Το γιατί ψηφίζω ΣΥΡΙΖΑ, μάλλον θα πρέπει να θεωρείται αυτονόητο για τον αναγνώστη των σημειωμάτων μου! Επειδή η στρατηγική και το ύφος της ηγεσίας του ήρθαν και ταυτίστηκαν ως αναφερόμενη πολιτική ταυτότητα με την δική μου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε όχι απλώς στα λόγια μου, αλλά σε αυτήν καθ’ εαυτή την δομή του στοχασμού μου και της βούλησής μου για πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα με δύο αλληλένδετες κατευθύνσεις: (1) αριστερή αντί για δεξιά/νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση στην Ελλάδα για την αντιμετώπιση του Κοινωνικού Ζητήματος που προκάλεσε και προκαλεί η διαχείριση της κρίσης, όπως και για την δομική αντιμετώπιση της παραγωγικής στρέβλωσης και της διαπλοκής και (2) κοινωνική και όχι οικονομιστική (: οι αγορές είναι αυτοτελή ηγετικά συστήματα που ορίζουν τις ευρωπαϊκές πολιτικές) σημασιοδότηση (signification) του ευρωπαϊσμού ως θεωρία και πρακτική της λεγόμενης Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης (European Integration).
Ως προς το πρακτικό ζήτημα του ευρωπαϊσμού, ο ΣΥΡΙΖΑ έρχεται πλέον με σαφήνεια στη θέση που υπερασπίζομαι διαχρονικά: Η Ευρώπη υφίσταται μια διαρκή μεταμόρφωση και έχει φτάσει πλέον σε ένα σημείο όπου η «ημι-υπερεθνικότητα», που χαρακτηρίζει την εξέλιξη του διακυβερνητικού (της) μοντέλου και την εξέλιξη των θεμελιωδών θεσμών της, έχει φτάσει σε οριακό σημείο. Οι δρόμοι πλέον είναι δύο - και οι δυο μάλιστα να εξαρτώνται από τον μετασχηματισμό στην ζώνη του Ευρώ, ενώ ταυτόχρονα προσδιορίζουν την τύχη της Ευρωζώνης – για να μην οδηγηθούμε σε ατέρμονες ενδο-ευρωπαϊκές συγκρούσεις: είτε περνάμε στην οδό μιας υψηλού επιπέδου υπερεθνικότητας με αυθεντικά σοσιαλ-δημοκρατική κατεύθυνση, είτε επιστρέφουμε σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα, όπου ούτε η οικονομική ολοκλήρωση, ούτε η νομισματική ένωση θα είχαν έννοια.
Απλά: αν δεν περάσουμε σήμερα, αποφασιστικά και με θεσμική σαφήνεια από τις ευρωπαϊκές πολιτικές, στην ευρωπαϊκή πολιτική και από τον οικονομισμό, την διπλωματία, τον τεχνοκρατισμό και τον νεοηγεμονισμό - ως διαδικασία σύγκλυσης του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος με τον νεογερμανισμό – στην σοσιαλ-δημοκρατική οικονομία, στην πολιτική και στην μετατροπή της ΕΕ σε παγκόσμιο πόλο εναλλακτικής ηγεμονίας στο πλαίσιο μιας αποκεντρωμένης ομοσπονδίας των ευρωπαϊκών λαών, ας επιστρέψουμε συναινετικά στην περίοδο «Monnet» (λειτουργισμός, εθνικές πολιτικές και θεωρία spill over, για χαλαρή, παραδειγματική σύγκλυση)!
Προσωπικά δεν πιστεύω πως θα μπορούσε η ΕΕ να επιστρέψει δίχως καταστροφικές διενέξεις στην προ-Monnet περίοδο. Απλώς δεν γίνεται να επιστρέψει η Ευρώπη σε εθνικιστικές πολιτικές χωρίς προηγουμένως να διαλυθεί η ίδια η ΕΕ. Αυτό που γίνεται και που θα συνέφερε τους επιμέρους ευρωπαϊκούς λαούς στη συγκυρία, θα ήταν οι εθνικές πολιτικές να ενταχθούν αρμονικά σε έναν Ευρωπαϊκό Δήμο, ο οποίος θα χαρακτηρίζεται από κοινωνική σύγκληση και αλληλεγγύη, διαφάνεια, αυστηρή τήρηση της νομιμότητας, αποκέντρωση κεφαλαίων και τεχνολογίας, όπως και ένα καθολικό καθεστώς Κοινωνικού Κράτους που θα έρχεται να καλύπτει διαρκώς και ευέλικτα τις παράπλευρες κοινωνικές συνέπειες από την τάση καπιταλιστικής υπερ-συσσώρευσης.
Η Υπερεθνικότητα δεν μπορεί να υπηρετηθεί χωρίς αναδιανομή και παραγωγική ανασυγκρότηση στο σύνολο της ΕΕ και ασφαλώς στις χώρες της περιφέρειας που πλήττονται από την οικονομική και θεσμική κρίση της Ευρωζώνης, με εμφατικό παράδειγμα την Ελλάδα. Και η λύση είναι μια για την ομαλή εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης: Αυτή που δείχνει η Ευρωπαϊκή Αριστερά, αυτά που υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ! Όλα αυτά δεν αποσκοπούν στην υπονόμευση της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, ούτε είναι αριστεροί ιδεολογισμοί που αναπαριστούν σχέσεις προηγούμενων αιώνων.
Πρόκειται για την μόνη πραγματιστική (μεταβιομηχανική και μετανεωτερική) προσέγγιση για να μην ξανακυλήσει η Ευρώπη στον φασισμό, ή εγκλωβιστεί στον φονικό και άκρως καταστροφικό για την βιόσφαιρα, ολοκληρωτικό καπιταλισμό. Είναι η μοναδική συνθήκη για την ανάπτυξη της ειρήνης και της ευημερίας στην Ευρώπη, υπό το σημερινό καθεστώς της παγκοσμιοποίησης. Έτσι ο ΣΥΡΙΖΑ έρχεται σήμερα να εκφράσει με τον πλέον αυθεντικό τρόπο τις ευρωπαϊκές δυνάμεις της δημοκρατίας και της κοινωνικής προόδου. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας γνήσιος Ευρωπαϊστής – όπως είμαι κι εγώ – και ως τέτοιος μάλλον δεν χρειάζεται να … το διαδηλώνει καθημερινά, όπως έχουν ανάγκη να πράξουν οι «φιλοευρωπαϊστές» αντίπαλοί του στην αυριανή κάλπη.
Αυτός, λοιπόν, με απλά λόγια είναι ο λόγος που υποστηρίζω τον ΣΥΡΙΖΑ. Πώς, όμως, είναι δυνατόν εγώ ο ίδιος που υποστηρίζω την ριζοσπαστικοποίηση των δημοκρατικών θεσμών σε ένα πλουραλιστικό κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο και που πεισματικά σε όλη μου την ζωή επιχειρηματολογώ υπέρ της «απλής αναλογικής» ως εκλογικό σύστημα στον κοινοβουλευτισμό της Ελλάδας και της «απο-πρωθυπουργικοκεντροποίησης» της διακυβέρνησης, να έρχομαι σήμερα να υποστηρίζω την «αυτοδυναμία» του ΣΥΡΙΖΑ;
Το πράττω συγκυριακά και εύχομαι να περάσουμε αμέσως σε σημαντική μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα, με πρωτοβουλία μάλιστα της κυβέρνησης-ΣΥΡΙΖΑ, για να μην αναγκαστώ να το ξανακάνω! Αυτή την στιγμή, σε αυτές τις εκλογές, κρίνεται αν θα περάσουμε σε μία Νέα Μεταπολίτευση και με ποιους όρους αυτή θα πραγματοποιηθεί. Νέα Μεταπολίτευση με πολιτικές δυνάμεις και προσωπικότητες που χαρακτήρισαν και χαρακτηρίζουν την κοινωνική και πολιτική παθολογία της μεταπολίτευσης του 1974, απλώς δεν γίνεται, ή στον βαθμό που επιχειρηθεί, θα είναι σημαντικά νοθευμένη. Νέα Μεταπολίτευση με τις πολιτικές δυνάμεις που εκφράζουν τον πελατειασμό, την οικογενειοκρατία, τον κομματισμό στην διοίκηση και στην αγορά, την παρεοκρατία, ή αποτελούν τα πουλέν διαπλεκομένων συμφερόντων, ή τα προσωπικά στοιχήματα αυτόνομης πολιτικής επιβίωσης προσωπικοτήτων που συνδέθηκαν με την ΝΔ ή το «όλον ΠΑΣΟΚ», επίσης δεν εννοείται.
Για να γυρίσει η χώρα σελίδα στην πολιτική της ιστορία, πρέπει να απαλλαγεί από αυτούς και αυτά που έγραψαν την προηγούμενη. Δεν ήταν «μαύρη» η προηγούμενη σελίδα! Δεν ήταν η χειρότερη περίοδος της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, η προηγούμενη περίοδος! Ήταν, ωστόσο, ίσως μία από τις πλέον υποκριτικές σε ό, τι αφορά στον εκδημοκρατισμό και από τις πλέον αντιφατικές σε ο, τι αφορά στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Αυτός ο συνδυασμός υποκρισίας και δραματικών αντιφάσεων μεταξύ παραγωγικής διάρθρωσης και ανάπτυξης, παράλληλα με την καιροσκοπική ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη, είναι που κατέληξε στην συντεταγμένη χρεωκοπία του ελληνικού κράτους και των ελληνικών τραπεζών.
Αλλά ακόμα και αυτό θα μπορούσε να αποφευχθεί, εάν το κυρίαρχο ελληνικό πολιτικό σύστημα δεν παρουσίαζε και δεν κατέληγε να διαπραγματεύεται την πιστωτική κρίση ως κρίση ρευστότητας! Από την στιγμή που το κυρίαρχο σύστημα της μεταπολίτευσης του 1974 δέχθηκε ως σωτηρία τον «ατομικό μηχανισμό» και την συγκεκριμένη μορφή πτώχευσης που τοποθετούσε την χώρα και την αγορά της σε καραντίνα εντός της ευρωζώνης, προκαλώντας αναπόφευκτα ένα δραματικό Κοινωνικό Ζήτημα με άξονα την εσωτερική υποτίμηση, είχε στην ουσία προσβάλει την ίδια την δημοκρατική οντολογία από την οποία αντλούσε πολιτική νομιμοποίηση: Είχε στην πραγματικότητα καταρρεύσει! Ήταν απλώς ζήτημα χρόνου και ο τυπικός του θάνατος μετά από εκλογές, στον βαθμό που ήταν αδύνατον υπό τους σημερινούς ευρωπαϊκούς όρους να επιβληθεί πολιτικο-στρατιωτική δικτατορία.
Δεν είναι δυνατόν, λοιπόν, τα στοιχεία αυτού του νεκρού καθεστώτος να αποτελέσουν γόνιμους πόρους για μία κυβερνητική αλλαγή που θα σήμαινε μία διακυβερνητική μεταμόρφωση με όρους αριστερής μεταρρύθμισης, εκδημοκρατισμού και παραγωγικής ανασυγκρότησης. Και είναι απορίας άξιον, πώς αυτή την κρίσιμη για την εξέλιξη της πολιτικής ιστορίας στην Ελλάδα, παράμετρο, δεν μπόρεσε να δει και να αντιμετωπίσει με μεγαλοσύνη και πολιτική οξυδέρκεια το ΚΚΕ. Είναι τραγωδία για την ηγεσία του η συνολική της αντι-ΣΥΡΙΖΑ στάση και συμπεριφορά σε αυτές τις εκλογές, όπου ασφαλώς δεν κρινόταν η παραμονή της Ελλάδας στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ,  αλλά αν η Νέα Μεταπολίτευση θα δομείτο με όρους κοινωνικούς και αριστερής μεταρρύθμισης, ή νεοφιλελεύθερους και δεξιάς μεταρρύθμισης. Είναι άλλο πράγμα ένας λενινιστής να μην προσφέρει στήριξη, ούτε καν ανοχή στην ευρωπαϊκή αριστερά και εντελώς διαφορετικό να ταυτίζεις με πάθος και μοχθηρότητα την ευρωπαϊκή αριστερά με τους συντηρητικούς και τους νεοσυντηρητικούς (σοσιαλδημοκρατικά κόμματα), ως κοινωνική μεθοδολογία και αποτέλεσμα. Σε κάθε περίπτωση αυτός δεν είναι μαρξισμός. Είναι σταλινισμός και μάλιστα μίας μικρής σχετικά περιόδου, κατά την οποία ο Στάλιν εγκατέλειψε την στρατηγική των «Λαϊκών Μετώπων» στις καπιταλιστικές χώρες, για να αναπτύξει την χυδαία θεωρία που ταύτιζε οποιονδήποτε δεν επιθυμούσε να μεταβληθεί σε πιόνι του με τον φασισμό ή τους οργανικούς συμμάχους του φασισμού!
Ένας «αυτοδύναμος» από την Δευτέρα ΣΥΡΙΖΑ, με ενισχυμένα, μάλιστα, τα υπόλοιπα κόμματα της αριστεράς – παρά την κοντόφθαλμη, συμπλεγματική  και αντιδραστική συμπεριφορά των ηγεσιών τους – δεν θα έδινε απλώς στην Ελλάδα τα φόντα για μία σοβαρή και δομική διαπραγμάτευση του ελληνικού ζητήματος σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, αλλά και μία μοναδική ευκαιρία για να απαλλαγεί η χώρα από την πολιτική και σε μεγάλο βαθμό πολιτισμική παθογένεια της μεταπολίτευσης του 1974. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι ένας «αυτοδύναμος» ΣΥΡΙΖΑ θα ικανοποιούσε στο ακέραιο τις προγραμματικές δεσμεύσεις του Αλέξη Τσίπρα. Είμαι, όμως, βέβαιος πως εάν δεν «εκτεθεί» στο πλαίσιο μιας «αυτοδύναμης κυβέρνησης» υπό την ηγεσία του, θα έχει πολλές και ίσως βάσιμες δικαιολογίες για υπαναχώρηση. Θα ήταν εντελώς διαφορετικό πράγμα να στηριχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ από αριστερά και εντελώς διαφορετικό από κοινοβουλευτικά κομμάτια ή κομμάτι του διαλυμένου ΠΑΣΟΚ. Στην πρώτη περίπτωση θα είχαμε να κάνουμε με μία πράγματι Νέα Μεταπολίτευση, ενώ στην δεύτερη με μία επιχείρηση αναθεώρησης και ανανέωσης εκείνης του 1974. Αυτό θα σήμαινε πως ο ελληνικός λαός και η ελληνική εθνική οικονομία θα έχαναν μία μοναδική ευκαιρία για κάθαρση και κοινωνική ανάπτυξη.

Μια, λοιπόν, και οι ηγεσίες της αριστεράς και κυρίως αυτή του ΚΚΕ, αρνούνται με αποτροπιασμό κάθε πιθανότητα για κοινοβουλευτική στήριξη μίας κυβέρνησης υπό τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ αντίθετα όλοι οι κεντροαριστεροί και το κόμμα του Πάνου Καμμένου, διαγκωνίζονται ως προς το ποιος θα αποτελέσει τον πιο σφικτό κορσέ του ΣΥΡΙΖΑ, ως παρτενέρ της κυβερνητικής εξουσίας, επιτρέψτε μου να μην βλέπω καμία άλλη γνήσια προοδευτική επιλογή, παρά μόνον την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτοδύναμη κυβέρνηση. 

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.
Axact

Ακτιβιστής

Μπορείτε να επικοινωνήσετε σχετικά με το παρόν άρθρο ή οτιδήποτε σχετίζεται με την ιστοσελίδα του "ακτιβιστή" ή ακόμη και για άρθρα ή απόψεις σας που επιθυμείτε να δημοσιεύσουμε στο email: chrivanovits@gmail.com

Προσθέσετε το σχόλιό σας:

0 comments:

Παρακαλώ αφήστε το μήνυμά σας. Προσπαθήστε να σχολιάζετε χωρίς προσβλητικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς. Σχόλια που θα θεωρηθούν συκοφαντικά ή θα περιέχουν βωμολοχίες θα απορρίπτονται.