ακόμα τα διαβάζει χωρίς όμως να δυσκολεύεται με τον ηλεκτρονικό τύπο και τα ηλεκτρονικά βιβλία. Είναι η γενιά που δεν συνάντησε προβλήματα επαγγελματικής αποκατάστασης μετά το πτυχίο γιατί το ποσοστό ανεργίας ήταν πολύ χαμηλό. Ωστόσο, σήμερα με την κρίση είναι και ίσως η πιο ταλαιπωρημένη γενιά γιατί έχει επιφορτισθεί τόσο με τη φροντίδα των ηλικιωμένων γονιών της όσο και με τη φροντίδα των παιδιών της ενώ οι ίδιοι έρχονται πολλές φορές αντιμέτωποι με την ανεργία έχοντας καμία ελπίδα πλέον εύρεσης εργασίας.

Για πολλούς είναι η γενιά που θα δώσει λύση στο τρέχον πρόβλημα της ανθρωπότητας γιατί είναι η γενιά που συνδέει το παλιό με το καινούριο συνδυάζοντας τη γνώση του παρελθόντος αλλά και του μέλλοντος. Η γενιά του Πολυτεχνείου/baby boomers είναι προσκολλημένοι στο παρελθόν και αδυνατούν να δουν το μέλλον ενώ η γενιά Υ ζει στο μέλλον αλλά δεν γνωρίζει τίποτα από το παρελθόν. Η γενιά Χ είναι ο συνδετικός κρίκος, η ενδιάμεση γενιά και αυτός που θα δώσει και πρέπει να δώσει τη λύση.

Ο ιστορικός ρόλος της είναι βαρύς, θα σταθεί αντάξια τώρα που παραλαμβάνει τα ηνία από τη γενιά του Πολυτεχνείου ή θα είναι κι αυτή μία αποτυχία;

«Ο θυμός είναι καλύτερος από τη λύπη. 
Όταν είσαι θυμωμένος, τα πράγματα αλλάζουν».





Ο φόβος θεωρείται το πιο ισχυρό συναίσθημα. Στον φόβο έχω αναφερθεί και  σε προηγούμενα κείμενά μου αλλά στο παρόν θα σταθώ στις ιδιαίτερα σημαντικές επισημάνσεις της Λωρήν Γιάνγκ (Lauren Young) στη διδακτορική της διατριβή, σε ένα επιστημονικό πεδίο σχετικά άγνωστο για τον πολύ κόσμο όπως είναι αυτό της πολιτικής ψυχολογίας. Η διατριβή αυτή πραγματεύεται την ψυχολογία της καταστολής και τη διαφωνία στον απολυταρχισμό και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. 


Όσο πιο πολύ αυξάνει ο φόβος τόσο πιο αποτελεσματικές γίνονται οι απειλές καταστολής αλλά και τόσο περισσότερο μειώνεται η διάθεση του ανθρώπου να εκφράσει τις δημοκρατικές του πεποιθήσεις ή ακόμα και την εναντίωσή του στο απολυταρχικό σύστημα. Αυτού του τύπου οι αλλαγές συνοδεύονται από απαισιοδοξία, απάθεια και αποφυγή του κινδύνου.

Ένα αυταρχικό καθεστώς χρησιμοποιεί τον φόβο για να τονίσει και να αυξήσει το κόστος της διαφωνίας των πολιτών σε αυτό (π.χ. μετάδοση στάσης του τύπου - ας καθίσουμε στ’αυγά μας, εμείς θα βγάλουμε το φίδι από την τρύπα; Δεν βλέπεις τι έπαθε ο Χ; ) προκειμένου αυτοί να μειώσουν την αντίστασή τους. Κατ’αυτό τον τρόπο, μεταδίδεται ο τρόμος (γι’αυτό και ο βομβαρδισμός με ειδήσεις τρόμου από τα ιδιωτικά μέσα μαζικής «ενημέρωσης») οι πολίτες δεν αντιδρούν, γίνονται απαισιόδοξοι και όπως προείπα, αποφεύγουν τον οποιονδήποτε κίνδυνο.

Κατ’αυτό τον τρόπο, ένα αυταρχικό καθεστώς είτε αυξάνει τις καταπιεστικές του πράξεις ή οδηγεί τα άτομα να επανεκτιμήσουν τα συναισθήματά τους (χαρακτηριστικό παράδειγμα η συζήτηση για την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα η οποία υφίσταται πλέον σε πολύ μικρότερο βαθμό όπου οι πολίτες κυριολεκτικά επανεκτίμησαν τη στάση τους, έχοντας ιδιαίτερα αυξημένο το κόστος διαφωνίας βλ. π.χ. η αύξηση αισθημάτων τύπου «θα καταστραφούμε περαιτέρω, η Ελλάδα είναι Ψωροκώσταινα και πρέπει να εξαρτάται από τους μεγάλους όπου χωρίς αυτούς δεν μπορεί να ζήσει κτλ.»)

Υπό αυτές τις συνθήκες, μορφές παθητικής αντίστασης όπως είναι το κίνημα κατά των πλειστηριασμών, οι καταλήψεις κτλ είναι πιο πιθανόν να έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή από ότι η ενεργητική αντίσταση όπως είναι οι διαδηλώσεις.

Η Γιανγκ κάνει μία εξίσου σημαντική παρατήρηση αναφερόμενη στους ψηφοφόρους που είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στη βία και υποτάσσονται στις απειλές. Αυτοί είναι κυρίως οι φτωχοί οι οποίοι τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά είναι ευάλωτοι στη βία. Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι όσο πιο πολύ φτωχοποιείται μία κοινωνία, τόσο πιο υποταγμένη γίνεται. 

Οι σωματικές αδυναμίες των φτωχών περιλαμβάνουν την ικανότητά τους να προστατευθούν από τη βία γιατί δεν μπορούν να επενδύσουν στην ασφάλεια (δεν έχουν όπλα, σωματοφύλακες κτλ.) αλλά ούτε και μπορούν να φύγουν (μπορεί να είναι άρρωστοι, ηλικιωμένοι, να μην έχουν τα προσόντα που να ζητά κάποια άλλη χώρα υποδοχής κτλ). 

Ως ψυχολογική αδυναμία ορίζεται η αίσθηση υψηλού προσωπικού κινδύνου που μπορεί να αισθάνεται κάποιος  (π.χ. μην μιλάς θα χάσεις τη δουλειά σου, εσύ θα αλλάξεις τον κόσμο κοκ) ή η αδυναμία επεξεργασίας του πολιτικού κινδύνου με βέλτιστο τρόπο (στο σημείο αυτό ιδιαίτερο ρόλο επιτελεί η παραπληροφόρηση με τη διόγκωση ειδήσεων φόβου που κυμαίνονται από την αίσθηση πολέμου με άλλα κράτη, εμφυλίου πολέμου, απομόνωσης από το παγκόσμιο γίγνεσθαι,  περαιτέρω οικονομικής τιμωρίας από ισχυρά οικονομικά κέντρα κοκ).

Ιδιαίτερα όμως σημαντική είναι και η άλλη παρατήρηση της Γιανγκ «εάν οι φτωχοί καταστέλλονται ευκολότερα από τους πλούσιους, οι πολιτικοί σε ημι-δημοκρατικά συστήματα δεν έχουν κίνητρο να καλύψουν τις ανάγκες των φτωχών». Το γεγονός αυτό φαίνεται και από το ότι οι ημι-δημοκρατικοί ηγέτες πολύ φτωχών χωρών δεν προχωρούν σε αναδιανομή του πλούτου παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ψηφοφόρων τους είναι φτωχοί. Τέτοιοι ηγέτες μπορούν εύκολα να χειραγωγήσουν τους φτωχούς γιατί είναι πιο δεκτικοί στις απειλές.

Ο θυμός όμως μπορεί να είναι το αντίθετο του φόβου και είναι η κινητήριος δύναμη πολιτικής κινητοποίησης σε αυταρχικά καθεστώτα. Αυτοί που έχουν θυμώσει είναι κι αυτοί που παλεύουν περισσότερο για την αλλαγή της κατάστασης. Ο θυμός αλλά και ο ενθουσιασμός κινητοποιούν σε δράση μόνο που ο θυμός φέρνει πιο δυνατά αποτελέσματα. Ειδικότερα, επισημαίνει ότι η σχετική αποτελεσματικότητα του θυμού είναι υψηλότερη σε περιοχές που είχαν υποστεί στο παρελθόν καταστολή. 

Η Γιάνγκ συνεχίζει λέγοντας ότι πραγματικά γεγονότα καταστολής είναι σπάνια και έτσι οι πολίτες αφήνονται  να εξάγουν μόνοι τους συμπεράσματα όσον αφορά τις πράξεις αντίδρασης που μπορεί να σκέπτονται να πραγματοποιήσουν με βάση διάφορα ασαφή σήματα καταστολής του συστήματος. Ένα ασαφές σήμα καταστολής είναι η διαρκής ύπαρξη αστυνομικών σε όλες τις γειτονιές και σε κομβικά σημεία της πόλης που δεν σχετίζεται απαραίτητα με την τήρηση της τάξης και της ασφάλειας αλλά αποτελεί σήμα δυνάμενης καταστολής. 


Όπως αντιλαμβανόμαστε, οι πολίτες έχουν ατελή πληροφόρηση για τα γεγονότα και παρασύρονται στις αποφάσεις τους από τα συναισθήματά τους. Ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα συναισθήματα του φόβου και του θυμού για τη λήψη αποφάσεων και έχουμε δει τους πολίτες να παρασύρονται από αυτά μαζικά βλ. περιπτώσεις εκλογών, δημοψηφίσματος κτλ. 

Τα συμπεράσματα της Γιάνγκ είναι άκρως ενδιαφέροντα και διαφωτιστικά και αποτελούν πρόταση για τα αντιπολιτευόμενα κόμματα και την πολιτική κινητοποίηση των πολιτών σε ιδιαίτερα δύσκολα περιβάλλοντα. Αντί λοιπόν τα κόμματα της αντιπολίτευσης να εστιάζουν σε μελλοντικά κοινωνικά οφέλη για τους πολίτες θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το θυμό ειδικότερα για την κινητοποίηση πολιτών υπέρ της δημοκρατίας.

Θα μπορούσε το αυτομαστίγωμα και η παραίτηση να μετατραπούν σε θυμό; 
Πιθανόν γιατί όπως έγραψε και η Εμιλυ Ντίκινσον«Μόλις ταΐσεις τον θυμό πεθαίνει. Η πείνα είναι που τον παχαίνει».


Προτεινόμενα αναγνώσματα

Lauren Elyssa Young. The Psychology of Repression and Dissent in Autocracy. Διαθέσιμο στο:
https://academiccommons.columbia.edu/catalog/ac:202078

Μαστρογιάννη, Φ. Φόβος και Πολιτική. Διαθέσιμο στο: <http://mastroyanni.blogspot.gr/2016/03/blog-post_8.html>
Μαστρογιάννη, Φ. Φοβάμαι άρα Υπάρχω. Διαθέσιμο στο: <http://mastroyanni.blogspot.gr/2016/09/blog-post_7.html>
Μαστρογιάννη, Φ. Κοινωνική Βία και Φόβος των Ελίτ. Διαθέσιμο στο:<http://mastroyanni.blogspot.gr/2017/05/blog-post_21.html>

Ο Αλέξανδρος Χριστογιαννόπουλος είναι Λέκτορας Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Loughborough της Μεγ. Βρετανίας. Στα επιστημονικά ερευνητικά του ενδιαφέροντα εντάσσονται ο χριστιανισμός (κυρίως), ο αναρχισμός και ο πασιφισμός αλλά και η πολιτική σκέψη του Λέοντα Τολστόι, η θρησκεία, η πολιτική, η πολιτική βία και η μη βία αλλά και η πολιτική θεολογία.

Συζήτησε με τη Φωτεινή Μαστρογιάννη για τον αναρχισμό και τον Χριστιανισμό.

Φωτεινή Μαστρογιάννη: Αλέξανδρε, τι είναι ο Χριστιανικός αναρχισμός;

Αλέξανδρος Χριστογιαννόπουλος: Ο Λέων Τολστόι είπε :«Ο Χριστιανισμός στην αληθινή του έννοια βάζει τέλος στο κράτος. Αυτό ήταν κατανοητό από την αρχή του και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο σταυρώθηκε ο Χριστός».

Η βασική ιδέα πίσω από τον χριστιανικό αναρχισμό είναι, όσον αφορά την πολιτική, ότι ο «αναρχισμός» είναι αυτός που ακολουθεί (ή πρόκειται να ακολουθήσει)  τον «Χριστιανισμό». Ο «αναρχισμός» εδώ μπορεί να σημαίνει, για παράδειγμα, την καταγγελία των καταπιεστικών πολιτικών θεσμών όπως είναι το κράτος (διότι μέσω αυτού γινόμαστε βίαιοι, γινόμαστε ειδωλολάτρες κοκ), το όραμα μίας κοινωνίας χωρίς κράτος  ή / και τη θέσπιση μια αποκλειστικής κοινωνικής ζωής από τη βάση προς την κορυφή. Ο «Χριστιανισμός» μπορεί να γίνει κατανοητός, για παράδειγμα, με τον πολύ ορθολογιστικό τρόπο που τον ερμηνεύει ο Τολστόι, μέσα από το Ρωμαιοκαθολικό πλαίσιο προσέγγισης της Ντόροθυ Ντέι ή μέσω των διαφόρων Προτεσταντικών θεωρήσεων ανθρώπων όπως είναι ο Ζακ Ελλύλ, ο Βέρναρντ Ελλερ, ο Ντέιβ Αντριους ή ο Μάικλ Ελιοτ. Συνεπώς, μπορεί να υπάρξουν διαφορετικοί τρόποι ερμηνείας του «Χριστιανισμού» και να υπάρχουν εξίσου πολλές πιθανές θεωρήσεις του «αναρχισμού». Αλλά ούτως ή άλλως, ο Χριστιανικός αναρχισμός είναι ένας όρος για την άποψη  που υποστηρίζει ότι ο Ιησούς, όσον αφορά το πολιτικό πεδίο, είναι κάποιο είδος αναρχικού.

ΦΜΓιατί υπήρξε η ανάγκη συσχέτισης μίας πολιτικής ιδεολογίας, όπως είναι ο αναρχισμός, με τη θρησκεία;

ΑΧ:  Τόσο οι πολιτικοί επιστήμονες όσο και το ευρύτερο κοινό χρησιμοποιούν ιδεολογικές ταμπέλες για να περιγράψουν πληθώρα ιδεών που εκτιμούνται και ασκούνται από πολλούς, με άλλα λόγια  ταξινομούν και  κατανοούν τα διαφορετικά πολιτικά ιδανικά και πρακτικές. Αυτές οι πολιτικές ιδεολογίες εξελίσσονται με την πάροδο του χρόνου, παίρνουν διαφορετικές αποχρώσεις  σε διαφορετικά πλαίσια, αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και δημιουργούν περαιτέρω υποκατηγορίες. Αυτές οι ετικέτες συχνά τείνουν να υπεραπλουστεύουν την πλούσια ποικιλία των αποχρώσεων των διαφορετικών ιδεολογικών θέσεων αλλά βοηθούν επίσης στην ανάπτυξη μιας καλύτερης και βαθύτερης κατανόησης της τεράστιας ποικιλίας απόψεων που υπάρχουν.

Ο «αναρχισμός» είναι μία τέτοια ετικέτα. Σημαίνει ελαφρώς διαφορετικά πράγματα σε διαφορετικούς ανθρώπους και, όπως συμβαίνει με πολλές άλλες ετικέτες, υπάρχουν ενίοτε έντονες συζητήσεις όσον αφορά τον ορισμό του. Ορισμένοι δίνουν το βάρος της προσοχής στην αντίθεσή τους προς το κράτος, άλλοι επικρίνουν  τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, ενώ άλλοι αναφέρονται στους τρόπους λήψης αποφάσεων από την κορυφή προς τα κάτω. Κοινό σημείο σε πολλούς αναρχικούς είναι η κριτική στις ιεραρχικές δομές και η εναντίωση στην καταπίεση. Για πολλούς, αυτό περιλαμβάνει την συνειδητοποίηση της διατομεακότητας τέτοιων δομών, και γι 'αυτό πολλοί αναρχικοί είναι επικριτικοί  στην πατριαρχική, θρησκευτική, ρατσιστική ιεραρχία καθώς και σε πολλές άλλες ιεραρχίες.

Γιατί λοιπόν να συνδυάσουμε τον αναρχισμό με τη θρησκεία; Όπως μου είπε κάποτε ένας Βρετανός Χριστιανός αναρχικός: «Ο λόγος που μου αρέσει ο όρος Χριστιανικός αναρχισμός είναι ότι  έχει μια ιστορία ατόμων που θαυμάζω πολύ. Αντικατοπτρίζει επίσης ένα πολιτικό στοιχείο με τον Ιησού ως τον μη βίαιο επαναστάτη». Με άλλα λόγια, αυτό που βοηθάει την ετικέτα είναι το ότι δείχνει μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων που, παρά το ότι έχουν ποικίλες και πολύ διαφορετικές αλλά και ενδιαφέρουσες απόψεις, μοιράζονται όμως ταυτόχρονα κάποιες βασικές ιδέες. Η ετικέτα παρέχει επίσης ένα μήνυμα για να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι ριζικές πολιτικές επιπτώσεις της ηθικής διδασκαλίας του Ιησού. Πολλοί ακτιβιστές και συγγραφείς που υιοθετούν σήμερα την ετικέτα του αναρχισμού το κάνουν συχνά για να συσχετιστούν με αυτούς τους ανθρώπους και τις ιδέες τους, με την επαναστατική ανάγνωση των λόγων του Ιησού και με τους σύγχρονους συνοδοιπόρους που μοιράζονται την ίδια θεώρηση.

Εκτός αυτού, αν η ερώτησή σου υπονοεί την παραδοσιακή εχθρότητα που αισθάνονται πολλοί αναρχικοί απέναντι στη θρησκεία, αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι πολλοί θρησκευτικοί αναρχικοί είναι κατά του κλήρου (έχω γράψει ιδιαίτερα για τον Τολστόι). Υπάρχει επίσης πληθώρα κοινών σημείων για άλλα ζητήματα μεταξύ των θρησκευτικών αναρχικών και των κοσμικών συντρόφων τους. Μιαεπισκόπηση, την οποία συνέγραψα, της σημαντικής βιβλιογραφίας γι' αυτό το θέμα πρόκειται να δημοσιευθεί και η πρώτη  συλλογή πολυάριθμων δοκιμίων σχετικά με αυτό  το θέμα, στο οποίο εργάζομαι επί του παρόντος, δημοσιεύθηκε εφέτος. Ούτως ή άλλως, υπάρχουν σίγουρα εντάσεις μεταξύ των δύο όρων «αναρχισμός» και «θρησκεία» αλλά αρκετοί στοχαστές και ακτιβιστές συνειδητά τους συνέκλιναν εδώ και έναν αιώνα για να δημιουργήσουν ένα συγκεκριμένο σύνολο θρησκευτικών και πολιτικών απόψεων.

ΦΜ: Η Επί του Όρους Ομιλία αποτελεί βασικό στοιχείο του Χριστιανικού αναρχισμού. Γιατί;
Αλέξανδρος Χριστογιαννόπουλος

ΑΧ: Πράγματι είναι σημαντική. Μπορώ να το καταδείξω αναφέροντας τα λόγια του Χριστιανού αναρχικού Πέτρου Μαουρίν: «Τι ωραίο μέρος θα ήταν ο κόσμος εάν οι Φονταμενταλιστές Προτεστάντες προσπαθούσαν να εξηγήσουν μέσω παραδειγμάτων την Επί του Όρους Ομιλία». Αν εφαρμοζόταν σαν πολιτικό μανιφέστο, θα προέβαλλε έναν Χριστιανισμό αρκετά διαφορετικό από αυτόν που συνήθως σχετίζεται με τους φονταμενταλιστές. 

Υπάρχουν πολλά τμήματα της συγκεκριμένης Ομιλίας τα οποία αγαπούν οι Χριστιανοί αναρχικοί, αλλά όπως εξήγησα σε ένα κεφάλαιο του βιβλίου μου (καιαλλού), το πιο σημαντικό για τους περισσότερους είναι το κατά Ματθαίον 5:38 - 42, όπου ο Ιησούς καλεί τους ακόλουθους του να μην πράξουν το οφθαλμόν αντί οφθαλμού αλλά αντί αυτού να γυρίσουν το άλλο μάγουλο (ένα εδάφιο το οποίο, όπως πολλοί υποστηρίζουν αποτυπώνει την ουσία της ηθικής διδασκαλίας του Ιησού).

Για τους Χριστιανούς αναρχικούς, ο Ιησούς καλεί τους μαθητές του να υψωθούν πάνω από το lex talionis (Σ.τ.Μ. νόμος της ανταπόδοσης των ίσων)  και τον αντίστοιχο κύκλο βίας και αντί αυτού να υιοθετήσουν μια αντι-διαισθητική και απροσδόκητη μέθοδο για να ξεπεράσουν τη βία. Η ανταπόκριση με  αγάπη και  συγχώρεση όταν κάποιος δεν το αναμένει συμβάλλει στη διακοπή του κύκλου της βίας. Επειδή το σύγχρονο κράτος βασίζεται στη βία και υποτίθεται ότι κατέχει το νόμιμο μονοπώλιο της χρήσης βίας και επειδή επίσης διαχειρίζεται με ακρίβεια τη λογική των αντιποίνων που ο Ιησούς κάλεσε τους οπαδούς του να ξεπεράσουν, οι Χριστιανοί αναρχικοί θεωρούν ότι η ηθική διδασκαλία που περιγράφεται σε αυτό το εδάφιο υποδηλώνει λογικά απόρριψη του κράτους. 

Με κάποιο τρόπο, επομένως, λόγω της  έντονα ειρηνικής ανάγνωσης της Επί του Όρους Ομιλίας πολλοί αναρχικοί απορρίπτουν το κράτος. Υπάρχουν όμως και άλλα εδάφια μεγάλου ενδιαφέροντος για τους Χριστιανούς αναρχικούς.

ΦΜ: Ποια είναι τα άλλα βασικά σημεία του Χριστιανικού αναρχισμού;

ΑΧ: Όσον αφορά τις Γραφές, ένα μεγάλο μέρος του περιεχομένου της Επί του Όρους Ομιλίας επαναλαμβάνεται σε πολλά εδάφια στα οποία ο Ιησούς, ο Ιάκωβος, ο Πέτρος ή ο Παύλος μιλούν για συγχώρεση, προτρέπουν στο να μην κρίνει ο ένας τον άλλο και στο να υπηρετούμε τους άλλους – το κράτος δεν το κάνει (ή καλύτερα εμείς είμαστε αυτοί που δεν το κάνουμε μέσω αυτού) και εάν το κάναμε τότε το κράτος θα ήταν ούτως ή άλλως περιττό. 

Υπάρχει επίσης ο τρίτος πειρασμός του Ιησού στην  έρημο, μια αρκετά σαφής καταδίκη της κρατικής ειδωλολατρίας. Ή ο Καθαρισμός του Ναού, όπου η άμεση δράση του Ιησού υπονοεί σαφώς την καταγγελία του συγκεντρωτισμού και των καταχρήσεων της θρησκευτικής, πολιτικής και οικονομικής ισχύος (και οι περισσότεροι Χριστιανοί αναρχικοί επιμένουν, παρεμπιπτόντως, ότι η δράση Του δεν ήταν βίαιη). 

Υπάρχει η πικρή επίκριση των Φαρισαίων ως υποκριτών όσον αφορά την εφαρμογή του θεϊκού νόμου, επικρίσεις που  φαίνεται ότι ισχύουν σε ορισμένες εκκλησιαστικές αρχές σήμερα. Η σύλληψη και η δίκη του Ιησού υποδεικνύουν επίσης τη στάση Του σε σχέση με τις πολιτικές αρχές και η σταύρωσή Του εμπερικλείει τόσο την καταδίκη Του όσον αφορά την κρατική βία όσο και την συγχώρεσή Του ως τρόπου υπέρβασης της κρατικής βίας.

Υπάρχουν επίσης οι Πράξεις των Αποστόλων, οι πολλές Επιστολές και φυσικά η Αποκάλυψη, στις οποίες κάποιος μπορεί να βρει πειστικές εξηγήσεις των Χριστιανών αναρχικών (περισσότερα στο βιβλίο μου). Με άλλα λόγια, υπάρχουν πολλά εδάφια και γραφές αλλά εδώ αναφερόμαστε στην ερμηνεία των Χριστιανών αναρχικών.

Ίσως μπείτε στον πειρασμό να αναφερθείτε στο ένα ή το άλλο από τα δύο εδάφια  που αναδεικνύονται πιο συχνά ως «σαφή τεκμήρια» εναντίον των Χριστιανικών αναρχικών ερμηνειών: το Προς Ρωμαίους  13 και στο «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι». Κανένα από τα δύο δεν μπορεί να αναλυθεί σε βάθος εδώ (έχω γράψει γι’αυτά αλλού) αλλά απλά να αναφερθούμε στην εξήγηση που έδωσαν οι Χριστιανοί αναρχικοί. 

Όσον αφορά το Προς Ρωμαίους, ο Παύλος έδωσε τη δική του ερμηνεία για την Επί του Όρους Ομιλία σχετικά με την έκκληση του Ιησού για συγχώρεση και αγάπη των χειρότερων εχθρών μας όπως έκανε και με τη Σταύρωσή Του.

Στο Προς Ρωμαίους 13 δεν νομιμοποιεί τις αρχές αλλά καλεί να υποταχθούμε σε αυτές γυρνώντας το άλλο μάγουλο, να ξεπεράσουμε το κακό τους όχι μέσω της βίαιης αντίστασης αλλά μέσω μίας υποδειγματικής στάσης που επιδιώκει να κατανοήσει υπομονετικά και να συγχωρήσει.

Όσο για το «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι», είναι θέμα του Καίσαρα να διεκδικήσει πίσω τα νομίσματα αλλά πέραν αυτών τίποτε άλλο δεν «ανήκει στον Καίσαρα». Αυτό που δεν ανήκει στον Καίσαρα αλλά στον Θεό, για παράδειγμα,  περιλαμβάνει τη ζωή και τα πάντα  παρά νομίσματα και δημόσια μνημεία . Ως εκ τούτου, ο Ιησούς εδώ μας καλεί να διακρίνουμε με σαφήνεια τι έχει πιο πολύ σημασία από τα πράγματα που τεχνικά ανήκουν στον Καίσαρα. Θα πρόσθετα ότι  μεταξύ των άλλων χωρίων που τέθηκαν εναντίον των Χριστιανών αναρχικών είναι εκείνα όπου ο Ιησούς υποστηρίζεται από κάποιους ότι υπήρξε βίαιος ή ότι επιδοκίμασε τη βία.   Μια προσεκτική (Χριστιανοαναρχική) ανάγνωση, ωστόσο, υποδηλώνει ότι αυτοί οι ισχυρισμοί δεν ισχύουν - ή ότι σίγουρα δεν κατέχουν την αποκλειστικότητα της αλήθειας γι’αυτά τα χωρία.

Αυτά είναι όλα σχετικά με την εξήγηση των Γραφών. Εκτός αυτού, οι Χριστιανοί αναρχικοί οραματίζονται μία κοινωνία ή μία «εκκλησιαστική» ζωή στην οποία όλοι φροντίζουν ο ένας τον άλλο, μοιράζονται τα πράγματα από κοινού και προσπαθούν, ως εκ τούτου, να δημιουργήσουν  ένα είδος συλλογικής ζωής που είναι τελείως διαφορετικό από το είδος ζωής των μετα-βιομηχανικών κοινωνιών.

Επισημαίνουν τις Γραφές όταν χρειάζεται αλλά αναπτύσσουν επίσης  σκέψεις  σχετικά με τα σύγχρονα ζητήματα που βασίζονται στη Χριστιανική κοσμοθεωρία τους, χωρίς πάντα να τα εξηγούν με βάση τις Γραφές. Για παράδειγμα, ασκούν μία ριζοσπαστική χριστιανική κριτική για την παγκόσμια πολιτική οικονομία και την πολεμική της μηχανή, τις ρατσιστικές και βάναυσες μεταναστευτικές πολιτικές, της εκλογικής διαδικασίας καπ.

Εν ολίγοις, υπάρχουν πολλά που ενδιαφέρουν τους Χριστιανούς αναρχικούς: δίνουν ασυνήθιστες  δικαιολογημένες εξηγήσεις  και πέραν αυτού παρέχουν επίσης ηθικές σκέψεις σε διάφορα πολιτικά ερωτήματα.

ΦΜ: Ο Χριστιανικός αναρχισμός φαίνεται λίγο ουτοπικός, σε έναν κόσμο συνεχούς βίας, ο Χριστιανικός αναρχισμός υιοθετεί τη στάση «μη ανταπόδοσης, μη βίας». Είναι κάτι τέτοιο δυνατόν; Φαίνεται ότι προτείνει την απάθεια.

ΑΧ: Και ναι και όχι. Όσον αφορά την ουτοπία, εάν με το «ουτοπικός» εννοείς «μη ρεαλιστικός» τότε πιθανόν. Αλλά οι ουτοπίες είναι ουσιαστικά μία πρόσκληση να συλλογισθούμε με κριτικό τρόπο την τρέχουσα κατάστασή μας, να φαντασθούμε διαφορετικά τα πράγματα και πιθανόν να επαναξιολογήσουμε τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς μας με τον καλύτερο δυνατόν τρόπο εδώ και τώρα.

Ο κόσμος που πολλοί Χριστιανοί αναρχικοί ελπίζουν να δουν μπορεί να μην φαίνεται ρεαλιστικός αλλά κάτι τέτοιο δεν πρέπει να μας εμποδίζει να συλλογιζόμαστε τα ζητήματα που μας προσκαλούν να συλλογισθούμε.  Είναι αφελείς που ελπίζουν μια μέρα να δουν μια πιο ειρηνική κοινωνία, που θα ενσαρκώνει το είδος της ηθικής που έχει διατυπώσει ο Ιησούς στην Επί του Όρους Ομιλία; Ίσως. Αλλά όπως συμβαίνει και με πολλές άλλες προσδοκώμενες αξίες προσφέρουν κατευθύνσεις στις οποίες μπορούμε να στοχεύσουμε  και τρόπους  να φανταστούμε τους εαυτούς μας που μας βοηθούν να σκεφτούμε την παρούσα κατάσταση μας με πιο κριτικό τρόπο.

Θέλω, ωστόσο, να τονίσω κατηγορηματικά ότι η στάση τους δεν είναι αυτή της απάθειας. Οι Χριστιανοί αναρχικοί δεν υποστηρίζουν την αποφυγή και το να αφήσουν τη βία να επικρατήσει χωρίς αντίσταση. Διαβάζουν την Επί του Όρους Ομιλία του Ιησού όχι ως παροχή  συμβουλών παθητικότητας αλλά ως μία  πολύ σκόπιμη αντίδραση. 

Στο σημερινό πλαίσιο, οι Χριστιανοί αναρχικοί έχουν ως στόχο τη δημιουργική αποκάλυψη και καταγγελία της βίας και  συχνά καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες για να ανακουφίσουν την ταλαιπωρία που προκύπτει από την πολιτική βία. Για παράδειγμα, συμμετέχουν σε δράσεις «μετατροπής των σπαθιών σε άροτρα», οργανώνουν δράσεις υποστήριξης καταγγελλόντων, παρέχουν τρόφιμα και καταφύγια σε πρόσφυγες και άλλους κατατρεγμένους, καταγγέλλουν οικονομικές και οικολογικές αδικίες και ούτω καθεξής.

Όπως το θέτει ένας Ρωμαιοκαθολικός  εργαζόμενος, «ανακουφίζουν τους βασανισμένους και βασανίζουν τους άνετους». Όλα αυτά τα έχουν πραγματοποιήσει συχνά με τεράστιο προσωπικό κόστος, πολλοί έχουν συλληφθεί και δολοφονηθεί, μερικές φορές έχουν φυλακιστεί και τους έχουν επιβληθεί πρόστιμα.

Είναι επομένως ειρηνιστές, ναι, αλλά είναι ίσως πιο σημαντικό να τονίσουμε ότι αυτό δεν τους κάνει απαραίτητα πιο «απαθείς» και λιγότερο «δραστήριους» και θαρραλέους από τους μη πασιφιστές στην εκστρατεία εναντίον της αδικίας ή του κακού. (Παρεμπιπτόντως, ίσως ο πιο διάσημος Χριστιανός αναρχικός, ο Λέων Τολστόι, άσκησε μεγάλη επιρροή στον ειρηνιστικό ακτιβισμό ενός από τους πιο σημαντικούς ακτιβιστές δηλ. του Μαχάτμα Γκάντι. Μπορεί κάποιος να είναι ειρηνιστής, να απορρίπτει την αντεκδίκηση αλλά να έχει μία σημαντική στάση εναντίωσης στην αδικία).

ΦΜ: Ο Λέων Τολστόι είναι ο πιο διάσημος Χριστιανός Αναρχικός. Στις μέρες μας διάσημοι Χριστιανοί αναρχικοί ήταν ο Ζακ Ελλύλ, η Ντόροθυ Ντέι, ο βραβευμένος με το βραβείο Πούλιτζερ και πρεσβυτεριανός ιερέας Κρις Χέτζες κτλ. Πρόκειται περί ενός δημοφιλούς θρησκευτικού/ιδεολογικού κινήματος;

ΑΧ:  Δύσκολο να το πει κάποιος, δεν είναι εύκολο να μετρηθεί ωστόσο δεν πρόκειται περί ενός πολύ μεγάλου κοινωνικού κινήματος. Στον καιρό μας, η πιο ζωντανή σκηνή φαίνεται ότι είναι στις ΗΠΑ όπου κοινότητες όπως είναι οιΡιζοσπάστες του Ιησού φέρνουν κοντά όσους ενδιαφέρονται για τις ιδέες και τις πρακτικές των Χριστιανών αναρχικών. Υπάρχουν, σε παγκόσμια κλίμακα, 200 περίπου κοινότητες Καθολικού Εργάτη ειδικότερα στις ΗΠΑ (παρεμπιπτόντως, ένας από τους ιδρυτές της, η Ντόροθυ Ντέι πρόκειται να αγιοποιηθεί παρόλο που η ίδια δεν ήθελε να ονομαστεί αγία γιατί «δεν ήθελε να απορριφθεί τόσο εύκολα»).

Υπάρχουν επίσης πολλές ομάδες στην Ευρώπη, στον Νότιο Ειρηνικό και αλλού. Σε μια εποχή όπου η θρησκεία είναι και πάλι όλο και περισσότερο ορατή στην πολιτική, σε μια εποχή υπαρξιακών αβεβαιοτήτων και πρωτοφανών (οικολογικών, οικονομικών ή ασφάλειας) προκλήσεων, σε μια εποχή σημαντικής πόλωσης της πολιτικής, το έδαφος παραμένει αναμφισβήτητα εύφορο για την υιοθέτηση του Χριστιανικού αναρχισμού.


ΦΜ: Ποια είναι η διαφορά μεταξύ της θεολογίας της απελευθέρωσης και του Χριστιανικού αναρχισμού; Οι τάσεις αυτές αφορούν περισσότερο την Προτεσταντική και τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία; Τι γίνεται με την Ορθόδοξη εκκλησία;

ΑΧ: Η κυριότερη διαφορά μεταξύ του Χριστιανικού αναρχισμού και τις άλλες θεολογίες της Απελευθέρωσης έγκειται στον τρόπο της αλλαγής. Η θεολογία της Απελευθέρωσης δεν θα αποφύγει να χρησιμοποιήσει την κρατική συσκευή για να βελτιώσει τα πράγματα. 

Ο Χριστιανικός αναρχισμός είναι ενάντια σε αυτό. Υπό αυτή την έννοια, αυτή η διαφορά ανάμεσα στην θεολογία της Απελευθέρωσης και τον Χριστιανικό αναρχισμό αντικατοπτρίζει τη διαφορά μεταξύ του μαρξισμού και του (κοσμικού) αναρχισμού (σε ένα απλουστευτικό επίπεδο). Τούτου λεχθέντος, τα κοινά σημεία (όπως με τις κοσμικές παραλλαγές) είναι σημαντικά και η υπερβολική έμφαση στις διαφορές ενθαρρύνει έναν σεχταρισμό που μπορεί να προκαλέσει περισσότερο κακό παρά καλό.

Η θεολογία της Απελευθέρωσης έχει επίσης δώσει πολλά παραδείγματα που έχουν εμπνεύσει τους Χριστιανούς αναρχικούς. αλλά η καταγγελία του κράτους του Χριστιανικού αναρχισμού είναι υπερβολικά δριμεία για να επιτρέψει έναν συμβιβασμό μεταξύ των δύο. Για να επικαλεσθούμε ένα διάσημο σύνθημα από τους Βιομηχανικούς Εργαζόμενους του Κόσμου (Industrial Workers of the World), η νέα κοινωνία πρέπει να δημιουργηθεί «μέσα στο κέλυφος του παλιού», όχι με αυτό. Δηλαδή, η νέα κοινωνία πρέπει να αντικαταστήσει το κράτος και αυτό που κάνουμε στον εαυτό μας μέσα από αυτό, κάτι που δεν μπορεί να γίνει με την εξεύρεση νέων λόγων για τη διαιώνισή του. Διαφορετικά, για να παραφράσουμε τον Γιόντερ, απλά αλλάζουμε τους φρουρούς του παλατιού.

Όσον αφορά τα διαφορετικά  Χριστιανικά δόγματα, φαίνεται σωστό να περιγράψουμε τη Χριστιανική αναρχική ανάγνωση των Γραφών ως τυπικά προτεσταντική. Πολλοί σημαντικοί  Χριστιανοί αναρχικοί υπήρξαν πράγματι Προτεστάντες και πολλές Χριστιανικές αναρχικές ομάδες είναι προτεσταντικές  (Κουάκεροι, Αναβαπτιστές κλπ.). Αλλά ο πιο διάσημος χριστιανός αναρχικός παραμένει ο Λέων Τολστόι, ο οποίος βέβαια προέρχεται βγήκε από ένα ρωσικό Ορθόδοξο πλαίσιο (αν και ο Χριστιανισμός του είναι αρκετά ασυνήθιστος) και έχει εμπνεύσει αρκετούς Ρώσους έκτοτε. 

Ακόμη και μέσα στον Καθολικισμό υπάρχουν παραδείγματα Χριστιανών αναρχικών: ανέφερα ήδη τον Καθολικό Εργάτη, του οποίου οι δύο βασικοί ιδρυτές, ο Πήτερ Μώριν και ιδιαίτερα η Ντόροθυ Ντέι  ήταν πιστοί καθολικοί. Η δυσκολία που αντιμετωπίζουν στη συνέχεια πολλοί Χριστιανοί αναρχικοί είναι στο πώς να διαπραγματευτούν με τη δική τους εκκλησιαστική ιεραρχία, πολλοί από αυτούς υπήρξαν ιδιαίτερα επικριτικοί σε αυτή αλλά χωρίς απαραίτητα να διαρρηγνύουν εντελώς τις σχέσεις τους με την αρχική τους εκκλησία. Είτε έτσι είτε αλλιώς, συναντάμε Χριστιανούς αναρχικούς και στα τρία βασικά δόγματα της Χριστιανικής παράδοσης.

ΦΜ: Έχεις γράψει ότι μερικοί Χριστιανοί αναρχικοί είναι επίσης αναρχο-καπιταλιστές ενώ άλλοι δεν είναι. Δεν είναι κάπως αντιφατικό να είναι κάποιος αναρχικός, καπιταλιστής και Χριστιανός;

ΑΧ: Ρώτα οποιονδήποτε  αναρχικό και θα καταγγείλει την ίδια την ιδέα του «αναρχο-καπιταλισμού»: είναι πραγματικά ένας φονταμενταλισμός της ελεύθερης αγοράς, βασίζεται στην ιδιωτική ιδιοκτησία που οι περισσότεροι αναρχικοί θεωρούν ότι είναι κλοπή και επομένως είναι ασυμβίβαστος με το μεγαλύτερο μέρος της βασικής ανάλυσης του αναρχισμού. 

Αυτά είναι τα επιχειρήματα που έχουν  οι περισσότεροι αναρχικοί. Ο λόγος που συμπεριέλαβα μερικούς Χριστιανούς «αναρχο-καπιταλιστές» σε μελέτες του Χριστιανικού αναρχισμού είναι ότι μερικοί από αυτούς προσέφεραν μία ανάγνωση των Γραφών που συμπλήρωσε επιβοηθητικά την ανάγνωση των  άλλων Χριστιανών αναρχικών (σε εδάφια που θα συμφωνούσαν ούτως ή άλλως). Ακριβώς όπως οι μη θρησκευόμενοι «αναρχο-αναρχικοί», ωστόσο, οι περισσότεροι αναρχο-καπιταλιστές βρίσκονται  στις Η.Π.Α., κάτι που ενδεχομένως δείχνει μια συγκεκριμένη  ιστορική εξέλιξη της καπιταλιστικής ιδεολογίας στο αμερικανικό πλαίσιο.

Δεν μπορείς να εμποδίσεις ορισμένους ανθρώπους να βάζουν μία ταμπέλα για τον εαυτό τους, αν και μπορείς να κρατήσεις αποστάσεις από μια τέτοια χρήση και να την επικρίνεις αντίστοιχα. Ο «αναρχο-καπιταλισμός» έρχεται σε αντίθεση με πολλά από αυτά που παρακινούν τους περισσότερους αναρχικούς και, ως εκ τούτου, η χρήση της «αναρχικής» ταμπέλας από την πλευρά τους είναι πράγματι προβληματική. 

Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι, ίσως σήμερα περισσότερο από έναν αιώνα πριν, πολλοί αναρχικοί θα στοχεύσουν στον καπιταλισμό, προτού στοχεύσουν στο κράτος. Στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη πολιτική οικονομία, θα μπορούσε κάποιος να πει  ότι το κράτος έχει υποταχθεί ακόμα περισσότερο στα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου και όλων των συναφών ιεραρχιών. Επομένως, αν και μερικές φωνές, κυρίως στις ΗΠΑ, προσπαθούν να παντρέψουν  τον καπιταλισμό και τον αναρχισμό, δεν θα πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός ότι οι περισσότεροι Χριστιανοί αναρχικοί, όπως και σχεδόν όλοι οι μη θρησκευτικοί αναρχικοί, είναι επίσης πολλοί  επικριτικοί με τον καπιταλισμό.

ΦΜ: Αλέξανδρε σε ευχαριστώ, η συζήτηση ήταν πολύ ενδιαφέρουσα.

Η συνέντευξη δόθηκε στην αγγλική γλώσσα. Το πρωτότυπο κείμενο μπορείτε να διαβάσετε εδώ: