Articles by "Ανθρώπινες ιστορίες"


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανθρώπινες ιστορίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο παππούς μου ήταν φυσικός. Ήταν και 96 χρονών . Όταν τον ρωτούσαν πόσων χρονών είναι απαντούσε «χοντρικά… λίγο πριν πεθάνω». Το καλύτερο είναι ότι χαμογελούσε όταν το ‘λεγε. Γνήσια, όχι μ’ αυτό το χαμόγελο-μορφασμό-κάλυμμα τρόμου. Ο παππούς μου χώρισε από τη γιαγιά μου όταν ήταν 75 χρονών.

Όχι γιατί βρήκε γκόμενα αυτός. Όχι επειδή βρήκε γκόμενο η γιαγιά. Χώρισε γιατί δεν ήθελε να πηγαίνει εκδρομές σε μοναστήρια μαζί της. Σιχαινόταν επίσης τις φίλες της, που αφού γλεντοκόπησαν με συζύγους και εραστές στις Μυκόνους και τα Καζίνα της Ευρώπης, αποφάσισαν να κάνουν πλέον Πάσχα στον πανάγιο τάφο μόνο και μόνο γιατί φοβήθηκαν ότι έχουν πάρει την άγουσα για τον δικό τους τον τάφο. «Αυτές παιδί μου είναι συνηθισμένες να τα ρυθμίζουν όλα ζητώντας ρουσφέτια από τους βουλευτάδες τους», μου είπε τότε. «Ε, δεν μπορώ να τις βλέπω να μετατρέπουν και το θεό σε βουλευτή.
Ανάβουν κεριά, κάνουν τάματα, φτιάχνουν φανουρόψωμα, φιλάνε οστά και κάρες αγίων, γιατί αυτή τη φορά είναι γιγάντιο το ρουσφέτι: ρετιρέ στον παράδεισο. Καλύτερα μόνος μου.»

Και πράγματι. Έζησε άλλα 20 χρόνια καλύτερα μόνος του. Ο θεός του έδωσε υγεία – ίσως επειδή δεν το ζήτησε φιλώντας στα ξεκούδουνα την κάρα του Αγίου Μηνά. Επισκεύασε και αποσύρθηκε στο σπίτι της μάνας του σ’ ένα χωριό με δέκα σπίτια κάπου στη νότια Πίνδο. Το πρωί έκανε μια μεγάλη βόλτα στο βουνό και μετά διάβαζε, έφτιαχνε το φαγάκι του και έπαιρνε ένα υπνάκι. Το απόγευμα πήγαινε στο καφενείο-μπακάλικο-ταβέρνα-πρόχειρο ιατρείο και συναντούσε τους άλλους 16 κατοίκους του χωριού.
Έπιναν το κρασάκι που έφερνε αυτός (είχε τρελές προμήθειες σαββατιανού που ήταν η αδυναμία του), έτρωγαν ομελέτα με αυγά απ’ το κοτέτσι της κυρά Μάγδας και μανιτάρια που μαζεύει ο ανιψιός του Θωμά. Μετά το τρίτο ποτηράκι παίζανε μπιρίμπα ή τάβλι. 

Όταν ο παππούς ήταν στα μεγάλα κέφια του τους εξηγούσε τους νόμους που διέπουν τον κόσμο μετά παραδειγμάτων. Η αντοχή των υλικών λ.χ. εξηγήθηκε με το διαζύγιό του. «Μαλώνεις, μαλώνεις για χρόνια και νομίζεις ότι δεν πειράζει. Τα βρίσκεις και συνεχίζεις. Όμως η σχέση έχει κουραστεί. Και όταν μια μέρα ξαφνικά χωρίζεις, απορείς αφού δεν έγινε τίποτα σπουδαίο. Αλλά δεν χρειάζεται να γίνει ένα σπουδαίο. Η καταπόνηση για χρόνια κάποια στιγμή θα φέρει το σπάσιμο. Έτσι και το πανί που το βλέπει ο ήλιος καθημερινά κάποια στιγμή ξαφνικά θα διαλυθεί». Μετά γυρνούσε σπίτι του, διάβαζε λίγο ακόμα και πήγαινε για ύπνο. Ήταν ήρεμος κι ευτυχισμένος. Η μόνη με την οποία μιλούσε στην οικογένεια ήμουν εγώ.

Χτες με ειδοποίησε η κυρά Μάγδα ότι δεν είναι καλά. Πέταξα κι έφτασα δίπλα του σε μισή μέρα. Όταν μπήκα σπίτι του τον βρήκα στο κρεβάτι χάλια αλλά με καθαρές ριγέ μπυτζάμες, τριζάτα σεντόνια, μια κούπα χαμομήλι και ένα βιβλίο στο χέρι. Χαμογέλασε με όλο του το μούτρο όταν με είδε. Και μετά με μάλωσε που άφησα τις δουλειές μου και ήρθα.

-Τι κάνεις παππού; τον ρώτησα προσπαθώντας να κρύψω άτσαλα την αγωνία μου.

-Προσπαθώ να καταλάβω ποιες από τις 8 άγνωστες διαστάσεις του σύμπαντος είναι η πιο ωραία για να μετεγκατασταθώ, μου είπε και ανέμισε το βιβλίο. Το πήρα στα χέρια μου. Ήταν ένα βιβλίο που ανέλυε τη θεωρία των υπερχορδών, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της οποίας υπάρχουν, όπως μου εξήγησε, παράλληλα σύμπαντα αόρατα για μας που ζούμε στις τρεις διαστάσεις.

-Σοβαρά τώρα παππού, λες να αληθεύει αυτό; Λες να είμαστε κλεισμένοι σε μια γυάλα σαν ψάρια και να νομίζουμε ότι αυτό είναι όλο, ενώ έξω είναι το σπίτι, η πόλη, ο κόσμος, ο γαλαξίας; Λες να είμαστε κοντόφθαλμοι σαν χρυσόψαρα;

-Θα σου πω σε λίγο μετά λόγου γνώσεως, μου είπε και γέλασε περιπαικτικά. Με ξέρεις εμένα τι ψαχτήρι είμαι. Θα βρω τρόπο, θα βρω ταχυδρόμο με άδεια κυκλοφορίας μεταξύ συμπάντων και θα σε ειδοποιήσω. Υπόσχεση!

Σκάσαμε στα γέλια και αγκαλιαστήκαμε. Το βράδυ πέθανε ήσυχα στον ύπνο του. Και ξαφνικά κατάλαβα τι θα πει ακριβώς «θανάτω θάνατον πατήσας» και τον ζήλεψα.
Καλό ταξίδι παππού. Θα ‘χω το νου μου για τον ταχυδρόμο σου…

Ευτυχία Κολιού
Ζωή Στο Χωριό


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Έφυγε σκλάβα από το χωριό της και γύρισε λαίδη. (Η Καλλίτσα φαίνεται αριστερά)

Η συγκλονιστική ιστορία της Καλλίτσας από το Αποδούλου Αμαρίου Ρεθύμνου που πουλήθηκε στα σκλαβοπάζαρα της Αλεξάνδρειας και επέστρεψε στο χωριό της ως λαίδη

Το 1823 ένα 11χρονο κοριτσάκι, που το έλεγαν Καλλίτσα, αρπάχτηκε από τους Τούρκους στο χωριό Αποδούλου του Αμαρίου Ρεθύμνου και στάλθηκε για πούλημα στα σκλαβοπάζαρα της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου. Εκεί την αγόρασε ένας Άγγλος αρχαιολόγος και την πήρε μαζί του στην Αγγλία για να τη χρησιμοποιήσει ως οικιακή βοηθό.
Στο Λονδίνο την αγάπησε και την παντρεύτηκε ένας νεαρός αξιωματικός του ναυτικού, που έγινε ο μετέπειτα ναύαρχος του αγγλικού στόλου. Μετά από χρόνια, η πρώην σκλάβα επέστρεψε ως λαίδη στο χωριό της και συναντήθηκε με την οικογένειά της. Η ιστορία της Καλλίτσας κόβει την ανάσα και φανερώνει την ικανότητα επιβίωσης της ελληνικής φυλής.
Στην πρόσοψη του σπιτιού φαίνονται τα αρχικά Κ.Η. (Καλλίτσα Χέι) και η χρονολογία κατασκευής 1846.


Κρύφτηκαν για να γλιτώσουν

Το 1823 πέρασε από την επαρχία Αμαρίου Ρεθύμνου ο τουρκικός στρατός, οι λεγόμενοι Νηζάμηδες. Για να γλιτώσουν οι κάτοικοι του χωριού Αποδούλου, φύγανε άρον άρον από τα σπίτια τους και έψαξαν μέρος να κρυφτούν.
Αφού οι άντρες βόλεψαν σε κρυψώνες τα γυναικόπαιδα, οι ίδιοι αρματώθηκαν και ανέβηκαν στην πλαγιά του βουνού πάνω από το χωριό, για να κρατούν οπτική επαφή με τον εχθρό και να επιχειρήσουν απελπισμένη επέμβαση αν χρειαστεί.
Μεταξύ των χωρικών ήταν και ο Αλέξανδρος Ψαράκης, που πήρε τη γυναίκα με τα τέσσερα παιδιά του, μαζί και τρία ακόμα ορφανά του χωριού που τα προστάτευε, και τους έκρυψε σε μια καλύβα από δεματές στου «Βλαστού τον κάμπο», αρκετά μακριά από τον δρόμο που θα περνούσε ο κύριος όγκος των Τούρκων. 

Οι καλύτεροι τεχνίτες της εποχής εκείνης
διακόσμησαν τα εξωτερικά στοιχεία του σπιτιού.
Ξόρκισε, μάλιστα, τη γυναίκα του Αγγελικώ να επιβάλλει νεκρική σιγή στην καλύβα και να μην αφήσει κανένα παιδί να ξεμυτίσει απ’ αυτή. Ζήτησε επίσης από τα μεγαλύτερα παιδιά του, τον 13χρονο Γιωργή, την 11χρονη Καλλίτσα και τον 8χρονο Γιάννη, να κρατούν πάντα αγκαλιά τον 3χρονο Σταυρουλιώ, για να μην μπήξει για οποιονδήποτε λόγο τα κλάματα και προδοθούν.

Το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας οι Τούρκοι πέρασαν μέσα από το Αποδούλου, όπου βρήκαν μόνο τρεις γέροντες που αρνήθηκαν να κρυφτούν και μια ανάπηρη γυναίκα, τους οποίους αποκεφάλισαν επιτόπου. Αφού λεηλάτησαν και έκαψαν το χωριό, κατευθύνθηκαν προς το Τυμπάκι, όπου ήταν στρατοπεδευμένη η κύρια τουρκική δύναμη. Δύο νηζάμηδες, όμως,
είχαν ξεμακρύνει από τον κύριο όγκο των υπολοίπων στρατιωτών ψάχνοντας απίδια και φωλιές πουλιών με αυγά.

Τους έπιασαν οι Τούρκοι στρατιώτες

Όταν κατά σύμπτωση πέρασαν από του «Βλαστού τον κάμπο», είδαν το καμουφλαρισμένο καλύβι και κοίταξαν μήπως κρύβεται κανείς μέσα. Ανοίγοντας την πόρτα είδαν το έκπληκτο και κατατρομαγμένο τσούρμο των παιδιών με την Αγγελικώ και τους συνέλαβαν όλους, με σκοπό να τους πουλήσουν σε εμπόρους σκλάβων. Μόνο το μεγαλύτερο αγόρι από τα ορφανά γλίτωσε, όταν με μια ξαφνική κίνηση το έβαλε στα πόδια και ροβόλησε μακριά.
Οι Τούρκοι στρατιώτες έβαλαν στη σειρά τα ανθρώπινα λάφυρά τους με σκοπό να τα οδηγήσουν στο μεγάλο στρατόπεδο του Τυμπακίου. Στον δρόμο άφησαν ελεύθερη την Αγγελικώ με το νήπιο, μάλλον επειδή έκριναν ότι δεν έχουν εμπορική αξία. Η Αγγελικώ δεν σταμάτησε ούτε λεπτό να σέρνεται ουρλιάζοντας πίσω από το κομβόι και να ικετεύει να της δώσουν τα παιδιά, αλλά δεν την άκουγαν. Κάτω από την απίστευτη επιμονή της, όταν έφτασαν στο Τυμπάκι της έδωσαν ακόμα ένα καχεκτικό 6χρονο κορίτσι από τα δύο ορφανά και μετά από αυτό τους έχασε, επειδή αναμίχτηκαν με το υπόλοιπο στράτευμα.

Πουλήθηκε στην Αλεξάνδρεια

Το σπίτι ξεπροβάλλει πάνω από τα σπίτια του χωριού. Πίσω φαίνεται ο ελαιώνας του Αμαρίου.

Οι Τούρκοι στο Τυμπάκι χώρισαν σε διαφορετικές ομάδες τα αγόρια και τα κορίτσια που είχαν αρπάξει από τα διάφορα χωριά. Τα ίχνη των αγοριών του Αλεξανδρή και του ενός ορφανού χάθηκαν από εκείνο το σημείο, με την υπόνοια ότι ο 13χρονος Γιωργής αγοράστηκε από έναν Μπέη από το Ηράκλειο.

Η Καλλίτσα αρχικά μεταφέρθηκε στα Χανιά και μετά την έβαλαν σε πλοίο που τη μετέφερε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Εκεί την αγόρασε, μαζί με άλλες Κρητικοπούλες, ένας Άγγλος καθηγητής που συμμετείχε σε αρχαιολογική αποστολή στην Αίγυπτο και τη μετέφερε στο Λονδίνο για να τη χρησιμοποιήσει ως οικιακή βοηθό. Την έβαλε μάλιστα σε σχολείο να μάθει γράμματα και να μιλάει αγγλικά.

Η Καλλίτσα ξεχώρισε αμέσως από την εξυπνάδα και την ωραία εμφάνισή της και κέρδισε τις καρδιές των Άγγλων αφεντικών της. Εκεί, στο καινούργιο περιβάλλον, γνώρισε μετά από λίγα χρόνια τον αξιωματικό του αγγλικού πολεμικού ναυτικού Ρόμπερτ Χέι, που ήταν γιος του ναυάρχου του αγγλικού στόλου Τζων Χέι. Μεταξύ των δύο νέων αναπτύχθηκε έλξη, η οποία δεν άργησε να εξελιχθεί σε σχέση που οδήγησε σε γάμο. Κάπως έτσι, η Καλλίτσα από το Αποδούλου του Αμαρίου βρέθηκε να ζει στο Λονδίνο, στο πλευρό του συζύγου της, ο οποίος κάποια στιγμή διαδέχτηκε τον πατέρα του στην ηγεσία του αγγλικού στόλου.

Επέστρεψε με τον αγγλικό στόλο
Στην εποχή του το σπίτι αποτελούσε κόσμημα, σήμερα είναι ερειπωμένο.

Το 1843, σε ένα ταξίδι του αγγλικού στόλου σε λιμάνια της Μεσογείου, ο ναύαρχος σύζυγος της Καλλίτσας την πήρε μαζί του στη ναυαρχίδα. Μεταξύ των λιμανιών που επισκέφτηκε ο στόλος ήταν και το λιμάνι της Σούδας στην Κρήτη, όπου ο ναύαρχος συνάντησε τον Τούρκο πασά. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης τού ανέφερε πως η γυναίκα του είναι Κρητικιά και έχει από μικρή χάσει τον πατέρα της, τον οποίο θέλει να συναντήσει. Ο πασάς προθυμοποιήθηκε αμέσως να φέρει τον πατέρα της Καλλίτσας στα Χανιά και έστειλε ανθρώπους του να τον αναζητήσουν.

Μόλις οι απεσταλμένοι του πασά εντόπισαν στο Αποδούλου τον πατέρα της Καλλίτσας, αυτός τρομοκρατήθηκε, επειδή είχε σκοτώσει δυο Τούρκους και νόμισε ότι το έμαθαν και πήγαν να τον συλλάβουν. Η συμπεριφορά τους, όμως, δεν είχε τραχύτητα και μη μπορώντας να αρνηθεί, τους ακολούθησε. Μόλις τον παρουσίασαν μπροστά στον πασά, και παρούσης της Καλλίτσας, εκείνος τον ρώτησε: «Τούτη δω την ξέρεις; Έχεις καμιά κόρη χαμένη;». «Όχι, εγώ δεν έχω κοπελιά», απάντησε ο ακόμα τρομαγμένος Αλεξανδρής.
Μετά από λίγο, όμως, βρήκε το κουράγιο να στραφεί στην Καλλίτσα και να την ρωτήσει: «Αν όπως λες είσαι κόρη μου, πες μου πώς είναι το σπίτι μας στο χωριό». Τότε η Καλλίτσα, που δεν είχε ξεχάσει καθόλου τον τόπο και τη γλώσσα της, του περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια το σπίτι και αναφέρθηκε ακόμα και σε μια χαρουπιά που είχαν στην αυλή. Οι στιγμές που ακολούθησαν ήταν συγκινητικές, καθώς ο πατέρας και η κόρη αγκαλιάστηκαν και έκλαψαν πολύ από χαρά.
Μετά τη συνάντηση η Καλλίτσα δεν προλάβαινε να πάει στο χωριό της, επειδή ο στόλος έπρεπε να αναχωρήσει, αλλά υποσχέθηκε στον πατέρα της: «Θα γυρίσω πάλι πατέρα στην Κρήτη και θα έρθω στο χωριό να δω τη μάνα και τον αδελφό μου, που τόσο πολύ μου λείπουν και τους αγαπώ». 

Έχτισε σπίτι στο χωριό της

Αίθριο στον επάνω όροφο του σπιτιού.

Πράγματι, το 1844 ξαναβρέθηκε με τον αγγλικό στόλο στην Κρήτη ο ναύαρχος γαμπρός του Αλεξανδρή, μόνος αυτή τη φορά χωρίς την Καλλίτσα, και βρήκε χρόνο να πάει στο Αποδούλου. Του άρεσε, μάλιστα, τόσο πολύ η περιοχή και το κλίμα, που έδωσε εντολή να χτιστεί ένας αριστοκρατικός πύργος στο χωριό, για να έρχεται με την οικογένειά του και να κάνει διακοπές.
Στην κατασκευή και φύλαξη του σπιτιού βοήθησε αποφασιστικά ο αδελφός της Καλλίτσας Σταυρουλιός, που είχε φτάσει πλέον στην ηλικία των 25 χρονών. Οι αρχιμάστορας που ανέλαβε το έργο ήταν ο πιο φημισμένος από την Κάρπαθο, το ίδιο και οι τεχνίτες βοηθοί του. Το χώμα που χρησιμοποίησαν στο χτίσιμο το έφεραν από τη Σαντορίνη και τις πλάκες που έστρωσαν το σπίτι από τη Μάλτα.
Την άνοιξη του 1847 έφτασε η μεγάλη στιγμή της επιστροφής της Καλλίτσας στον τόπο που γεννήθηκε. Έφτασε με τα δύο μεγαλύτερα παιδιά και το υπηρετικό προσωπικό της. Ήταν πολύ συγκινητική η σκηνή που μάνα και κόρη να αγκαλιάστηκαν και έκαναν πολύ ώρα να ξεκολλήσουν. Τα επόμενα χρόνια ήρθε κι άλλες φορές η Καλλίτσα στο Αποδούλου με τα τέσσερα παιδιά της, μέχρι που το 1863 πέθανε από αρρώστια ο άντρας της. Στο μεταξύ είχαν πεθάνει και οι γονείς της.

Γλίτωσε από την πυρπόληση

Τα δωμάτια του ισογείου χρησιμοποιούνται ως αποθήκες από τους ιδιοκτήτες.

Το 1866 ξεκίνησε η μεγάλη επανάσταση στην Κρήτη, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Σταυρουλιός σήκωσε αγγλική σημαία στον πύργο της αδελφής του μήπως και τον γλιτώσει από την οργή των Τούρκων. Σε μια έκβαση, όμως, των μαχών, οι Τούρκοι στρατιώτες περικυκλώθηκαν από τους επαναστάτες και αναγκάστηκαν να μπουν μέσα στο αρχοντόσπιτο και να οχυρωθούν. Ο Σταυρουλιός, τώρα, ήταν απέξω και έτοιμος να δώσει το σύνθημα να καεί το σπίτι, με τους Τούρκους μέσα. Ευτυχώς, όμως, την τελευταία στιγμή το εγκατέλειψαν οι εχθροί και το σπίτι γλίτωσε.

Στα επόμενα χρόνια και μετά την απελευθέρωση της Κρήτης, μερικοί Άγγλοι συγγενείς της Καλλίτσας επισκέφτηκαν το Αποδούλου και διατήρησαν αλληλογραφία με τους Κρητικούς συγγενείς τους. Σήμερα το σπίτι της Καλλίτσας ανήκει στον Αριστείδη Ψαρουδάκη και τη σύζυγό του.

Αντιμετώπιζαν τα παιδιά ως λάφυρα

Η ιστορία της Καλλίτσας αποτελεί κόλαφο για την αρρωστημένη και θεσμοθετημένη έξη των Οθωμανών να αρπάζουν μικρά παιδιά ακόμα και κατά τον 19ο αιώνα και να τα πωλούν σε σκλαβοπάζαρα. Την εποχή που στον υπόλοιπο κόσμο ανθούσαν σπουδαία ανθρωπιστικά κινήματα, εκείνοι αντιμετώπιζαν τους ανθρώπους, και ειδικά τα παιδιά, ως υλικά λάφυρα.
Αυτοί που μας εισήγαγαν στη μαγεία της ιστορίας της Καλλίτσας ήταν ο Αμαριώτης καθηγητής Νίκος Τυροκομάκης και ο αείμνηστος Γιώργης Ψαρουδάκης, πρώην πρόεδρος της κοινότητας Αποδούλου. Σπουδαία πηγή πληροφοριών ήταν και το συναρπαστικό βιβλίο με τον τίτλο: «Καλλίτσα, η σκλάβα που έγινε Λαίδη», του Κριτόλαου Ψαρουδάκη, το οποίο εκδόθηκε το 1988 στο Ηράκλειο.
Από το παραπάνω βιβλίο πήραμε και τη φωτογραφία που απεικονίζει την Καλλίτσα με τα τρία από τα τέσσερα παιδιά της. Πρόκειται για έναν πίνακα πιστής απεικόνισης, ζωγραφισμένο το 1848 από τον Σερ Τζων Γουότσον Γκόρντον, ιπποτικό μέλος της Αγγλικής Βασιλικής Ακαδημίας. Ο πίνακας αυτός βρίσκεται σήμερα στη Φλωρεντία, στην κατοχή της απογόνου της Καλλίτσας Λίλιαν Ρεγκάνο Χέι.

Η Καλλίτσα με τα τρία από τα τέσσερα παιδιά της (Πίνακας του 1848, που βρίσκεται στο σπίτι απογόνου της Καλλίτσας στη Φλωρεντία).



ΚΕΙΜΕΝΟ-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ
greecewithin.com



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου