Articles by "Αλέξανδρος"


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αλέξανδρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

OKTANA

«Θέλουν να ξεριζώσουν τον ιερό θεσμό της οικογένειας», κραυγάζουν οι εκκλησιαστικοί και οι όμοροι πολιτικοί κύκλοι, με αφορμή τον κουρνιαχτό πάνω από τους ομοφυλοφιλικούς γάμους.
(Σαν να μην αρκούσε, μια απλή επέκταση του ισχύοντος συμφώνου συμβίωσης για να εξασφαλιστεί η πλήρης ισονομία για τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια! Αλλά αυτή είναι μια διαφορετική ιστορία υποκρισίας.)
Αν δεν το ξέρετε δεσποτάδες μου, ο ιερός θεσμός της οικογένειας τορπιλίζεται με μνημονιακά πυρά εδώ και δυο συναπτές επταετίες -κι εσείς πανιερώτατοι, είστε οι ίδιοι που έχετε ορκίσει όλες τις κυβερνήσεις που εφάρμοσαν και ακάθεκτα συνεχίζουν να εφαρμόζουν τον εξανδραποδισμό του λαού μας. Μια πρόχειρη ματιά στα νούμερα του δημογραφικού μας ζητήματος, λέει τα πάντα. Σκέφτομαι ότι ενώ ο μυθολογικός ρόλος της Εκκλησίας είναι να προστατεύει το ποίμνιό της, ο ιστορικός της ρόλος ανέκαθεν υπήρξε υπονομευτικός για το έθνος. Κάπως έτσι δεν αγνοεί επιδεικτικά και το ελληνικό στοιχείο της ανατολικής Ουκρανίας, η σεπτή μας Εκκλησία;
(Γούστο όμως έχουν κι οι άλλοι, οι απέναντι, που μια ζωή φώναζαν «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια, τα τρία κακά του κόσμου» και σήμερα έρχονται να γλύψουν εκεί που κάποτε έφτυναν... Μειοψηφικό δικαίωμα να’ ναι κι ό,τι να’ ναι, συντρόφισσα...)

#Raskolnick
_________
__
Art: The Brotherhood of Dionysian Revelers



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Πρώτη φορά που απάτησα τη Φωτεινή μου, ήταν η επομένη που η μοιχεία έπαυσε να είναι ποινικό αδίκημα. Ναι, τόσο παλιός είμαι. Όχι, δεν είναι σύμπτωση. Είμαι συνταξιούχος δικαστικός. Πώς θα μπορούσα να παραβώ τον νόμο που εφάρμοζα απαρέγκλιτα κι αμείλικτα;

Από τότε δεν το παράτησα το χούι. Μα την αγαπώ πολύ τη γυναίκα μου· κορώνα στο κεφάλι μου, ποτέ δεν θα την προσέβαλλα. Πάντα στα μουλωχτά φτερούγιζα να ζουζουνίζω και να τρυγώ τα φρέσκα νυχτολούλουδα.

Ουδέποτε θα την πλήγωνα, σ' ό,τι έχω ιερό ορκίζομαι, αλλά ο Διάολος έχει πολλά ποδάρια…

Μου βγήκε η ψυχή έτσι όπως είχα τη φρεσκοξυρισμένη μουσούδα μου βουτηγμένη στα τροφαντά οπίσθια της καλλίπυγης Σβιετλάνας, μιας Ουκρανής προσφυγοπούλας.

Η πουτανίτσα, αντί για το “166”, κάλεσε τα κανάλια!

από Αλέξανδρος Raskolnick

Πενήντα ιστορίες σε εικονογραφία του Στάθη, γραμμένες με 121 λέξεις ακριβώς, κυκλοφορούν από τις εκδόσεις “Φερενίκη”


 

Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Άγνωστος Φωτογράφος

Alexandros Raskolnick

Ήτανε μεγάλα μούτρα όλοι τους. Έφηβοι ακόμα, μα πρόωρα αντρωμένοι· εύκολα καταλάβαινες ότι είχανε περάσει τα πάνδεινα προτού τακιμιάσουνε. Αλκοολισμός, ξυλοδαρμοί, ναρκωτικά, ό,τι μπορείς να φανταστείς, στον κοινωνικό τους περίγυρο θα το βρεις. Δυαλυμένες οικογένειες, χαμένες ζωές.

Σπάγανε αυτοκίνητα, αρπάζανε τσάντες αβοήθητων γυναικών, τέτοια κάνανε. Μια δόση, μασκοφορεμένοι, με κατσαβίδια στα χέρια, μπουκάρανε στο ψιλικατζίδικο του Μπάμπη· τον γδύσανε, τον κακομοίρη. Λυμαίνονταν τους δρόμους, μα μήπως ήτανε οι μόνοι; Η ανομία βασιλεύει στη γειτονιά μας, χρόνια τώρα. Σήμερα, για να σπάσουνε πλάκα, πλακώσανε πολύ άσχημα έναν γυναικωτό. Έτσι, μάλλον τυχαία, τους μπαγλαρώσανε.

“Παιδιά είναι ακόμα”, λέγανε κάποιοι αυτόπτες μάρτυρες την ώρα που τους δένανε. Το αιμόφυρτο θύμα, με την προχωρημένη αλωπεκίαση και την ξεμαλλιασμένη περούκα στο χέρι, τους καθότανε στο λαιμό.



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου


του Αλέξανδρου Raskolnick

Ξέπνοος, αισθάνθηκα το ποδάρια μου να λύνονται. Δεν μπορούσα να κρατιέμαι άλλο όρθιος. Γονατίζοντας, σε πρωταντίκρυσα· θυμάσαι; Παραδομένη στο θανατικό, είχες αρχίσει να λυγίζεις κι εσύ. Εκείνα τα πελώρια μάτια σου, αξέχαστα! Καθρέφτιζαν όλη του κόσμου την απόγνωση· μα είχα κι εγώ, θαρρώ, το ίδιο πυρετικό βλέμμα.

Κατά σμήνη πετάριζαν αυτόμολες οι ψυχές πάνω απ’ την εκατόμβη, ελεύθερα χελιδόνια στον ανοιξιάτικο ουρανό. Αξέχαστο θέαμα!

“Χωρίς τους ανθρώπους”, τιτίβιζαν αναμεταξύ τους, “θα επουλωθούν οι πληγές της μάνας Γης”. Δεν πίστευα στ’ αυτιά μου! Ήμουνα σίγουρος ότι κι εσύ, ψυχορραγώντας, καταλάβαινες τη γλώσσα τους. Απίστευτο πώς πανηγυρίζανε το ξεκλήρισμά μας!

Σε είδα που έφευγες να σμίξεις με το σμήνος, εκεί ψηλά. Μετά, τίποτα. Σκοτάδι και παγωνιά. Είμαι από εκείνους τους άτυχους, που επιβίωσαν…


Πενήντα ιστορίες σε εικονογραφία του Στάθη, γραμμένες με 121 λέξεις ακριβώς, κυκλοφορούν από τις εκδόσεις “Φερενίκη”


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

του Αλέξανδρου Raskolnick

Έξι μήνες το είχε κομμένο, αλλά εκείνη τη στιγμή ήθελε ένα τσιγάρο όσο τίποτα στον κόσμο. Δεν έπρεπε να έχει έρθει, μα η μοναξιά είναι μερικές φορές αφόρητη, έλεγε με το νου του. Η οικεία μπόχα του μπαρ, μοναστηριακή μπύρα ανακατεμένη με ταμπάκο, τον ανέβαζε.

Με την άκρη του ματιού του, παρατήρησε την ομορφούλα που τον κάρφωνε. Πάνω στο τραπέζι της ένα πακέτο από τη μάρκα που κάπνιζε παλιά. Διπλός πειρασμός. Σηκώθηκε από την θέση του, πλησιάζοντας. Καθίσανε παρέα, τελικά. Την κέρασε ακόμα ένα νεγκρόνι, που έπινε, και κάπνισε δυο-τρία απ’ τα τσιγάρα της. Φύγανε μαζί.

Ο ταξιτζής που τους πήρε, τελευταίο αγώι της βάρδιας του, ήτανε ψόφιος στην κούραση. Η σύγκρουση με το απορριμματοφόρο ήτανε σφοδρότατη, κανείς τους δε γλύτωσε…


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου


Ο Χρόνος την είχε σεβαστεί, κι έτσι καλοστεκούμενη, αλλάζοντας τους εραστές σαν τα ιδρωμένα πουκάμισα, έψαχνε ασυγκράτητη το πριγκιπόπουλο του παραμυθιού.

Πίσω από την πλάτη της, οι καλοθελητάδες τη λέγανε πουτάνα, μα δεν της καιγότανε καρφί. Αυτή, είχε δική της ρότα.

Δούλευε απογευματινή βάρδια τις προάλλες και την επομένη θα είχε ρεπό. Μέσα της, κάτι της έλεγε ότι εκείνη τη βραδιά θα συναντούσε τον άνδρα των ονείρων της. Τράβηξε ποδαράτη κατά τα γνωστά λημέρια στο παλιό λιμάνι της πόλης· δυο βήματα δρόμος ήτανε.

Ψηλός, μελαχρινός, καλοβαλμένος και άψογα ντυμένος, σηκώθηκε απ’ το τραπεζάκι του, πλησιάζοντας στη μπάρα· καθόταν εκεί κατάμονη, μ’ ένα μισοπιωμένο αγιωργίτικο μπροστά της.

Έφυγαν μαζί.

Κανείς δεν την αναζήτησε μέχρι τη μεθεπόμενη· κοντεύει πια βδομάδα, που την ψάχνουμε.




Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου



Οι τροχονόμοι κατέφθασαν πρώτοι στον τόπο του δυστυχήματος. Η παλιοβρώμα, δεν είχε δει το «Στοπ»; Ξαπλωμένος ανάσκελα στην καυτή άσφαλτο, την ακούω που ωρύεται.

Είχα βγει για τσιγάρα. Αφόρητη η ζέστη, μα χειρότερη η εξάρτηση απ’ τη νικοτίνη. Σερνόμουν· ο μεσημεριάτικος ήλιος μαστίγωνε ανελέητα.

Περνώντας τη διάβαση, δεν έλεγξα το δρόμο αριστερά, μα χρειαζότανε; Έχουνε προτεραιότητα οι πεζοί, δεν έχουνε; Το στρίγκλισμα των φρένων του αυτοκινήτου, μου έκοψε τη χολή.

Τα πόδια μου δεν τα νιώθω, ούτε μπορώ να κουνήσω τα χέρια μου. Βοήθεια! Βλέπω την πορτοκαλί φιγούρα του διασώστη με τη χειρουργική μάσκα. Τα γαλάζια μάτια του, ψύχραιμα να με κοιτάζουν. Πιέζει με το γαντοφορεμένο χέρι του την καρωτίδα μου. “Τον χάσαμε”, μουρμουρίζει.

Δεν
μπορεί να αναφέρεται σ’ εμένα, αδύνατον!


πηγή

Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου