Articles by "Μελέτες"
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μελέτες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Μελέτη του Ινστιτούτου ΕΝΑ αποτιμά το κόστος των τριών ανακεφαλαιοποιήσεων για το Δημόσιο και τους φορολογούμενους

Μια ανασκόπηση και αποτίμηση των ανακεφαλαιοποιήσεων των ελληνικών τραπεζών από το 2012 και μετά και του κόστους τους για το Δημόσιο αλλά και την οικονομία συνολικά επιχειρούν σε μελέτη τους για το ENA (Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών) η Κερασίνα Ραυτοπούλου, πρώην μέλος Γενικού Συμβουλίου του ΤΧΣ, ανώτερο τραπεζικό στέλεχος και επιστημονική συνεργάτιδα του ΕΝΑ, και ο Κυριάκος Αντωνάκος, οικονομολόγος, συντονιστής Ομάδας Χρηματοπιστωτικών Αναλύσεων του Ινστιτούτου.

Το ελληνικό Δημόσιο και οι Έλληνες φορολογούμενοι είναι οι μεγάλοι χαμένοι των τραπεζικών ανακεφαλαιοποιήσεων, σύμφωνα με τους μελετητές, που επισημαίνουν επίσης ότι «χάθηκε μια μοναδική ευκαιρία για τη ριζική μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό του τραπεζικού συστήματος που, δώδεκα χρόνια μετά, διατηρεί παθογένειες του παρελθόντος». Το τραπεζικό σύστημα κάθε άλλο από πιο ανταγωνιστικό και πλουραλιστικό μπορεί να χαρακτηριστεί σήμερα, καθώς ο εξαιρετικά υψηλός βαθμός συγκεντροποίησης της τραπεζικής αγοράς στις τέσσερις συστημικές τράπεζες δημιουργεί το έδαφος και τις προϋποθέσεις για εναρμονισμένες πρακτικές.



Μερικά βασικά στοιχεία της μελέτης:

  • Σωρευτικά, η αξία συμμετοχής του Δημοσίου στις τράπεζες (δηλαδή η ενίσχυση των τραπεζών με αύξηση του δημόσιου χρέους), σύμφωνα με τις ενδιάμεσες οικονομικές καταστάσεις του ΤΧΣ καθώς και την ΤτΕ, ξεπερνά τα 50 δισ. ευρώ.
  • Απώλεια της τάξης των 27,1 δισ. ευρώ αφορούσε τη διακυβέρνηση της περιόδου 2012-2014 (1η και 2η ανακεφαλαιοποίηση), καθώς η εναπομείνασα αξία των 49,7 δισ. ευρώ διαμορφωνόταν σε 22,5 δισ. ευρώ (11,6 δισ. ευρώ αξία μετοχών τραπεζών που κατείχε το ΤΧΣ και 10,9 δισ. ευρώ αξία ομολόγων EFSF στο ΤΧΣ).
  • Απώλεια κατά 11,9 δισ. ευρώ αφορούσε τη διακυβέρνηση της περιόδου 2015-2019, καθώς η εναπομείνασα αξία των 22,5 δισ. ευρώ, πλέον της τρίτης ανακεφαλαιοποίησης 5,7 δισ. ευρώ του 2015, διαμορφωνόταν σε 3,426 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2019.
  • Η μη σύνδεση των ανακεφαλαιοποιήσεων με την επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και με μέτρα εταιρικής διακυβέρνησης των τραπεζών την περίοδο 2012-2014 οδήγησε σε αύξηση των «κόκκινων» δανείων (από 9,5% το 2009 σε 43,5% το 2014, από 14,2 δισ. ευρώ το 2008 έφτασαν περίπου τα 97,7 δισ. ευρώ).
  • Η διασύνδεση του πολιτικού συστήματος με τις τράπεζες και με συμφέροντα στα ΜΜΕ οδήγησε σε αγνόηση του δημοσίου συμφέροντος.
  • Πέρα από την απώλεια της τάξης των 27,1 δισ. ευρώ της αξίας των μετοχών του ΤΧΣ, κατά τη διάρκεια της περιόδου 2012-2014 απωλέσθηκαν και σημαντικά δικαιώματα του κράτους στη διοίκηση των τραπεζών τις οποίες είχε διασώσει.

Ολόκληρη η μελέτη



πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

zeroΗedge 5-6-21
Authored by Paul Joseph Watson via Summit News,
Μετάφραση: Μ.Στυλιανού

Μια σημαντική νέα μελέτη γερμανών επιστημόνων στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου διαπίστωσε ότι τα lockdowns δεν είχαν καμία επίδραση στη μείωση του ποσοστού μόλυνσης από τον κορωνοϊό στη χώρα.

«Οι στατιστικολόγοι στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου δεν βρήκαν «άμεση σύνδεση» μεταξύ του γερμανικού αποκλεισμού και της μείωσης των ποσοστών μόλυνσης στη χώρα», αναφέρει η Telegraph.

Η μελέτη διαπίστωσε ότι, και στις τρεις περιπτώσεις πριν η Γερμανία επιβάλει τους αποκλεισμούς της τον Νοέμβριο, τον Δεκέμβριο και τον Απρίλιο, τα ποσοστά μόλυνσης είχαν ήδη αρχίσει να μειώνονται.

Ο ρυθμός R – ο αριθμός που υποδεικνύει σε πόσα άλλα άτομα ένα μολυσμένο άτομο μεταδίδει τον ιό – ήταν ήδη κάτω από 1 πριν από την έναρξη ισχύος των περιορισμών αποκλεισμού.

Όπως επισημάναμε πέρυσι, μια μελέτη που διέρρευσε μέσα από το γερμανικό Υπουργείο Εσωτερικών αποκάλυψε ότι ο αντίκτυπος του αποκλεισμού της χώρας θα μπορούσε να καταλήξει να σκοτώσει περισσότερους ανθρώπους από τον κορωνοϊό λόγω θυμάτων άλλων σοβαρών ασθενειών που δεν υπέστησαν θεραπεία.

Αυτή δεν είναι σε καμία περίπτωση η μόνη μελέτη που κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εγκλεισμοί είναι εντελώς άχρηστοι και δεν λειτουργούν.

Μια μελέτη που αξιολογήθηκε από ομοτίμους επιστήμονες και δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο από ερευνητές του Στάνφορντ διαπίστωσε ότι τα υποχρεωτικά lockdowns δεν παρέχουν περισσότερα οφέλη για την ανάσχεση της εξάπλωσης του COVID-19 από τα εθελοντικά μέτρα όπως η κοινωνική αποστασιοποίηση.

Τον Μάρτιο, ο καθηγητής ιατρικής του πανεπιστημίου Στάνφορντ Δρ Jay Bhattacharya δήλωσε στο Newsweek ότι τα lockdowns covid-19 είναι «το χειρότερο λάθος δημόσιας υγείας τα τελευταία 100 χρόνια».

Νωρίτερα αυτό το έτος, ακαδημαϊκοί από τα πανεπιστήμια Ντιούκ, Χάρβαρντ και Τζωνς Χόπκινς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ενδέχεται να υπάρξουν περίπου ένα εκατομμύριο επιπλέον θάνατοι τις επόμενες δύο δεκαετίες ως αποτέλεσμα των εγκλεισμών.

Άλλες έρευνες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα lockdowns θα «καταστρέψουν συντηρητικά τουλάχιστον επτά φορές περισσότερα χρόνια ανθρώπινης ζωής» από ό, τι σώζουν.


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιωάννης Ντάνασης, Μαρία Γαβριατοπούλου και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα νεότερα δεδομένα σχετικά με το ρόλο της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) από την πρόσφατη δημοσίευση των Alisa A. Mueller και συνεργατών στο περιοδικό Cell Reports Medicine (Inflammatory Biomarker Trends Predict Respiratory Declinein COVID-19 Patients, DOI:https://doi.org/10.1016/j.xcrm.2020.100144).

Η ανασκόπηση των δεδομένων από τους πρώτους 100 ασθενείς με λοίμωξη COVID-19 που εισήχθησαν στο νοσοκομείο Brigham and Women's στη Βοστώνη (Μασαχουσέτη, ΗΠΑ) έδειξε ότι αυξημένες τιμές CRP κατά τις πρώτες 48 έως 72 ώρες εισαγωγής στο νοσοκομείο διακρίνουν με ακρίβεια τους ασθενείς που ενώ αρχικά είναι σταθεροί θα αναπτύξουν προοδευτική αναπνευστική ανεπάρκεια κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους.

Επιπλέον, υψηλές τιμές δ-διμερών και προκαλσιτονίνης συσχετίστηκαν επίσης με χειρότερη πρόγνωση. Όλοι οι ασθενείς της μελέτης προσήλθαν στο νοσοκομείο περίπου 1 εβδομάδα μετά την έναρξη των συμπτωμάτων. Μόνο ένας ασθενής έλαβε παροχή οξυγόνου μέσω ρινικής κάνουλας υψηλής ροής, ενώ 45 διασωληνώθηκαν κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους. Οι ασθενείς έλαβαν επίσης ως μέρος της θεραπείας τους υδροξυχλωροκίνη, ρεμδεσιβίρη ή/και τοσιλιζουμάμπη. Το ποσοστό συνολικής θνητότητας ανήλθε στο 24%.

Τα επίπεδα της CRP κατά την εισαγωγή στο νοσοκομείο συσχετίστηκαν με δείκτες σοβαρότητας της λοίμωξης όπως η κλίμακα σειριακής αξιολόγησης της οργανικής ανεπάρκειας (SOFA score), ο λόγος της αρτηριακής μερικής πίεσης οξυγόνου προς τη συγκέντρωση εισπνεόμενου οξυγόνου (PaO2/FiO2) και τα επίπεδα ιντερλευκίνης-6 (IL-6). Συγκριτικά με τους ασθενείς με ήπια νόσο COVID-19, όσοι εμφάνισαν επιδείνωση της λοίμωξης είχαν ταχύτερη αύξηση της CRP από τις 24 στις 48 ώρες και από τις 48 στις 72 ώρες από την εισαγωγή. Αξίζει να αναφερθεί ότι η πιθανότητα εξειδικευμένης αναπνευστικής υποστήριξης ήταν έως 17 φορές αυξημένη σε όσους είχαν τιμές CRP άνω των 300mg/L εντός 72 ωρών από την εισαγωγή στο νοσοκομείο.
Συμπερασματικά, ο προσδιορισμός της CRP αποτελεί έναν εύχρηστο προγνωστικό δείκτη της βαρύτητας της λοίμωξης COVID-19 που μπορεί εύκολα να ενταχθεί στην καθημερινή κλινική πρακτική σε όλες τις νοσηλευτικές μονάδες ώστε να διακρίνει τους ασθενείς που θα χρειαστούν εξειδικευμένη αναπνευστική υποστήριξη.


πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου


Μία νέα μελέτη ενός διακεκριμένου Έλληνα επιστήμονα της διασποράς, του καθηγητή Γιάννη Ιωαννίδη της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, που δημοσιεύθηκε στο «Bulletin of the WHO», το επίσημο επιστημονικό περιοδικό του ΠΟΥ και η οποία συνθέτει δεδομένα από 82 μελέτες σχετικά με τη θνητότητα του κορονοϊού, καταλήγει στην εκτίμηση ότι η διάμεση θνητότητα είναι 0,23% στο γενικό πληθυσμό και 0,05% στα άτομα κάτω των 70 ετών.

Αν γίνει διόρθωση για το γεγονός ότι οι έως τώρα μελέτες αφορούν περισσότερο πληθυσμούς σε χώρες με υψηλό φορτίο θανάτων (αν δηλαδή θα μπορούσε κάποιος να λάβει υπόψη του δείγματα του πληθυσμού εξίσου από κάθε γωνιά της Γης), ο Γ. Ιωαννίδης υποστηρίζει ότι η πραγματική μέση θνητότητα της Covid-19 στις περισσότερες χώρες πιθανότατα είναι κάτω του 0,20%. Σε παγκόσμιο επίπεδο θεωρεί ότι είναι ίσως 0,15% συνολικά (ανεξαρτήτως ηλικίας) και 0,03% έως 0,04% στα άτομα κάτω των 70.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στους 1.000 ανθρώπους στον κόσμο που έχουν κολλήσει τον κορονοϊό, πεθαίνουν περίπου οι δύο, ενώ στους ανθρώπους έως 70 ετών η αναλογία είναι πολύ μικρότερη (περίπου τέσσερις θάνατοι ανά 10.000 κρούσματα). Όπως πιστεύει, με τα κατάλληλα μη φαρμακευτικά μέτρα για την προστασία των πιο ευπαθών ομάδων, η πραγματική θνητότητα μπορεί να μειωθεί περαιτέρω στο μέλλον.

Η μελέτη του δείχνει ότι η θνητότητα της Covid-19 μπορεί να διαφέρει σημαντικά από περιοχή σε περιοχή, ακόμη και μέσα στην ίδια χώρα (π.χ. στη Γαλλία). Αυτό, μεταξύ άλλων, αντανακλά διαφορές στην ηλιακή κατανομή του πληθυσμού, στο πόσα γηροκομεία υπάρχουν, πόσο βεβαρημένα είναι τα νοσοκομεία, πόσο πιστά τηρούνται οι προφυλάξεις, σε ποιο βαθμό υπάρχει συννοσηρότητα (συνύπαρξη άλλων παθήσεων στο ίδιο άτομο), πόσο φτωχός είναι ένας πληθυσμός, καθώς και σε άλλους τοπικούς ή γενετικούς παράγοντες. Γι' αυτό, επισημαίνει ότι η εκτίμηση ενός μοναδικού και ενιαίου δείκτη πραγματικής θνητότητας για μια ολόκληρη χώρα αναπόφευκτα μπορεί να μη δίνει την πραγματική εικόνα, όταν υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις από περιοχή σε περιοχή.

Τονίζει ακόμη ότι οι εκτιμήσεις του για τη θνητότητα τείνουν να είναι πολύ χαμηλότερες από εκείνες που είχαν γίνει στην αρχή της πανδημίας, σχετικά με το πόσο φονικός είναι ο νέος κορονοϊός SARS-CoV-2. Οι πρώτες εκτιμήσεις από την Κίνα ανέβαζαν τη θνητότητα στο 3,4%, καθώς δεν είχε γίνει ακόμη αντιληπτό πόσο μεγάλος είναι ο αριθμός των ασυμπτωματικών φορέων του ιού. Αργότερα, άλλα μοντέλα εκτίμησαν τη θνητότητα γύρω στο 1%. Μετά από τις νέες χαμηλότερες εκτιμήσεις του, ο Γ. Ιωαννίδης για μια ακόμη φορά τάσσεται εναντίον μιας επανάληψης των μέτρων lockdown στις διάφορες χώρες.

Η εκτίμηση για την πραγματική θνητότητα (infection fatality rate), δηλαδή την πιθανότητα να πεθάνει κάποιος που μολύνεται από τον κορονοϊό, αφορά την αναλογία των θανάτων σε σχέση με τον πραγματικό αριθμό των κρουσμάτων (όχι μόνο των διαγνωσμένων). Ο Γ. Ιωαννίδης βασίζεται κυρίως σε μελέτες ανίχνευσης αντισωμάτων έναντι του κορονοϊού (seroprevalence studies), που έγιναν έως το Σεπτέμβριο σε ομάδες από όλο τον κόσμο, από τις οποίες στη συνέχεια γίνεται εκτίμηση για το πόσο ποσοστό ανθρώπων του γενικού πληθυσμού έχει πραγματικά μολυνθεί.


Τα σενάρια της πανδημίας έως το 2024

Σε μια άλλη δημοσίευση του στο ευρωπαϊκό περιοδικό «European Journal of Clinical Investigation», ο Γ. Ιωαννίδης, ο οποίος είναι διεθνώς γνωστός στο πεδίο της ιατρικής στατιστικής, επιχειρεί μια συνολική εκτίμηση της επιδημιολογίας της Covid-19 στον πλήρη πανδημικό κύκλο (2020-2024). Μεταξύ άλλων, εκτιμά ότι έως το τέλος του 2024 θα έχουν πεθάνει από κορονοϊό 1,58 έως 8,76 εκατομμύρια άνθρωποι (έχουν ήδη πεθάνει λίγο πάνω από ένα εκατομμύριο).

Όπως αναφέρει, πόσοι τελικά θα είναι οι θάνατοι, θα εξαρτηθεί από μια πλειάδα παραγόντων, όπως κατά πόσο θα προστατευθούν αποτελεσματικά οι ηλικιωμένοι και άλλες ομάδες υψηλού κινδύνου, πόσο γρήγορα και ευρέως διαθέσιμα θα είναι τα εμβόλια και οι άλλες θεραπείες, πόσο σωστά μέτρα θα ληφθούν, ποια θα είναι η αλληλεπίδραση κορονοϊού και ιών της γρίπης, πόσο συχνές θα είναι οι επαναληπτικές λοιμώξεις Covid-19 στα ίδια άτομα κ.α.

Ο Ιωαννίδης επισημαίνει τις μεγάλες διαφορές στη θνητότητα της Covid-19: στις αρχές Οκτωβρίου 66 χώρες κατέγραφαν λιγότερο από ένα θάνατο ανά 100.000 πληθυσμού, ενώ 17 χώρες ξεπερνούσαν τους 50 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους. Τονίζει ότι, εξαιτίας και αυτών των διαφορών, παραμένει άγνωστο πόσο χρόνο θα χρειαστεί η πανδημία για να κάνει ένα πλήρη κύκλο παγκοσμίως (μπορεί να ολοκληρωθεί πριν ή μετά το 2024).

Ο πραγματικός αριθμός των κρουσμάτων εκτιμά ότι είναι περίπου 20 φορές μεγαλύτερος από τα διαγνωσμένα παγκοσμίως, δηλαδή ήδη περίπου το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού. Περίπου το 40% των λοιμώξεων είναι τελείως ασυμπτωματικές, ενώ αβέβαιο παραμένει, όπως λέει, πόσο είναι το «κατώφλι» του πληθυσμού που πρέπει τελικά να μολυνθεί, για να επιτευχθεί η «ανοσία της αγέλης» για τους υπόλοιπους.

Αν μολυνθεί το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού, εκτιμά ότι οι θάνατοι από την πανδημία διεθνώς θα φθάσουν τελικά σχεδόν τα 8,8 εκατομμύρια. Αν το ποσοστό μόλυνσης δεν ξεπεράσει το 30% (κάτι που θεωρεί πιο εύλογο), οι θάνατοι δεν θα ξεπεράσουν τα 4,4 εκατομμύρια. Αν το ποσοστό μολύνσεων ειδικότερα στις ομάδες υψηλού κινδύνου (ηλικιωμένοι κ.α.) περιοριστεί στο 10% του παγκόσμιου πληθυσμού, τότε ακόμη κι αν μολυνθεί το 60% του παγκόσμιου γενικού πληθυσμού, εκτιμά ότι οι θάνατοι δεν θα ξεπεράσουν τα 1,8 εκατομμύρια.

Σχετικά με τη γρίπη, ο Γ.Ιωαννίδης εκτιμά ότι, αν δεν υπήρχε η Covid-19, η γρίπη αναμενόταν να προκαλέσει τουλάχιστον 2,5 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως μέσα στην επόμενη πενταετία, μεταξύ των οποίων 150.000 παιδιά κάτω των πέντε ετών. Όπως επισημαίνει, «θα είναι πολύ ενδιαφέρον να δούμε αν τελικά οι θάνατοι από γρίπη της περιόδου 2020-2024 θα είναι πραγματικά μικρότεροι λόγω εμφάνισης της Covid-19. Το αισιόδοξο σενάριο είναι ότι η γρίπη θα υποχωρήσει στη διάρκεια των κυμάτων Covid-19, ενώ το απαισιόδοξο ότι η γρίπη και η Covid-19 θα χτυπήσουν βαριά και ταυτόχρονα».



πηγή από ΑΠΕ-ΜΠΕ


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου



Γνωρίζουμε πως δεν μπορείς να προχωρήσεις στην εκτέλεση οποιουδήποτε πλάνου, πόσο μάλλον έργου χωρίς να το σχεδιάσεις. Καλά μέχρι εδώ.
Μ' αυτή τη λογική δεν μπορεί κανείς να πει πως δεν χρειάζονται οι μελέτες προκειμένου να αποφασιστεί η εκτέλεση ή μη μιας κατασκευής, ενός κτιρίου, ενός δρόμο κλπ
Αυτό όμως που διαπιστώνουμε με το έργο αναμόρφωση κοιμητηρίων Μηχανιώνας μάλλον μας ξεπερνάει ...
Αναθέσανε τη μελέτη με κόστος 325.000 €. Πολλά; Κατά την προσωπική μας άποψη ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΑ!
Και έρχεται εκ των υστέρων ο μελετητής και αξιώνει να λάβει 1.055.000 € για την εργασία του.
Και το πλέον παράδοξο:
Ο νομικός σύμβουλος του δημάρχου φέρεται να συμφωνεί με τις απαιτήσεις του μελετητή.

Διαβάστε σχετική ανάρτηση του Γιώργου Λαζαρίδη:

"Επισκεφθήκαμε την Τεχνική υπηρεσία του δήμου, όπου συναντήσαμε τον διευθυντή της, Σπύρο Μαυρικάκη. Ενδιαφερθήκαμε για την μελέτη κοιμητηρίων της Νέας Μηχανιώνας και την περίφημη απαίτηση του μελετητή να πληρωθεί 1.055.000 ευρώ, ενώ η ανάθεση που του έγινε ήταν 325.000 ευρώ!
Δύο σημεία της συζήτησης με τον διευθυντή της τεχνικής υπηρεσίας είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και σας τα μεταφέρουμε. Πρώτον, το ύψος τροποποίησης του αρχικού ποσού της μελέτης ΔΕΝ μπορεί να ξεπεράσει το 40% του αρχικού ποσού. Στην περίπτωσή μας, τις 450.000 ευρώ.
Το δεύτερο και ιδιαίτερα ανησυχητικό για τις προθέσεις της διοίκησης, είναι η γνωμοδότηση που ζήτησε και πήρε από τον κ. Μακρή, στενό συνεργάτη του δημάρχου, σύμφωνα με την οποία προτείνεται συμβιβασμός στις απαιτήσεις του μελετητή, σύμφωνα με όσα εκείνος απαιτεί. Ποια είναι άραγε η ανάγκη αυτής της γνωμοδότησης, όταν ήδη τοποθετήθηκε το δημοτικό συμβούλιο ενάντια στην πληρωμή του επιπλέον ποσού, με εισήγηση και τις ψήφους της παράταξης του κ. Μαυρομάτη;
Επίσης, εσφαλμένη κρίνεται από την υπηρεσία και η θέση του κ. Τσαμασλή για λήξη του χρονικού περιθωρίου που διέθετε ο δήμος μας ώστε να εναντιωθεί στην πληρωμή του επιπλέον ποσού. Πρόκειται αναμφισβήτητα για μια «ακριβή» υπόθεση, η οποία προβλέπεται να λυθεί στις αίθουσες των δικαστηρίων."