Articles by "ΕΠΙΣΤΗΜΗ"

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΠΙΣΤΗΜΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Το σκόρδο δείχνει... πολλά υποσχόμενο ως πιθανή εναλλακτική σε αντισηπτικά και απολυμαντικά όπως η χλωρεξιδίνη, αλλά απαιτείται περαιτέρω κλινική τεκμηρίωση για να αποκτήσει σταθερή θέση στην πρακτική οδοντιατρική.

Αν το σκόρδο έχει περάσει στη λαϊκή φαντασία ως το «όπλο» απέναντι στους βρυκόλακες, φαίνεται πως αποκτά τώρα και μια πιο πρακτική, καθημερινή υπόσταση: ως πιθανό συστατικό για στοματικό διάλυμα με αντιμικροβιακή δράση.

Ερευνητική ομάδα από το College of Dental Medicine του University of Sharjah εξέτασε συστηματικά την υπάρχουσα επιστημονική βιβλιογραφία σχετικά με το κατά πόσο ένα στοματικό διάλυμα με εκχύλισμα σκόρδου μπορεί να σταθεί ως εναλλακτική λύση απέναντι στη χλωρεξιδίνη, το καθιερωμένο «χρυσό πρότυπο» στην κατηγορία των αντιμικροβιακών στοματικών διαλυμάτων.

Σκόρδο για καλύτερη στοματική υγιεινή

Το συμπέρασμα της ανασκόπησης είναι μετριοπαθές αλλά σαφές: υπό προϋποθέσεις, και κυρίως σε υψηλότερες συγκεντρώσεις, το εκχύλισμα σκόρδου μπορεί να παρουσιάσει αποτελεσματικότητα συγκρίσιμη με τη χλωρεξιδίνη. Ταυτόχρονα, οι ερευνητές υπογραμμίζουν ότι απαιτούνται περισσότερες κλινικές μελέτες, με μεγαλύτερα δείγματα και μεγαλύτερη διάρκεια παρακολούθησης, ώστε να επιβεβαιωθεί η αποτελεσματικότητα και να βελτιωθεί η κλινική εφαρμογή.

Η Ιαπωνία πλησιάζει όλο και περισσότερο στο όνειρο των οδοντιάτρων: ένα φάρμακο που κάνει τα δόντια να ξαναφυτρώνουν
Τα αντιμικροβιακά στοματικά διαλύματα χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση βακτηριακών, μυκητιασικών και ιογενών παθήσεων της στοματικής κοιλότητας, είτε αυτές αφορούν τους σκληρούς ιστούς (όπως τα δόντια) είτε τους μαλακούς (όπως τα ούλα). Σε αυτό το πλαίσιο, μπορούν να αξιοποιηθούν σε περιπτώσεις ουλίτιδας, τερηδόνας, περιοδοντικών νοσημάτων αλλά και δυσοσμίας του στόματος.

Η χλωρεξιδίνη έχει κεντρική θέση σε αυτό το «οπλοστάσιο», καθώς αποτελεί κοινό συνθετικό αντιμικροβιακό παράγοντα με αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα σε διαφορετικά ιατρικά και οδοντιατρικά περιβάλλοντα. Ωστόσο, όπως σημειώνουν οι ερευνητές, η ευρεία χρήση της συνδέεται και με παρενέργειες, ενώ στη δημόσια συζήτηση για τα αντιμικροβιακά επανέρχεται σταθερά και το θέμα της μικροβιακής αντοχής, που εντείνει το ενδιαφέρον για εναλλακτικές, ιδίως φυσικής προέλευσης.

Σε αυτό ακριβώς το σημείο εμφανίζεται το σκόρδο (Allium sativum), ένα υλικό οικείο σχεδόν σε κάθε κουζίνα, που εδώ και χρόνια είναι γνωστό για τις φυσικές αντιμικροβιακές του ιδιότητες. Στο άρθρο, που δημοσιεύθηκε το φθινόπωρο στο Journal of Herbal Medicine, οι ερευνητές περιγράφουν τη λογική της μελέτης τους: να συγκρίνουν, σε κλινικές συνθήκες, την αντιμικροβιακή αποτελεσματικότητα του εκχυλίσματος σκόρδου με εκείνη της χλωρεξιδίνης, αξιολογώντας κατά πόσο μπορεί να λειτουργήσει ως «βοτανικό υποκατάστατο». Παρά το ενδιαφέρον του θέματος, η διαθέσιμη κλινική τεκμηρίωση παραμένει περιορισμένη. Από ένα αρχικό σύνολο άνω των 400 άρθρων, η ερευνητική ομάδα κατέληξε να συμπεριλάβει στην τελική ανάλυση μόλις πέντε μελέτες, κάτι που από μόνο του δείχνει τόσο τη δυσκολία όσο και την ανάγκη για πιο συστηματική έρευνα.

Τα αποτελέσματα της ανασκόπησης αναδεικνύουν μια βασική παράμετρο: η αποτελεσματικότητα του στοματικού διαλύματος με εκχύλισμα σκόρδου φαίνεται να εξαρτάται έντονα από τη συγκέντρωση και από τη διάρκεια εφαρμογής. Σε υψηλότερες συγκεντρώσεις, αρκετές από τις μελέτες έδειξαν αντιμικροβιακή δράση που προσεγγίζει εκείνη της χλωρεξιδίνης.

Όμως η εικόνα δεν είναι ενιαία. Οι ερευνητές σημειώνουν ότι η αποτελεσματικότητα παρουσίασε διακυμάνσεις, κάτι που εξηγεί και τις διαφορετικές εκβάσεις: σε ορισμένα αποτελέσματα η χλωρεξιδίνη υπερείχε, για παράδειγμα στη διατήρηση υψηλότερου pH στην πλάκα ή στο σάλιο, ενώ σε άλλες περιπτώσεις το εκχύλισμα σκόρδου φάνηκε πιο αποτελεσματικό σε συγκεκριμένες συγκεντρώσεις. Το συνολικό μήνυμα είναι ότι το σκόρδο δεν «αντικαθιστά» αυτομάτως τη χλωρεξιδίνη σε κάθε χρήση και σε κάθε σενάριο, αλλά μπορεί να αποτελέσει ρεαλιστική επιλογή σε συγκεκριμένες εφαρμογές, εφόσον βρεθεί η κατάλληλη δοσολογία και το σωστό πρωτόκολλο χρήσης.

Εξίσου σημαντικό σκέλος της ανασκόπησης είναι οι παρενέργειες και το ζήτημα της ανεκτικότητας. Οι μελέτες που συμπεριλήφθηκαν ανέφεραν ανεπιθύμητα συμπτώματα όπως αίσθημα καύσου και δυσάρεστη οσμή, στοιχεία που προφανώς επηρεάζουν την προθυμία των ασθενών να εγκαταλείψουν ένα καθιερωμένο, «ουδέτερο» προϊόν για μια πιο έντονη εναλλακτική. Παρότι οι ερευνητές επισημαίνουν ότι οι παρενέργειες του εκχυλίσματος σκόρδου τείνουν να είναι λιγότερο έντονες από εκείνες που αποδίδονται σε συνθετικές χημικές ουσίες, παραδέχονται ότι το σκόρδο μπορεί να προκαλεί μεγαλύτερη δυσφορία σε ορισμένους χρήστες.

Στον αντίποδα, η προσβασιμότητα αποτελεί ένα επιχείρημα υπέρ των σκευασμάτων σκόρδου. Η χλωρεξιδίνη και παρόμοιοι συνθετικοί παράγοντες συχνά απαιτούν συνταγογράφηση ή, έστω, εντάσσονται σε πιο ελεγχόμενα θεραπευτικά πλαίσια. Τα εκχυλίσματα σκόρδου είναι ευρύτερα διαθέσιμα, ενσωματωμένα ήδη σε αρκετά προϊόντα υγείας που κυκλοφορούν χωρίς ιατρική συνταγή. Επιπλέον, σύμφωνα με την ανασκόπηση, το στοματικό διάλυμα με εκχύλισμα σκόρδου φαίνεται να παρουσιάζει πιο παρατεταμένες υπολειμματικές δράσεις σε σχέση με τη χλωρεξιδίνη, στοιχείο που, αν επιβεβαιωθεί με ισχυρότερες κλινικές δοκιμές, θα μπορούσε να έχει πρακτική αξία στη καθημερινή χρήση.

Συνολικά, η ερευνητική ομάδα καταλήγει ότι το στοματικό διάλυμα με εκχύλισμα σκόρδου έδειξε κλινικά μετρήσιμη αντιμικροβιακή αποτελεσματικότητα, με σημαντικές μειώσεις βακτηριακών φορτίων σε σχέση με τις τιμές αναφοράς. Παρ’ όλα αυτά, η ίδια η βάση των δεδομένων είναι περιορισμένη: λίγες μελέτες, ετερογένεια στις συγκεντρώσεις, διαφορετικές διάρκειες εφαρμογής και ανάγκη για μεγαλύτερη συνέπεια στα πρωτόκολλα.

Γι’ αυτό και η τελική προτροπή των ερευνητών είναι προσεκτική: το σκόρδο δείχνει... πολλά υποσχόμενο ως πιθανή εναλλακτική σε αντισηπτικά και απολυμαντικά όπως η χλωρεξιδίνη, αλλά απαιτείται περαιτέρω κλινική τεκμηρίωση για να αποκτήσει σταθερή θέση στην πρακτική οδοντιατρική. Όσο για το πιο «κοινωνικό» ερώτημα, που κανένα εργαστηριακό αποτέλεσμα δεν μπορεί να απαντήσει πλήρως, παραμένει ανοιχτό: τι σημαίνει ένα στοματικό διάλυμα με σκόρδο για την αναπνοή – και, εν τέλει, για την ερωτική ζωή του χρήστη;


πηγή 

Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Νέα αρχαιολογικά ευρήματα από την ανατολική Αγγλία ανατρέπουν όσα γνωρίζαμε έως σήμερα για την προέλευση της ανθρώπινης ικανότητας να ανάβει και να ελέγχει τη φωτιά.

Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature, οι άνθρωποι φαίνεται πως είχαν κατακτήσει την τεχνολογία της φωτιάς ήδη πριν από 400.000 χρόνια, δηλαδή σχεδόν 350.000 χρόνια νωρίτερα απ’ ό,τι υποδήλωναν μέχρι τώρα τα αδιαμφισβήτητα αρχαιολογικά δεδομένα.

Η ανακάλυψη έγινε σε περιοχή κοντά στο χωριό Barnham, στην κομητεία Σάφολκ, όπου εντοπίστηκαν καμένη γη και λίθινα εργαλεία με ίχνη υψηλής θερμικής καταπόνησης. Μέχρι σήμερα, η παλαιότερη αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι οι άνθρωποι άναβαν οι ίδιοι φωτιά προερχόταν από τη βόρεια Γαλλία και χρονολογούνταν πριν από περίπου 50.000 χρόνια. Είναι πάντως γνωστό ότι πολύ νωρίτερα εκμεταλλεύονταν φυσικές πυρκαγιές, ήδη πριν από 1 εκατ. χρόνια.

«Οι συνέπειες αυτής της ανακάλυψης είναι τεράστιες», δήλωσε ο δρ Ρομπ Ντέιβις, παλαιολιθικός αρχαιολόγος στο British Museum και ένας εκ των επικεφαλής της έρευνας. Όπως εξηγεί, η δυνατότητα δημιουργίας και ελέγχου της φωτιάς αποτελεί ένα από τα πιο καθοριστικά ορόσημα στην ανθρώπινη εξέλιξη, με πρακτικά και κοινωνικά οφέλη που επηρέασαν καθοριστικά την πορεία του είδους.

Οι άνθρωποι που άναψαν τις πρώιμες εστίες φωτιάς δεν ήταν Homo sapiens

Οι άνθρωποι που άναψαν αυτές τις πρώιμες εστίες δεν ήταν, ωστόσο, Homo sapiens. Το ανθρώπινο είδος μας δεν εγκαταστάθηκε εκτός Αφρικής σε μόνιμη βάση πριν από περίπου 100.000 χρόνια. Οι κάτοικοι της περιοχής στη Σάφολκ εκτιμάται ότι ήταν πρώιμοι Νεάντερταλ, με βάση απολιθώματα παρόμοιας ηλικίας που έχουν βρεθεί στο Σουάνσκομπ της Αγγλίας και στην Αταπουέρκα της Ισπανίας, τα οποία φέρουν πρώιμο DNA Νεάντερταλ.

«Πρόκειται δηλαδή για απόδειξη ότι οι πρώιμοι Νεάντερταλ άναβαν φωτιά στη Βρετανία πριν από 400.000 χρόνια», εξηγεί ο καθηγητής Κρις Στρίνγκερ από το Natural History Museum, μέλος της ερευνητικής ομάδας.

Η τόσο πρώιμη χρονολόγηση της χρήσης ελεγχόμενης φωτιάς αλλάζει τα δεδομένα για τον ρόλο της στην ανθρώπινη εξέλιξη. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η φωτιά υπήρξε καθοριστικός παράγοντας για την επιβίωση σε ψυχρότερα κλίματα, την προστασία από θηρία, την παρασκευή της τροφής και τη δημιουργία σταθερών κοινωνικών δεσμών.

«Η φωτιά εξασφάλιζε θερμότητα, φως και ασφάλεια. Κυρίως όμως επέτρεψε στους ανθρώπους να επεξεργάζονται μεγαλύτερη ποικιλία τροφών και να σχηματίζουν πολυπληθέστερες κοινότητες», εξηγεί ο δρ Ντέιβις. Όπως σημειώνει, όλα αυτά συνέβαλαν ώστε να απελευθερωθεί ενέργεια για την ανάπτυξη του εγκεφάλου και πιο σύνθετων γνωσιακών λειτουργιών.

Τα νέα ευρήματα προέρχονται από έναν εγκαταλελειμμένο χώρο εξόρυξης αργίλου στο Barnham, όπου είχαν εντοπιστεί λίθινα εργαλεία ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα. Η συστηματική επανεξέταση του χώρου ξεκίνησε εκ νέου το 2013 στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος «Pathways to Ancient Britain», υπό την καθοδήγηση επιστημόνων του British Museum.

«Χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να φτάσουμε στο σημερινό συμπέρασμα», δήλωσε ο καθηγητής Νικ Άστον, επιμελητής των παλαιολιθικών συλλογών του Μουσείου. «Οι πρώτες ενδείξεις για την ύπαρξη φωτιάς άρχισαν να διαφαίνονται γύρω στο 2014, χωρίς όμως να είναι ξεκάθαρο αν επρόκειτο για εστία που άναψαν άνθρωποι ή για κατάλοιπα φυσικής πυρκαγιάς».

Πώς εξακριβώθηκε πότε άναψε η αρχαιότερη ανθρώπινη εστία φωτιάς

Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο άναβαν φωτιά στο Barnham προχώρησε αποφασιστικά με την ανεύρεση δύο μικρών θραυσμάτων πυρίτη. Πρόκειται για ορυκτό που, όταν χτυπηθεί με πυρόλιθο, παράγει σπινθήρες και είναι γνωστό ότι χρησίμευε για την παραγωγή φωτιάς μέχρι και τους ιστορικούς χρόνους.

Η παρουσία του στο συγκεκριμένο σημείο θεωρήθηκε ιδιαίτερα σημαντική, καθώς η περιοχή δεν διαθέτει φυσικά κοιτάσματα πυρίτη. Η ερευνητική ομάδα συνέκρινε τα ευρήματα με βάση δεδομένων που περιλάμβανε περισσότερα από 33.000 τοπικά δείγματα. Σε κανένα από αυτά δεν είχε εντοπιστεί πυρίτης. Το στοιχείο αυτό οδήγησε τους επιστήμονες στο συμπέρασμα ότι το υλικό είχε μεταφερθεί από μακρινές παράκτιες περιοχές και χρησιμοποιήθηκε σκόπιμα για την παραγωγή φωτιάς.

Την εικόνα συμπλήρωσαν οι γεωχημικές αναλύσεις σε γειτονικό σημείο, όπου εντοπίστηκε χώμα με έντονη ερυθρή απόχρωση. Οι μετρήσεις έδειξαν ότι είχε εκτεθεί επανειλημμένα σε θερμοκρασίες που ξεπερνούσαν τους 700 βαθμούς Κελσίου. Σε συνδυασμό με τα καμένα υπολείμματα και τα εργαλεία που είχαν αλλοιωθεί από τη θερμότητα, οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι στο σημείο υπήρχε εστία, η οποία είχε χρησιμοποιηθεί επανειλημμένα.

Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Nature. Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, τα στοιχεία προσφέρουν πλέον σαφή τεκμήρια ότι οι πρώιμοι Νεάντερταλ άναβαν και χρησιμοποιούσαν φωτιά με οργανωμένο τρόπο.

Η αρχαιολόγος Σεγολέν Βαντεβέλντ από το Πανεπιστήμιο του Κεμπέκ, η οποία δεν συμμετείχε στην έρευνα, χαρακτήρισε την ανεύρεση του πυρίτη «το στοιχείο που σφραγίζει την υπόθεση». Όπως ανέφερε, πρόκειται για την παλαιότερη μέχρι σήμερα ένδειξη ενεργητικής δημιουργίας φωτιάς από ανθρώπινο είδος. Παράλληλα, εκτίμησε ότι τα νέα δεδομένα ανοίγουν τον δρόμο για πιο προσεκτική επανεξέταση και άλλων αρχαίων θέσεων, όπου τα ίχνη φωτιάς ενδέχεται να είχαν περάσει απαρατήρητα.

Με πληροφορίες από Guardian


ΠΗΓΗ


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου


Η διαστημική εξερεύνηση φαίνεται να εισέρχεται σε μια νέα εποχή, χάρη σε ένα τεχνολογικό επίτευγμα που μέχρι πρόσφατα έμοιαζε με επιστημονική φαντασία. Η ρωσική κρατική εταιρεία Rosatom ανακοίνωσε την ανάπτυξη ενός πρωτότυπου ηλεκτρικού κινητήρα πλάσματος, ικανού να μειώσει δραματικά τη διάρκεια του ταξιδιού από τη Γη στον Άρη — από έξι έως εννέα μήνες σε μόλις 30 με 60 ημέρες. Η εξέλιξη αυτή έχει προκαλέσει διεθνή αίσθηση και θεωρείται ορόσημο για το μέλλον των διαπλανητικών αποστολών.

Ο νέος κινητήρας βασίζεται σε έναν μαγνητικό επιταχυντή πλάσματος, μηχανισμό που αξιοποιεί την ηλεκτρική ενέργεια για να επιταχύνει ιονισμένα σωματίδια σε εξαιρετικά υψηλές ταχύτητες, δημιουργώντας ώση χωρίς τη χρήση παραδοσιακών χημικών καυσίμων. Η τεχνολογία αυτή προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι των σημερινών συστημάτων πρόωσης, τα οποία περιορίζονται από την κατανάλωση καυσίμου και τη χαμηλή ενεργειακή απόδοση.

Αποδοτικότητα και ενεργειακά οφέλη

Σύμφωνα με τους επιστήμονες της Rosatom, το νέο σύστημα επιτυγχάνει ειδική ώθηση που υπερβαίνει τα 100 χιλιόμετρα ανά δευτερόλεπτο, με δέκα φορές μικρότερη κατανάλωση καυσίμου από τους συμβατικούς πυραυλοκινητήρες. Η σχεδόν πλήρης μετατροπή της ηλεκτρικής ενέργειας σε κινητική ενέργεια μειώνει δραστικά τα κόστη και αυξάνει την αποδοτικότητα των αποστολών.

Οφέλη για την ασφάλεια των αποστολών

Πέρα από την ταχύτητα, η συντόμευση του ταξιδιού προς τον Άρη έχει καθοριστική σημασία για την υγεία των αστροναυτών. Οι πολύμηνες αποστολές εκθέτουν τα πληρώματα σε υψηλά επίπεδα κοσμικής ακτινοβολίας, μειώνουν τη μυϊκή και οστική πυκνότητα και επιβαρύνουν την ψυχική αντοχή. Ένα ταξίδι διάρκειας λίγων εβδομάδων θα μπορούσε να περιορίσει αυτούς τους κινδύνους και να καταστήσει τις επανδρωμένες αποστολές πιο ρεαλιστικές και ασφαλείς.

Η Rosatom και η στροφή στη διαστημική τεχνολογία

Η Rosatom, με πολυετή εμπειρία στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας, επεκτείνει πλέον δυναμικά τη δραστηριότητά της στη διαστημική τεχνολογία. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της εταιρείας, βρίσκεται σε εξέλιξη η κατασκευή πειραματικής εγκατάστασης μεγάλης κλίμακας, εξοπλισμένης με συστήματα κενού και θερμικής διαχείρισης που προσομοιώνουν τις συνθήκες του διαστήματος, προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι πρώτες πλήρεις δοκιμές του κινητήρα.

Νέα ισορροπία στη διαστημική σκηνή

Η τεχνολογική αυτή εξέλιξη αναμένεται να επηρεάσει τον παγκόσμιο χάρτη της διαστημικής ισορροπίας. Μέχρι σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες μέσω της NASA, η Ευρώπη μέσω της ESA και η Κίνα είχαν τον πρώτο λόγο στην ανάπτυξη νέων μεθόδων πρόωσης. Με τη νέα αυτή τεχνολογία, η Ρωσία φιλοδοξεί να επανέλθει δυναμικά στο προσκήνιο, επιβεβαιώνοντας τη θέση της ανάμεσα στις κορυφαίες διαστημικές δυνάμεις.

Προοπτικές και μελλοντικές εφαρμογές

Ο κινητήρας πλάσματος ενδέχεται να αξιοποιηθεί και σε άλλες αποστολές μακράς διάρκειας, όπως η εξερεύνηση των δορυφόρων του Δία ή του Κρόνου, αλλά και σε μελλοντικά σχέδια εξόρυξης αστεροειδών, όπου απαιτείται αποδοτική και μακροχρόνια πρόωση.

Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα της Rosatom, οι πρώτες δοκιμές στο Διάστημα αναμένονται γύρω στο 2030, ενώ πειραματικές εκτοξεύσεις εντός της γήινης τροχιάς θα πραγματοποιηθούν νωρίτερα. Αν τα αποτελέσματα επιβεβαιώσουν τις προσδοκίες, η ανθρωπότητα θα διαθέτει μια τεχνολογία που μπορεί να μετατρέψει τον Άρη από μακρινό όνειρο σε προσιτό προορισμό.


Μια νέα εποχή για την ανθρώπινη παρουσία στο Διάστημα

Η επιστημονική κοινότητα υποδέχεται το νέο σύστημα με ενθουσιασμό αλλά και επιφυλακτικότητα. Παρά τη θεωρητική του αρτιότητα, μένει να αποδειχθεί αν μπορεί να αντέξει τις ακραίες συνθήκες του διαστήματος και να λειτουργήσει με σταθερότητα για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ωστόσο, το βέβαιο είναι πως η νέα αυτή προσέγγιση ανοίγει τον δρόμο για μια πραγματική επανάσταση στην ανθρώπινη παρουσία πέρα από τη Γη.

Εφόσον όλα εξελιχθούν σύμφωνα με το σχέδιο, οι πρώτες επανδρωμένες αποστολές προς τον Άρη δεν θα μετρούν πλέον μήνες ταξιδιού αλλά εβδομάδες. Η τεχνολογία πλάσματος ίσως αποτελέσει το κλειδί που θα επιτρέψει στην ανθρωπότητα να περάσει από την εποχή της παρατήρησης στην εποχή της μόνιμης παρουσίας στο Διάστημα.



πηγή: ΤΑ ΝΕΑ


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου



Απολιθωμένα δόντια 2,6 εκατομμυρίων ετών στην Αιθιοπία ίσως ανήκουν σε άγνωστο συγγενή του ανθρώπου ανακάλυψη που αν επιβεβαιωθεί θα υποχρεώσει τους ανθρωπολόγους να ανοίξουν ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της εξέλιξης του ανθρώπου.

Τα δόντια προέρχονται από ένα είδος του γένους Australopithecus, το ίδιο γένος στο οποίο ανήκει και η διάσημη «Λούσι» (A. afarensis). Ωστόσο τα νέα αυτά ευρήματα δεν φαίνεται να ανήκουν σε κανένα από τα γνωστά είδη του Αυστραλοπίθηκου σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Nature».

Στο ίδιο αρχαιολογικό σημείο, οι ερευνητές εντόπισαν και δόντια του γένους Homo στο οποίο ανήκει και ο σύγχρονος άνθρωπος (Homo sapiens). Τα δόντια αυτά μπορεί να ανήκουν στο αρχαιότερο γνωστό είδος Homo που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα είδος που δεν έχει ακόμη αναγνωριστεί και ονομαστεί.

Αυτό σημαίνει ότι δύο διαφορετικά είδη προγόνων του ανθρώπου ζούσαν ταυτόχρονα στην ίδια περιοχή πριν από 2,6 έως 2,8 εκατομμύρια χρόνια γεγονός που αναδιαμορφώνει τις γνώσεις μας για την ανθρώπινη εξέλιξη. To ένα είδος έχει άμεση σχέση με εμάς ενώ το άλλο χαρακτηρίζεται από τους ειδικούς ως «ξάδερφος» μας όπως οι μεταγενέστεροι Νεάντερταλ.
Στη φωτογραφία εικονίζονται τα δόντια από τους άγνωστους πανάρχαιους συγγενείς του ανθρώπου. πηγή φωτό. (Villmoare)


Τα απολιθώματα βρέθηκαν στον αρχαιολογικό χώρο Ledi-Geraru, στη βορειοανατολική Αιθιοπία. Η περιοχή είναι γνωστή για παλαιότερες σημαντικές ανακαλύψεις, όπως μια γνάθος ηλικίας 2,8 εκατομμυρίων ετών το αρχαιότερο γνωστό ανθρώπινο απολίθωμα αλλά και ορισμένα από τα παλαιότερα πέτρινα εργαλεία που έχουν δημιουργηθεί από πρώιμους ανθρώπους (hominins) ηλικίας 2,6 εκατομμυρίων ετών.

Οι παλαιοντολόγοι και αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι εκείνη την εποχή η περιοχή ήταν μια ανοιχτή και ξηρή σαβάνα, βασιζόμενοι σε ευρήματα από απολιθωμένα ζώα που έτρωγαν χόρτα.

Η Φράνσις Φόρεστ αρχαιολόγος από το Πανεπιστήμιο Fairfield στο Κονέκτικατ (που δεν συμμετείχε στη μελέτη) αναφέρει πώς η περιοχή παρείχε πόρους που μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα πρώιμα είδη ανθρώπων: νερό από ποτάμια, φυτά για τροφή και μεγάλα ζώα για κυνήγι.

Naftemporiki.gr



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Επιστήμονες που καταδύθηκαν σε εντυπωσιακά βάθη σε δύο ωκεάνιες τάφρους στον βορειοδυτικό Ειρηνικό ανακάλυψαν ακμάζουσες κοινότητες θαλάσσιων οργανισμών που δεν τρέφονται με οργανική ύλη όπως τα περισσότερα ζώα, αλλά αντλούν ενέργεια μετατρέποντας χημικές ενώσεις. Η μια τάφρος είναι αυτή στην οποία συνέβη ο χθεσινός σεισμός των 8,8 Ρίχτερ.

Αυτές οι κοινότητες βασισμένες στη χημειοσύνθεση αποτελούνται κυρίως από σωληνοσκώληκες και όστρακα. Εντοπίστηκαν κατά τη διάρκεια καταδύσεων με επανδρωμένο υποβρύχιο στον βυθό της Τάφρου Κουρίλων-Καμτσάτκα (που προκλήθηκε ο τρομερός σεισμός) και της Τάφρου των Αλεούτιων. Τα πλάσματα αυτά τρέφονται από ρευστά πλούσια σε υδρόθειο και μεθάνιο που αναβλύζουν από τον θαλάσσιο πυθμένα σε αυτόν τον σκοτεινό και παγωμένο κόσμο πολύ πέρα από την εμβέλεια του ηλιακού φωτός.

Αυτά τα οικοσυστήματα ανακαλύφθηκαν σε βάθη μεγαλύτερα από το ύψος του Έβερεστ, της ψηλότερης κορυφής της Γης. Το βαθύτερο εντοπίστηκε στα 9,533 μέτρα κάτω από την επιφάνεια του ωκεανού στην Τάφρο Κουρίλων-Καμτσάτκα, σχεδόν 25% βαθύτερα από οποιαδήποτε προηγούμενη καταγραφή τέτοιων ζώων.

«Αυτό που κάνει την ανακάλυψή μας επαναστατική δεν είναι μόνο το μεγαλύτερο βάθος, αλλά και η εντυπωσιακή αφθονία και ποικιλομορφία της χημειοσυνθετικής ζωής που παρατηρήσαμε», δήλωσε ο θαλάσσιος γεωχημικός Μενγκράν Ντου από το Ινστιτούτο Επιστημών και Τεχνολογιών Βυθού (IDSSE) της Κινεζικής Ακαδημίας Επιστημών μέλος της ερευνητικής ομάδας που δημοσιεύει την ανακάλυψη στην επιθεώρηση «Nature».

«Σε αντίθεση με απομονωμένες ομάδες οργανισμών, αυτή η κοινότητα ευδοκιμεί σαν μια ζωντανή όαση στην απέραντη έρημο του βυθού» πρoσέθεσε ο Ντου. Ενώ ορισμένα θαλάσσια όντα έχουν εντοπιστεί σε ακόμη μεγαλύτερα βάθη σχεδόν 11,000 μέτρα στην Τάφρο Μαριάνα αυτά σύμφωνα με τους ερευνητές δεν ήταν χημειοτροφικά.

Η ανακάλυψη

Στη νέα αυτή έρευνα, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν το βαθυσκάφος τους, που ονομάζεται Fendouzhe, για να κατέβουν στη λεγόμενη αβυσσαία ζώνη τα βαθύτερα σημεία των ωκεανών, όπου μία από τις ηπειρωτικών διαστάσεων τεκτονικές πλάκες της Γης γλιστρά κάτω από μια γειτονική της, σε μια διαδικασία που ονομάζεται υποβύθιση.

Η αβυσσαία ζώνη είναι ένα βαθύ θαλάσσιο περιβάλλον που εκτείνεται από τα 3,000 έως τα 6,000 μέτρα βάθος, χαρακτηρίζεται από αιώνιο σκοτάδι, συντριπτική πίεση και χαμηλές θερμοκρασίες που φτάνουν τους μείον τέσσερις βαθμούς Κελσίου. Αυτή η ζώνη καταλαμβάνει τη μεγαλύτερη έκταση των ωκεανών, αποτελώντας το σπίτι για εξειδικευμένα είδη οργανισμών που έχουν προσαρμοστεί σε αυτές τις ακραίες συνθήκες, όπως ψάρια με μεγάλα σαγόνια, πιθανώς τυφλά μαλακόστρακα και ψάρια, και οργανισμούς που αναπαράγονται με βραδείς ρυθμούς για εξοικονόμηση ενέργειας

«Το περιβάλλον του ωκεανού εκεί κάτω χαρακτηρίζεται από ψύχος, απόλυτο σκοτάδι και έντονη τεκτονική δραστηριότητα» δήλωσε ο γεωλόγος θαλάσσιου περιβάλλοντος Ξιάτον Πένγκ του IDSSE, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας. Σύμφωνα με τον Πένγκ αυτή η ακραία ζώνη φιλοξενεί «τις βαθύτερες και εκτενέστερες χημοσυνθετικές κοινότητες που είναι γνωστό ότι υπάρχουν στον πλανήτη μας.»

Τα νέα οικοσυστήματα που παρατηρήθηκαν κυριαρχούνται από δύο είδη οργανισμών που τρέφονται με χημικά:Σωληνόμορφοι σκώληκες (κόκκινοι, γκρι ή λευκοί) μήκους 20–30 εκατ.
Λευκά όστρακα (αχιβάδες) μήκους έως 23 εκατ.

Κάποια από αυτά τα είδη, σύμφωνα με τον θαλάσσιο γεωχημικό Μενγκράν Ντου ενδέχεται να είναι εντελώς άγνωστα μέχρι σήμερα. «Παρόλο που ζουν στο πιο σκληρό περιβάλλον, αυτοί οι οργανισμοί κατάφεραν να επιβιώσουν και να ευδοκιμήσουν» λέει ο Ντου.

Naftemporiki.gr



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου


Μετά τον εμβολιασμό κατά του COVID-19 με τα εμβόλια Pfizer ή Moderna, ο κίνδυνος ορισμένων ασθενειών μπορεί να αυξηθεί. Συγκεκριμένα, ο κίνδυνος μυοκαρδίτιδας μπορεί να αυξηθεί κατά 6,1 φορές, αναφέρει το UNN .

Η επικεφαλής λοιμωξιολόγος της Ουκρανίας, επίτιμη γιατρός, καθηγήτρια Olga Golubovska, αναφέρεται σε μια μεγάλης κλίμακας διεθνή μελέτη στην οποία συμμετείχαν 99 εκατομμύρια άνθρωποι.

Στη μελέτη, οι συγγραφείς εστίασαν στα τρία πιο συχνά χρησιμοποιούμενα εμβόλια - Pfizer/BioNTech (BNT162b2), Moderna (mRNA-1273) και Oxford/Astra Zeneca/Serum Institute of India (ChAdOx1). 
Συνολικά, κατά την περίοδο της μελέτης, χορηγήθηκαν 183.559.462 δόσεις BNT162b2, 36.178.442 δόσεις mRNA-1273 και 23.093.399 δόσεις ChAdOx1 στα συμμετέχοντα κέντρα.

Ο στόχος αυτής της μελέτης ήταν η αξιολόγηση του κινδύνου ανεπιθύμητων συμβάντων ειδικού ενδιαφέροντος (AESI) μετά τον εμβολιασμό κατά του COVID-19. 
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης: 
  • ο κίνδυνος μυοκαρδίτιδας μετά από ένεση mRNA αυξήθηκε 6,1 φορές.
  • ο κίνδυνος οξείας διάχυτης εγκεφαλομυελίτιδας μετά από ένεση mRNA αυξήθηκε 3,78 φορές.
  • ο κίνδυνος θρόμβωσης κόλπων αυξήθηκε 3,23 φορές μετά την ένεση ενός εμβολίου φορέα.
  • ο κίνδυνος του συνδρόμου Guillain-Barré αυξάνεται 2,49 φορές μετά την ένεση ενός εμβολίου φορέα.

Τα θανατηφόρα αποτελέσματα (θάνατος) από καρδιακές βλάβες είναι 9,6%. Και αυτό φαίνεται να είναι κάτι περισσότερο από τέτοιες επιπλοκές από την καρδιά κατά τη διάρκεια της ασθένειας- σχολίασε η Golubovska.

Η Golubovska υπενθύμισε ότι το εμβόλιο Astra Zeneca απαγορεύτηκε τελικά για χρήση τον Απρίλιο του περασμένου έτους. Επιπλέον, το 2021, μίλησε για επιστημονικές μελέτες που καθιερώνουν μια αιτιώδη σχέση μεταξύ του εμβολίου AstraZeneca COVID-19 και σοβαρών θρομβωτικών επιπλοκών.





Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

από τη Marina Zhang

«Ένα άτομο που βρίσκεται σε κατάσταση εγκεφαλικού θανάτου είναι νομικά νεκρό, αλλά το ερώτημα αν είναι βιολογικά ζωντανό είναι ακόμα υπό συζήτηση».

Ήταν το 1989, και ήταν ακόμα αναισθησιολόγος, θυμάται η Δρ Heidi Klessig στο βιβλίο της «The Brain Death Fallacy».

Μια μέρα, ο αναισθησιολόγος της ζήτησε να προετοιμάσει έναν δότη οργάνων σε κατάσταση εγκεφαλικού θανάτου για μια επέμβαση αφαίρεσης οργάνων.

Εξετάζοντας τον ασθενή, η Δρ Klesig διαπίστωσε με έκπληξη ότι ο άνθρωπος έμοιαζε ακριβώς με όλους τους άλλους σοβαρά άρρωστους ασθενείς και στην πραγματικότητα ήταν καλύτερος από τους περισσότερους από αυτούς.

«Ήταν ζεστός, η καρδιά του χτυπούσε και οι οθόνες του έδειχναν σταθερά ζωτικά σημάδια», γράφει η Δρ Klesig. Ωστόσο, κατά την εξέταση στο κεφάλι του ασθενούς, εξέτασε όλες τις περιπτώσεις εγκεφαλικού θανάτου και ο νευρολόγος τον χαρακτήρισε «νεκρό».


Ο αναισθησιολόγος που επέβλεπε την Δρ. Klesig τη ρώτησε τι αναισθησία θα έδινε στον δότη για την επέμβαση.

Του απάντησε ότι πρόκειται για έναν παραλυτικό παράγοντα για να μην κινηθεί ο δότης κατά τη διάρκεια της επέμβασης, καθώς και φαιντανύλη για να μετριάσει τις αντιδράσεις του σώματος στον πόνο.

Ο αναισθησιολόγος την κοίταξε και τη ρώτησε: «Θα δώσετε κάτι για να μπλοκάρετε τη συνείδηση;»

Ο Δρ Klessig έμεινε έκπληκτος. Οι αναστολείς της συνείδησης χορηγούνται στους ασθενείς για να διασφαλιστεί ότι δεν είναι ξύπνιοι και συνειδητοί κατά τη διάρκεια μιας χειρουργικής επέμβασης.

Η εκπαίδευσή της την είχε διδάξει ότι οι ασθενείς με εγκεφαλικό θάνατο δεν έπρεπε να έχουν συνείδηση· εκτός του ότι είχαν ένα βιολογικά ενεργό σώμα, δεν είχαν πλέον μυαλό.

Τον κοίταξα και σκέφτηκα: «Γιατί να το κάνω αυτό; Δεν είναι νεκρός;».

Ο θεράπων αναισθησιολόγος  την κοίταξε και τη ρώτησε: " Γιατί δεν του δίνουμε κάτι για να εμποδίσει τις αισθήσεις του, για κάθε ενδεχόμενο;" »

« Έχω ένα λάκκο στο στομάχι μου κάθε φορά που θυμάμαι το πρόσωπό του », είπε η Δρ. Klessig στους The Epoch Times . « Τον θυμάμαι να με κοιτάζει πάνω από τη μάσκα του (…). Τον θυμάμαι να με κοιτάζει πάνω από τη μάσκα του (…) Μου φάνηκε πολύ μπερδεμένο.

« Έκανα ό,τι μου είπαν και είμαι πολύ ευγνώμων ».
Η Δρ Heidi Klessig τη δεκαετία του 1990.


Ο εγκεφαλικός θάνατος είναι θάνατος?

Όταν ένα άτομο βρίσκεται σε κατάσταση εγκεφαλικού θανάτου, είναι νομικά νεκρό, αλλά τεχνικά το σώμα του είναι ακόμα ζωντανό.

Ο ορισμός του εγκεφαλικού θανάτου, επίσης γνωστός ως θάνατος με νευρολογικά κριτήρια, είναι ο εξής: ένα άτομο πέφτει σε ένα μόνιμο κώμα, χάνει τα αντανακλαστικά του εγκεφαλικού κορμού και τη συνείδησή του και δεν μπορεί να αναπνεύσει χωρίς ερεθίσματα ή υποστήριξη.

Ωστόσο, η καρδιά ενός ατόμου μπορεί να χτυπήσει, τα όργανά του μπορούν να λειτουργήσουν και μπορεί να καταπολεμήσει τις λοιμώξεις, να αναπτυχθεί και ακόμη και να φέρει ένα παιδί μακροπρόθεσμα.

Αν και το άτομο δεν παρουσιάζει κανένα σημάδι συνείδησης, ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου μπορεί να εξακολουθούν να λειτουργούν. Περίπου το 50% των ασθενών με εγκεφαλικό θάνατο διατηρούν δραστηριότητα στον υποθάλαμο που συντονίζει το ενδοκρινικό σύστημα του σώματος και ρυθμίζει τη θερμοκρασία του σώματος. Ωστόσο, όλα αυτά σταματούν εάν ο ασθενής αποσυνδεθεί από τον τεχνητό αναπνευστήρα.

Αυτός είναι ο λόγος που οι γιατροί διαφωνούν έντονα για το αν ο εγκεφαλικός θάνατος είναι συνώνυμος με τον θάνατο.

Ο Δρ Τζέιμς Μπερνάτ, νευρολόγος και ομότιμος καθηγητής στην Ιατρική Σχολή Dartmouth Geisel, είπε στους The Epoch Times ότι οι εγκεφαλικά νεκροί πεθαίνουν επειδή το σώμα τους « δεν λειτουργεί πλέον ως πλήρης οργανισμός » . Χωρίς την τεχνολογία για την ανάπτυξη αυτών των μηχανών που διατηρούν τη ζωή, αυτοί οι άνθρωποι θα είχαν πεθάνει, πρόσθεσε.

Ο Δρ Joseph Eble, ένας ακτινολόγος, και ο Dr. Doyen Nguyen, ένας πρώην αιματοπαθολόγος του πανεπιστημίου, έγραψαν σε ένα άρθρο ότι τα μηχανήματα μπορούν μόνο να διατηρήσουν τη ζωή, όχι να τη δημιουργήσουν, όπως ένας νεκρός που δεν μπορεί να αναπνεύσει όταν συνδέεται με έναν αναπνευστήρα.

Ένα άλλο θέμα σχετικά με τον εγκεφαλικό θάνατο είναι αν ένας ασθενής μπορεί ακόμα να αισθανθεί οτιδήποτε.

Οι Ευρωπαίοι αναισθησιολόγοι συζητούν επί του παρόντος εάν οι δότες οργάνων με εγκεφαλικά νεκρούς θα πρέπει να λαμβάνουν αναστολείς της συνείδησης κατά τη συλλογή οργάνων.

Κάποιοι υποστηρίζουν ότι πρέπει να το κάνουν αυτό σε περίπτωση που οι ασθενείς αισθανθούν πόνο. Άλλοι διαφωνούν. Παραδόξως, η θέση των αναισθησιολόγων « δεν βασίζεται στον ισχυρισμό ότι οι ασθενείς ήταν ανίκανοι να βιώσουν πόνο », αλλά μάλλον στους φόβους ότι το κοινό μπορεί να έχει αμφιβολίες για τη διάγνωση του εγκεφαλικού θανάτου, έγραψαν οι βιοηθικοί Robert Truog και Franklin Miller έχει διδακτορικό στη φιλοσοφία) στο βιβλίο τους 
«Death, Dying, and Organ Transplantation».

Ο Δρ Ronald Dworkin, ερευνητής και αναισθησιολόγος, έγραψε σε ένα άρθρο σχετικά με τη συλλογή οργάνων ότι επέλεξε να χορηγήσει αναστολείς της συνείδησης επειδή πίστευε ότι ο ασθενής του « μπορεί να είναι ακόμα κάπως ζωντανός, [sic] ό,τι κι αν σημαίνει αυτό » , είπε.

Ο κ. Miller, ο οποίος είναι επίσης καθηγητής ιατρικής δεοντολογίας στο Weill Cornell Medical College, είπε ότι η ετικέτα του εγκεφαλικού θανάτου ήταν παραπλανητική. Ο Τρούογκ, καθηγητής αναισθησιολογίας και επίτιμος διευθυντής του Κέντρου Βιοηθικής της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ, πιστεύει ότι οι εγκεφαλικά νεκροί είναι ζωντανοί, αλλά είναι απίθανο να ανακτήσουν τις αισθήσεις τους ή να αναρρώσουν.

Μερικοί ισχυρίζονται ότι οι εγκεφαλικά νεκροί ασθενείς μπορεί πράγματι να αναρρώσουν, όπως στη διάσημη περίπτωση της Jahi McMath, ενός 13χρονου κοριτσιού που κηρύχθηκε εγκεφαλικά νεκρό στις 12 Δεκεμβρίου 2013. Η μητέρα της αντιτάχθηκε στη διάγνωση του εγκεφαλικού θανάτου και κράτησε τον Jahi σε υποστήριξη ζωής για τεσσεράμισι χρόνια. Αν και η Jahi δεν μπόρεσε να μιλήσει και δεν ανέκτησε ποτέ πλήρως τις αισθήσεις της, δύο νευρολόγοι κατέθεσαν ότι τις τελευταίες μέρες της ήταν σε μια « ελάχιστη συνειδητή κατάσταση » . Νοσοκόμοι και γιατροί κατέθεσαν ότι η Jahi μετακινήθηκε για να δώσει οδηγίες. Αργότερα, ένα ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) ανίχνευσε σήματα εγκεφαλικών κυμάτων.
Το ΗΕΓ του Jahi McMath, που δηλώθηκε εγκεφαλικά νεκρό, δεν θα έπρεπε να έχει δείξει καμία δραστηριότητα. (Εικονογράφηση από τους Epoch Times)


Ένα εγκεφαλικά νεκρό άτομο δεν πρέπει να έχει δραστηριότητα ΗΕΓ.

« Η Jahi McMath είναι το τέλειο παράδειγμα ενός ατόμου που διαγνώστηκε «σωστά» ως εγκεφαλικά νεκρό και στη συνέχεια τεκμηριώθηκε ότι είχε ανακτήσει τη λειτουργία του εγκεφάλου » , είπε ο Δρ Klessig. Το κορίτσι αναμφίβολα διαγνώστηκε ως εγκεφαλικά νεκρό σύμφωνα με τις οδηγίες της εποχής της και θα διαγνωστεί ως τέτοιο σύμφωνα με τις νέες οδηγίες, πρόσθεσε.


Πώς αξιολογείται ο εγκεφαλικός θάνατος;

Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση του εγκεφαλικού θανάτου, που δημοσιεύθηκαν από την Αμερικανική Ακαδημία Νευρολογίας (AAN) το 2023, ο εγκεφαλικός θάνατος καθορίζεται από την αξιολόγηση του ασθενούς.

Πριν προχωρήσετε στην αξιολόγηση του εγκεφαλικού θανάτου, πρέπει να γίνει νευροαπεικόνιση για να διασφαλιστεί ότι υπάρχει βλάβη στον εγκέφαλο.

« Αν δείτε μια κανονική αξονική τομογραφία ή μια κανονική μαγνητική τομογραφία, τότε πρέπει να είστε πολύ, πολύ προσεκτικοί και να γνωρίζετε ότι μπορεί να καταλήξετε σε μια ψευδώς θετική κατάσταση », δήλωσε ο Δρ Παναγιώτης Βαρελάς, ένας από τους συν-συγγραφείς της μελέτης. AAN. 2010 και πρόεδρος του τμήματος νευρολογίας στο Ιατρικό Κολλέγιο Albany, όπως είπε στους The Epoch Times .

Μόλις επιβεβαιωθεί η εγκεφαλική βλάβη, δύο γιατροί πραγματοποιούν την αξιολόγηση του εγκεφαλικού θανάτου. Ο ασθενής ελέγχεται δύο φορές για ανταπόκριση σε επώδυνα ερεθίσματα και αντανακλαστικά του εγκεφαλικού στελέχους, με μεσοδιάστημα 24 ωρών μεταξύ κάθε εξέτασης.

Εάν ο ασθενής βγει θετικός δύο φορές, οι γιατροί θα κάνουν ένα τεστ άπνοιας, που θεωρείται το πιο πειστικό, για να δουν εάν το άτομο έχει χάσει τα αναπνευστικά αντανακλαστικά. Στα παιδιά, υπάρχουν δύο τεστ άπνοιας, ένα μετά από κάθε εκτίμηση εγκεφαλικού θανάτου δίπλα στο κρεβάτι.
Για να εκτιμήσουν τον εγκεφαλικό θάνατο, οι γιατροί χρησιμοποιούν ένα επώδυνο ερέθισμα, ελέγχουν τα αντανακλαστικά του εγκεφαλικού στελέχους και, στη συνέχεια, πραγματοποιούν τεστ άπνοιας εάν ο ασθενής αποτύχει και στις δύο εξετάσεις. (Εικονογράφηση από τους Epoch Times)


Κατά τη διάρκεια του τεστ άπνοιας, ο ασθενής αφαιρείται από τον αναπνευστήρα για 10 λεπτά. Ένας σωλήνας που μεταφέρει καθαρό οξυγόνο εισάγεται στους αεραγωγούς. Εάν ο ασθενής δεν αναπνέει οικειοθελώς, θεωρείται εγκεφαλικά νεκρός.


Το τεστ άπνοιας εγκυμονεί αρκετούς κινδύνους.

Για παράδειγμα, τα άτομα με αναπνευστική ανεπάρκεια μπορεί να εμφανίσουν επιπλοκές όπως σοβαρή υπόταση, υποξία και καρδιακή αρρυθμία.

Σε έναν ασθενή του οποίου ο εγκέφαλος είναι ήδη σε κίνδυνο, ένα τεστ άπνοιας μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση του ατόμου ή να προκαλέσει πρόσθετη βλάβη, λέει ο Δρ. Paul Byrne, που θεωρείται πρωτοπόρος στη νεογνολογία και συμμετέχει στη θεραπεία νεογνών που υποτίθεται ότι είναι εγκεφαλικά νεκρά. Μια χειρότερη κατάσταση μπορεί να επιδεινώσει τη διάγνωση εγκεφαλικού θανάτου σε άτομα που μπορεί πραγματικά να βρίσκονται στο δρόμο προς την ανάκαμψη.

Λανθασμένη διάγνωση θα μπορούσε επίσης να συμβεί κατά την αξιολόγηση του εγκεφαλικού θανάτου.

Ένα παράδειγμα είναι ο Zack Dunlap. Τον Νοέμβριο του 2007, είχε αυτοκινητιστικό ατύχημα και κηρύχθηκε εγκεφαλικά νεκρός στο νοσοκομείο.

Ο κ. Dunlap είπε στους The Epoch Times ότι ανέκτησε τις αισθήσεις του στο νοσοκομείο αφού κηρύχθηκε εγκεφαλικά νεκρός και ότι οι φίλοι και η οικογένειά του τον αποχαιρετούσαν.

Προσπάθησε να ουρλιάξει και να κουνηθεί, αλλά δεν έγινε τίποτα. Δεδομένου ότι ήταν δωρητής οργάνων, προγραμματίστηκε γρήγορα για τη συλλογή οργάνων.

Η οικογένεια προσευχήθηκε για τον κ. Dunlap στο νοσοκομείο. Ο ξάδερφος του κ. Dunlap, ο οποίος είναι νοσοκόμος, δεν πίστευε ότι είχε έρθει η ώρα του.

Ο ξάδερφος του έκανε συμπληρωματικές εξετάσεις. Όταν ο ξάδερφός του πίεσε κάτω από το νύχι του αντίχειρα του κ. Dunlap, ο κ. Dunlap τράβηξε το χέρι του από την άλλη πλευρά του σώματος. Αυτή η κίνηση ακύρωσε τη διάγνωση.

Μετά από μερικές ημέρες, ο κ. Dunlap άρχισε να αναπνέει μόνος του. Αφέθηκε ελεύθερος ένα μήνα αργότερα.

Ο Varelas, ο οποίος εξέτασε τις αναφορές των μέσων ενημέρωσης για τον Dunlap, δήλωσε στους Epoch Times ότι τα αποτελέσματα του Dunlap φαίνονται τόσο καλά που υποψιάζεται ότι ορισμένα στάδια μπορεί να είχαν παραλειφθεί κατά την αξιολόγηση.

Εάν οι γιατροί είχαν επαρκή εμπειρία στην αξιολόγηση του εγκεφαλικού θανάτου και ακολουθούσαν πιστά τις οδηγίες του ΑNΝ, δεν θα υπήρχαν ψευδώς θετικά αποτελέσματα, δήλωσε ο Varelas. Ενώ το νοσοκομείο του εκτελεί 50 έως 60 αξιολογήσεις εγκεφαλικού θανάτου κάθε χρόνο, τα μικρότερα κοινοτικά νοσοκομεία κάνουν πολύ λίγες. Ως αποτέλεσμα, οι γιατροί σε αυτά τα νοσοκομεία μπορεί να μην έχουν αρκετή εμπειρία, να χάνουν σημεία ή να εκτελούν αξιολογήσεις εγκεφαλικού θανάτου εκτός λειτουργίας, πρόσθεσε.


Ο Δρ Bernat διευκρινίζει ότι το τεστ που συχνά εκτελείται ανεπαρκώς είναι το τεστ άπνοιας.

Το 2010, νευρολόγοι διεξήγαγαν μια μελέτη για το AAN για να αξιολογήσουν όλες τις περιπτώσεις ανάρρωσης από εγκεφαλικό θάνατο σε ενήλικες μεταξύ 1996 και 2009. Διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε « καμία δημοσιευμένη αναφορά «θεραπείας » του εγκεφαλικού θανάτου εάν οι ασθενείς είχαν διαγνωστεί σωστά χρησιμοποιώντας ανάλυση εγκεφάλου των διαγνωστικών κριτηρίων του θανάτου εκείνη την εποχή. Η περίπτωση του κ. Ντάνλαπ δεν έχει αξιολογηθεί.

Για να περιπλέξουν περαιτέρω τα πράγματα, διάφορες καταστάσεις μπορούν να μιμηθούν τον εγκεφαλικό θάνατο. Αυτά θα πρέπει να αποκλείονται πριν ξεκινήσουν οι αξιολογήσεις εγκεφαλικού θανάτου.
Ο Zack Dunlap αναίσθητος στο νοσοκομείο.

Ο Zack Dunlap αναρρώνει στο νοσοκομείο.



Παραπλανητικοί όροι θανάτου

Οι συντάκτες των κατευθυντήριων γραμμών AAN του 2023 συμβουλεύουν ότι πριν από την αξιολόγηση του εγκεφαλικού θανάτου, θα πρέπει να εξαλειφθούν όλες οι ακόλουθες καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων:

Υποθερμία (χαμηλή θερμοκρασία σώματος)
Αυτοάνοσα νοσήματα του νευρικού συστήματος
Υπερδοσολογία φαρμάκων
Δηλητηρίαση


Η θεραπευτική υποθερμία, μια θεραπεία που μειώνει τη θερμοκρασία του σώματος, χρησιμοποιείται συνήθως σε ασθενείς που αναζωογονούνται μετά από καρδιακή ανακοπή. Οι συσκευές ψύξης χρησιμοποιούνται για να βοηθήσουν το σώμα και τον εγκέφαλο να ανακάμψουν και να θεραπεύσουν. Ωστόσο, οι υποθερμικοί ασθενείς μπορεί να χρειαστούν έως και μία εβδομάδα για να ανακτήσουν τις αισθήσεις τους.

Αυτοάνοσες ασθένειες όπως το σύνδρομο Guillain-Barré, που βλάπτουν το νευρικό σύστημα ενός ατόμου, μπορούν επίσης να στερήσουν τα αντανακλαστικά και την επίγνωσή του.

Η Δρ May Kim-Tenser, αναπληρώτρια καθηγήτρια κλινικής νευρολογίας στο Keck School of Medicine στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνια, ανέφερε μια περίπτωση το 2016 όπου ένας ασθενής με μια μορφή συνδρόμου Guillain-Barré είχε αρχικά διαγνωστεί λανθασμένα ως εγκεφαλικά νεκρός.

Ο ασθενής εισήχθη στο νοσοκομείο αφού παρουσίασε έντονα συμπτώματα. Μέσα σε λίγες μέρες, έχασε τις αισθήσεις του και δεν αντιδρούσε, έχασε τα αντανακλαστικά του εγκεφαλικού του στελέχους και χρειαζόταν έναν αναπνευστήρα για να αναπνεύσει.

Δεν έγινε τεστ άπνοιας. Αν ο ασθενής είχε δοκιμαστεί με αυτόν τον τρόπο, θα είχε αποτύχει γιατί θα ήταν πολύ αδύναμος για να αναπνεύσει, είπε η Δρ Κιμ-Τένσερ.

Στη συνέχεια, ο ασθενής μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο του Δρ. Kim-Tenser, όπου του συνταγογραφήθηκε φαρμακευτική αγωγή για αυτοάνοσα νοσήματα. Αργότερα, ανέκτησε τις αισθήσεις του και κάποιες λειτουργίες των άκρων του.

Οι υπερβολικές δόσεις οπιοειδών και κοκαΐνης μπορούν επίσης να προκαλέσουν σημάδια εγκεφαλικού θανάτου. Για παράδειγμα, μια υπερβολική δόση βακλοφένης, ενός μυοχαλαρωτικού, είναι γνωστό ότι μιμείται τον εγκεφαλικό θάνατο.

« Οι κατευθυντήριες γραμμές για τον εγκεφαλικό θάνατο μιλούν για το τι είναι οι αντιγραφείς, αλλά όχι απαραίτητα πώς να τους αποκλείσουμε. Ένας νευρολόγος θα πρέπει να είναι σε θέση να τα αποκλείσει μέσω δοκιμών », είπε η Δρ. Kim-Tenser.


Συγκρούσεις συμφερόντων

«Ο [εγκεφαλικός θάνατος] προκαλεί έντονο ενδιαφέρον από τους [οργανισμούς παροχής οργάνων], την κοινότητα των μεταμοσχεύσεων και τους ασθενείς που είναι εγγεγραμμένοι σε λίστες αναμονής οργάνων», γράφει ο Varelas σε ένα άρθρο του 2016 για τον εγκεφαλικό θάνατο.

Περίπου το 90% όλων των δωρητών οργάνων είναι εγκεφαλικά νεκροί. Πράγματι, ο ορισμός του εγκεφαλικού θανάτου επιτρέπει στους χειρουργούς να συλλέγουν υγιή όργανα χωρίς να επικαλούνται τον «κανόνα του νεκρού δότη».

Σύμφωνα με τον κανόνα του θανόντος δότη, ο οποίος αποτελεί κανόνα δεοντολογίας, οι δότες οργάνων πρέπει να δηλώνονται νεκροί πριν από τη λήψη οργάνων, και η λήψη οργάνων δεν πρέπει να οδηγεί στο θάνατο του δότη.

Τα όργανα δεν μπορούν να μεταμοσχευθούν από βιολογικά νεκρούς ανθρώπους, κάτι που συμβαίνει μετά από καρδιακή ανακοπή ενός ατόμου και δεν μπορεί να γίνει ανάνηψη.

« Όταν είστε βιολογικά νεκροί, η απώλεια οξυγόνου στα ζωτικά σας όργανα τα κάνει να αποσυντίθενται τόσο γρήγορα που δεν μπορείτε να δωρίσετε όργανα » , είπε η Δρ. Klessig.

Μόλις ένα άτομο είναι βιολογικά νεκρό, τα όργανά του
δεν μπορούν πλέον να αφαιρεθούν για δωρεά.


Τούτου λεχθέντος, ιστοί όπως ο κερατοειδής, ο χόνδρος, τα οστά και το δέρμα μπορεί να προέρχονται από νεκρούς δότες. Η δωρεά ζωντανών οργάνων μπορεί επίσης να γίνει για τη μεταμόσχευση λοβού πνεύμονα, ήπατος ή νεφρού.

Οι γιατροί που πραγματοποιούν αξιολογήσεις εγκεφαλικού θανάτου δεν πρέπει να συμμετέχουν στη διαδικασία προμήθειας οργάνων.

« Προσπαθούμε να απομακρυνθούμε από τη διαδικασία δωρεάς οργάνων », είπε ο Δρ Βαρελάς. « Στο μυαλό μου, προσπαθούμε να σώσουμε τη ζωή του ασθενούς και αυτός είναι ο στόχος γιατί ο όρκος του Ιπποκράτη είναι να μην κάνουμε κακό ».

Ωστόσο, υπάρχουν συγκρούσεις συμφερόντων. Το σαράντα εννέα τοις εκατό των συγγραφέων των κατευθυντήριων γραμμών αξιολόγησης εγκεφαλικού θανάτου του AAN του 2023 ανέφεραν σύγκρουση συμφερόντων που σχετίζονται με την προμήθεια οργάνων.

Η συνωνυμία του εγκεφαλικού θανάτου με τον θάνατο είναι θέμα αδιαφάνειας, είπε ο Μίλερ. Ωστόσο, είπε ότι δεν θα θεωρούσε τη συλλογή οργάνων ανήθικη, εφόσον ο δότης είναι καλά ενημερωμένος.

Πολλοί άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες εγγράφονται για να γίνουν δωρητές οργάνων όταν υποβάλλουν αίτηση για άδεια οδήγησης, και οι περισσότεροι από αυτούς υποθέτουν ότι τα όργανά τους θα συλλεχθούν μόνο σε περίπτωση θανάτου τους, είπε η Δρ Klessig.

«Σκέφτονται: «Αν έχω σχεδόν τελειώσει, ας πάρω τα όργανά μου ούτως ή άλλως», λέει ο Δρ Byrne.

Η πραγματικότητα είναι ότι η ιδιότητά τους ως δότες μπορεί να οδηγήσει στην απόκτηση των οργάνων τους εάν πέσουν σε «εγκεφαλικό θάνατο», καθώς τα μέλη της οικογένειάς τους δεν μπορούν να ξεπεράσουν την ιδιότητά τους ως δότες.


Άλλο ένα μυστήριο

Η έννοια του εγκεφαλικού θανάτου εμφανίστηκε πριν από μισό αιώνα, λίγα χρόνια μετά την πρώτη επιτυχημένη μεταμόσχευση οργάνων.

Η συγκομιδή οργάνων από άτομα σε κώμα ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ωστόσο, αυτό ήταν σπάνιο και δεν γινόταν υπό καμία οδηγία. Ταυτόχρονα, ο ορισμός του θανάτου άλλαξε.

Το 1959, οι Γάλλοι γιατροί Pierre Mollaret και Maurice Goulon επινόησαν τον όρο « le coma Overed » , που σημαίνει « πέρα από το κώμα » ή « μη αναστρέψιμο κώμα », ως μια κατάσταση συνώνυμη με τον θάνατο. Σταδιακά, ο εγκεφαλικός θάνατος, που ονομάζεται επίσης « θάνατος του νευρικού συστήματος », έγινε ένας νέος ορισμός και ως εκ τούτου μπορούσαν να ληφθούν όργανα από αυτούς τους ασθενείς.

Στις 3 Δεκεμβρίου 1967, ο κόσμος έμεινε έκπληκτος από την πρώτη αναφορά μιας επιτυχημένης μεταμόσχευσης ανθρώπινης καρδιάς που πραγματοποιήθηκε από τον Δρ Κρίστιαν Μπάρναρντ στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής. Η καρδιά αφαιρέθηκε από ένα θύμα τραύματος με σοβαρά τραύματα στο κεφάλι. Ο δότης δεν είχε εγκεφαλική δραστηριότητα που ανιχνεύθηκε σε σαρώσεις ΗΕΓ και δεν είχε αντανακλαστικά του εγκεφαλικού στελέχους. Ωστόσο, η καρδιά του συνέχισε να χτυπά με υποστήριξη ζωής.

Ο αποδέκτης της καρδιάς επέζησε 18 ημέρες πριν υποκύψει στην πνευμονία, αλλά η καρδιά του λειτουργούσε κανονικά μέχρι το θάνατό του. Αυτή η επιτυχία ξεκίνησε την πρακτική της μεταμόσχευσης καρδιάς.

Ένα μήνα μετά τη μνημειώδη επέμβαση του Δρ Μπάρναρντ, ο Δρ Norman Shumway πραγματοποίησε την πρώτη μεταμόσχευση ανθρώπινης καρδιάς στις Ηνωμένες Πολιτείες στο νοσοκομείο του Στάνφορντ, αφαιρώντας την καρδιά από εγκεφαλικά νεκρό δότη.

Ο επικεφαλής  που τον βοηθούσε ρώτησε: « Πιστεύετε ότι αυτό είναι πραγματικά νόμιμο;» »

« Υποθέτω ότι θα δούμε » , είπε ο Δρ. Shumway.

Τον Αύγουστο του 1968, η ad hoc επιτροπή της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ δημοσίευσε τον « Ο ορισμός του μη αναστρέψιμου κώματος » στην Εφημερίδα της Αμερικανικής Ιατρικής Ένωσης (JAMA).

Καθόρισαν το μη αναστρέψιμο κώμα ως « νέο κριτήριο θανάτου » , το οποίο έγινε ο ακρογωνιαίος λίθος του ορισμού του εγκεφαλικού θανάτου.

Παρόλα αυτά, οι επιστήμονες εξακολουθούν να μην γνωρίζουν εάν ο ορισμός ή η αξιολόγηση που προκύπτει είναι τέλειος.

Σχετικά με την ανάρρωση του κ. Ντάνλαπ, ο Δρ Βαρέλας είπε, " Χαίρομαι που αυτός ο νεαρός επέζησε ." Πιστεύει ότι οι προσευχές της οικογένειας για τον κύριο Ντάνλαπ μπορεί να συνέβαλαν στην έκβασή του.

« Υπάρχουν δυνάμεις πολύ μεγαλύτερες από τις ιατρικές μας γνώσεις – ή την έλλειψή τους » , είπε.

« Το μυστικό της ζωής, συμπεριλαμβανομένου του ορισμού της ζωής, παραμένει το βαθύτερο και πιο μυστηριώδες », είπε ο Δρ Ντγουόρκινς.

« Η φύση μπορεί να μην επιτρέψει ποτέ σε κανέναν να μάθει την ακριβή στιγμή που ο εγκεφαλικός θάνατος γίνεται πραγματικός θάνατος », πρόσθεσε.


πηγή: The Epoch Times via Marie-Claire Tellier


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου