Articles by "Μαστρογιάννη"

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαστρογιάννη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

της Φωτεινής Μαστρογιάννη

Ζούμε στην εποχή της εικόνας και ο τρόπος που τη διαχειριζόμαστε, ειδικά με την κυριαρχία των ψηφιακών μέσων, είναι πολύ σημαντικός.

Η διαχείριση της εικόνας μας επηρεάζει στις προσωπικές μας σχέσεις αλλά και στις επαγγελματικές. Ειδικά στις επαγγελματικές μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο λήψης οικονομικών αποφάσεων.

Εμπνευστής της Θεωρίας Διαχείρισης της Εικόνας είναι ο Ιρβινγκ Γκόφμαν (1959) ο οποίος υποστήριξε ότι οι πράξεις και η εμφάνιση μας προδίδουν τις προθέσεις μας. Κάποιες φορές εν γνώσει μας ή ακόμα και αθέλητα προσπαθούμε να δημιουργήσουμε συγκεκριμένες εντυπώσεις στους άλλους προκειμένου να τους επηρεάσουμε για να επιτύχουμε τους στόχους μας. Συνεπώς, ο τρόπος που διαχειριζόμαστε την εικόνα μας είναι ιδιαίτερα σημαντικός και για έναν επιπλέον λόγο. Εάν γνωρίζουμε τους τρόπους που επώνυμοι και μη διαχειρίζονται την εικόνα τους τότε μπορούμε να αποφύγουμε να πέσουμε θύματα χειραγώγησης.

Ο Γκόφμαν υποστήριξε ότι η ζωή μας είναι ένα θέατρο όπου είμαστε ταυτόχρονα οι ηθοποιοί και το κοινό. Ο εξωτερικός εαυτός μας είναι αυτός που δείχνουμε στους άλλους, αυτός που είναι πάνω στη σκηνή ενώ ο εσωτερικός εαυτός μας είναι πιο χαλαρός και αυθεντικός, είναι στα παρασκήνια και τον δείχνουμε στην οικογένεια και στους φίλους μας.

Ο Σίιμπακ (Siibak, 2009) χρησιμοποίησε τη θεωρία της αυτο-ασυμφωνίας σύμφωνα με την οποία τα άτομα έχουν:

Τον Πραγματικό Εαυτό που είναι η αντίληψη του ατόμου για τα χαρακτηριστικά που θεωρεί ότι διαθέτει.

Τον Ιδανικό Εαυτό που είναι η αντίληψη του ατόμου για τα χαρακτηριστικά που θεωρεί ότι οι άλλοι επιθυμούν από αυτόν να έχει και τέλος έχουμε τον Εαυτό Πρέπει που είναι η αντίληψη του ατόμου για τα χαρακτηριστικά που πρέπει να διαθέτει. Ο Εαυτός Πρέπει είναι αυτός που χρησιμοποιείται στη διαχείριση της εικόνας και των εντυπώσεων γιατί τα άτομα παρουσιάζουν τα χαρακτηριστικά που πιστεύουν ότι πρέπει να έχουν σε δεδομένες κοινωνικές καταστάσεις.

Οι διαστάσεις του εαυτού είναι: η φυσική διάσταση δηλαδή πως το άτομο αξιολογεί την εμφάνιση του, η ψυχολογική που είναι η αξιολόγηση από το άτομο της προσωπικότητας του, η διανοητική που είναι η αξιολόγηση της ευφυΐας του, η διάσταση των δεξιοτήτων δηλαδή πως το άτομο αξιολογεί τις κοινωνικές και τεχνικές δεξιότητες του, η ηθική διάσταση που αφορά την αξιολόγηση των αρχών και αξιών του και τέλος, η σεξουαλική δηλαδή πως το άτομο αισθάνεται ότι ταιριάζει με τους κανόνες της κοινωνίας σχετικά με το αντρικό και γυναικείο φύλο.

Οι πράξεις μας δεν είναι μόνο αυτές που δημιουργούν εντυπώσεις αλλά και οι άνθρωποι με τους οποίους είμαστε μαζί και οι ομάδες με τις οποίες σχετιζόμαστε όπως ορίζει σχετικά και η θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας.

Επιλέγουμε να ενταχθούμε σε συγκεκριμένες ομάδες για να στείλουμε το μήνυμα μίας συγκεκριμένης εικόνας και έτσι να γίνουμε αποδεκτοί στις ομάδες αυτές. Εάν επιλέγουμε να γίνουμε μέλη των φιλάθλων μίας ποδοσφαιρικής ομάδας το κάνουμε για να γίνουμε αποδεκτοί από τους άλλους φιλάθλους και εκπέμπουμε έτσι μία συγκεκριμένη εικόνα προς τους άλλους.

Για να δημιουργήσουμε εντυπώσεις χρησιμοποιούμε τεχνικές. Μία από αυτές είναι να κολακεύουμε τους άλλους ή να συμφωνούμε μαζί τους προκειμένου να γίνουμε αρεστοί (απόκτηση εύνοιας) . Μία τέτοια συμπεριφορά μπορεί να είναι χειριστική εάν την χρησιμοποιούμε για να επιτύχουμε συγκεκριμένους σκοπούς ή αυθεντική εάν όντως πιστεύουμε αυτά που λέμε και έχουμε ως στόχο τη δημιουργία φιλικών σχέσεων με τους άλλους.

Κάποιες φορές, οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τον εκφοβισμό προκειμένου να επιβάλλουν τις απόψεις τους ενώ κάποιες άλλες φορές μπορεί να αποκαλύπτουν τις αδυναμίες τους, να εμφανίζονται αδύναμοι και αβοήθητοι προκειμένου να προκαλέσουν τον οίκτο και έτσι να λάβουν βοήθεια από τους άλλους.

Η διεκδικητικότητα είναι άλλη μία τεχνική δημιουργίας εντυπώσεων. Με τη διεκδικητικότητα θέτουμε όρια με ήρεμο τρόπο και λέμε τη γνώμη μας χωρίς φόβο διατηρώντας οπτική επαφή και ακούγοντας προσεκτικά. Μερικές φορές μπορεί να περιλαμβάνει την αυτό-προώθηση και την εξιστόρηση προσωπικών ιστοριών. Αυτή η τεχνική χρησιμοποιείται όταν οι άνθρωποι θέλουν να δείξουν ότι έχουν αυτοπεποίθηση και μπορούν να ηγηθούν μίας κατάστασης.

Άλλη μία τεχνική είναι η αυτο- παρακολούθηση δηλαδή ο τρόπος που χρησιμοποιεί κάποιος για να ελέγξει το πως παρουσιάζεται στους άλλους . Η αυτο-παρακολούθηση προϋποθέτει υψηλά επίπεδα αυτορρύθμισης των συναισθημάτων (δηλαδή να μπορώ εκούσια να διαχειρίζομαι τα συναισθήματα μου) και συναισθηματικής νοημοσύνης προκειμένου κάποιος να μπορεί να «διαβάζει» την κατάσταση και να προσαρμόζεται αντίστοιχα για να επιτύχει τους σκοπούς του.

Η αυτοπαρουσίαση αποτελεί άλλη μία τεχνική και αφορά τον τρόπο που παρουσιαζόμαστε στους άλλους εκπέμποντας μηνύματα τα οποία μπορεί να είναι εκούσια ενώ η αυτοπροώθηση αφορά το πως παρουσιάζουμε τις δεξιότητες και τα προσόντα μας προκειμένου να φανούμε ικανοί. Τέλος ο παραδειγματισμός είναι η συμπεριφορά όπου εμφανιζόμαστε ως το «παράδειγμα» δηλαδή εμφανιζόμαστε ως αφοσιωμένοι σε αυτό που κάνουμε και είμαστε πρότυπα συμπεριφοράς.

Υπάρχουν όμως και άλλες δύο τεχνικές. Η μία είναι όταν οι άνθρωποι προσπαθούν να βελτιώσουν τη δημόσια εικόνα τους όχι με άμεσο τρόπο αλλά με έμμεσο προωθώντας τις πολλές φορές ασήμαντες σχέσεις τους με κάποιον άλλον που διαθέτει θετικά χαρακτηριστικά. Αυτή η τεχνική εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την προσπάθεια πολλών ανθρώπων να φωτογραφίζονται με «επώνυμους».

Η άλλη τεχνική είναι το να προσπαθούμε να τονίσουμε τα αρνητικά στοιχεία αυτών με τους οποίους συνδεόμαστε με αρνητικό τρόπο. Για παράδειγμα, σε ένα επαγγελματικό περιβάλλον να τονίσουμε τα αρνητικά χαρακτηριστικά του ανταγωνιστή μας.

Οι θετικές τακτικές διαχείρισης της εικόνας είναι η απόκτηση εύνοιας, η αυτο-προώθηση και ο παραδειγματισμός. Οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν αυτές τις τακτικές γίνονται πιο αρεστοί στους άλλους σε σχέση με αυτούς που χρησιμοποιούν όλα τα είδη τεχνικών δημιουργίας εντυπώσεων. Οι γυναίκες είναι λιγότερο επιθετικές στη χρήση τεχνικών δημιουργίας εντυπώσεων και ως εκ τούτου, χρησιμοποιούν τις θετικές πιθανόν γιατί τα πρότυπα για τη γυναικεία συμπεριφορά αποθαρρύνουν τη χρήση επιθετικής συμπεριφοράς.

Ποιοι είναι όμως οι παράγοντες που επηρεάζουν τη διαχείριση των εντυπώσεων;

Βασικός παράγοντας είναι η αυτοεκτίμηση – ένα άτομο με χαμηλή αυτοεκτίμηση μπορεί να φαίνεται επιφυλακτικό και «κλειστό» στους άλλους.

Άλλος παράγοντας είναι η εξωστρέφεια ή η εσωστρέφεια. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι η εντύπωση που οι άνθρωποι θέλουν να δημιουργήσουν δεν επηρεάζεται μόνο από το κοινωνικό περιεχόμενο αλλά και από την αντίληψη που έχει κάποιος για τον εαυτό του. Ενώ θέλουμε οι άλλοι να μας δέχονται γι’αυτό που πραγματικά είμαστε ωστόσο η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας μπορεί να δρα περιοριστικά στο είδος της εικόνας που θέλουμε να παρουσιάσουμε στους άλλους. Πέραν αυτού, οι άνθρωποι δημιουργούν εικόνες που σχετίζονται με τον επιθυμητό τους εαυτό. Πολλές φορές οι άνθρωποι επιλέγουν αληθινές πλευρές του εαυτού τους τις οποίες θεωρούν ότι ταιριάζουν με τις αξίες των ανθρώπων που τους ενδιαφέρουν και να αποκρύψουν πληροφορίες για τις οποίες θεωρούν ότι θα τις αξιολογήσουν αρνητικά οι άλλοι.

Οι κοινωνικοί ρόλοι και τα χαρακτηριστικά του κοινού επίσης καθορίζουν τη συμπεριφορά μας, για παράδειγμα, υιοθετούμε διαφορετική συμπεριφορά όταν είμαστε με τους φίλους μας και διαφορετική όταν είμαστε σε ένα επαγγελματικό περιβάλλον. Η εντύπωση που προσπαθούμε να δημιουργήσουμε επηρεάζεται από τους κανόνες που διέπουν τους διαφορετικούς κοινωνικούς ρόλους.

Τέλος, οι πολιτισμικοί παράγοντες επηρεάζουν τον τρόπο που παρουσιαζόμαστε στους άλλους και την εντύπωση που δίνουμε. Οι ατομικιστικές κουλτούρες δίνουν έμφαση στην αυτονομία και στην αυτοδυναμία ενώ οι κολλεκτιβιστικές δίνουν προτεραιότητα στις εκφράσεις που προάγουν την αρμονία της ομάδας.

Ενώ η διαχείριση της εικόνας μπορεί να βοηθήσει κάποιον να επιτύχει τους στόχους του ωστόσο μπορεί να δημιουργήσει γνωστική ασυμφωνία (δηλαδή η κατάσταση δυσφορίας που δημιουργείται όταν έχουμε δύο αντικρουόμενες απόψεις). Στην περίπτωση της εικόνας γνωστική ασυμφωνία είναι όταν η εικόνα που παρουσιάζουμε στους άλλους συγκρούεται με αυτό που είμαστε εμείς πραγματικά επηρεάζοντας, κατ’αυτό τον τρόπο, με αρνητικό τρόπο την ικανοποίηση που έχουμε από τη ζωή μας.

Σημαντικό είναι επίσης το είδος της εικόνας και πως αυτή διαμορφώνεται. Για παράδειγμα σύμφωνα με τη Θεωρία της Καλλιέργειας , οι άνθρωποι που παρακολουθούν τακτικά τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης τείνουν να διαμορφώνουν μία διαστρεβλωμένη εικόνα για την πραγματικότητα, θεωρούν ότι η πραγματικότητα είναι αυτή που τους παρουσιάζεται από τα ΜΜΕ. Οι γυναίκες που παρακολουθούν συχνά τηλεόραση και συμμετέχουν ενεργά στα κοινωνικά μέσα μπορεί να θεωρούν ότι τα πρότυπα ομορφιάς είναι αυτά που τους παρουσιάζονται από τις φωτογραφίες που προβάλλονται από αυτά και ως εκ τούτου, να μην είναι ευχαριστημένες με την εικόνα τους.

Το πως παρουσιαζόμαστε στους άλλους και πως αυτό συσχετίζεται με φαινόμενα όπως η ηγεσία, η κοινωνική επιρροή, η επιθετικότητα, ο συμβιβασμός κτλ. έχει αποτελέσει αντικείμενο μελέτης για τους ψυχολόγους. Σύμφωνα με έρευνες, οι άνθρωποι βοηθούν περισσότερο τους άλλους όταν οι πράξεις τους θα δημοσιευτούν καθώς και όταν επιθυμούν να βελτιώσουν την κοινωνική τους εικόνα η οποία έχει δεχτεί πλήγμα.

Η μελέτη της εικόνας αποτελεί και αντικείμενο μελέτης της γνωστικής οικονομικής γιατί βοηθά στην κατανόηση του τρόπου που οι εικόνες διαμορφώνουν την ατομικότητα του ατόμου και επηρεάζουν τη λήψη αποφάσεων σε οικονομικά ζητήματα.



Φωτεινή Μαστρογιάννη


Ζούμε στην εποχή της εικόνας και ιδιαίτερα της κατασκευασμένης εικόνας. Η γνώση του πως η εικόνα διαμορφώνεται θα μας βοηθήσει να είμαστε πιο προσεκτικοί στα μηνύματα που εκπέμπουμε μέσω της εικόνας μας και κυρίως στα μηνύματα που δεχόμαστε. Κατ’αυτό τον τρόπο θα αποφύγουμε τη χειραγώγηση ενώ θα αποκτήσουμε πιο αυθεντικές σχέσεις.



Πηγές

Ελληνικές

Μεταξάς, Ν. (2020) Γνωστική Ασυμφωνία. Διαθέσιμο στο: https://www.psychology.gr/koinoniki-psychologia/3330-gnostiki-asumfonia.html

Μακρή – Μπότσαρη, Ε. Συναισθηματική Αυτορρύθμιση. Διαθέσιμο στο: https://eclass.prog.aspete.gr/modules/document/file.php/EPPAIK_ATH108/1.2%20%CE%9C%CE%B1%CE%B8.%CE%A3%CF%85%CE%BD%CE%B1%CE%B9%CF%83%CE%B8%CE%B7%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%91%CF%85%CF%84%CE%BF%CF%81%CF%8D%CE%B8%CE%BC%CE%B9%CF%83%CE%B7%29.pdf

Ξενόγλωσσες

Bolino, M.C. & Turnley, W.H. (2003). More than one way to make an impression: Exploring profiles of impression management. Journal of Management, 29(2), σελ. 141-160.

Gerbner, G. (1998). Cultivation Analysis: An overview. Mass Communication & Society, 1(3/4), σελ. 175-194.

Gofman, E. (1959) The presentation of self in everyday life, New York, NY: Anchor Books.

Higgins, E.T. (1987) Self-discrepancy: A theory relating self and affect. Psychological Review, 94, σελ. 319-340.

Leary, M. R.. Impression Management, Psychology of, in Smelser, N. J., & Baltes, P. B. (Eds.). (2001). International encyclopedia of the social & behavioral sciences (Vol. 11). Amsterdam: Elsevier.

Oltmann, S. (2014). N4 interpersonal relationships and social interaction. SlideShare. Διαθέσιμο στο: https://www.slideshare.net/suzaanoltmann/n4-interpersonal-relationships

Patalano, R. (2007) Images and Economic Behavior. Διαθέσιμο στο: https://www.researchgate.net/publication/24117586_Images_and_economic_behaviour

Pikone, I. (2015) Impression Management in Social Media. Διαθέσιμο στο: https://www.researchgate.net/profile/Ike-Picone/publication/314361839_Impression_Management_in_Social_Media/links/59ef8b9c0f7e9baeb26ac3f8/Impression-Management-in-Social-Media.pdf

Siibak, A. (2009). Constructing the Self through the Photo Selection—Visual Impression Management on Social Networking Websites. Cyberpsychology: Journal of Psychosocial Research on Cyberspace, 3, Article 1.
https://cyberpsychology.eu/article/view/4218



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου


Η επίδραση των ΜΜΕ και ειδικότερα της τηλεόρασης στην κοινή γνώμη είναι αδιαμφισβήτητη. Πολλοί ισχυρίζονται ότι παρακολουθούν τα ΜΜΕ με κριτική ματιά και αντιστέκονται στα μηνύματα που τους μεταφέρονται. Μάλλον πρόκειται για ευσεβείς πόθους ειδικότερα για όποιον δεν είναι γνώστης της επιστήμης της επικοινωνίας. Οσοι θεωρούν ότι βλέπουν τα ΜΜΕ με κριτικό τρόπο είναι και αυτοί που είναι περισσότερο ευάλωτοι σε αυτά.

Στο σύντομο αυτό κείμενο θα σταθώ σε δύο θεωρίες της επικοινωνίας: τη θεωρία της καλλιέργειας και τη θεωρία ορισμού της θεματολογίας.

Ο Γεώργιος Γκέρμπνερ (George Gerbner) το 1969 εισήγαγε τη θεωρία της καλλιέργειας μελετώντας τη μακρόχρονη επίδραση της τηλεόρασης στη ζωή των ανθρώπων. Υποστήριξε ότι η επαναλαμβανόμενη έκθεση στα ΜΜΕ και ειδικότερα στην τηλεόρασης διαμορφώνει τις απόψεις και τη συμπεριφορά των ανθρώπων αλλά και την αντίληψή τους για τον πραγματικό κόσμο. Σύμφωνα με την έρευνά του, άνθρωποι που έβλεπαν πολλές ώρες τηλεόραση γίνονται φοβικοί και αναπτύσσουν μία ομοιογενή αντίληψη για τον κόσμο γιατί έρχονται σε πιο συχνή επαφή με τα ίδια τηλεοπτικά μηνύματα.

Πιο πρόσφατες μελέτες επιβεβαίωσαν τη θεωρία του Γκέρμπνερ καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι αυτοί που παρακολουθούν πολλές ώρες τηλεόραση γίνονται υλιστές αλλά και έχουν μία υπερεκτιμημένη αντίληψη για την επιστήμη γιατί τα μηνύματα που μεταφέρει η τηλεόραση για την επιστήμη και τους επιστήμονες είναι ότι «τα γιατρεύουν όλα» και δίνουν απάντηση στα πάντα. Επιστήμη για κάθε νόσο λοιπόν.

Μία τέτοια υπερεκτιμημένη αντίληψη για τους «ειδικούς» (λέξη που έχει αποκτήσει αρνητική χροιά πλέον) διαπιστώσαμε και πρόσφατα στη χώρα μας με την υγειονομική κρίση του κορωνοϊού.

Το 1972 οι Μαξγουελ Μακ Κομπς και Ντόναλντ Σόου (McCombs & Shaw, 1972) δημιούργησαν τη θεωρία ορισμού της θεματολογίας των ΜΜΕ σύμφωνα με την οποία ότι συζητούν και σκέφτονται οι άνθρωποι είναι αποτέλεσμα των θεμάτων που αποφασίζουν τα ΜΜΕ να προβάλλουν.

Οι Μακ Κομπς και Σόου διενήργησαν μία έρευνα κατά τη διάρκεια των αμερικανικών προεδρικών εκλογών το 1968 στο Τσάπελ Χιλ. Διαπίστωσαν ότι υπήρχε ισχυρή συσχέτιση μεταξύ των θεμάτων που οι συνεντευξιαζόμενοι θεωρούσαν ως σημαντικά και των θεμάτων που πρόβαλλαν τα ΜΜΕ. Με άλλα λόγια, οι συνεντευξιαζόμενοι είχαν επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τα ΜΜΕ.

Την ίδια εποχή οι Μπλουμλερ και Κατς (Blumler & Katz, 1974) κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το κοινό παρακολουθώντας τα ΜΜΕ ικανοποιεί τέσσερις επιθυμίες: τη δραπέτευση ή τη συναισθηματική εκτόνωση από την πίεση της καθημερινότητας, την ανάπτυξη προσωπικών σχέσεων βλ. συζητήσεις για τις εκπομπές με άλλους ανθρώπους, τη σύγκριση με τους χαρακτήρες των εκπομπών/σήριαλ και την πληροφόρηση σχετικά με το τι συμβαίνει στον κόσμο.

Συνεπώς, τα ΜΜΕ δημιουργούν μία πλασματική αντίληψη για τον κόσμο, μία αντίληψη που καθοδηγείται από τα ίδια εκμεταλλευόμενα τις ανθρώπινες επιθυμίες που προανέφερα.
Υπάρχει όμως λύση και δεν είναι άλλη παρά η περιορισμένη έκθεση στα μέσα και η άμυνα μέσω της αντικατάστασής τους με δημιουργικές ενασχολήσεις όπως το διάβασμα αλλά και η συζήτηση με φίλους. Κατ’αυτό τον τρόπο, θα σταματήσει ο φόβος, θα αναπτυχθεί η κριτική σκέψη αλλά και η ζωή θα αποκτήσει μία ξεχωριστή ποιότητα.


Πηγές

Gerbner, George. “Cultivation Analysis: An Overview.” Mass Communication & Society, vol. 1, no. 3-4, 1998, pp. 175-194.
Gerbner, George. “Toward ‘Cultural Indicators’: The Analysis of Mass Mediated Public Message Systems." AV Communication Review, vol. 17, no. 2,1969, pp. 137-148.

Katz, E., Blumler, J. G., & Gurevitch, M. (1974). Utilization of Mass Communication by the Individual. In J. G. Blumler, & E. Katz (Eds.), The Uses of Mass Communications: Current Perspectives on Gratifications Research (pp. 19-31). Beverly Hills: Sage Publications.

McCombs, Maxwell E. & Shaw, Donald L. (1972). The agenda-setting function of mass media, Public Opinion Quarterly, 36 (2): 176-187 University of Derby. Retrieved on 1/5/2018 from http: poq.oxfordjournals.org/content/36/2/176.


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

της Φωτεινής Μαστρογιάννη

Το βιβλίο «Κόβιντ 19 – Η Μεγάλη Επανεκκίνηση» συζητήθηκε αρκετά ως στοιχείο σε μία φωτογραφία του πρωθυπουργού εντούτοις λίγες είναι οι συζητήσεις γι’αυτό. Συγγραφείς του είναι οι Κλάους Σβάμπ και Τιέρυ Μάλλερετ.

Ο Κλάους Σβάμπ (Klaus Schwab) είναι ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ και ο Τιέρυ Μάλλερετ είναι ο συνιδρυτής του Μηνιαίου Βαρομέτρου. Συνεπώς οι απόψεις τους έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ιδιαίτερα εάν σκεφθούμε ότι αρκετές από τις πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται φαίνονται να έχουν ως βάση το συγκεκριμένο βιβλίο.

Σταχυολόγησα κάποια στοιχεία που θεωρώ ότι είναι σημαντικά. Οι συγγραφείς ήδη από την εισαγωγή αναφέρονται σε στοιχεία όπως είναι η έλλειψη δικαιοσύνης και συνεργασίας και η αποτυχία παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Οι συγγραφείς θεωρούν ότι ποτέ δεν θα γυρίσουμε στην κανονικότητα λόγω των αλλαγών που προκάλεσε ο κορωνοϊός. Το εντυπωσιακό είναι ότι αρχικά αναφέρουν ότι οι καραντίνες ήταν η απομόνωση των ανθρώπων για σαράντα ημέρες για υγειονομικούς λόγους (δεν διευκρινίζουν όμως ότι οι καραντίνες ήταν για τους ασθενείς και όχι για τους υγιείς). Παραδέχονται ότι οι καραντίνες έδωσαν περαιτέρω ισχύ στο κράτος και ότι ο αριθμός σαράντα δεν είχε ιατρική βάση αλλά συμβολική και θρησκευτική (βλ. Σαρακοστή κτλ).

Παραδέχονται επίσης ότι η επιδημία του κορωνοϊού δεν είναι μία καινούρια υπαρξιακή απειλή αλλά ούτε θα καταλήξει σε απρόβλεπτους λιμούς (ωστόσο πολύ παρακάτω αναφέρουν ότι η πανδημία του κορωνοϊού μπορεί να προκαλέσει διατροφική καταστροφή με τον αριθμό των ανθρώπων που υποφέρουν από διατροφική ανασφάλεια να διπλασιάζεται το 2020 στα 265 εκατομμύρια), στρατιωτικές ήττες και αλλαγές πολιτευμάτων.

Ωστόσο, ο περιορισμός της πανδημίας (σημαντικό ότι από επιδημία στη συνέχεια του έργου αναφέρονται σε πανδημία) υποστηρίζουν ότι θα επιταχύνει ένα παγκόσμιο σύστημα παρακολούθησης το οποίο θα χρησιμοποιείται για την πρόβλεψη νέων επιδημιών (!).

Αναφέρονται στον Τζιν Κι έναν από τους κορυφαίους Κινέζους επιστήμονες ο οποίος τον Απρίλιο του 2020 είπε ότι: «είναι πιθανό να γίνει μία επιδημία που θα συνυπάρχει με τον άνθρωπο για πολύ καιρό, θα είναι εποχιακή και θα διατηρείται στο ανθρώπινο σώμα» κάτι που θα ήταν αρκετά καθησυχαστικό για τον άνθρωπο γιατί ουσιαστικά είναι μία δήλωση που θεωρεί τον κορωνοϊό αφενός ως επιδημία και όχι ως πανδημία μίας εποχιακής ασθένειας που θα μπορούμε να ζήσουμε με αυτή όπως ζήσαμε με τόσες άλλες, ωστόσο οι συγγραφείς ερμηνεύουν τη συγκεκριμένη παρατήρηση ως στοιχείο φόβου και κοινωνικού άγχους.

Ενώ οι συγγραφείς είχαν αναφερθεί στην αναποτελεσματική μέθοδο της καραντίνας ωστόσο προφητικά είχαν προβλέψει την επανεφαρμογή της το τέταρτο τετράμηνο του 2020 (το βιβλίο γράφτηκε τον Ιούνιο 2020).

Παρά το γεγονός ότι η καραντίνα  αμφισβητείται ως αναποτελεσματική ιατρικά είναι και καταστροφική οικονομικά. Θεωρούν ότι θα αφήσει μόνιμες πληγές στην οικονομία – ανεργία, χρεωκοπίες. Κάθε μήνα που μεγάλα τμήματα της οικονομίας παραμένουν κλειστά, η ετήσια ανάπτυξη θα μειώνεται 2 εκατοστιαίες μονάδες.

Αναφορικά με την οικονομία υποστηρίζουν ότι δύο κατηγορίες ανθρώπων θα αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα με την ανεργία: οι νέοι άνθρωποι που θα μπουν για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας και οι εργαζόμενοι που θα αντικατασταθούν από ρομπότ. Η πανδημία θα οδηγήσει σε αντικατάσταση της ανθρώπινης εργασίας από ρομπότ. Η αγορά εργασίας θα αποτελείται από υψηλά αμειβόμενους και σε αυτούς που θα είναι χαμηλόμισθοι σε βαρετές εργασίες ή θα έχουν εξαφανισθεί οι θέσεις εργασίας τους. Η κατάσταση, επισημαίνουν, θα είναι χειρότερη για τις αναπτυσσόμενες και για τις μικρές υπερχρεωμένες χώρες.

Οι συγγραφείς προτρέπουν τις κυβερνήσεις να ενδιαφερθούν για την ευημερία των πολιτών τους χωρίς όμως να διευκρινίζουν πως αυτό μπορεί να γίνει δεδομένης της αντικατάστασης της εργασίας από τα ρομπότ. Μιλούν για την ανισότητα στον πλούτο και της αναδιανομής του πλούτου από τους πλούσιους στους φτωχούς και πως αυτή θα πρέπει να εντοπιστεί πιο συστηματικά χωρίς όμως να λένε αφενός ποιοι θεωρούνται πλούσιοι και σε σύγκριση με ποιους.

Γίνεται επίσης αναφορά στην έννοια της ανθεκτικότητας του συστήματος στις κρίσεις δίνοντας έμφαση στο κοινωνικό, οικονομικά και φυσικό κεφάλαιο χωρίς όμως να το αναλύσουν παρά μόνο λέγοντας ότι η μέτρηση της ανθεκτικότητας μπορεί να γίνει με την ένωση πηγών δεδομένων του ιδιωτικού και δημοσίου τομέα. Ο δημόσιος τομέας θα αποκτήσει μεγαλύτερη βαρύτητα και θα γίνει ιδιαίτερα παρεμβατικός χωρίς ωστόσο να αποκτά ουσιαστικές αρμοδιότητες γιατί πάλι δημόσιοι πόροι θα κατευθύνονται στις επιχειρήσεις απλά ο γνώμονας θα είναι το δημόσιο συμφέρουν και όχι το κέρδος (!).

Η έρευνα και ανάπτυξη για την υγεία και την κλιματική αλλαγή θα ενισχυθούν και θα αυξηθεί η φορολογία ειδικότερα για τους πιο προνομιούχους (δεν ορίζουν ποιοι είναι αυτοί) γιατί οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αυξήσουν την ικανότητα ανθεκτικότητας και θα πρέπει να επενδύσουν περισσότερο σε αυτή (!).

Η παγκοσμιοποίηση θα αντιστραφεί μέσω του περιορισμού των προμηθευτικών αλυσίδων και θα ενισχυθεί η περιφερειοποίηση βλ. ενίσχυση περιφερειών τύπου Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η παγκόσμια κυβέρνηση είναι το επιθυμητό με κίνδυνο να χάσει έδαφος λόγω του εθνικισμού και του απομονωτισμού. Η πανδημία, κατά τους συγγραφείς, ανέδειξε τον παγκόσμιο συντονισμό μέσω του ΠΟΥ. Για άλλη μία φορά, αναφέρονται στον Μπιλ Γκέητς και την ένθερμη υποστήριξή του στον ΠΟΥ (δεν αναφέρουν όμως τις χρηματικές επενδύσεις του Γκέητς στον ΠΟΥ).

Αναφέρονται επίσης στην επιβάρυνση του περιβάλλοντος και πως η πανδημία βοήθησε να μειωθεί η μόλυνση μέσω της απαγόρευσης της κυκλοφορίας (δεν αναφέρονται όμως στα εργοστάσια που παρέμειναν ανοικτά) και ότι πλέον θα μετακινούμαστε με τα ΜΜΜ λιγότερο, θα εργαζόμαστε με τηλεργασία περισσότερο (καμία αναφορά στα δικαιώματα του εργαζόμενου, στη συνέχεια μόνο αναφέρουν ότι οι κυβερνήσεις θα πιέζουν τις επιχειρήσεις να προσφέρουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και κοινωνική κάλυψη στους εργαζόμενους με μπλοκάκι), θα κάνουμε περισσότερο ποδήλατο αλλά και θα περπατάμε περισσότερο (καμία αναφορά στο πως τα άτομα με αναπηρία και οι γηραιότεροι θα μπορούν να μετακινούνται) και θα κάνουμε διακοπές πιο κοντά στο σπίτι μας.

Ως αποτελεσματική αντιμετώπιση του κορωνοϊού, εάν και οι ίδιοι δεν είναι γιατροί, υποστηρίζουν τον εντοπισμό των επαφών μέσω GPS όπου θα εντοπίζεται τόσο το άτομο όσο και αυτοί με τους οποίους έρχεται σε επαφή, τα μαζικά τεστ, την απομόνωση των κρουσμάτων και την καραντίνα όσων ήρθαν σε επαφή με ένα μολυσμένο άτομο. Βλέπουμε λοιπόν ότι η καραντίνα, εάν και αναποτελεσματική στα πάντα σύμφωνα με τους ίδιους, επανέρχεται συνεχώς στον λόγο τους. Η επιτήρηση θα συνεχισθεί και στον χώρο εργασίας με καταγραφή μέσω κάμερας των εργαζομένων. Η θερμοκρασία των εργαζομένων θα μετράται από θερμικές κάμερες και μέσω εφαρμογής στο κινητό τους τηλέφωνο θα μετράται εάν κρατούν την κοινωνική απόσταση. Και μετά την πάροδο της πανδημίας η επιτήρηση θα συνεχισθεί γιατί οι εργοδότες θα θέλουν να παρακολουθούν την παραγωγικότητα.

Η παρακολούθηση θα ενταθεί και θα είναι αυτοί που κυβερνούν υπεύθυνοι εάν θα τη χρησιμοποιήσουν για το δημόσιο συμφέρον ή όχι (!).

Οι συγγραφείς αναφέρονται και στις συμπεριφοριστικές αλλαγές των ανθρώπων όπως το ότι δεν θα ακουμπάμε τα προϊόντα που θέλουμε να αγοράσουμε ούτε θα μυρίζουμε ένα λεμόνι ή θα ζουλάμε ένα φρούτο στο σούπερ μάρκετ. Επειδή θα έχουμε φοβηθεί από την πανδημία δεν θα θέλουμε να είμαστε σε ένα εστιατόριο περιβαλλόμενοι από ξένους αλλά θα προτιμάμε να μείνουμε σπίτι να δούμε μία ταινία και να παραγγέλνουμε από έξω. Η φοίτηση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα είναι υβριδική δηλαδή ένας συνδυασμός ηλεκτρονικής και δια ζώσης μοντέλου.

Οι κυβερνήσεις θα ενθαρρύνουν την άθληση (δεν μας εξηγούν όμως γιατί οι κυβερνήσεις σταμάτησαν κάθε αθλητική δραστηριότητα ακόμα και για ομάδες όπως είναι οι καρδιοπαθείς, άτομα με ορθοπεδικά προβλήματα κτλ. κατά τη διάρκεια της καραντίνας/εγκλεισμού) γιατί η άθληση είναι το εργαλείο για μία πιο υγιή κοινωνία.

Το βιβλίο αποτελεί μία σαφέστατη προσπάθεια επιβολής μίας ατζέντας . Υπό το πρόσχημα της προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας αλλά και άλλων ιδεών που είναι ελκυστικές για τον περισσότερο κόσμο αλλά αρκετά ασαφών στην πράξη προωθείται ένα μοντέλο κοινωνίας στο οποίο οι λαοί ούτε έχουν ερωτηθεί για το εάν θέλουν να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους ούτε θα συμμετέχουν μέσω εκλογών, δημοψηφισμάτων κτλ. για το πως θα επιθυμούν να ζουν από εδώ και στο εξής. Αποτελεί ξεκάθαρα μία αλαζονική, πατερναλιστική, εφιαλτική και αυταρχική ατζέντα με στόχο την πλήρη επιτήρηση της κοινωνίας που θα απομείνει μετά από τη ριζική μεταβολή της εργασίας από τα ρομπότ.

Είναι ένα "όνειρο" κάποιων δημιουργίας μίας κοινωνίας που θα περιορίζει το βασικό στοιχείο της ανθρώπινης φύσης που είναι η κοινωνικότητα οδηγώντας, επαναλαμβάνω αυτούς που θα απομείνουν, σε αποξένωση και πλήρη έλεγχο της προσωπικής τους ζωής. Απομένει στον άνθρωπο εάν θα επικροτήσει με τη στάση του το τέλος του.


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Ο Εριχ Φρομ, ένας από τους γνωστότερους ψυχαναλυτές του 20ου αιώνα, στο βιβλίο «Η ανατομία της Ανθρώπινης Καταστροφικότητας» που έγραψε το 1973 αναλύει το θέμα της ανθρώπινης καταστροφικότητας που εξακολουθεί να είναι επίκαιρο μέχρι σήμερα. Ενα κεφάλαιο του βιβλίου αναφέρεται στον σαδιστικό χαρακτήρα και το θεωρώ ιδιαίτερα επίκαιρο σε μία εποχή που χαρακτηρίζεται από ναρκισσισμό που μαζί με την ψυχοπάθεια, τον μακιαβελλισμό και τον σαδισμό αποτελούν τη ΣκοτεινήΤετράδα των αρνητικών χαρακτηριστικών της προσωπικότητας. Στην ψυχολογικά βίαιη εποχή που ζούμε η μελέτη της Σκοτεινής Τετράδας αποκτά ενδιαφέρον γιατί τα χαρακτηριστικά της είναι μάλλον τα επικρατέστερα στη σύγχρονη κοινωνία και τα συναντάμε ιδιαίτερα σε όσους κατέχουν θέσεις εξουσίας.

Σύμφωνα με τον Φρομ, ο σαδιστής είναι αυτός που θέλει να ελέγχει, να πληγώνει και να εξευτελίζει ένα άλλο άτομο. Σε αντίθεση με τον καταστροφέα που θέλει να καταστρέψει τη ζωή, ο σαδιστής θέλει να ελέγχει τη ζωή των άλλων. Θαυμάζει τη δύναμη γιατί ο ίδιος είναι αδύναμος και δειλός, υποτάσσεται στους ανώτερούς του γιατί θέλει να κρύψει την αδυναμία του υπακούοντας σε μία ανώτερη από αυτόν δύναμη και καταδυναστεύει τους υφιστάμενούς του. Φοβάται και δεν αγαπά τη ζωή γιατί είναι απρόβλεπτη και γι’αυτό επιζητά τη δύναμη σε αντίθεση με αυτούς που έχουν ισχυρό χαρακτήρα αγάπης για τη ζωή.

Η δύναμη της κοινωνικής δομής είναι σημαντική για τον περιορισμό της ανάδειξης σαδιστικών ατόμων στην εξουσία υπό την έννοια ότι η κοινωνία είναι αυτή που μπορεί να ελέγξει ή να περιορίσει τη δύναμη των ανωτέρων. Εάν αντίθετα η κοινωνία βασίζεται στον εκμεταλλευτικό έλεγχο τότε ο Φρομ υποστηρίζει ότι «τείνει να αποδυναμώσει την ανεξαρτησία, την ακεραιότητα, την κριτική σκέψη και την παραγωγικότητα όλων εκείνων που υποτάσσει…Η σύγχρονη κοινωνία προσφέρει παρόμοια θεάματα με τη μορφή των ρεπορτάζ στις εφημερίδες, και την τηλεόραση γύρω από εγκλήματα, πολέμους, αγριότητες όπου το περιεχόμενο δεν είναι ανατριχιαστικό, δεν είναι και θρεπτικό. Αυτή η πολιτιστική τροφή δεν προσφέρει ενεργοποιητικά ερεθίσματα αλλά προωθεί την παθητικότητα και την αδράνεια. Στην καλύτερη περίπτωση προσφέρει διασκέδαση και συγκίνηση αλλά σχεδόν ποτέ τη χαρά κι αυτό γιατί η χαρά απαιτεί ελευθερία, χαλάρωση των χαλινών του ελέγχου, πράγμα που είναι πολύ δύσκολο για τον πρωκτοερωτικό σαδιστικό τύπο».

Στην ανάλυσή του ο Φρομ για τον Χίμλερ ανέφερε ότι υπάρχει η κατηγορία των ανθρώπων που υποτάσσονται, όχι επειδή η εξουσία τους τρομάζει αλλά γιατί φοβούνται τη ζωή και γυρεύουν μία εξουσία να υποταχτούν. O Φρομ αναλύει και την περίπτωση του Στάλιν. Παρατηρούμε λοιπόν ότι αρκετοί σαδιστές αναρριχώνται σε θέσεις εξουσίας και συνήθως ανήκουν στην κατηγορία των επιβλητικών σαδιστών που είναι αυτοί που αισθάνονται ότι πρέπει να ελέγχουν τους άλλους και να τους τιμωρούν όταν παραβιάζουν τους κανόνες και τους νόμους, γι’αυτό θεσπίζουν διαρκώς καινούριους νόμους όλο και πιο περιοριστικούς που τους δίνουν την χαρά της αστυνόμευσης και τη διαρκούς τιμωρίας των υφισταμένων τους.

Οι σαδιστές αυτού του τύπου θεωρούν ότι λειτουργούν για το κοινό καλό στην πραγματικότητα όμως τα κίνητρά τους είναι άλλα (τα συμπλέγματα κατωτερότητας και ο φόβος για τη ζωή όπως προαναφέρθηκε). Εάν η κοινωνία τους επιλέξει όπως για παράδειγμα στην περίπτωση των πολιτικών, τότε οι πράξεις τους δεν θεωρούνται άδικες και διαθέτουν μεγαλύτερη ελευθερία για να κυριαρχήσουν και να καταστρέψουν τους άλλους. Ίσως αυτό και να εξηγεί την παθητικότητα της κοινωνίας στη δράση των σαδιστών πέραν της διαρκούς τροφοδότησής της με πνευματικά σκουπίδια όπως υποστήριζε ο Φρομ.

Οι σαδιστές σε θέσεις εξουσίας όσο περισσότερο επιβάλλονται και τιμωρούν τους άλλους τόσο πιο ισχυροί και ικανοποιημένοι αισθάνονται. Η αίσθηση του τιμωρού ενδυναμώνει τον εγωϊσμό τους και όσο πιο πολύ τιμωρούν τόσο δεν μπορούν να σταματήσουν τη συμπεριφορά τους και χάνουν κάθε επαφή με την πραγματικότητα. Οι πράξεις τους κινούνται πάντα στα νόμιμα πλαίσια (άλλωστε αυτοί καθορίζουν τον νόμο) της εξουσίας τους ενώ στην καθημερινή τους ζωή συμπεριφέρονται φυσιολογικά.

Είναι εκ των ων ουκ άνευ ότι η παρουσία ενός σαδιστή σε θέση εξουσίας δεν θα είναι ελαφρά τη καρδία για όσους τον υφίστανται. Δυστυχώς η ιστορία έχει δείξει ότι η κοινωνία τους αναδεικνύει και τους ανέχεται μέχρι τη στιγμή που οι συνθήκες αλλάζουν και τους απομακρύνει (πολλές φορές με βίαιη ανατροπή τους). Δεν έχει όμως καταφέρει να τους εξαλείψει αλλά αντίθετα στις ημέρες μας μικροί και μεγάλοι σαδιστές βρίσκονται παντού, ίσως γιατί η κοινωνία μας έχει πάψει να αγαπά πλέον την ουσιαστική και ελεύθερη ζωή.


Προτεινόμενη βιβλιογραφία

Φρομ, Ε. (1973). Η Ανατομία της Ανθρώπινης Καταστροφικότητας, Τόμος Α και Β. Αθήνα: Εκδ. Μπουκουμάνη.

Buckels, E., Jones, D., & Paulhus, D. (2013). Behavioural confirmation of everyday sadism. Psychological Science, 24, 2201–2209.

HxBenefit Editorial Team. Sadistic Personality Disorder. Διαθέσιμο στο: https://www.hxbenefit.com/sadistic-personality-disorder.html

Meyers, S. (2016). The Disturbing Link Between Narcissism and Sadism. Διαθέσιμο στο: https://www.psychologytoday.com/us/blog/insight-is-2020/201607/the-disturbing-link-between-narcissism-and-sadism





Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Εκδόσεις Βροτέας
Συγγραφέας: Φωτεινή Μαστρογιάννη
Email: fotinimastroyanni@gmail.com
Ιστολόγιο: https://mastroyanni.blogspot.com/

Πρέπει να είσαι Συναισθηματικά Έξυπνος για να Ηγείσαι

Το συναίσθημα και ιδιαίτερα η εκδήλωσή του στον χώρο εργασίας αντιμετωπίζονταν αρνητικά. Αυτό όμως, σήμερα, έχει πλέον αλλάξει. Ο ηγέτης καθοδηγεί και επηρεάζει τους άλλους, ικανότητες στις οποίες η συναισθηματική νοημοσύνη συμβάλλει καθοριστικά. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι η συναισθηματική νοημοσύνη είναι απαραίτητη για την αποτελεσματική ηγεσία. Η καθοδήγηση υποδηλώνει ότι ο ηγέτης διαθέτει πειθώ και επιρροή, στοιχεία που είναι σημαντικά για την επιτυχημένη επικοινωνία που με τη σειρά της είναι σημαντική για την επίτευξη των επιχειρησιακών, και όχι μόνο, στόχων.

Το βιβλίο αυτό δεν εξετάζει μόνο όλες τις θεωρίες της συναισθηματικής νοημοσύνης αλλά ερευνά και τη θεωρία του άγχους και τη σχέση της με την ηγεσία, θεωρία στην οποία δεν έχει γίνει εκτεταμένη βιβλιογραφική αναφορά. Αναλύει το προφίλ δύο πασίγνωστων ηγετών του σύγχρονου επιχειρείν εστιάζοντας τόσο στα θετικά όσο και στα αρνητικά τους στοιχεία βρίσκοντας τι είναι αυτό που τους καθιστά μοναδικούς.

Πληροφορίες για τη συγγραφέα: Η Φωτεινή Μαστρογιάννη είναι οικονομολόγος και συγγραφέας 44 βιβλίων που κυκλοφορούν σε ελληνικά και διεθνή βιβλιοπωλεία. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Μπορείτε να διαβάσετε για τη συγγραφέα στο: https://mastroyanni.blogspot.com/p/blog-page_38.html

Εάν επιθυμείτε περισσότερες πληροφορίες για το βιβλίο «Συναισθηματική Νοημοσύνη, Ηγεσία και Θεωρία του Άγχους» επικοινωνήστε με τις Eκδόσεις Βροτέας, τηλ.: 210 -3630271.



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

της Φωτεινής Μαστρογιάννη

Σήμερα ζούμε σε μία διαφορετική μορφή του καπιταλισμού σε σχέση με το παρελθόν. Είναι περισσότερο παγκοσμιοποιημένος και νεοφιλελεύθερος ενώ δίνει έμφαση στον ατομικισμό αντί της συμμετοχικής δημοκρατίας και της κοινωνικής αλληλεγγύης.


Μία τέτοια αλλαγή δεν θα άφηνε ανεπηρέαστο τον φεμινισμό. Ο σύγχρονος νεοφιλελεύθερος φεμινισμός αναγνωρίζει μεν τη διαφορά στους μισθούς και τη σεξουαλική παρενόχληση, θεωρεί, όμως, ότι οι γυναίκες είναι πλήρως υπεύθυνες για την ευημερία τους ανεξάρτητα από τις επιδράσεις του κοινωνικο-οικονομικού περιβάλλοντος και χωρίς καμία βοήθεια από το κράτος γιατί όλες οι πτυχές της ζωής έχουν ιδιωτικοποιηθεί και εξατομικευθεί.

Οι γυναίκες θα πρέπει να «επενδύουν» σε όλες τις πτυχές της ζωής τους και να φροντίζουν η «επένδυσή» τους να μην απαξιωθεί. Δεν υπάρχει πλέον προσωπικότητα αλλά μόνο ανθρώπινο κεφάλαιο. Ωθούνται να εισέρθουν στον επιχειρηματικό/επαγγελματικό κόσμο και να αποκτήσουν ένα προσωπικό χαρτοφυλάκιο δεξιοτήτων όπως είναι η δικτύωση και η διαπραγμάτευση.

Στον νεοφιλελεύθερο φεμινισμό δεν αναφέρονται οι ταξικές διαφορές, η ισότητα των δύο φύλων αποτελεί εργαλείο για την οικονομική ανάπτυξη ενώ η μη διάκριση αποτελεί απλά θέμα αξιοπρέπειας.

Οι σύγχρονες φεμινίστριες δεν ασκούν κριτική στις χαμηλά αμειβόμενες εργασίες, στην εργασιακή ανασφάλεια, στις αυξανόμενες ώρες εργασίας για όσους ακόμα εργάζονται, στην ανεργία, στο χαμηλό βιοτικό επίπεδο, στις διπλές δουλειές για να επιτευχθεί ένα πενιχρό εισόδημα όπως δεν ασκούν κριτική στη φτώχεια των γυναικών των μονογονεϊκών οικογενειών. Παραβλέπουν στοιχεία που δείχνουν τις χαμηλές αμοιβές των γυναικών σε παγκόσμια κλίμακα, γεγονός που καλείται θηλυκοποίηση της φτώχειας. Στην Αυστραλία η τάση για τη γυναικεία απασχόληση είναι η μερική απασχόληση και μάλιστα το 58% αυτών είναι περιστασιακή. Στον Καναδά οι γυναίκες απασχολούνται περισσότερο σε θέσεις μερικής απασχόληση ενώ στην Ιαπωνία το 80% του προσωρινού προσωπικού είναι γυναίκες.

Παλαιότερα, ο φεμινισμός, στα χρόνια του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού ασκούσε κριτική στις ταξικές ανισότητες και σε μη οικονομικές αδικίες όπως είναι η σεξουαλική παρενόχληση, η ενδοοικογενειακή βία και η πίεση για αναπαραγωγή.

Στον νεοφιλελεύθερο φεμινισμό, οι φεμινίστριες πολιτικοποίησαν το προσωπικό και έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στην «ταυτότητα φύλου» και στις πολιτικές ταυτότητας αντί να ασκήσουν κριτική στην πολιτική οικονομία. Αναφορικά με το κράτος πρόνοιας, οι σύγχρονες φεμινίστριες το θεωρούν πατερναλιστικό κριτική όμως που σήμερα δεν είναι ριζοσπαστική αλλά εναρμονίζεται με τον νεοφιλελευθερισμό ο οποίος αντιμάχεται το κράτος πρόνοιας και αποδέχεται τη δράση των ΜΚΟ ως αντικατάσταση αυτού.

Συνεπώς,η Μαίρη Παναγιωταρά τελικά βρίσκεται σε χειρότερη θέση. Ο σύγχρονος φεμινισμός έχει απωλέσει την κριτική του στάση στα θέματα της κοινωνικής και οικονομικής ανισότητας ολόκληρης της κοινωνίας και η πορεία του μέχρι σήμερα δεν δείχνει ότι θα την ξανααποκτήσει.




Πηγές

Feher, M. (2009). Self‐appreciation; Or, the aspirations of human capital. Public Culture 1, Νo.1, σελ. 21–41.

Fraser, N. (2013). How feminism became capitalism’s handmaiden and how to reclaim it.” The Guardian, Διαθέσιμο στο:

https://www.theguardian.com/commentisfree/2013/oct/14/feminism-capitalist-handmaiden-neoliberal

ITUC. (2011). Living with Economic Insecurity:women in precarious work. Belgium:ITUC – International Trade Union Confederation.

McRobbie, A. (2015). Notes on the perfect: Competitive femininity in neoliberal times. Australian Feminist Studies 30, Νo. 83, σελ.3-20.

Preston, A., Jefferson,T., Barns, A. (2009). Women’s employment in the context of the economic downturn. Curtin University of Technology. Διαθέσιμο στο: https://humanrights.gov.au/our-work/womens-employment-context-economic-downturn-2009#s2_6_1

Pruegl, E.(2019).The World Bank’s role in crafting a neoliberal hegemony with a feminist face ,https://www.brettonwoodsproject.org/2018/09/world-banks-role-crafting-neoliberal-hegemony-feminist-face/

Rottenberg, C. (2018).How neoliberalism colonized feminism and what you can do about it. Διαθέσιμο στο:https://theconversation.com/how-neoliberalism-colonised-feminism-and-what-you-can-do-about-it-94856

Rottenberg, C. (2018). The rise of neoliberal feminism. New York: Oxford University Press.


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου




της Φωτεινής Μαστρογιάννη

Επανέρχομαι στον φόβο του θανάτου γιατί η περιρρέουσα ατμόσφαιρα κυριαρχείται από αυτόν, θα έλεγα ότι είναι το θέμα των ημερών.

Είναι φυσιολογικό ο άνθρωπος να φοβάται τον θάνατο αλλά και να επιθυμεί την αθανασία. Κάποιοι θα θυμούνται το παλιό γκράφιτι στους τοίχους των Αθηνών «Δεν θα πεθάνουμε ποτέ κουφάλα νεκροθάφτη» που με χιούμορ εξέφραζε και τον φόβο για τον θάνατο αλλά και την επιθυμία για την πολυπόθητη αθανασία.

Ο φόβος του θανάτου ,ακόμα και πριν την επιδημία του κορωνοϊού, είναι ισχυρός (εάν και στους περισσότερους ασυνείδητος) και ασκεί μεγάλη επίδραση, πολύ μεγαλύτερη από αυτοί που φανταζόμαστε.

Είναι ένας φόβος που δεν εγκαταλείπει ποτέ τον άνθρωπο και τον οποίο ο άνθρωπος προσπαθεί να τον αντιμετωπίσει ατομικά, ιστορικά και πολιτισμικά. Αυτή η καταπίεση ισχυροποιεί τον φόβο αυτόν, έναν φόβο για το άγνωστο και προσπαθούμε να βρούμε νόημα στη ζωή μας και να αφήσουμε το στίγμα μας σε αυτό τον κόσμο αλλά και να παλέψουμε ενάντια σε αυτούς οι οποίοι έχουν διαφορετική αντίληψη για τον θάνατο από εμάς. Άλλωστε κάτι τέτοιο δεν παρατηρούμε στα μεταφορικά μέσα όπου οι φορώντες μάσκα μάχονται αυτούς που δεν την φορούν ή δεν την φορούν «σωστά» κατ’αυτούς;

Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο φόβος του θανάτου αποτελεί τη βάση από τους περισσότερους φόβους μας καθώς και τη βάση πολλών ασθενειών όπως είναι η υποχονδρία, οι κρίσεις πανικού, η αγοραφοβία, το μετατραυματικό στρες, η κατάθλιψη και η μανιοκατάθλιψη (Iverach et al., 2014).

Ως Έλληνες θα έπρεπε όμως να ήμασταν περισσότερο εξοικειωμένοι με τον θάνατο άλλωστε ο Επίκουρος ήταν αυτός που επινόησε την «Συμμετρία του Θανάτου».

Ο Επίκουρος υποστήριξε ότι όλοι φοβόμαστε τον θάνατο και το απόλυτο τίποτα που αυτός εμπεριέχει αλλά δεν φοβόμαστε το απόλυτο τίποτα πριν γεννηθούμε. Με άλλα λόγια, δεν φοβόμαστε τη γέννηση τότε γιατί πρέπει να φοβόμαστε τον θάνατο; Και πριν την γέννηση αλλά και μετά τον θάνατο υπάρχει το απόλυτο τίποτα συνεπώς δεν θα έπρεπε να φοβόμαστε τον θάνατο γιατί όταν θα είμαστε νεκροί απλά δεν θα υπάρχουμε.
«Άρα είναι ανόητος αυτός που λέει ότι φοβάται το θάνατο,
όχι γιατί θα τον κάνει να υποφέρει όταν έρθει,
αλλά επειδή υποφέρει με την προσδοκία του θανάτου.
Γιατί ότι δεν σε στεναχωρεί όταν εί­ναι παρόν,
δεν υπάρχει λόγος να σε στεναχωρεί όταν το προσδοκείς».

Ο ψυχίατρος Ιρβιν Γιάλομ υποστήριξε ότι ο φόβος του θανάτου μπορεί να εκδηλωθεί ως:

· Γενικευμένη ανησυχία, μία αίσθηση ότι κάτι δεν είναι σωστό.

· Ένα συνεχές άγχος για τον θάνατο. Φέρνοντας ως παράδειγμα την επιδημία του κορωνοϊού, συνεχές άγχος για τον θάνατο έχει κάποιος που παρακολουθεί συνεχώς και εμμονικά τις ειδήσεις με τα κρούσματα, τους διασωληνωμένους και τους νεκρούς κοκ.

· Τρόπος που αρνείται την ευτυχία. Είναι όταν ο άνθρωπος αισθάνεται ότι υπάρχει ο θάνατος παντού γύρω του και δεν ευχαριστιέται την καθημερινότητά του. Αλλωστε και αυτό το έχουμε παρατηρήσει στις μέρες μας. Ανθρωποι που λόγω του φόβου του κορωνοϊού αρνούνται να έρθουν σε επαφή με φίλους τους, αποφεύγουν συναναστροφές, σκέφτονται μόνο την επιδημία αρνούμενοι να σκεφθούν οτιδήποτε άλλο.

Ο Γιώργος Κίσσας (2019, σσ. 38-39) στο κείμενό του «Ναρκισσισμός και μέσα κοινωνικής δικτύωσης» παραθέτει μία ενδιαφέρουσα σύνδεση της θνητότητας με τον ναρκισσισμό. Παραθέτω αυτούσιο απόσπασμα από το κείμενό του:

«Η άρνηση της θνητότητας είναι κατ’εξοχήν ναρκισσιστικό χαρακτηριστικό. Βέβαια, η απώθηση της θνητότητας αποτελούσε κοινό χαρακτηριστικό της νεωτερικής κοινωνίας. Ο θάνατος έχει εξοριστεί από τη ζωή μας. Ολες οι παραδοσιακές τελετουργίες που αφορούσαν στη φροντίδα του νεκρού και που μας έφερναν σε επαφή με τη μόνη σίγουρη πραγματικότητα της ζωής μας , τον θάνατο, έχουν εξοστρακιστεί από το βίο μας. Σε πολλές πολυκατοικίες των Αθηνών απαγορεύεται, βάσει του κανονισμού των, η παραμονή του νεκρού στο σπίτι του. Το ίδιο και στους ναούς των νεκροταφείων η κηδεία γίνεται με κλειστό φέρετρο.

Αν κάποτε ταμπού ήταν το σεξ, τώρα ταμπού είναι ο θάνατος. Η εικονιστική κοινωνία, απωθεί την θνητότητα μέσω της εξεικόνισης. Η θνητότητά μας αποδεικνύει την παροδικότητα όλων των ανθρωπίνων. Αλλά η απώθηση της θνητότητας χαρίζει μια ψευδαίσθηση αιωνιότητας».

Ο φόβος του θανάτου όμως σχετίζεται και με ατομικούς παράγοντες όπως είναι η ηλικία (οι ηλικιωμένοι φοβούνται τη διαδικασία του θανάτου ενώ οι νεότεροι φοβούνται τον ίδιο τον θάνατο) και το φύλο (οι γυναίκες φοβούνται πιο πολύ από τους άντρες τον θάνατο των αγαπημένων τους και τις συνέπειες του θανάτου τους) (Iverach et al., 2014).

Πώς όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτός ο φόβος;

Το βασικό είναι να αποδεχτούμε με ψυχραιμία ότι ο θάνατος είναι αναπόφευκτος, θα συμβεί σε όλους μας και να συμβιβαστούμε με την ιδέα. Ο Λόρδος Κέυνς το είχε θέσει εύστοχα: «Μακροπρόθεσμα όλοι θα πεθάνουμε». Στο εντωμεταξύ, μπορούμε να ζήσουμε βάζοντας στόχους στην ζωή μας, απολαμβάνοντας την ζωή με ανθρώπους που έχουν τις ίδιες αντιλήψεις με εμάς και αποκτώντας μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση.


Πηγές

Iverach, L., Menzies, R.G., Menzies, R.E.2014. Death anxiety and its role in psychopathology:Reviewing the status of a transdiagnostic construct. Clinical Psychology Review, pp. 580-593.
Κίσσας, Γ., π.Βασίλειος Θερμός, π. Χαράλαμπος Παπαδόπουλος (Λίβυος).2019, Ναρκισσισμός και Αυτοθεματοποίηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Βόλος: Εκδοτική Δημητριάδος.

Μαστρογιάννη, Φ. 2020. Θεωρία Διαχείρισης του Τρόμου και Κορωνοϊός. Διαθέσιμο στο: https://mastroyanni.blogspot.com/2020/05/blog-post.html

https://www.medicalnewstoday.com/articles/321939#causes-and-types

http://www.nspb.net/index.php/nspb/article/view/124

https://evolutioncounseling.com/facing-death-anxiety/

https://theawarenesscentre.com/death-anxiety/

https://ellaniapili.blogspot.com/2016/02/o.html

https://www.psychologytoday.com/us/blog/science-choice/202002/how-do-people-manage-death-anxiety

https://www.psychologytoday.com/us/blog/out-the-darkness/201402/the-psychology-death



πηγή

Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου


της Φωτεινής Μαστρογιάννη


Η μειοψηφία μπορεί και αυτή να επηρεάσει και να φέρει κοινωνική αλλαγή, η ιστορία το έχει άλλωστε αποδείξει. Πώς μπορεί όμως η μειοψηφία να γίνει ισχυρή;

Ο Μοσκοβισί (1967,1970), με πείραμά του, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η μειοψηφία μπορεί να επηρεάσει την πλειοψηφία και επισήμανε τέσσερις βασικούς παράγοντες που είναι το στυλ συμπεριφοράς, το στυλ σκέψης, η ευελιξία και η ταυτοποίηση.

Το στυλ συμπεριφοράς περιλαμβάνει με τη σειρά του τέσσερα στοιχεία.
Το πρώτο από αυτά είναι η συνέπεια δηλαδή η μειοψηφία θα πρέπει να έχει συνέπεια στην άποψή της,να μην παρεκκλίνει από αυτή και είναι το στοιχείο που,κατά τον Μοσκοβισί ,είναι και το πλέον σημαντικό. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι συνέπεια δεν σημαίνει και επανάληψη. Ο Mugny (1982) επισήμανε επίσης ότι συνέπεια δεν σημαίνει αυστηρότητα και έλλειψη ευελιξίας γιατί η ευελιξία είναι αυτή που μπορεί να πείσει και όχι η αυστηρότητα.

Η συνέπεια δείχνει ότι η μειοψηφία πιστεύει στις θέσεις της και όταν τις υποστηρίζει ακλόνητα τότε οι άλλοι θεωρούν ότι έχει δίκιο γιατί μόνο κάποιος που έχει δίκιο εμμένει στις απόψεις του. Η συνέπεια της μειοψηφίας στις θέσεις της μπορεί να προκαλέσει αναστάτωση, αμφιβολίες, αβεβαιότητα αλλά και συγκρούσεις και έτσι η πλειοψηφία αναγκάζεται να τη λάβει σοβαρά υπόψη της.

Η Nemeth (2010) ανέφερε ότι όταν οι άνθρωποι εκτίθενται στην άποψη της μειοψηφίας θεωρούν ότι η μειοψηφία κάνει λάθος ωστόσο, εάν η μειοψηφία δείχνει συνέπεια στις θέσεις της τότε οι άνθρωποι επανεξετάζουν το θέμα πιο προσεκτικά, ψάχνοντας να βρουν τον λόγο που η μειοψηφία έχει τέτοιες θέσεις και εάν έχει την αυτοπεποίθηση να συνεχίζει να υποστηρίζει τη θέση της.

Για να επανέλθουμε όμως στα άλλα στοιχεία του στυλ συμπεριφοράς του Μοσκοβισί πέραν της συνέπειας αλλά και της αυτοπεποίθησης, η μειοψηφία θα πρέπει να είναι σε θέση να αντισταθεί στην κοινωνική πίεση και να παρουσιάζεται ως αμερόληπτη.

Ο άλλος παράγοντας επιρροής είναι το στυλ σκέψης. Εάν η μειοψηφία καταφέρει να κάνει την πλειοψηφία να σκεφθεί ένα θέμα και ειδικότερα εάν μπορεί να προκαλέσει συζήτηση με επιχειρήματα για το συγκεκριμένο θέμα τότε η επιρροή της θα είναι μεγαλύτερη.

Η ευελιξία και ο συμβιβασμός είναι ο τρίτος παράγοντας. Η σημασία της ευελιξίας αναφέρθηκε προηγουμένως σε αντιδιαστολή με την αυστηρότητα. Εάν η μειοψηφία είναι ευέλικτη και συμβιβαστική τότε θα εμφανίζεται ως πιο λογική και συνεργάσιμη και ως εκ τούτου, έχει περισσότερες πιθανότητες να αλλάξει τις θέσεις της πλειοψηφίας.

Ο τέταρτος παράγοντας είναι η ταυτοποίηση. Οι άνθρωποι τείνουν να ταυτίζονται με ανθρώπους που τους μοιάζουν και να ακούν μηνύματα που προέρχονται από ομοίους τους.

Η Nemeth (1986) υποστήριξε ότι η μειοψηφία θα πρέπει να κάνει θυσίες γιατί η επιρροή της μεγαλώνει όταν δείχνει αφοσίωση στις θέσεις της, αφοσίωση που μπορεί να φτάσει ως το σημείο της θυσίας π.χ. μέσω φυλάκισης, θανάτου κτλ.

Η πλειοψηφία θα προσπαθήσει να αντισταθεί στην επιρροή της μειοψηφίας. Οι καινοτόμες όμως θέσεις της μειοψηφίας μπορεί να φέρουν την πλειοψηφία σε αμυντική θέση και να προσπαθήσει να απομονώσει τη μειοψηφία μέσω αυστηρής ιδεολογικής αντίθεσης και ηθελημένης στιγματοποίησης των θέσεων της μειοψηφίας ή κάποιων από τους εκφραστές της (π.χ. στη χώρα μας θεωρείται συνωμοσιολόγος όποιος είναι αντίθετος στην κρατούσα άποψη, παλαιότερα «ψεκασμένος», «αμόρφωτος» κτλ.) προκειμένου να αποδυναμωθούν οι προσπάθειες επιρροής της μειοψηφίας. Ωστόσο, εάν η μειοψηφία είναι δυναμική και μέσω της συλλογικής δράσης αντιταχθεί τότε μπορεί να ανατρέψει την κατάσταση. Εάν η μειοψηφία δείξει ότι υπάρχουν εναλλακτικές προτάσεις τότε η σύγκρουση που προκαλείται με την πλειοψηφία μπορεί να επιτύχει κοινωνική πρόοδο αλλά και πολιτική αλλαγή.

Το μήνυμα της μειοψηφίας θα πρέπει να είναι σαφές και να κάνει τους λήπτες του να εστιάσουν σε αυτό και όχι σε αυτόν που το λέει. Η μειοψηφία θα πρέπει να είναι συνεπής, όπως προαπαναφέρθηκε, στο μήνυμά και στις θέσεις της. Οι θέσεις της δεν θα πρέπει να βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τις επικρατούσες απόψεις γιατί έτσι η πλειοψηφία θα την περιθωριοποιήσει παρουσιάζοντάς την ως ακραία.

Αυτό είναι και το δύσκολο. Ο ρόλος της μειοψηφίας είναι να μην διαφέρει ριζικά αλλά ταυτόχρονα να είναι διαφορετική.

Η μειοψηφία θα πρέπει να έχει ξεκάθαρη ταυτότητα, συλλογική πολιτικοποιημένη στρατηγική και «φωνή» που να προτείνει εναλλακτικές. Εάν το μήνυμά της γίνει αποδεκτό τότε θα διαχυθεί πιο εύκολα και η μειοψηφία τότε θα γίνει η νέα πλειοψηφία και η δυναμική της κοινωνικής αλλαγής θα συνεχισθεί.


Ενδεικτικές πηγές

https://www.researchgate.net/publication/254443560_Social_change_in_the_aftermath_of_successful_minority_influence

https://serval.unil.ch/resource/serval:BIB_33BAE1E7B866.P001/REF.pdf

https://escholarship.org/content/qt1pz676t7/qt1pz676t7.pdf?t=lnrjqu

https://www.simplypsychology.org/minority-influence.html

https://www.tutor2u.net/psychology/reference/role-of-social-influence-processes-in-social-change

http://computationalsocialscience.org/wp-content/uploads/2016/11/CSSSA_2016_paper_5-1.pdf

πηγή



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
της Φωτεινής Μαστρογιάννη

Η αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού είναι σίγουρο ότι θα μελετηθεί από τους επιστήμονες διαφορετικών επιστημονικών πεδίων για πολλά χρόνια.

Το παρόν κείμενo αποτελεί μία προσέγγιση και αναφορά στη δημοσιογραφία της υγείας και πως η δημοσιογραφία χειρίστηκε το θέμα της πανδημίας του κορωνοϊού στην Ελλάδα.

Η διεθνής ακαδημαϊκή κοινότητα αμέσως αντιλήφθηκε την αναγκαιότητα της έρευνας για την καταπολέμηση του ιού αλλά και της επικοινωνίας και μέσω 100 υπογραφών από το Welcome Trust του Λονδίνου υποστηρίχτηκε η πρόσβαση στα δεδομένα και τα αποτελέσματα των ερευνών έτσι ώστε να πληροφορείται το κοινό. Οι εκδότες του British Medical Journal (2020) υποστήριξαν ότι ενώ οι επιστήμονες και το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό εργάζονται ακατάπαυστα για να καταπολεμήσουν τον νέο κορωνοϊό, οι πολιτικοί επιστήμονες, οι οικονομολόγοι και οι κοινωνιολόγοι θα πρέπει επίσης να είναι έτοιμοι για γρήγορη αντίδραση.

Στη δημοσιογραφία υπήρχε και υπάρχει καταιγιστική ενημέρωση που αφορά τα θύματα του ιού, τα νέα κρούσματα και τις νέες εξελίξεις στην επιστημονική θεώρηση για τον ιό και όλες αυτές τις εξελίξεις είναι αρκετά δύσκολο να τις παρακολουθήσουν οι δημοσιογράφοι αλλά και το κοινό. Τα δεδομένα αλλάζουν συνεχώς, κάτι που ισχύει σήμερα μπορεί να μην ισχύει αύριο και ως αποτέλεσμα το κοινό να έχει συνεχείς ερωτήσεις. Πολλές φορές οι ειδικοί αλλάζουν τη γνώμη τους και τις συστάσεις τους και ως εκ τούτου, δύσκολα δημιουργείται εμπιστοσύνη μεταξύ του κοινού και των ειδικών. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι η χρήση μασκών όπου ο επικεφαλής λοιμωξιολόγος Τσιόδρας άλλαξε την αρχική θέση του σχετικά με τις μάσκες η οποία δέχτηκε σημαντικές επικρίσεις (Pressproject 2020).

Οι Briggs & Hallin (2010) πρότειναν τρία διαφορετικά μοντέλα για την παραγωγή και κυκλοφορία για της γνώσης για την υγείας: το μοντέλο της ιατρικής εξουσίας, το μοντέλο ασθενής καταναλωτής και το μοντέλο της δημόσιας σφαίρας.

Το μοντέλο ιατρικής εξουσίας δίνει περιορισμένο ρόλο σε μη ειδικούς όσον αφορά τη διάδοση της γνώσης για θέματα υγείας και υποστηρίζει ότι μόνο οι γιατροί μπορούν να παρέχουν ιατρική πληροφόρηση. Θα υποστηρίζαμε ότι το μοντέλο αυτό ακολουθήθηκε στην Ελλάδα όπου η κύρια πληροφόρηση ήταν από τον λοιμωξιολόγο Τσιόδρα και την επιτροπή υποστήριξής τους της οποίας τα μέλη ανακοινώθηκαν πρόσφατα (11 Μαΐου 2020). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι η ανακοίνωση της επιτροπής (TheToc 2020), αρκετά μετά τα μέτρα άρσης της καραντίνας, ήταν ιδιαίτερα καθυστερημένη.

Το μοντέλο ασθενή – καταναλωτή υποστηρίζει ότι λόγω της αυξανόμενης βαρύτητας των σχέσεων της αγοράς στον τομέα της υγείας, πρέπει να δοθεί όλο και μεγαλύτερη έμφαση στην ατομική ευθύνη του κάθε ατόμου να βελτιώσει τη δική του υγεία.

Το μοντέλο της δημόσιας σφαίρας προτείνει ότι τα θέματα υγείας θα πρέπει να τίθενται σε διάλογο και η πληροφόρηση που δίνεται από τα ΜΜΕ είναι χρήσιμη γιατί βοηθά τόσο αυτούς που λαμβάνουν τις αποφάσεις για το δημόσιο συμφέρον όσο και τους πολίτες. Από τη στιγμή που η δημόσια υγεία έχει πολιτικοποιηθεί, τα θέματα υγείας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη δημόσια σφαίρα (το βλέπουμε και στην περίπτωση του κορωνοϊού) λόγω των κοινωνικών κινημάτων αλλά και των ΜΜΕ. Θα υποστηρίζαμε ότι οι ΗΠΑ ακολουθούν έναν συνδυασμό των δύο αυτών μοντέλων.

Οι Briggs και Nichter (2009) υποστηρίζουν ότι υπάρχει μία μετακίνηση σε νέα συστήματα βιοσυνδεσιμότητας τα οποία προσπαθούν να ρυθμίσουν τη γνώση για τις λοιμώδεις νόσους π.χ. μέσω του Διαδικτύου. Στα συστήματα αυτά τονίζεται ο δημιουργικός ρόλος των δημοσιογράφων όσον αφορά τη δημιουργία καρτογραφικών επικοινωνιών που ενδυναμώνουν το κοινό και ως αποτέλεσμα επηρεάζουν τη συμπεριφορά τους όσον αφορά την καλή υγεία. Σύμφωνα με τους Briggs και Hallin (2007) στα συστήματα αυτά επικοινωνίας της υγείας, οι δημοσιογράφοι και οι επαγγελματίες της υγείας συνεργάζονται. Οι δημοσιογράφοι δεν μεταδίδουν απλά την επιστημονική γνώση αλλά δημιουργούν τα πλαίσια τα οποία παρουσιάζουν τα θέματα υγείας με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Ειδικότερα όσον αφορά τις πανδημίες, όπως π.χ. συμβαίνει με την περίπτωση του κορωνοϊού, οι δημοσιογράφοι έχουν διαφορετικούς τρόπους πλαισίωσης των ειδήσεων.

Σύμφωνα με τον Oh (2012), οι δημοσιογράφοι τείνουν να αναφέρουν τις επιδημίες με βάση κύκλους γεγονότων και ειδήσεων που προκαλούν την προσοχή. Η κάλυψη των ειδήσεων σχετικά με μία επιδημία είναι συχνά επεισοδιακή υπό την έννοια ότι εξελίσσεται καθώς τα γεγονότα εξελίσσονται.

Οι Blomlitz και Brezis (2008) στο άρθρο τους για την κακή παρουσίαση των υγειονομικών κινδύνων από τα ΜΜΕ, εξετάζουν τη σχέση μεταξύ της έντασης της κάλυψης των εφημερίδων, της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου και των υγειονομικών κινδύνων όπως είναι ο Πυρετός του Δυτικού Νείλου, του SARS και του AIDS στις ΗΠΑ το 2003 και του κινδύνου που οι επιδημίες αυτές έθεσαν στη δημόσια υγεία για την αξιολόγηση του πλαισίου. Στην έρευνά τους βρήκαν ότι τα ΜΜΕ που βρίσκονταν στο δείγμα τους έτειναν να υπερ-αναφέρουν τους επιλεγμένους κινδύνους, πιο συγκεκριμένα υπερ-ανέφεραν τις αιτίες και την επιδημιολογία αντί να αναφέρονται στους συνολικούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία λόγω του επεισοδιακού χαρακτήρα της κάλυψης. Οι ερευνητές υποστήριξαν ότι ο επεισοδιακός χαρακτήρας είναι συχνά προβληματικός γιατί τείνει να μειώνει την ποιότητα της κάλυψης. Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η καθημερινή αναφορά (Το Βήμα 2020) στα κρούσματα και τους θανάτους μείωσε την ποιότητα της ενημέρωσης όσον αφορά το μέγεθος του κινδύνου και ενίσχυσε το κλίμα φόβου.

Οι Dudo et al. (2007) που μελέτησαν την ειδησεογραφική κάλυψη της γρίπης των πτηνών στις ΗΠΑ το διάστημα 2000 – 2006 κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο επεισοδιακός χαρακτήρας της πλαισίωσης (κάλυψη που συνδέεται με τα γεγονότα) έδειξε ότι οι ιστορίες που προκαλούσαν υψηλές επιδράσεις είναι αυτές που προκαλούσαν φόβο στο κοινό και περιορισμένη πληροφόρηση για τους κινδύνους της ασθένειας.

Στο σημείο αυτό, θα επισημάνουμε και την επίδραση της πληροφόρησης στη συμπεριφορά των πολιτών. Οι Kamenica & Gentzkow (2011) αναφέρουν ότι όταν τα ΜΜΕ είναι προκατειλημμένα μπορούν να επηρεάσουν τους ανθρώπους ακόμα και εάν οι «καταναλωτές» των ΜΜΕ είναι λογικοί και γνωρίζουν ότι τα ΜΜΕ είναι προκατειλημμένα. Τέτοια συμβάντα πραγματοποιούνται εάν τα ΜΜΕ παραλείπουν μερικά γεγονότα ή παρέχουν σκόπιμα ατελή πληροφόρηση. Στην Ελλάδα παρατηρήσαμε μία μονομερή παρουσίαση του θέματος του κορωνοϊού ψυχολογικά φορτισμένη η οποία δεν παρουσίαζε τις διαφορετικές απόψεις παρά πολύ μεμονωμένα όπως είναι η περίπτωση του «αιρετικού» επιδημιολόγου Ιωάννη Ιωαννίδη (ΤΑΝΕΑ 2020) ενώ σε κάποιες άλλες περιπτώσεις ήταν εχθρικά όπως ήταν στην περίπτωση του καρδιολόγου Φαίδωνα Βόβολη (WePost 2020). Για να απαλλαχθούν οι άνθρωποι από αυτή την προκατάληψη των ΜΜΕ θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε εναλλακτικές πηγές πληροφόρησης από τις οποίες να αποκτήσουν ολοκληρωμένη πληροφόρηση. Στην κρίση τον ρόλο αυτό, δηλαδή της ολοκληρωμένης πληροφόρησης, έπαιξαν τα ανεξάρτητα ιστολόγια αλλά και ο ξένος τύπος για όσους μπορούσαν να τον παρακολουθήσουν λόγω γλώσσας.

Οι Eyster & Rabin (2009) υποστηρίζουν ότι τα ΜΜΕ ασκούν σημαντική επίδραση στη συμπεριφορά ακόμα και όταν προωθούν παραπλανητική πληροφόρηση ιδιαίτερα εάν οι άνθρωποι δεν δίνουν σημασία στα κίνητρα του αποστολέα της πληροφόρησης δηλαδή με άλλα λόγια δεν είναι πλήρως λογικοί.

Οι DellaVigna & Gentzkow (2010) υποστήριξαν ότι το αποτέλεσμα των ΜΜΕ θα είναι ισχυρότερο όταν οι λήπτες δεν είναι σίγουροι για την αλήθεια και ότι το αποτέλεσμα των ΜΜΕ εξαρτάται από την αξιοπιστία τους. Οι Chiang & Knight (2009) υποστηρίζουν ότι τα ΜΜΕ μπορούν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά ακόμα και όταν δεν μεταφέρουν κάποια πληροφορία και ότι το πιθανό κοινό των ΜΜΕ θα πρέπει να καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες για να αποφύγει την πειθώ των ΜΜΕ.

Συζητώντας το κατά πόσο τα ΜΜΕ μπορούν να αλλάξουν τη συμπεριφορά των ανθρώπων ή τις αντιλήψεις τους τότε θα πρέπει να δούμε εάν υπάρχει σημαντική συσχέτιση μεταξύ του βαθμού έκθεσης και τις αλλαγές στη συμπεριφορά ή στις πεποιθήσεις.

Η έρευνα των Signorelli & Morgan (1990) δείχνουν ότι υπάρχει συσχέτιση εάν και μικρή μεταξύ της έκθεσης και της συμπεριφοράς. Ο βαθμός έκθεσης στις ειδήσεις του κορωνοϊού ήταν συχνή για το ελληνικό κοινό και κρίνοντας από τα επαινετικά σχόλια του ξένου τύπου (Πρώτο Θέμα 2020), η συμπεριφορά του επηρεάστηκε μέσω της συμμόρφωσης στην κυβερνητική πολιτική (Ναυτεμπορική 2020).

Σημαντικό επίσης είναι να εξετασθεί και η αιτιότητα και εδώ υπάρχουν αρκετές ακαδημαϊκές έρευνες που έχουν μελετήσει τη βία. Ο Huesmann (1982) υποστήριξε ότι αυτοί που παρακολουθούν βίαια προγράμματα στην τηλεόραση τείνουν να είναι πιο επιθετικοί.

Για να συνεχίσουμε με τον κορωνοϊό αυτός έχει επηρεάσει και άλλους κλάδους πέραν αυτών της υγείας όπως είναι για παράδειγμα ο κλάδος του τουρισμού, των αεροπορικών εταιρειών, των αθλητικών διοργανώσεων. Το χρηματιστήριο επίσης επηρεάστηκε λόγω του φόβου που έχει προκληθεί από τον κορωνοϊό αλλά και πολλοί άνθρωποι είναι πλέον άνεργοι λόγω του κορωνοϊού (Το Βήμα 2020). Ως εκ τούτου, πολλοί δημοσιογράφοι, οι οποίοι δεν ήταν επιστημονικοί δημοσιογράφοι, ασχολούνται με το θέμα και μπορεί να γίνουν ως εκ τούτου πολλά λάθη.

Η παραπληροφόρηση είναι ένα πρόβλημα που ειδικότερα στις ημέρες μας λόγω του φόβου και πανικού που έχει προκαλέσει οδήγησε μεγάλο μέρος του κοινού να ασπάζεται θεωρίες συνωμοσίας. Ο φόβος επίσης οδηγεί αρκετούς να ψάχνει αμφίβολες θεραπείες ενώ από την άλλη οι τιμές των αντισηπτικών και των μασκών (ακόμα και αυτών που δεν είναι κατάλληλες γι’αυτό τον σκοπό) να αυξηθούν υπέρμετρα (Χριστούλιας 2020).

Στην αρχή ο ιός αναφέρονταν ως ιός της Γιουχάν και έτσι είχε λανσαριστεί στο Twitter. Κάτι τέτοιο στιγματίζει μία ολόκληρη περιοχή και τους κατοίκους της αυξάνοντας έτσι τον φόβο και την ξενοφοβία (Powell 2020). Η δημιουργία στίγματος είναι πολύ σημαντική γιατί οι άνθρωποι μπορεί να κρύβουν την ασθένεια για να μην στιγματισθούν και έτσι ο ιός να εξαπλωθεί περαιτέρω.

Τα αξιόπιστα ΜΜΕ δεν θα πρέπει να αγνοούν την παραπληροφόρηση αλλά να προσπαθούν να την αντιμετωπίσουν. Αυτό θα πρέπει να γίνει όχι μέσω διασποράς φόβου και πηγιαίων τίτλων αλλά με πραγματική γνώση για το ποιο είναι το κοινό στο οποίο απευθύνονται, με τη χρήση αξιόπιστων ειδικών, με ενσυναίσθηση για όσους έχουν πληγεί και με την απόδοση σε απλά λόγια της επιστημονικής ορολογίας. Τα ΜΜΕ θα πρέπει να δημιουργήσουν σχέση εμπιστοσύνης με το κοινό (Newhagen & Nass 1989).

Η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ κοινού και ΜΜΕ έχει μελετηθεί ακαδημαϊκά με εντυπωσιακά συμπεράσματα. Οι Newhagen & Nass (1989) υποστήριξαν ότι η εμπιστοσύνη του κοινού σε μία είδηση εξαρτάται από την αντίληψη που έχουν για το άτομο που παρουσιάζει την ιστορία. Οι άντρες θεωρούνται πιο αξιόπιστοι από ότι οι γυναίκες (Balon, Philport & Beadle, 1978). Το δίδυμο λοιπόν δύο αντρών από ένας από αυτούς είναι γιατρός (Χαρδαλιάς και Τσιόδρας) ήταν ένα δίδυμο που δημιουργούσε αξιοπιστία (Γιανναράς 2020).

Σχετικά με τα χαρακτηριστικά του κοινού ο Jones (2004) συμπέρανε ότι οι συντηρητικοί δείχνουν μεγαλύτερη δυσπιστία στα ΜΜΕ σε αντίθεση με τους φιλελεύθερους ενώ ο Gunther (1988) υποστήριξε ότι αυτοί που έχουν πιο ακραίες συμπεριφορές είναι πιο δύσπιστοι από τους μετριοπαθείς. Δυσπιστία στα ΜΜΕ δείχνουν και εκείνοι που είναι οι εμπλεκόμενοι με το θέμα των ειδήσεων π.χ. στο θέμα του κορωνοϊού το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό κτλ. σε αντίθεση με αυτούς που δεν είναι π.χ. όσοι απλώς παρακολουθούν τις ειδήσεις και δεν είχαν κάποιο περιστατικό στην οικογένειά τους κοκ.

Οι Tsfati και Cappella (2003) βρήκαν ότι η εμπιστοσύνη με τα ΜΜΕ συνδέεται με τον βαθμό που το κοινό διαβάζει τα μεγάλα ΜΜΕ ενώ η έλλειψη εμπιστοσύνης για τα μεγάλα ΜΜΕ σχετίζεται με την έκθεση στα μικρά και εναλλακτικά ΜΜΕ. Αρκετοί άνθρωποι διαβάζουν και βλέπουν ειδήσεις από ΜΜΕ που δεν εμπιστεύονται είτε γιατί θέλουν να ικανοποιήσουν διάφορες ανάγκες είτε γιατί κατ’αυτό τον τρόπο έρχονται σε επαφή με άλλους ανθρώπους είτε ακόμα και γιατί μπορεί να διασκεδάζουν ωστόσο προσπαθούν να φιλτράρουν την πληροφόρηση που βρίσκουν αναξιόπιστη.

Ο Tsfati (2003a, 2003b) υποστήριξε ότι η εμπιστοσύνη του κοινού στα ΜΜΕ εξαρτάται από την αποτελεσματικότητά τους. Για παράδειγμα εάν τα ΜΜΕ δημιουργούν κλίμα για κάτι, τα άτομα που εμπιστεύονταν τα ΜΜΕ ήταν πιο πιθανόν να πιστέψουν αυτό που τους έλεγαν τα μέσα παρά αυτοί που είναι πιο δύσπιστοι.

Δεν έχουν όμως βγει κάποια συμπεράσματα σχετικά με τις επιπτώσεις που έχει η δυσπιστία του κοινού στη δημοκρατία. Οι Έλληνες είναι δύσπιστοι στα μέσα (Τα Νέα 2019) όπως και οι Αμερικάνοι κάτι που από κάποιους ερευνητές θεωρείται πρόβλημα για τη δημοκρατία (Jones 2004) ενώ κάποιοι άλλοι ερευνητές (Gaziano 1988) υποστήριξαν ότι η δυσπιστία στα ΜΜΕ είναι δείγμα υγιούς σκεπτικισμού και υψηλής πολιτικής συμμετοχής και όχι πολιτικής απάθειας (Tsfati 2002, Eveland & Shah 2003). Ωστόσο οι Eveland και Shah (2003) υποστήριξαν ότι το κοινό που είναι δύσπιστο δεν συζητά συχνά πολιτικά και όταν το κάνει το κάνει με άλλους που έχουν παρόμοια ιδεολογία.

Οι Chih-Hsin Sheen et al. (2020) στην μελέτη τους για τον κορωνοϊό στην Κίνα, υποστήριξαν ότι το έλλειμμα αξιοπιστίας μίας αυταρχικής κυβέρνησης μπορεί να μειωθεί εάν επιτρέπεται η ανεξάρτητη δημοσιογραφία των πολιτών. Παρατήρησαν ότι όσο η καμπύλη των κρουσμάτων γινόταν πιο επίπεδη στην Κίνα ενώ τα κρούσματα αυξάνονταν αλλού κατέστη παγκόσμια προτεραιότητα να βρεθεί μία πρακτική λύση μείωσης του ελλείμματος αξιοπιστίας στην επικοινωνία κινδύνου σε άλλες αυταρχικές χώρες έτσι ώστε να εφαρμόσουν με αποτελεσματικό τρόπο προστατευτικά μέτρα όπως είναι η κοινωνική απόσταση και το πλύσιμο των χεριών. Η δημοσιογραφία των πολιτών είχε μέτρια αλλά ουσιαστικά αποτελέσματα. Ακόμα και σε μία αυταρχική χώρα κάποιος θα εμπιστευθεί την κυβέρνηση όταν αντιλαμβάνεται ότι η κυβέρνηση χειρίζεται την κατάσταση με διαφάνεια. Η δημοσιογραφία των πολιτών μπορεί να βοηθήσει μία αυταρχική κυβέρνηση να αυξήσει την αξιοπιστία της τόσο όσον αφορά την λήψη αποφάσεων σε κεντρικό επίπεδο όσο και στην τοπική εφαρμογή πολιτικών δημόσιας υγείας.

Πώς όμως η πληροφόρηση για την υγεία όπως αυτή διαχέεται από τα μέσα επηρεάζει τη συμπεριφορά των πολιτών σχετικά με την υγεία; Τα αποτελέσματα ερευνών δεν είναι ξεκάθαρα. Στην έρευνά τους, οι Hay, Coups, Ford & DiBonaventura (2009), κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι λευκοί μη ισπανόφωνοι οι οποίοι έκαναν μεγαλύτερη χρήση του Διαδικτύου και των εντύπων όσον αφορά την πληροφορία για την υγεία, είχαν μεγαλύτερη ενημέρωση όσον αφορά τις στρατηγικές πρόληψης του καρκίνου του δέρματος και έκαναν χρήση περισσότερων αντηλιακών αλλά και αναζητούσαν τη σκιά. Η έρευνα της Peña-Purcell (2008) έδειξε ότι οι Ισπανόφωνοι ανέφεραν ότι η διαδικτυακή πληροφόρηση για την υγεία τους έκανε να καταλάβουν καλύτερα τις ιατρικές συνθήκες και τις θεραπευτικές επιλογές, είχαν περισσότερη εμπιστοσύνη όταν μιλούσαν με τους γιατρούς για ιατρικά θέματα και τους βοήθησε να έχουν μία θεραπεία την οποία δεν θα την λάμβαναν διαφορετικά. Ωστόσο, διάφορες μελέτες που έγιναν την δεκαετία του 1990 (Farquhar et al. 1990, Luepker et al. 1994) δεν βρήκαν κάποια σχέση μεταξύ της έκθεσης στην πληροφόρηση στα ΜΜΕ και στην αλλαγή της συμπεριφοράς όσον αφορά την υγεία.

Οι Yanovitzky και Blitz (2000) η ιατρική συμβουλή είναι ιδιαιτέρως σημαντική για τις γυναίκες που επισκέπτονται τακτικά τον γιατρό τους ενώ τα ΜΜΕ είναι σημαντικά για τις γυναίκες που δεν επισκέπτονται συχνά τον γιατρό τους.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρον, λόγω κορωνοϊού, είναι να δούμε πως τα Κέντρα Πρόληψης Λοιμωδών Νοσημάτων όπως είναι το αμερικανικό CDC επικοινωνούν τα θέματα υγείας στο ευρύτερο κοινό. Το CDC (Centers for Disease Control & Prevention 2010a) χρησιμοποιεί ηλεκτρονικές τεχνολογίες και στρατηγικές για την υγεία και τα κοινωνικά μέσα έτσι ώστε οι χρήστες να έχουν πρόσβαση σε αξιόπιστη επιστημονική πληροφόρηση για την υγεία. Οι κύριοι χρήστες των ηλεκτρονικών υπηρεσιών του CDC είναι γυναίκες ηλικίας 35 έως 64 ετών (70%). Ο ΕΟΔΥ αντίστοιχα στην Ελλάδα διαθέτει ηλεκτρονική σελίδα και παρουσία στα κοινωνικά μέσα. Για να επανέλθουμε στο CDC, χρησιμοποιεί τα φόρουμ στα κοινωνικά μέσα και εργαλεία με τα οποία συνδέονται με το κοινό συμπεριλαμβανομένων των Twitter, Facebook, YouTube, Flickr, DailyStrength, iTunes αλλά και σε ιστολόγια, ηλεκτρονικά παιχνίδια, ηλεκτρονικές κάρτες, κονκάρδες, εικονικές κοινότητες όπως είναι το Second Life και σε κείμενα που στέλνονται στα κινητά τηλέφωνα. Το CDC χρησιμοποιεί ένα συνδυασμό τακτικών δημοσίων σχέσεων στο πρόγραμμά του που ονομάζεται Vital Signs, ένα πρόγραμμα που λανσαρίστηκε τον Αύγουστο του 2010. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του CDC (2011a) «το CDC θεωρεί ότι εστιάζοντας σε ένα συγκεκριμένο θέμα χρησιμοποιώντας πολλά εργαλεία μέσων, οι πολιτείες μπορούν να εντοπίσουν καλύτερα τα προβλήματα υγείας στην περιοχή τους και να εργασθούν για να τα βελτιώσουν».

Η προσέγγιση των δημοσίων σχέσεων του CDC είναι πολύπλευρη. Το CDC έχει εννέα ιστολόγια που πραγματεύονται θέματα που κυμαίνονται από την υγεία στον χώρος εργασίας μέχρι την πρόληψη και έλεγχο του HIV. Τα ιστολόγιά του τα χρησιμοποιεί «για τον διαμοιρασμό του περιεχομένου κατά τρόπο που να μπορούν οι χρήστες να αφήνουν σχόλια αλλά και να συζητούν» και για να δώσει έναν πιο προσωπικό τόνο από ότι μία συνηθισμένη ιστοσελίδα.

Όπως και άλλα θέματα, ο ιός έχει πολιτικοποιηθεί τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Η απόφαση για καραντίνα και εγκλεισμό του πληθυσμού είναι μία απόφαση που αξιολογείται ήδη και θα αξιολογηθεί περαιτέρω μακροπρόθεσμα. Η ένταση που έχει δημιουργηθεί στο κοινό και η αγωνία για έγκυρη και ακριβή πληροφόρηση για το θέμα του ιού έτυχε πολιτικής εκμετάλλευσης και πολλές φορές σε διώξεις δημοσιογράφων τόσο στο εξωτερικό (Reliefweb 2020) όσο και στο εσωτερικό (βλ. απομάκρυνση Τράγκα από τα Παραπολιτικά λόγω πολιτικής παρέμβασης – Σοφοκλέους In 2020).

Η δημοσιογραφία της υγείας, τουλάχιστον στην Ελλάδα, έχει δρόμο να διανύσει και αυτό που μας έχει διδάξει η παρούσα κρίση είναι ότι η δημοσιογραφία της υγείας πρέπει να γίνει περισσότερο πλουραλιστική και να συμπεριλαμβάνει τη γνώμη όλων όσων επηρεάζονται τόσο υγειονομικά όσο και κοινωνικά, οικονομικά.


Βιβλιογραφικές Αναφορές

Ελληνική γλώσσα

Γιανναράς, Χ. (2020). Μια «άλλη» Ελλάδα, Διαθέσιμο στο: https://www.kathimerini.gr/1073530/opinion/epikairothta/politikh/mia-allh-ellada, [Πρόσβαση 7 Μαΐου 2020]
Ναυτεμπορική (2020). Γιατί οι Έλληνες πειθαρχούν στα μέτρα; Διαθέσιμο στο: https://m.naftemporiki.gr/story/1591284/giati-oi-ellines-peitharxoun-sta-metra , [Πρόσβαση 15 Μαΐου 2020]
Pressproject (2020). Λάθος η χρήση μάσκας…τώρα όλοι με μάσκες στους κλειστούς χώρους. Διαθέσιμο στο: https://www.pressproject.gr/tsiodras-lathos-i-chrisi-maskas-tora-oloi-me-maskes-stoys-kleistoys-choroys/, [Πρόσβαση 10 Μαΐου 2020]
Πρώτο Θέμα (2020). Κορωνοϊός - Διεθνή Μέσα: Οι Έλληνες βρήκαν τη «συνταγή» - Πώς και γιατί περιόρισαν την πανδημία. Διαθέσιμο στο: https://www.protothema.gr/koronoios-live/article/1004777/koronoios-diethni-mesa-oi-ellines-vrikan-ti-sudagi-pos-kai-giati-periorisan-tin-pandimia/, [Πρόσβαση 15 Μαΐου 2020]
Σοφοκλέους In (2020). «Τελειώνουν» τον Τράγκα από τα Παραπολιτικά 90,1! Διαθέσιμο στο:https://www.sofokleousin.gr/teleionoun-ton-tragka-apo-ta-parapolitika-901, [Πρόσβαση 17 Μαΐου 2020]
Sputniknews (2020). Οι πιο δημοφιλείς θεωρίες συνωμοσίας για τον κορονοϊό. Οι προφητείες, το 5G και άλλα μαργαριτάρια. Διαθέσιμο στο: https://sputniknews.gr/kosmos/202004257145272-koronoios-dimofileis-theories-synomosias/, [Πρόσβαση 8Μαΐου 2020]
TheToc (2020). Αυτή είναι η επιτροπή του Σωτήρη Τσιόδρα: Η "ντριμ τιμ" των λοιμωξιολόγων του Υπουργείου Υγείας. Διαθέσιμο στο: https://www.thetoc.gr/koinwnia/article/autoi-einai-oi-sunergates-tou-sotiri-tsiodra-i-lista-me-ta-onomata-ton-loimoxiologon-tou-upourgeiou-ugeias/, [ Πρόσβαση 9 Μαΐου 2020]
Το Βήμα (2020). Κορωνοϊός: Ενας ακόμη νεκρός σήμερα, στους 157 συνολικά. Διαθέσιμο στο: https://www.tovima.gr/2020/05/14/society/koronoios-enas-akomi-nekros-simera-stous-157-synolika/, [Πρόσβαση 15 Μαΐου 2020]
Το Βήμα (2020). Κορωνοϊός: Ανεργία, ο νούμερο ένα εφιάλτης των ελληνικών νοικοκυριών. Διαθέσιμο στο: https://www.tovima.gr/2020/05/03/finance/koronoios-anergia-o-noumero-ena-efialtis-ton-ellinikon-noikokyrion/, [Πρόσβαση 15 Μαΐου 2020]
Τα Νέα (2020). Άρθρο – φωτιά για τον κοροναϊό: «Είναι το μεγαλύτερο φιάσκο του αιώνα;» Διαθέσιμο στο: https://www.tanea.gr/2020/03/21/inbox/arthro-fotia-gia-ton-koronaio-einai-to-megalytero-fiasko-tou-aiona/, [Πρόσβαση 8 Μαΐου 2020]
Τα Νέα (2019). Υψηλά ποσοστά δυσπιστίας στα ΜΜΕ - Πώς ενημερώνονται οι Έλληνες. Διαθέσιμο στο: https://www.tanea.gr/2019/06/14/media/ypsila-pososta-dyspistias-sta-mme-pos-enimeronontai-oi-ellines/, [Πρόσβαση 16 Μαΐου 2020]
WePost (2020). Στο πειθαρχικό του ΙΣΑ ο γιατρός Φαίδων Βόβολης μετά τη δήλωση… “κοροϊδεύουν τον κόσμο”. Διαθέσιμο στο:
https://www.wepost.gr/%CF%83%CF%84%CE%BF-%CF%80%CE%B5%CE%B9%CE%B8%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B9%CF%83%CE%B1-%CE%BF-%CE%B3%CE%B9%CE%B1%CF%84%CF%81%CF%8C%CF%82-%CF%86%CE%B1%CE%AF%CE%B4%CF%89/,[ Πρόσβαση 9 Μαΐου 2020]
Χριστούλιας, Δ. (2020). Νέα όπλα στη μάχη κατά της ακρίβειας. Διαθέσιμο στο: https://emvolos.gr/nea-opla-sti-machi-kata-tis-akriveias-grafei-o-dimitris-christoylias/, [Πρόσβαση 7 Μαΐου 2020]


Ξενόγλωσση

Balon , R. E. , Philport , J. C. , & Beadle , C. F. (1978). How gender and race affect perceptions of newscasters. Journalism Quarterly, 55 , pp. 160 – 164 .
Blomlitz, L., Brezis, M. (2008). Misrepresentation of health risks by mass media. Journal of Public Health, Vol.30(2), pp. 202-204.
Briggs, C.L., Hallin,D.C.(2007). The Neoliberal Subject and its Contradictions in News Coverage of Health Issues. Social Text, Vol.25(4), pp.43-66.
Briggs, C.L., Hallin,D.C.(2010). Health Reporting as Political Reporting: Biocommunicability and the Public Sphere. Journalism, Vol.11(2), pp. 149-165.
Briggs, C. L., & Nichter, M. (2009). Biocommunicability and the biopolitics of pandemic threats. Medical Anthropology, Vol. 28(3), pp. 189-198.
Chiang C.F, Knight B.G. 2009. Media bias and influence: evidence from newspaper endorsements. Brown University.
Chih-Hsin Sheen, G., Tung, H.H, Wu, W.C. (2020). Citizen Journalism and Credibility of Authoritarian Government in Risk Communication Regarding the 2020 COVID-19 Outbreak: A Survey Experiment. Διαθέσιμο στο:
https://nyuad.nyu.edu/content/dam/nyuad/academics/divisions/social-science/working-papers/2020/0040.pdf?fbclid=IwAR34lQ83PAW2x6by7IP1ST7NZIvEFBb3NuViPUS4uEy35eqH1E63YmdAmnMhttps://nyuad.nyu.edu/content/dam/nyuad/academics/divisions/social-science/working-papers/2020/0040.pdf?fbclid=IwAR34lQ83PAW2x6by7IP1ST7NZIvEFBb3NuViPUS4uEy35eqH1E63YmdAmnM%3E, [Πρόσβαση 13 Μαΐου 2020]
DellaVigna, S. Gentzkow, M. (2010). Persuasion: Empirical Evidence. Working Paper 15298. Διαθέσιμο στο: http://www.nber.org/papers/w15298, [Πρόσβαση 14 Μαΐου 2020]
Dudo, A., Dahlstron, M., & Brossard, D. (2007). Reporting a potential pandemic: A risk-related assessment of Avian Influenza coverage in U.S. newspapers. Science Communication, Vol. 28(4), pp. 429-454.
Eveland , W. P., Jr. , Nathanson , A. I. , Detenber , B. H., McLeod , D. M. (1999). Rethinking the social distance corollary: Perceived likelihood of exposure and the third - person perception. Communication Research, Vol. 26 (3), pp.275 – 302.
Eyster E, Rabin M. (2009). Rational and native herding. Working Paper, University California, Berkeley.
Farquhar, J. W., Fortmann, S. P., Flora, J. A., Taylor, C. B., Haskell, W. L., Williams, P., ... Wood, P. D. (1990). Effects of community wide education on cardiovascular disease risk factors: The Stanford Five-City Project. Journal of the American Health Association, 264, 359–365.
Gaziano, C. (1988). How credible is the credibility crisis? Journalism Quarterly, 65, pp.267 – 278 .
Gunther, A. C. (1988). Attitude extremity and trust in media. Journalism Quarterly, Vol. (65), pp. 279 – 287.
Peña-Purcell, N. (2008). Hispanics’ use of Internet health information:
An exploratory study. Journal of the Medical Library Association,96,101–107.
Hay, J., Coups, E. J., Ford, J., & DiBonaventura, M. (2009). Exposure to mass media health information, skin cancer beliefs, and sun protection behaviors in a United States probability sample. Journal of the American Academy of Dermatology, 61, 783–792.
Huesmann, L. R. (1982). Television violence and aggressive behaviour. In D. Pearl, L. Bouthilet, & J. Lazar (Eds.), Television and behaviour Washington DC: NIMH.
Jones, D. A. (2004). Why Americans don’t trust the media: A preliminary analysis. International Journal of Press/ Politics, Vol.9 (2), pp. 60 – 77.
Kamenica, E.,Gentzkow, M. (2011). Bayesian Persuasion, American Economic Review, Vol. 101(6), pp. 2590–2615.
Luepker, R. V., Murray, D. M., Jacobs, D. R., Jr., Mittelmark, M. B., Bracht, N., Carlaw, R., ... Folsom, A. R. (1994). Community education for cardiovascular disease prevention: Risk factor changes in the Minnesota Heart Health Program. American Journal of Public Health, 84, 1383–1393.
Newhagen , J. E. , & Nass , C. (1989 ). Differential criteria for evaluating credibility of newspapers and TV news . Journalism Quarterly , Vol. 66 ( 2 ), pp. 277 – 284 .
Oh, S. (2012). The characteristics and motivations of health answerers for sharing information, knowledge, and experiences in online environments. Journal of the American Society for Information Science and Technology, Vol. 63(3), pp. 543-557.
Oh, H. J., et al. (2012). Attention cycles and the H1N1 pandemic: A cross-national study of U.S. and Korean newspaper coverage. Asian Journal of Communication, Vol.22(2), pp. 214-232.
Peña-Purcell, N. (2008). Hispanics’ use of Internet health information: An exploratory study. Journal of the Medical Library Association, 96, 101–107.
Powell, M. (2020). What role can the media play in managing the COVID-19 outbreak? Διαθέσιμο στο: https://www.id-hub.com/2020/03/05/role-can-media-play-managing-covid-19-outbreak/, [Πρόσβαση 29 Απριλίου 2020]
Reliefweb (2020). Crackdown on journalists weakens efforts to tackle COVID-19. Διαθέσιμο στο: https://reliefweb.int/report/world/crackdown-journalists-weakens-efforts-tackle-covid-19 , [Πρόσβαση 28 Απριλίου 2020]
Signorelli, N., Morgan, M. (Ed.). (1990). Cultivation analysis: new directions in media effects research. Newbury Park, California: Sage.
Tsfati, Y. (2002). The consequences of mistrust in the news media: Media skepticism as a moderator in media effects and as a factor influencing news media exposure. Doctoral dissertation presented to the faculty of the Annenberg School for Communication, University of Pennsylvania .
Tsfati, Y. (2003a). Media skepticism and climate of opinion perception . International Journal of Public Opinion Research, Vol.15 (1), pp. 65 – 82.
Tsfati, Y. (2003b). Does audience skepticism of the media matter in agenda setting? Journal of Broadcasting and Electronic Media , Vol.47 ( 2 ), pp.157 – 176.
Tsfati, Y.,Cappella , J. N. ( 2003 ). Do people watch what they do not trust? Exploring the association between news media skepticism and exposure. Communication Research, Vol. 30 (5), pp. 504 – 529.
Viet-Phuong, L., Thanh-Hang, P., Manh-Toan H., Minh-Hoang, N., Khanh-Linh, P. N., Thu-Trang, V., Hong-Kong, T. N., Trung, T., Quy, K., Manh-Tung, H., Quan-Hoang, V. (2020). Policy Response, Social Media and Science Journalism for the Sustainability of the Public Health System Amid the COVID-19 Outbreak: The Vietnam Lessons. Διαθέσιμο στο:
https://www.researchgate.net/publication/339998312_Policy_response_social_media_and_science_journalism_for_the_sustainability_of_the_public_health_system_amid_COVID- 19_outbreak_The_Vietnam_lessons/link/5e92efb9a6fdcca7890e9d24/download, [Πρόσβαση 28 Απριλίου 2020]
Yanovitzky, I., & Blitz, C. L. (2000). Effect of media coverage and physician advice on utilization of breast cancer screening by women 40 years and older. Journal of Health Communication, Vol. 5, pp. 117–134.

Ιστοσελίδες
https://www.cdc.gov/
https://www.bmj.com/content/369/bmj.m1557



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου