Articles by "Εθνικά θέματα"
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εθνικά θέματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Ο Μίκης Θεοδωράκης απαντώντας σε άρθρο του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Κατρούγκαλου στα «ΝΕΑ» αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της συζήτησης που έγινε την εποχή της διακυβέρνησης Μητσοτάκη για το Σκοπιανό.

Ο κ. Κατρούγκαλος στο άρθρο του («Λύτρωση απότον Αλυτρωτισμό», «ΤΑ ΝΕΑ» 19.1.2018) αναφέρεται σε έναν «έντιμο» συμβιβασμό σχετικά με το όνομα «Μακεδονία». Θα αποδείξω ότι υπάρχουν περιπτώσεις που δεν επιδέχονται συμβιβασμούς, όπως είναι η παραχάραξη της Ιστορίας που θίγει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Δηλαδή θέματα Αρχών και Εθνικού συμφέροντος. Ιδιαίτερα όταν μπορούν να οδηγήσουν στην απώλεια μέρους της εθνικής μας ακεραιότητας.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να απαντήσω στο επιχείρημα ότι τα Σκόπια είναι μια μικρή χώρα και επομένως δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Πράγματι, είναι μικρή χώρα. Οταν όμως πίσω από τα Σκόπια κρύβεται κάποια μεγάλη διεθνής δύναμη, τότε οι ισορροπίες ανατρέπονται. Και ο νοών νοείτω...

Αλλωστε και μόνο το γεγονός ότι οι Σκοπιανοί συμπεριφέρονται απέναντί μας με έναν τόσο θρασύ και εχθρικό τρόπο, αποδεικνύει ότι γνωρίζουν ότι υποστηρίζονται από διεθνείς δυνάμεις φιλικές λόγω της γενικότερης πολιτικής τους στον χώρο των Βαλκανίων. Εξάλλου οι αναμνήσεις από την εποχή της διάλυσης της Γιουγκοσλαυίας είναι νωπές.

Το γεγονός ότι πολλές χώρες έχουν δεχθεί την ονομασία «Μακεδονία» για τα Σκόπια - Βαρδάρη, όπως είναι το πραγματικό τους όνομα, αποδεικνύει ότι γι' αυτές τις χώρες δεν έχει σημασία η αλήθεια αλλά οι διάφορες σκοπιμότητες. Οπως λ.χ. η Ρωσία και όσοι την ακολουθούν, γιατί οι Σκοπιανοί είναι Σλαύοι. Οι Τούρκοι και οι Αραβες, γιατί είναι μουσουλμάνοι. Και οι ΗΠΑ και τα κράτη του ΝΑΤΟ, γιατί έτσι εξυπηρετούνται τα σχέδιά τους στα Βαλκάνια. Στο βάθος δεν μπορεί να μη γνωρίζουν ότι γελοιοποιούνται συνυπογράφοντας την κωμικοτραγική πρωτοβουλία του Τίτο και των Σκοπιανών να βαπτισθούν από Σλαύοι Μακεδόνες - απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου παραβλέποντας το χάσμα των χιλίων ετών που χωρίζει την κάθοδό τους στα Βαλκάνια το 700 μ.Χ. από τους Ελληνες Μακεδόνες των 300 και πλέον ετών προ Χριστού. Κωμικό, γιατί κανείς δεν μπορεί να αλλάξει την Ιστορία και τραγικό για την τραυματισμένη Ελλάδα λόγω των θυσιών της στην πάλη κατά του χιτλερισμού και του εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε και που μας οδήγησε στα όρια μιας εθνικής καταστροφής.

Για τους λόγους αυτούς η Ελλάδα δεν αντέδρασε εγκαίρως όταν ο Τίτο αποφάσισε να δώσει το όνομα «Μακεδονία» σε μια επαρχία της Γιουγκοσλαυίας εντελώς αυθαίρετα, εκμεταλλευόμενος την τραγική μας θέση.

Θα αναφερθώ στο παράδειγμα της Δυτικής Γερμανίας, η οποία έμεινε ώς το τέλος ακλόνητη στην απόφασή της να μην αναγνωρίσει την Ανατολική Γερμανία τη στιγμή που δεκάδες χώρες είχαν συνάψει μαζί της διπλωματικές σχέσεις. Με ποιο επιχείρημα; Το ότι θεωρούσαν πως δεν μπορεί η αποδοχή από τους άλλους να παραχαράξει τελεσίδικα την Ιστορία, αλλά μονάχα η δική τους ψήφος. Και στο τέλος δικαιώθηκαν! Το ίδιο θα πρέπει να κάνουμε κι εμείς γνωρίζοντας ότι η παραχάραξη της Ιστορίας σε σχέση με το όνομα της Μακεδονίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ως τετελεσμένο γεγονός παρά μονάχα με τη δική μας ψήφο.

Και τώρα περνώ στις κρυμμένες αλήθειες της εποχής της διακυβέρνησης Μητσοτάκη στη δεκαετία του 1990:

Το θέμα των Σκοπίων ανέκυψε το Νοέμβριο του '91. Επειδή τα Σκόπια είχαν δραστηριοποιηθεί με το Σύνταγμα και με την προπαγάνδα την οποία έκαναν, αποφάσισε η κυβέρνηση να φέρει το θέμα στο Υπουργικό Συμβούλιο. Ο Σαμαράς ήδη ευρίσκετο στις Βρυξέλλες στο Συμβούλιο Υπουργών. Ηταν Παρασκευή αυτή η κρίσιμη συνάντηση. Ερχεται λοιπόν στην ημερήσια διάταξη το θέμα των Σκοπίων. Με εισήγηση φυσικά του προέδρου της κυβέρνησης, του κ. Μητσοτάκη.

Την προηγουμένη τον επισκέφθηκα στο γραφείο του, στου Μαξίμου, και του είπα ότι «χαίρομαι που θα συζητηθεί το πρόβλημα αυτό, γιατί είναι ένα πρόβλημα για το οποίο εσείς οι Ελληνες πολιτικοί θα πρέπει να ντρέπεστε διότι αφήσατε από το 1944 να αιωρείται το όνομα Μακεδονία, έστω και στα πλαίσια της Γιουγκοσλαυίας». Του διεμήνυσα, λοιπόν, ότι ήρθε η στιγμή της εθνικής αποκατάστασης.

«Αύριο στο Υπουργικό Συμβούλιο να θέσεις για πρώτη φορά το θέμα του ονόματος. Διότι αν δεν το θέσεις, θ' αποκαλύψω γράμματα και μπροσούρες που μιλάνε για Μεγάλη Μακεδονία». Μου λέει, «μην το συζητάς, εάν το κάνουμε θα απομονωθούμε διεθνώς».
 «Υπάρχει», πρόσθεσα, «και ένας άλλος λόγος πιο σοβαρός ακόμα. Οτι αυτή τη στιγμή που πηγαίνουμε σε εθνική διάλυση, το εθνικό κύτταρο δεν λειτουργεί. Ολα διαλύονται καθημερινά. Αυτός είναι ένας στόχος που μπορεί να συσπειρώσει σήμερα. Σ' όλη αυτή την πολιτική που ασκείται στον λαϊκισμό, ας προτάξουμε και ένα ιδανικό μπροστά, να συσπειρωθούμε όλοι μαζί».

Μου απάντησε «αυτή την ατιμία δεν πρόκειται να την κάνω ποτέ στον ελληνικό λαό. Είναι κάτι που δεν το πιστεύω. Θα μας απομονώσει. Και σε παρακαλώ πολύ, αύριο στο Υπουργικό Συμβούλιο να μην επιμείνεις. Ασε να κάνω την εισήγηση και σε παρακαλώ πολύ να μη θέσεις τέτοιο θέμα. Γιατί το θεωρώ ανώριμο και δεν προχωρεί».

Την επομένη στο Υπουργικό Συμβούλιο είδε ότι ήμουν συνοφρυωμένος και είχα αποφασίσει να μιλήσω. Είπε ότι σήμερα θα αποφασίσουμε για τις οδηγίες που θα δώσουμε στον Αντώνη Σαμαρά στις Βρυξέλλες και θα επιδιώξουμε να γίνει θέση της Κοινότητας. Ποιες είναι αυτές; 1) Ορος, ότι τα Σκόπια θα πρέπει να σταματήσουν την ανθελληνική προπαγάνδα και να απαλείψουν τα επιλήψιμα σημεία από το Σύνταγμά τους. Συμφωνείτε;». 
«Συμφωνούμε», απάντησαν οι υπουργοί. Πάει αυτό, κλείσαμε. «Μια στιγμή, κ. πρόεδρε», του λέει ο Αθανάσιος Κανελλόπουλος. «Τι συμβαίνει, Θανάση;» «Υπάρχει ένα δεύτερο σημείο που θα πρέπει να προσθέσουμε». «Ποιο είναι;». «Το θέμα της εθνικότητας». «Γιατί δεν υπάρχει μακεδονική εθνικότητα. Εδώ πρόκειται για παραμόρφωση της Ιστορίας. Συμφωνείτε;». Συμφωνούμε.

Δύο λοιπόν όροι. Ζητάω ξαφνικά τον λόγο. «Μίκη, περί τίνος πρόκειται;». «Υπάρχει ένα τρίτο σημείο, κύριε πρόεδρε». «Ποιο;». «Το όνομα Μακεδονία». «Τι εννοείς;». Και πήγε να το κλείσει. Οι υπουργοί όμως επέμεναν να μιλήσω. Αναπτύσσω λοιπόν τις απόψεις μου: Το όνομα Μακεδονία είναι το όχημα, με το οποίο περνάνε την προπαγάνδα τους. Λέγοντας ότι είναι Μακεδόνες, όλη η Μακεδονία, η Βόρειος Ελλάδα είναι υπό ελληνική κατοχή!

Δηλαδή η ουσία είναι εκεί. Εγινε μια ασχήμια πενήντα ολόκληρα χρόνια, ας κάνουν την αυτοκριτική τους εκείνοι που το δέχτηκαν, αλλά από δω και μπρος πρέπει να αρχίσουμε μια νέα ιστορία. Είμαστε υπεύθυνοι μπροστά στον ελληνικό λαό. Να τελειώσει η καπηλεία. Ενθουσιάζονται οι υπουργοί και λένε «κύριε πρόεδρε συμφωνούμε». Τι να κάνει ο Μητσοτάκης, είπε «γράψτε και Μακεδονία». Ετσι προστέθηκε το «Μακεδονία».

Βέβαια τότε δεν μπορούσα να προβλέψω την αντίδραση της διεθνούς κοινής γνώμης στο αυταπόδεικτο δίκαιό μας. Αντίθετα, ήμουν βέβαιος ότι η Ευρώπη και λόγω του ότι ήμασταν στην ΕΟΚ θα ενίσχυε το αίτημά μας. Οπως επίσης δεν μπορούσα να προβλέψω ότι ένα τόσο ευαίσθητο εθνικό θέμα θα γινόταν αντικείμενο μιας άγριας και τόσο επιζήμιας εθνικά κομματικής εκμετάλλευσης.

Μέσα σ' αυτό το κλίμα σύγχυσης και εσωκομματικών αντιπαραθέσεων κι ενώ το αίτημα για κάθαρση είχε καταλαγιάσει, υπέβαλα την παραίτησή μου από το υπουργικό αξίωμα για να παραιτηθώ στη συνέχεια και από το βουλευτικό.

Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια που σκεπάστηκε, γιατί για το πάντοτε άγρυπνο και κυρίαρχο Σύστημα της Εθνικοφροσύνης ήταν απαράδεκτο για έναν αριστερό να προβάλει και τελικά να επιβάλει την πατριωτική αντιμετώπιση αυτού του τόσο κρίσιμου εθνικού προβλήματος για το οποίο ήσαν υπεύθυνες όλες οι κυβερνήσεις από το 1944 έως σήμερα. Γιατί και σήμερα ακόμα οι κυβερνώντες ουσιαστικά σύρονται από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ σ' αυτή την αναζωπύρωση του θέματος αυτού γνωρίζοντας, όπως όλος ο κόσμος, ότι πίσω της κρύβεται η επιδίωξη να γίνουν τα Σκόπια μέλος του ΝΑΤΟ...

Και κλείνω σημειώνοντας ότι η απόφαση εκείνου του Υπουργικού Συμβουλίου υπήρξε το όχημα που οδήγησε στην απόφαση του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών στα 1992 να αρνηθεί η Ελλάδα το όνομα «Μακεδονία» στα Σκόπια.

Αθήνα, 19.1.2018
Πηγή: tanea.gr

του Σταύρου Λυγερού

Είναι από εθνικής απόψεως δραματικό ο ίδιος ο πρωθυπουργός να μην έχει συνείδηση του τι ακριβώς εθνικά διακυβεύεται στο διπλωματικό μέτωπο του Μακεδονικού. Είναι αποκαλυπτική της κυβερνητικής ελαφρότητας η εξής φράση του: «Δεν είναι παράλογο να περιέχεται ο όρος «Μακεδονία» σε μία σύνθετη ονομασία είτε με γεωγραφικό είτε με χρονικό προσδιορισμό, έναντι όλων».


Για τον Τσίπρα, λοιπόν, είναι αδιάφορο εάν ο προσδιορισμός είναι γεωγραφικός ή χρονικός. Κι όμως, εκεί βρίσκεται ένα μεγάλο μέρος της ουσίας. Ο χρονικός προσδιορισμός (Νέα Μακεδονία) παραπέμπει στην Όλη Μακεδονία κι όχι σε Μέρος της. Κατά συνέπεια, αντί να ακυρώνει στην πραγματικότητα επικυρώνει τον Μακεδονισμό των Σκοπίων, το ιδεολόγημα του «διαμελισμένου μακεδονικού έθνους». Με άλλα λόγια, ακόμα και εάν οι Σλαβομακεδόνες αφαιρέσουν τις αλυτρωτικές αναφορές από το Σύνταγμά τους, το ίδιο το όνομα του κράτους τους θα συντηρεί τον φαντασιακό αλυτρωτισμό τους.

Πολύ περισσότερο που το νέο όνομα είναι αμφίβολο εάν τελικώς θα είναι για όλες τις χρήσεις. Είναι πάντως ιδιαιτέρως θετικό ότι ο πρωθυπουργός θεωρεί ότι το όνομα που θα συμφωνηθεί πρέπει να είναι και η συνταγματική ονομασία. Διαφορετικά το «έναντι όλων» θα σημαίνει έναντι όλων των άλλων. Δηλαδή, μόνο για διεθνή χρήση. Και τότε πώς άραγε η Ελλάδα θα έπειθε τα εκατόν τόσα κράτη που έχουν αναγνωρίσει τη γειτονική χώρα σαν «Μακεδονία» να αλλάξουν τη στάση τους και να την αναγνωρίσουν με το νέο όνομα;

Η Ελλάδα θα έπρεπε να επιδοθεί σε ένα διπλωματικό μαραθώνιο διαρκείας και να σπαταλήσει πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο με αμφίβολα αποτελέσματα. Και απέναντί της θα είχε τα Σκόπια, τα οποία θα αγωνίζονταν να μην αλλάξει τίποτα. Αντί, λοιπόν, να κλείσει αυτό το μέτωπο θα οξυνόταν. Εκτός κι αν η Ελλάδα παραιτείτο και το νέο όνομα θα χρησιμοποιείτο μόνο σε διεθνείς οργανισμούς και ίσως από κάποιες λίγες χώρες που θα υιοθετούσαν το νέο όνομα στις διμερείς σχέσεις τους με τα Σκόπια.

Εμμένουμε σ’ αυτό το σημείο για δύο λόγους: Πρώτον, επειδή ο υπουργός Εξωτερικών δεν έχει μέχρι τώρα μιλήσει δημοσίως για αλλαγή της συνταγματικής ονομασίας. Δεύτερον, επειδή οι Σλαβομακεδόνες αρνούνται να αλλάξουν τη συνταγματική ονομασία. Ακόμα και στην ελάχιστα πιθανή περίπτωση που η κυβέρνηση Ζάεφ θα συμφωνούσε, η αλλαγή θα απορριπτόταν στο δημοψήφισμα, για τη διεξαγωγή του οποίου έχει δεσμευθεί, χωρίς η Αθήνα να λέει κουβέντα σχετικά.

Τέλος, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Εξωτερικών –σε αντίθεση με τον Κώστα Καραμανλή– κατά το κοινώς λεγόμενο «κάνουν την πάπια» όσον αφορά το όνομα της εθνότητας και της γλώσσας. Δεν αρκεί να λες ότι δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος. Πρέπει να τεθεί ως όρος η αλλαγή του ονόματος της εθνότητας και της γλώσσας. Διαφορετικά, διολισθαίνουν στη γνωστή λογική «επειδή φωνάζει το πόπολο, βάλτε μια σύνθετη ονομασία για να ξεμπερδεύουμε». Μόνο που εάν προχωρήσουν συνάψουν και ψηφίσουν συμφωνία μόνο για την ονομασία του κράτους, αντί να ξεμπερδεύουμε θα βρεθούμε όλοι μπερδεμένοι και μάλιστα σε πολύ πιο δυσμενή θέση από ότι σήμερα.
του ακτιβιστή

Ήμουν το '92 στο μεγάλο συλλαλητήριο για την Μακεδονία, ένας από τους 1.000.000 Έλληνες που βρέθηκαν στην Αριστοτέλους και βροντοφώναξαν για την ελληνικότητα της Μακεδονίας.
Δεν με πείραξε τότε, αν και δεν ήταν της αισθητικής μου, η προβολή και ίσως η οικειοποίηση της κινητοποίησης από τον Χριστόδουλο, δημάρχους και άλλους κυρίως προερχόμενους από την δεξιά. Κι αυτό γιατί το ζήτημα της Μακεδονίας είναι πάνω από θρησκεία και πολιτική θέση. Είναι ζήτημα ΕΘΝΙΚΟ, είναι καθοριστικό για την ενιαία και αδιαπραγμάτευτη πατρίδα μας.
Το ίδιο θα πράξω και την προσεχή Κυριακή 21 Ιανουαρίου. Θα κατεβώ στο συλλαλητήριο. Για τους ίδιους λόγους που το έκανα και τότε. Δεν θα με εμποδίσουν οι αφωνίες του υποταγμένου και ξενόδουλου στην πλειοψηφία του πολιτικού συστήματος της χώρας. Δεν ξεθώριασε καθόλου η αναγκαιότητα να περιφρουρηθεί το όνομα της Μακεδονίας. Δεν άλλαξε καθόλου το συναίσθημα, ο πατριωτισμός και το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων, όσο και αν το προσπάθησαν οι ολετήρες του καθεστώτος, προηγούμενοι και νυν.
Και δεν με απασχολούν καθόλου προβληματισμοί του τύπου γιατί οι κατά τόπου δήμαρχοι δεν βάζουν λεωφορεία για να μεταβούν οι εκτός Θεσσαλονίκης στο συλλαλητήριο. Θα πάω όπως και όλοι με την συγκοινωνία ή με δικό μου μέσο. Το χρωστάω στη χώρα μου, στην Μακεδονία μου, που με έθρεψε, με μεγάλωσε, με μόρφωσε.
Και δεν με νοιάζει αν πάρει θέση οποιοσδήποτε υποταγμένος, σε οποιαδήποτε θέση κι αν βρίσκεται. Δεν με αφορούν τα κόλια - μπόλια της Συριζέϊκης κυβέρνησης με τους Αμερικανούς για την προτεραιότητα των Σκοπιανών στο ΝΑΤΟ.  Αυτοί και οι προηγούμενοι ξεπουλήσαν στο βωμό της υποταγής τους όλη τη χώρα. Μνημόνια, εξαθλίωση, συσσίτια, υπερχρέωση των πάντων, ανεργία, νέοι - φυγάδες σε νέα μετανάστευση, συνταξιούχοι στην πείνα, εργαζόμενοι όμηροι των 500 ευρώ.
Δεν δέχομαι από κανένα Τσίπρα, Κοτζιά και Καμμένο να δοθεί προίκα το όνομα στους γείτονες άμα τη εισόδου τους στο ΝΑΤΟ.
Και αδιαφορώ ακόμα και για τις φήμες για διαφωνίες, συγκρούσεις και καπελώματα στη συντονιστική επιτροπή για το συλλαλητήριο. Δεν είναι αυτό που θα πρέπει να μας απασχολεί τώρα. Ούτε καν με ενδιαφέρει η σύνθεση της επιτροπής.

Θα ήθελα όμως να σταθώ και στους δακρυσμένους Εθνάρχες (λέγε με Κωνσταντίνο Καραμανλή) αλλά και σε όλο το πολιτικό σύσημα της δεξιάς που κυβερνούσε από τον εμφύλιο μέχρι και το '81, αλλά και στο Πασοκικό κατεστημένο που ακολούθησε. Να δούμε τι έκαναν (ή μάλλον τι δεν έκαναν) τότε που θα μπορούσαν και αντ' αυτού κάνανε και πάλι πιρουέτες στους Αμερικάνους φίλους μας.
Παραθέτω άρθρο του φίλου Σπύρου Κουζινόπουλου, που προέρχεται από το βιβλίο του με τίτλο: «Τα παρασκήνια του Μακεδονικού ζητήματος», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτης.

Η επίσκεψη Τίτο στη Θεσσαλονίκη πριν από 64 χρόνια. Πώς έθεσε θέμα «μακεδονικής μειονότητας» και ποια ήταν η στάση της ελληνικής κυβέρνησης. Το δώρο του στρατάρχη στον βασιλιά Παύλο...



Γράφει ο Σπύρος Κουζινόπουλος

Ο πρόεδρος της ενιαίας τότε Γιουγκοσλαβίας, στρατάρχης Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, είχε φτάσει στην Αθήνα στις 3 Ιουνίου 1954, κομίζοντας ως δώρο προς τον τότε βασιλιά Παύλο δύο άλογα. Κι αφού του απονεμήθηκε το χρυσό μετάλλιο της Αθήνας και επιθεώρησε τον ελληνικό πολεμικό στόλο, δύο μέρες αργότερα, στις 5 Ιουνίου 1954, επιβαίνοντας του καταδρομικού «Έλλη», έφτασε στη Θεσσαλονίκη, όπου έγινε προς τιμήν του μεγάλη στρατιωτική παρέλαση στο αεροδρόμιο του Σέδες.

Σε εκείνη την επίσημη επίσκεψη υπήρξε έντονο παρασκήνιο, καθώς η τότε πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της χώρας, στην κυριολεξία «κατάπιε» μπροστά στον γιουγκοσλάβο στρατάρχη το θέμα του Μακεδονικού ζητήματος, προκειμένου να ικανοποιήσει τις αμερικανικές αξιώσεις για σύσφιγξη των ελληνογιουγκοσλαβικών σχέσεων. 

Για να θυμηθούμε, ήταν η περίοδος που ο Τίτο, λίγα χρόνια πριν είχε έρθει σε πλήρη ρήξη με τον Στάλιν, με συνέπεια την αποπομπή της Γιουγκοσλαβίας από την Κομινφόρμ. Και οι Αμερικανοί, προσπαθώντας να ρυμουλκήσουν τον Τίτο και τη χώρα του στο άρμα τους, είχαν βάλει την Ελλάδα να εξαπολύσει «επίθεση φιλίας» προς τη γιουγκοσλαβική πλευρά, παρά το γεγονός ότι η τελευταία είχε ανεβάσει στα ύψη την προπαγάνδα κατά της χώρας μας, ανακαλύπτοντας «μακεδονική μειονότητα» στην Ελλάδα και υποστηρίζοντας την υπερεθνικιστική στάση των υποστηρικτών της σοβινιστικής ιδέας περί «Μεγάλης Μακεδονίας» 

Ενδιαφέροντα στοιχεία για το παρασκήνιο εκείνης της επίσκεψης του Τίτο στη Θεσσαλονίκη υπάρχουν στο βιβλίο του Κωνσταντίνου Κατσάνου «Βελιγράδι-Σκόπια και Θεσσαλονίκη-Αθήνα για τη Μακεδονία, Τεκμήρια και απόρρητα έγγραφα 1950-1960», το οποίο εκδόθηκε από την Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών το 2009. 

Οι εμπρηστικές αξιώσεις της Γιουγκοσλαβίας 

Η προσέγγιση της Ελλάδας με τη Γιουγκοσλαβία ξεκίνησε στις αρχές του 1950 και ολοκληρώθηκε στα τέλη του ίδιου έτους με την τοποθέτηση πρεσβευτών στο Βελιγράδι και την Αθήνα, αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων οι δύο πλευρές επιδόθηκαν σε μία διελκυστίνδα σχετικά με το Μακεδονικό Ζήτημα: Η γιουγκοσλαβική πλευρά επιχείρησε να θέσει ως προϋπόθεση για την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων την αναγνώριση της ανύπαρκτης «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα και τη χορήγηση σε αυτήν μειονοτικών δικαιωμάτων. 

Αντίθετα, η ελληνική πλευρά προσπάθησε να εκμαιεύσει δήλωση της κυβέρνησης του Βελιγραδίου ότι «δεν πρόκειται στο μέλλον να ανακινήσει το ζήτημα του καθεστώτος της μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα. Τελικά, η πλήρης αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων πραγματοποιήθηκε χωρίς οι δύο πλευρές να υπαναχωρήσουν από τις αρχικές τους θέσεις. 

Στο διάστημα που ακολούθησε την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων η ελληνική κυβέρνηση συνέχισε να προβάλλει την άποψη περί ανύπαρκτου Μακεδονικού Ζητήματος μετά τον Β΄ Παγκόσμιο και τον Εμφύλιο Πόλεμο στην Ελλάδα, θεωρώντας ότι όσοι Σλαβόφωνοι παρέμειναν εντός της ελληνικής επικράτειας είχαν ελληνική συνείδηση. Νόμος της κυβέρνησης της ΕΡΕ, στις 27-10-1959, με υπογραφές Κ. Καραμανλή, Κανελλόπουλου, Καλλία, Στράτου, Αβέρωφ, Μάρτη, Τσάτσου, Κεφαλογιάννη, ανέφερε τα Σκόπια ως «Μακεδονία» 

Η Γιουγκοσλαβία, αντιμετωπίζοντας τις έντονες επικρίσεις της Σοβιετικής Ένωσης και των υπολοίπων ανατολικοευρωπαϊκών κρατών, αλλά και σοβαρά οικονομικά προβλήματα, απέσυρε προσωρινά το μειονοτικό ζήτημα από την ατζέντα των συνομιλιών. Συνέχισε, ωστόσο, να το θεωρεί ως «ένα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα» στις διμερείς σχέσεις. 

Το «εύκρατο κλίμα» που επικράτησε στις σχέσεις Αθηνών και Βελιγραδίου από τα τέλη του 1950 και εξής είχε ως αποτέλεσμα οι διπλωματικοί και πολιτικοί κύκλοι της Γιουγκοσλαβίας να αποφεύγουν πλέον να θέτουν το ζήτημα αυτό στο πλαίσιο των διμερών σχέσεων. Το στίγμα της νέας πολιτικής εκφράστηκε μέσα από το περιεχόμενο της πρώτης συνέντευξης του γιουγκοσλάβου πρεσβευτή στην Αθήνα Ράντος Γιοβάνοβιτς στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης. Ερωτηθείς για το ζήτημα της «μακεδονικής» μειονότητας, απάντησε ότι «πρέπει να αφήσουμε στην άκρη τα ζητήματα τα οποία θα μπορούσαν να επιδεινώσουν τις σχέσεις των δύο χωρών». 

Όλα αυτά την ώρα που η γιουγκοσλαβική ηγεσία, ανέχονταν και υποδαύλιζε την αλυτρωτική προπαγάνδα που αναπτύσσονταν στα Σκόπια από τη λεγόμενη «Λαϊκή Δημοκρατία Μακεδονίας» περί «Μακεδονικού ζητήματος». Ενώ ουδέποτε παραιτήθηκε από την προσπάθειά της να κηδεμονεύσει τους σλαβόφωνους πληθυσμούς που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα μετά τα «δίσεκτα» χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου. 

Μέσα στο κλίμα αυτό, λίγο πριν φτάσει ο Τίτο στην Ελλάδα, ο Γενικός Γραμματέας της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών (ΕΜΣ), Αλέξανδρος Λέτσας, επισκέφθηκε τον υπουργό Βόρειας Ελλάδας, Ανδρέα Στράτο και ζήτησε στο επίσημο πρόγραμμα να ενταχθεί και η επίσκεψη του Στρατάρχη στην ΕΜΣ. Ο υπουργός όμως, προφανώς μετά από συνεννόηση με την κυβέρνηση της Αθήνας, απέρριψε το αίτημα με το πρόσχημα της έλλειψης χρόνου του γιουγκοσλάβου ηγέτη. Έτσι χάθηκε η ευκαιρία του συμβολισμού μιας επίσκεψης του Τίτο στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών. 

Η επίσκεψη του Τίτο στη Θεσσαλονίκη 

Όπως μετέδιδε ο τότε Γενικός Πρόξενος της Γιουγκοσλαβίας στη Θεσσαλονίκη, Πόποβιτς, ακόμη και αν υπήρχε στο πρόγραμμα ανάλογη πρόβλεψη, δεν φαίνεται ότι θα γινόταν αποδεκτή από τη γιουγκοσλαβική πλευρά, λόγω των διαστάσεων που θεωρούσε η ίδια ότι θα σηματοδοτούσε μια τέτοια ενέργεια. Κατά τον γιουγκοσλάβο διπλωμάτη, ενδεχόμενη επίσκεψη του Τίτο στην ΕΜΣ θα μπορούσε πράγματι να ερμηνευθεί ως απόδοση αναγνώρισης στο ίδρυμα και παράλληλα ως σιωπηρή έλλειψη ενδιαφέροντος από τη Γιουγκοσλαβία για το ζήτημα της μακεδονικής μειονότητας. Λίγο αργότερα, στην έκθεσή του προς το Υπουργείο Εξωτερικών για τα αποτελέσματα της επίσκεψης του Τίτο στη Θεσσαλονίκη, ο Πόποβιτς αναφερόμενος στα διάφορα επικριτικά δημοσιεύματα του τοπικού Τύπου της Θεσσαλονίκης για τη γιουγκοσλαβική πολιτική έναντι της Ελλάδας που δημοσιεύθηκαν στις αρχές Ιουνίου, τα απέδωσε σε «αλυτρωτικούς κύκλους προσκείμενους στην ΕΜΣ». 

Οι φιλοφρονήσεις της τότε ελληνικής κυβέρνησης προς τον Τίτο, οι επιθεωρήσεις του στόλου μας και οι παρελάσεις των ενόπλων μας δυνάμεων ενώπιον του, ήταν που τα κατοπινά χρόνια αποθράσυναν τόσο την γιουγκοσλαβική ηγεσία όσο και τους υπερεθνικιστικούς αλυτρωτικούς κύκλους των Σκοπίων. Την ίδια ώρα, η ελληνική πλευρά διαλαλούσε σε όλους τους τόνους «ότι δεν υφίσταται Μακεδονικό ζήτημα». Για να φτάσουμε εδώ που έφτασε το πρόβλημα με ευθύνη των μεταπολεμικών κυβερνήσεων του τόπου. 

Και κάτι τελευταίο: επειδή ήταν διαταραγμένες οι σχέσεις του Τίτο με τους σοβιετικούς και καθώς το ΚΚΕ ήταν συντεταγμένο με τη Μόσχα, οι κυβερνώντες στην Ελλάδα και τα σαϊνια των υπηρεσιών ασφαλείας, κατέληξαν δια της εις άτοπον απαγωγής στο συμπέρασμα ότι ο γιουγκοσλάβος ηγέτης κινδύνευε από τους έλληνες αριστερούς. Έτσι, μερικές ημέρες πριν από την άφιξη του Τίτο στην πόλη μας, είχαν συλληφθεί και κρατηθεί στα αστυνομικά τμήματα εκατοντάδες μέλη και στελέχη της ΕΔΑ. Κι όχι μόνο εδώ στη Θεσσαλονίκη, αλλά ακόμη στον Έβρο ή τη Φλώρινα και την Καστοριά!!

Οι θέσεις μας για τη Μακεδονία

  1. Το Μακεδονικό ζήτημα αφορά πολλά περισσότερα από το όνομα Μακεδονία
Το λεγόμενο Μακεδονικό ή Σκοπιανό ζήτημα αφορά πολλά περισσότερα από την ονομασία:
  • Αφορά την εξαπάτηση ενός ολόκληρου λαού, του ελληνικού λαού, που για δεκαετίες οι Κυβερνήσεις του τού έκρυβαν πως είχαν επιτρέψει να χρησιμοποιείται ο όρος Μακεδονία για το γειτονικό κρατίδιο. Ήδη από το 1944, όταν ακόμη ήταν ένα μικρό κομμάτι της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, υπό τον Τίτο.
  • Αφορά την εξαπάτηση ενός ολόκληρου πληθυσμού, του πληθυσμού του κρατιδίου αυτού, που οι δικοί του ηγέτες του έχτισαν μια ψεύτικη εθνική συνείδηση των δήθεν απόγονων των αρχαίων Μακεδόνων, για να ενώσουν με τον τρόπο αυτό τις τόσο διαφορετικές εθνικές ταυτότητες των ανθρώπων που ζούσαν στην περιοχή. Να συνενώσουν δηλαδή τούρκους, σέρβους, σλάβους, αλβανούς, ρομ, έλληνες, βούλγαρους, που συναπάρτιζαν τον τοπικό πληθυσμό.
  • Αφορά τα διεθνή συμφέροντα που ενεργοποιούνται στην περιοχή μας και θέλουν την Ελλάδα και τη γειτονική της χώρα χειραγωγούμενα προτεκτοράτα.
  • Αφορά τις αλυτρωτικές βλέψεις που σκόπιμα καλλιεργήθηκαν στο γειτονικό πληθυσμό και αποτυπώθηκαν στο Σύνταγμα και τη σημαία του. Βλέψεις που συνδέθηκαν με το όνομα Μακεδονία και συνδυάστηκαν με τη χρήση του άστρου της Βεργίνας και αναφορές στην «απελευθέρωση υπόδουλων αδελφών»: «θα φτάσουμε μέχρι το λιμάνι της Θεσσαλονίκης».
Η σημερινή Κυβέρνηση πουλάει το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Όπως το νερό της Θεσσαλονίκης. Όπως και το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης. Όπως και το αεροδρόμιο της Καβάλας. Όπως και τα χρυσωρυχεία της Χαλκιδικής.
Πουλάει ολόκληρη τη χώρα. Και φυσικά δεν μπορεί να προστατεύσει τη Μακεδονία.

  1. Το Μακεδονικό είναι εθνικό ζήτημα: είναι υπόθεση του λαού. Ο χειρισμός των εθνικών υποθέσεων γίνεται στο όνομα του λαού, από ανεξάρτητες κι αυτεξούσιες κυβερνήσεις και όχι από Κυβερνήσεις ελεγχόμενες και παραδομένες
Τα εθνικά ζητήματα είναι υποθέσεις του λαού. Νομιμοποιούνται να τα χειρίζονται μόνο ανεξάρτητες κι αυτεξούσιες κυβερνήσεις, που εκπροσωπούν κι υπηρετούν το λαό.
Που αντλούν δημοκρατική νομιμοποίηση από το λαό και μιλούν στο όνομά του. Που προστατεύουν το λαό και τη χώρα και συνολικά τα κεκτημένα μέσω του διεθνούς δικαίου δικαιώματα των λαών και των ανθρώπων.
Οφείλουν να τα χειρίζονται με εθνική στρατηγική, γνωστή και αποδεκτή από τους πολίτες, και όχι με τη μυστική διπλωματία των συναλλαγών πίσω από κλειστές πόρτες.
Η Κυβέρνηση ομολογεί ότι δεν έχει την εξουσία. Και μετατρέπει αυτή την θλιβερή δικαιολογία σε κεντρικό προεκλογικό αφήγημα, διεκτραγωδώντας μια μάχη που δεν έδωσε ποτέ, αφού παρέδωσε τη χώρα αμαχητί.

  1. Η σημερινή Κυβέρνηση είναι υποτελής: δεν εκπροσωπεί τον λαό, δεν δρα στο όνομά του, έχει η ίδια παραδώσει τα πάντα και παραβιάσει ολόκληρο το διεθνές δίκαιο και κεκτημένο. Δεν νομιμοποιείται να χειρίζεται εθνικά ζητήματα
Η σημερινή Κυβέρνηση είναι υποτελής.
Έχει εκχωρήσει εθνική κυριαρχία, δημοκρατία, ανεξαρτησία, συνολικά την πατρίδα μας στους δανειστές.
Χαρίζει τα στρατηγικά εργαλεία της χώρας, λιμάνια, αεροδρόμια, σιδηροδρόμους, χρυσωρυχεία, αιγιαλούς, τις δημόσιες επιχειρήσεις ύδρευσης ΕΥΔΑΠ-ΕΥΑΘ, φυσικού αερίου, τη ΔΕΗ, τους αυτοκινητοδρόμους, τουριστικές περιοχές, αρχαιολογικούς χώρους, ιστορικά κτίρια, σε εγχώριους και ξένους ολιγάρχες και σε ξένα κράτη.
Παρέδωσε το λιμάνι του Πειραιά στην Κίνα, παρέδωσε τα αεροδρόμια όλης της χώρας στη Γερμανία, παρέδωσε τραίνα και σιδηροδρόμους στην Ιταλία.
Παραιτείται καθημερινά από το διεθνές δίκαιο, το δίκαιο της θάλασσας και παραβιάζει το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όποτε της ζητηθεί. Έχει υπογράψει με την Τουρκία την εκχώρηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ανθρώπων ήδη από το Μάρτιο του 2016. Συζητά και δρα για την παράδοση των 8 εκζητουμένων στην Τουρκία, ενάντια στην προστασία του διεθνούς δικαίου.
Έχει αναγνωρίσει ένα παράνομο χρέος, που δεν οφείλουμε, και παραιτηθεί από τις Γερμανικές Οφειλές, που μας τις οφείλουν.
Παραδίδει τα σπίτια των πολιτών στις τράπεζες και τις τράπεζες στα funds.
Αυτή η Κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται να διαπραγματεύεται παίζοντας και με την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας μας, το μόνο που μέχρι στιγμής δεν έχει παραδοθεί.

  1. Η κατάλυση της δημοκρατίας είναι πάντοτε πλήγμα στην εθνική κυριαρχία
Κάθε φορά που καταλύθηκε η δημοκρατία στη χώρα, οι απώλειες για τον Ελληνισμό ήταν τραυματικές. Η Χούντα των Συνταγματαρχών της Επταετίας εξυπηρέτησε την εισβολή και κατοχή στην Κύπρο. Οι ίδιοι που κραύγαζαν δήθεν  για το έθνος ήταν οι ίδιοι που παρέδωσαν τη Βόρεια Κύπρο βορρά στην τουρκική εισβολή και κατοχή, που διαρκεί μέχρι σήμερα. Ας μην ξεχνάμε τίποτε.
Η Μνημονιακή Δικτατορία μετράει σχεδόν οκτώ χρόνια και μόνο νέες απώλειες μπορεί να εγγυηθεί για τη χώρα μας.
Αυτή η Κυβέρνηση δεν μπορεί να προστατεύσει την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, που δεν αφορά μόνο την Μακεδονία, αλλά και τη Θράκη, την Ήπειρο, τα νησιά του Αιγαίου.
Μια Κυβέρνηση που έχει εκχωρήσει την δημοκρατία, την Ελλάδα και τους έλληνες, δεν μπορεί βέβαια να προστατεύσει τη Μακεδονία. Κόμματα που κυβέρνησαν και παρέδωσαν την Ελλάδα και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα δεν δικαιούνται να παριστάνουν ότι θα προστατεύσουν την Μακεδονία.
Είτε περιληφθεί είτε δεν περιληφθεί ο όρος Μακεδονία στην ονομασία, είναι βέβαιο ότι αυτή η Κυβέρνηση, και κάθε μνημονιακή Κυβέρνηση, θα εκχωρήσει και άλλα ανεκχώρητα κυριαρχικά δικαιώματα.
Και για αυτό δεν νομιμοποιείται να διαπραγματευθεί.

  1. Δεν αποτελεί προτεραιότητα η ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ. Η εξωτερική πολιτική συνολικά ασκείται με τρόπο επικίνδυνο και επιζήμιο για τη χώρα, την εδαφική μας ακεραιότητα, το διεθνές δίκαιο και το κράτος δικαίου.
Η ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ, που ήδη έχει, με τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, αναπτύξει δυνάμεις στο Αιγαίο και επαναστρατιωτικοποιήσει την περιοχή μας, δεν μπορεί υπό καμμία έννοια να αποτελέσει προτεραιότητα της Εξωτερικής μας Πολιτικής, που ούτως ή άλλως ασκείται με τρόπο επικίνδυνο, τρόπο ασυνάρτητο και θερμοκέφαλο, από πρόσωπα που δεν παρέχουν καμμία εγγύηση προστασίας των δικαιωμάτων και της χώρας μας όπως οι κκ.  Παυλόπουλος, Τσίπρας, Κοτζιάς, Καμμένος. Από την πώληση όπλων στη Σαουδική Αραβία, στο ξέπλυμα του Κράτους Εγκληματία-Ισραήλ και την εγκατάλειψη του Παλαιστινιακού λαού, στις συμφωνίες εξοπλισμών με τον Τράμπ, στην παραβίαση του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για την παράδοση των 8 τούρκων εκζητουμένων στον Ερντογάν.

  1. Η θέση μας: Η υποτελής Κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται και δεν πρέπει να διαπραγματευτεί για τη Μακεδονία. Καμμία νέα παραχώρηση κυριαρχίας. Καμμία παραχώρηση της πατρίδας μας.
Στη διαπραγμάτευση υπάρχουν πράγματα στα οποία κάθε πλευρά μπορεί να υποχωρήσει, με σκοπό μια καλύτερη λύση.
Υπάρχουν όμως κι εκείνα στα οποία δεν επιτρέπονται υποχωρήσεις, τα αδιαπραγμάτευτα.
Εμείς δεν εκχωρήσαμε ούτε τη δημοκρατία ούτε την ελευθερία μας.
Και δεν εκχωρούμε σπιθαμή από το έδαφος και την κυριαρχία μας.
Δεν εκχωρούμε πόντο από τα σύνορά μας, σταγόνα από τα χωρικά μας ύδατα
Δεν εκχωρούμε ούτε τη δράση μας υπέρ της Ειρήνης ούτε θα ενδώσουμε στην καλλιεργούμενη εχθρότητα με τον γειτονικό λαό.
Γνωρίζουμε το διεθνές δίκαιο και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που έχει κάθε κράτος και κάθε λαός. Γνωρίζουμε και το αφόρητο αίσθημα αδικίας και υποτέλειας του λαού μας, που βλέπει να παραδίδονται τα κομμάτια της πατρίδας μας.
Η θέση μας είναι Κρυστάλλινη:
Καμμία διαπραγμάτευση του Μακεδονικού ή Σκοπιανού ζητήματος ή του ονόματος μέχρι την αποκατάσταση της δημοκρατίας και της κυριαρχίας στη χώρα.
Καμμία διαπραγμάτευση στο όνομα του Ελληνικού λαού από την υποτελή Κυβέρνηση.
Όταν η χώρα είναι σε στιγμή αδυναμίας η πίεση για διαπραγμάτευση είναι πίεση για την εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας
Καμμία διαπραγμάτευση και καμμία παραχώρηση για τη χρήση του ονόματος Μακεδονία
Καμμία άλλη παραχώρηση κυριαρχίας.
Ανάπτυξη διαλόγου και σχέσεων με το γειτονικό λαό για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, τον τερματισμό της παραχάραξης της ιστορίας και την πραγματική προστασία της λαϊκής κυριαρχίας αλλά και του δικαιώματος αυτοδιάθεσης των λαών στη βάση του σεβασμού των άλλων λαών και των συνόρων.
Οι γείτονές μας δεν είναι εχθροί μας. Δεν θα παίξουμε το παιχνίδι των εθνικισμών και των εξοπλισμών. Διάλογος στην κατεύθυνση του τερματισμού της ξένης στρατιωτικής παρουσίας στη χώρα μας και στις γείτονες χώρες, του τερματισμού των διευκολύνσεων στρατιωτικών δυνάμεων που επιδίδονται σε πράξεις επιθετικού πολέμου κι εγκλημάτων και στην κατεύθυνση της παγκόσμιας Ειρήνης και του αφοπλισμού. Με πλήρη συνείδηση ότι η παγκόσμια βιομηχανία όπλων είναι μηχανισμός παράνομης υπερχρέωσης των κρατών και εξαγοράς αξιωματούχων μέσω μιζών, όπως περίτρανα αποδείχθηκε για την Ελλάδα.
Θέλουμε αυτεξούσια, ανεξάρτητη χώρα.
Θέλουμε χειραφετημένη κι ελεύθερη την Ελλάδα.
Για αυτό θα παλέψουμε και για κανέναν διεθνοπολιτικό ή οικονομικό πάτρονα ή προστάτη.
Πατρίδα μας είναι η χώρα μας, ο λαός μας, η δημοκρατία, τα δικαιώματα, η ιστορία κι ο πολιτισμός μας.
Πατρίδα μας είναι η ελευθερία μας.
Η Ελευθερία μας βρίσκεται στην ανεξαρτησία μας.
Καμμία άλλη παραχώρηση της πατρίδας μας.

Photo: Gemma Ward by Mert Alas and Marcus Piggot 

του Αλέξανδρου Raskolnick

Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι είναι ασύλληπτη η φαιδρότητα των πατριδοκάπηλων, από την άλλη μεριά των συνόρων μας, που αυτοαποκαλούνται απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όταν τη Μακεδονία του Φιλίππου, τη χωρίζουν 10 αιώνες, πάνω-κάτω, από την κάθοδο των σλαβικών φίλων στη Βαλκανική.

Σ’ αυτή τη βάση, μπορεί κανείς ν αντιληφθεί το σκεπτικό των συνελλήνων και την αγανάκτησή τους που τους κάνει να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους για την ελληνικότητα της Μακεδονίας — ή τουλάχιστον κάποιων απ’ αυτούς.

Διότι κάποιοι άλλοι από εκείνους που αυτές τις μέρες καλούν τον κόσμο να βγει στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί, ίσως οι περισσότεροι, είναι φυσικοί και πολιτικοί απόγονοι των γραικύλων και των δοσίλογων που κυβερνώντας τη μετεμφυλιακή Ελλάδα, με τη δουλική και επονείδιστη σιωπή τους, επέτρεψαν στον στρατάρχη Τίτο να δημιουργήσει, και στο βάθος του χρόνου να «τεκμηριώσει», την εθνική υπόσταση της γειτονικής, πρώην γιουγκοσλαβικής δημοκρατίας της Μακεδονίας. Εκείνους τους άθλιους που μας κυβερνούσαν εκείνα τα χρόνια, τους ονομάσαμε, μάλιστα, «εθνάρχες» και «γέρους της Δημοκρατίας», τρομάρα μας!


Θυμήθηκα αυτές τις μέρες, και διηγούμουν σ’ ένα φίλο τις προάλλες, μιαν προσωπική εμπειρία που με σημάδεψε: το 1991, στο φόρτε της ιστορίας του νεομακεδονικού ζητήματος, έτυχε να βρίσκομαι στην Ολλανδία ως μεταπτυχιακός φοιτητής. Τότε που πολλοί από εσάς στην Ελλάδα θα κάνατε ασφαλώς μποϊκοτάζ στα ολλανδικά προϊόντα, διαμαρτυρόμενοι για τη στάση της Ολλανδίας στο ζήτημα, έδινα κι εγώ τη μάχη μου εκεί –και μάλιστα, όχι χωρίς κόστος, που πάντως ούτε είναι της παρούσης να καταθέσω ούτε ενδιαφέρει κανέναν.

Το Χρόνινγκεν, η πόλη που βρισκόμουν στην Ολλανδία, ήταν ένα φοιτητικός πύργος της Βαβέλ, με τις ευλογίες του Εράσμου –του προγράμματος κινητικότητας των φοιτητών. Έτυχε τότε να γνωρίσω και μερικά εξαιρετικά παιδιά από τη FYROM, με τα οποία γίναμε φίλοι εν μέσω έντονων συζητήσεων και πυρακτωμένων αντιπαραθέσεων που πολλά λίτρα από μοναστηριακές μπύρες φούντωναν ακόμα περισσότερο. Αυτοί οι φίλοι μου, ήταν που κάποια στιγμή μου υπέδειξαν να πάω στην πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη της πόλης, στο τμήμα φιλολογίας και να ρίξω μια ματιά. Έτσι κι έκανα και προς μεγάλη μου, ομολογώ, έκπληξη, ανακάλυψα πολλά μέτρα ραφιών, γεμάτα με βιβλία σχετικά με τη “μακεδονική” γραμματεία. Ο Τίτο, βλέπετε είχε κάνει πολύ συστηματική και σοβαρή δουλειά!

Τότε κατάλαβα ότι το παιχνίδι ήταν χαμένο κι ήλπισα ότι, εναλλακτικά, η Ελλάδα, που εκείνη την εποχή φάνταζε ως η ηγέτιδα δύναμη των Βαλκανίων, απλώς θα έλυνε το θέμα με την οικονομική εισβολή και την de facto κατάκτηση της γειτονικής Σλαβικής Μακεδονίας.

Λάθος είχα κάνει! Οι ντόπιοι πατριδοκάπηλοι, αντί να διορθώσουν αυτό, τουλάχιστον, το λάθος των δοσίλογων προγόνων τους, προτίμησαν να παίξουν το χαρτί του σκληρού πατριωτισμού. Βλέπετε, το εμπάργκο που ακολούθησε κατά της γειτονικής χώρας, γέννησε ευκαιρίες για λαθρεμπόριο κι εύκολο πλουτισμό. Έφαγαν κι από κει μέχρι σκασμού! Κι ύστερα, αφού χόρτασαν, οι αχόρταγοι, έπεσαν σε χειμερία νάρκη επί δυόμισι σχεδόν δεκαετίες, για να χωνέψουν. Ξυπνούν ξανά σήμερα για ν’ αρχίσουν πάλι τους πατριωτικούς παιάνες, οι αγύρτες…

Αλλά ας μην ξεχάσουμε να πούμε δυο λόγια και γι’ αυτά τα θρασίμια που μας κυβερνούν σήμερα, αυτούς τους αγάνωτους τενεκέδες που αυτοαποκαλούνται αριστεροί και που για κακή μας τύχη, ετούτη την εποχή, διαχειρίζονται τις ζωές μας. Αυτά τα βδελυρά υποκείμενα, που παρέλαβαν την Ελλάδα στο ναδίρ, όπως την κατάντησαν οι προηγούμενοι ολετήρες, για να ρίξουν την πατρίδα μας ακόμα πιο χαμηλά κι από το ναδίρ, αν είναι δυνατόν να υπάρχει τέτοιο σημείο -να που από τα πράγματα δείχνουν ότι υπάρχει!

Διότι όταν βρίσκεσαι ταπεινωμένος και καταφρονεμένος, καταγέλαστο ράκος της διεθνούς κοινότητας και ανομολόγητα πτωχός, δεν ανοίγεις εκουσίως τέτοιες συζητήσεις. Όταν πράττεις κατ’ αυτόν τον τρόπο, τότε παίρνεις τη θέση σου στην ιστορία, δίπλα στους δοσίλογους των περασμένων γενεών κι ακόμα χαμηλότερα: στο κάτω-κάτω της γραφής, τουλάχιστον ο Τσολάκογλου είχε πραγματικά πολεμήσει, πριν γονατίσει για να γλύψει τη γερμανική μπότα.



του Σταύρου Λυγερού

Όλα δείχνουν ότι το όνομα “Νέα Μακεδονία”, στη σλαβική εκδοχή του (Νόβα Ματσεντόνια) όχι μόνο είναι στο τραπέζι, αλλά και θεωρείται φαβορί. Δεν πρόκειται για τυχαία εξέλιξη. Συγκεντρώνει ισχυρή προτίμηση από διεθνείς παράγοντες, επειδή από την αρχή τους προσανατόλισε εκεί η ελληνική πλευρά. Σε μία προσπάθεια να διασκεδάσει τις ελληνικές καταγγελίες ότι τα Σκόπια σφετερίζονται την ιστορική κληρονομιά του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Δύση προσανατολίσθηκε στο όνομα “Νέα Μακεδονία” για να την αντιδιαστείλει με την αρχαία! Αυτό ήταν το κίνητρο και του Πινέιρο και του Βανς και τώρα του Νίμιτς.

Η ειρωνεία είναι ότι το όνομα “Νέα Μακεδονία” δεν ακυρώνει ούτε το σφετερισμό της ιστορικής κληρονομιάς. Σημειολογικά, ο προσδιορισμός “νέα” υποδηλώνει μετεξέλιξη ή αναγέννηση. Υποδηλώνει την ύπαρξη και όχι την απουσία δεσμού. Τη Νέα Υόρκη, τη Νέα Ζηλανδία και τη Νέα Ιωνία τις έφτιαξαν μετανάστες ή πρόσφυγες από τη βρετανική Υόρκη, την ολλανδική Ζηλανδία και τη μικρασιατική Ιωνία.

Το μεγαλύτερο μειονέκτημα του ονόματος “Νέα Μακεδονία” είναι ότι αναφέρεται στην όλη Μακεδονία και όχι σε τμήμα της. Ως εκ τούτου, επικυρώνει, αντί να ακυρώνει το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού, την προσπάθεια του Μέρους (Σλαβομακεδόνες) να σφετερισθεί το Όλον (Μακεδονία). Το “Νέα Μακεδονία” ουσιαστικά θα νομιμοποιήσει όχι μόνο το σφετερισμό της ιστορικής κληρονομιάς, αλλά και τις βλέψεις των Σλαβομακεδόνων επί της ελληνικής Μακεδονίας.

Για να δικαιολογήσει τη θέση της υπέρ του ονόματος “Νέα Μακεδονία”, η Μπακογιάννη είχε παλαιότερα επικαλεστεί το παράδειγμα του Μεξικού και της πολιτείας των ΗΠΑ Νέο Μεξικό. Ο παραλληλισμός είναι άτοπος. Το Νέο Μεξικό ήταν επαρχία του Μεξικού πριν αποσπασθεί απ’ αυτό και ενσωματωθεί στις ΗΠΑ. Το διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος είναι το Μεξικό κι όχι το Νέο Μεξικό, ενώ στην περίπτωσή μας το διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος θα είναι η “Νέα Μακεδονία”.

Η πρώην υπουργός Εξωτερικών προωθούσε το “Νέα Μακεδονία” και ταυτοχρόνως μιλούσε για σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό. Πώς έλυσε την αντίφαση; Είχε ισχυρισθεί ότι το “Νέα” είναι γεωγραφικός προσδιορισμός! Είναι αξιοσημείωτο ότι την ταχυδακτυλουργική μετατροπή του χρονικού προσδιορισμού σε γεωγραφικό είχε υποστηρίξει και ο Πάγκαλος.

Το γεγονός ότι το “Νέα Μακεδονία” επικυρώνει το ιδεολόγημα του “Μακεδονισμού” δεν θα εμποδίσει τα Σκόπια να προσπαθήσουν να το πουλήσουν σαν μεγάλη υποχώρηση. Σύμφωνα με τη δική τους εθνική μυθολογία, το “νέο μακεδονικό έθνος” προέκυψε από την επιμιξία των αρχαίων Μακεδόνων με τα σλαβικά φύλα που εγκαταστάθηκαν τον 7οαιώνα στην περιοχή. Δεν είναι τυχαίο ότι η για δεκαετίες καθεστωτική εφημερίδα των Σκοπίων ονομάζεται “Νέα Μακεδονία” (στα σλαβομακεδονικά Νόβα Ματσεντόνια).

Με επιπολαιότητα που σκοτώνει, η Αθήνα εμφανίζεται έτοιμη να αποδεχθεί το «Νέα Μακεδονία». Εάν το πράξει, ουσιαστικά θα έχει εμμέσως νομιμοποιήσει όχι μόνο τον σφετερισμό της ιστορικής κληρονομιάς, αλλά και το φαντασιακό επεκτατισμό των Σλαβομακεδόνων επί της ελληνικής Μακεδονίας. Όσο κι αν οι γείτονες δεν έχουν την ισχύ να απειλήσουν την Ελλάδα, το επεκτατικό τους ιδεολόγημα είναι αρκετό για να δηλητηριάζει τις διμερείς σχέσεις και να λειτουργεί αποσταθεροποιητικά στη Βαλκανική.


του Βενιαμίν Καρακωστάνογλου

Όπως και στα υπόλοιπα μεγάλα εθνικά μας ζητήματα (Κυπριακό, Αιγαίο, Θράκη), έτσι και στο Μακεδονικό, επικρατούν καθιερωμένα στερεότυπα, τα οποία, φοβάμαι, ότι ούτε στην ρεαλιστική αποτύπωση και κατανόηση της κατάστασης βοηθούν, ούτε την προώθηση ευνοϊκών λύσεων διευκολύνουν. Εφησυχάζουμε, λοιπόν, με ψευδαισθήσεις που καλλιεργούνται, ενώ τα ζητήματα έχουν αποτελματωθεί επί δεκαετίες.

Ο παράγων του χρόνου, βέβαια, από μόνος του συμβάλλει γενικά στην επίλυση (άμβλυνση) ζητημάτων. Αυτό, όμως, συμβαίνει μόνο όταν η πάροδος του χρόνου συνοδεύεται από δράσεις και ενέργειες, ή από γεγονότα που σταδιακά μεταβάλλουν τις παραμέτρους των προβλημάτων και τον συσχετισμό δυνάμεων. Ή που οδηγούν στην κόπωση και εξασθένιση της μιας από τις αντιμαχόμενες πλευρές.

1ο στερεότυπο: Το Μακεδονικό είναι ήσσονος σημασίας

Το Μακεδονικό, δηλαδή η υποκλοπή της μακεδονικής κληρονομιάς μας σε εθνικό ιστορικό, πολιτιστικό και γλωσσικό επίπεδο, είναι ένα ήπιο πρόβλημα, μικρής σημασίας, αν συγκριθεί με τις απειλές που προκαλεί η Τουρκία στην εθνική κυριαρχία και ακεραιότητά μας.Πρόκειται για λανθασμένη θεώρηση του ζητήματος για τους εξής λόγους.

Η Ελλάδα, χώρα μικρή, βασίζεται στο τεράστιο ιστορικό της κεφάλαιο για την διεθνή παρουσία και προβολή της. Η σταδιακή αφαίρεση τμημάτων αυτού του ένδοξου παρελθόντος (π.χ. κλασσική και ελληνιστική Μακεδονία, η αμφισβήτηση της ελληνικότητας της ιστορίας του μικρασιατικού και θρακικού Ελληνισμού), θα αποδυναμώσει το κυριότερο εθνικό μας πλεονέκτημα.

Η έκταση του τουρκικού κινδύνου δεν επιτρέπει απειλές και στα βόρεια σύνορά μας. Μολονότι τα Σκόπια δεν μπορούν να μας απειλήσουν στρατιωτικά, η παγίωση στο λαό τους της πεποίθησης περί χαμένης ή διαμελισμένης πατρίδας (τους Μακεδονίτες του Αιγαίου) μπορεί να προκαλέσει «ασύμμετρη» απειλή, π.χ. με ανάπτυξη τρομοκρατικής δράσης ακραίων στοιχείων της FYROM επί ελληνικού εδάφους. Το ίδιο ισχύει μέσω υποκίνησης μειονοτικού ζητήματος. Ναι μεν δεν υπάρχει ουσιαστικό πληθυσμιακό αντίκρισμα, σίγουρα όμως τα λίγα ακραία στοιχεία μπορούν να ζημιώσουν την διεθνή εικόνα της Ελλάδας.

Η δεδομένη στρατιωτική διείσδυση της Τουρκίας στη FYROM και στην Αλβανία μπορεί να προκαλέσει και στρατιωτικό κίνδυνο από Βορρά σε περίπτωση κρίσης. Από μία άλλη οπτική, η διάλυση των Σκοπίων ή ο εδαφικός τεμαχισμός μπορεί να κληροδοτήσει την διεκδίκηση κατά της ελληνικής Μακεδονίας σε Βούλγαρους, Αλβανούς ή και Σέρβους (το τελευταίο άλλωστε συνέβη στο παρελθόν), ώστε να ικανοποιηθεί το σλαβικό πληθυσμιακό στοιχείο της FYROM.

Τέλος, ενδεχόμενη ήττα της Ελλάδας στο Μακεδονικό θα στείλει, για μία ακόμη φορά, σε γείτονες και στη διεθνή κοινότητα το μήνυμα για την αδυναμία της χώρας μας ως προς την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της, όπως έχει συμβεί σε άλλα εθνικά ζητήματα. Αποτέλεσμα, η περαιτέρω αποδυνάμωση της διεθνούς μας θέσεως, που προστιθέμενη στα ελλείμματα, το δημόσιο χρέος μας, και στην δημοκρατική συρρίκνωση, θα ανατροφοδοτήσει την κατιούσα πορεία μας στον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων και θα αυξήσει τους κινδύνους και τις απειλές.

Μέχρι τώρα η ένταξή μας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, οργανισμούς στους οποίους επιδιώκουν να εισέλθουν η Τουρκία, η FYROM και η Αλβανία, μας έδινε πλεονεκτήματα και μας προστάτευε μερικώς. Βέβαια, η σχετικότητα αυτού του πλεονεκτήματος αποδείχθηκε στην Κύπρο το 1974. Επίσης, αποδείχθηκε στην διολίσθηση της θέσης της ΕΕ από εκείνην του 1991 (όχι στην συμπερίληψη του όρου Μακεδονία στον κρατικό τίτλο της FYROM). Σήμερα, οι εταίροι μας αποκαλούν de facto το γειτονικό κράτος «Μακεδονία». Το όνομα FYROM χρησιμοποιείται μόνο στο επίσημο θεσμικό γραπτό επίπεδο.

Αν όμως ενδώσουμε στις πιέσεις και συναινέσουμε στην ένταξη των χωρών αυτών στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ χωρίς προηγούμενες διασφαλίσεις και επίλυση των εκκρεμών ζητημάτων, τότε θα έχουμε απολέσει ένα στοιχείο ισχύος. Οι ελπίδες εσωτερικής διαχείρισης και διευθέτησης των προβλημάτων εντός του ΝΑΤΟ και της ΕΕ θα αποδειχθούν φρούδες, λογω της ατελούς ολοκλήρωσης αυτών των οργανισμών. Σε κάθε περίπτωση και αν διευθετηθούν τα ζητήματα «μεταξύ εταίρων», είναι βέβαιο ότι θα ισχύσει η εύκολη λογική του 50-50% η οποία ευνοεί αυτόν που διεκδικεί (βλ. Κύπρο), δηλαδή τα Σκόπια, την Τουρκία κ.λπ.

2ο στερεότυπο: Αμοιβαίες υποχωρήσεις

Το δεύτερο στερεότυπο είναι ότι το πρόβλημα των Σκοπίων μπορεί να λυθεί συναινετικά, με αμοιβαίες υποχωρήσεις και αμοιβαίες διασφαλίσεις. Δηλαδή με τη λογική του περίφημου win-win, του αμοιβαίου οφέλους. Απλοελληνιστί, «χωρίς να σπάσουν αυγά». Έτσι όμως, όπως γνωρίζει άριστα η λαϊκή σοφία «ομελέτα δεν φτιάχνεται».

Στη βάση αυτή, προσπάθησε να λύσει το ζήτημα η διεθνής διπλωματία (κάποιοι την χαρακτηρίζουν διπροσωπία!) αλλά και η ελληνική εξωτερική πολιτική, μετά το 1992. Δηλαδή, στη βάση μιας «μοιρασιάς», ή μιας κατανομής του μακεδονικού κεκτημένου, μέσω μιας σύνθετης ονομασίας για τη γειτονική χώρα που θα διασφάλιζε τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις και των δύο πλευρών κατά το δυνατόν.

Έτσι συζητήθηκαν ονομασίες του τύπου Νέα Μακεδονία (Nova Makedonija ή Novomakedonija), Άνω ή Βόρεια Μακεδονία, Σλαβομακεδονία, Δημοκρατία της Μακεδονίας – Σκόπια, ή, τώρα τελευταία, Μακεδονία του Βαρδάρη. Ο διάλογος, υπό διεθνή μεσολάβηση, ήταν διάλογος κωφών. Τα Σκόπια (επίσημα τουλάχιστον) συζητούσαν μόνο για συναινετική ονομασία προς χρήση μόνο διμερώς, δηλαδή στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών.

Αντίθετα, η Ελλάδα, στη βάση της εύλογης ερμηνείας και κατανόησης των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ επεδίωκε (και ελπίζω επιδιώκει ακόμη) μία ενιαία ονομασία για κάθε χρήση (erga omnes), διμερώς, πολυμερώς, αλλά και στο εσωτερικό των Σκοπίων. Αυτό υπονοεί και συνταγματική τροποποίηση στη FYROM. Επί του τελευταίου σημείου δεν υπάρχει πάντως δημόσια τοποθέτηση από την πλευρά του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών.

Εθνική «νοθεία»

Εδώ γίνεται και ένα θεμελιώδες λάθος: Η γεωγραφική (Βόρεια Μακεδονία) ή η ιστορική εκδοχή (Νέα Μακεδονία) αλλά ακόμη και η εθνοτική πτυχή (Σλαβομακεδονία) που αποτελεί την καλύτερη εκδοχή, δεν αγγίζουν ούτε λύνουν την ουσία του προβλήματος. Η ουσία είναι η θεωρία περί Μακεδονικού Έθνους, που ξεκινά δήθεν τουλάχιστον από τον 4ο π.Χ. αιώνα και συνεχίζει την ύπαρξή του μέχρι σήμερα. Και του οποίου την κληρονομιά και τη συνέχεια διεκδικούν οι Σλάβοι των Σκοπίων, σε μία γεωγραφική έκταση που ξεπερνά τα όρια του κράτους της FYROM, που καταλαμβάνει την ελληνική και βουλγαρική Μακεδονία, των οποίων οι πληθυσμοί θεωρούνται «μακεδονικές» μειονότητες, σκλαβωμένες σε ξένες εθνικές πλειοψηφίες.

Σταδιακά, μάλιστα, το τεχνητό και επικίνδυνο αυτό ιδεολόγημα κάλυψε με σφετεριστική διεκδίκηση και το ιστορικό σκέλος. Την τελευταία δεκαετία διεκδικεί και την ιστορία της κλασσικής μακεδονικής δυναστείας, ως ρίζα των σημερινών Σλάβων των Σκοπίων! Δηλαδή, στην εθνική νοθεία προστέθηκε και η ιστορικό-πολιτιστική. Στόχος, βέβαια, ορατός, να καταπολεμηθεί η ένταξη των Μακεδόνων του Φιλίππου Β’, Μεγάλου Αλεξάνδρου, και των ελληνιστικών Βασιλείων στον ευρύτερο Ελληνισμό και ελληνικό πολιτισμό εκείνης της περιόδου.

Με αφετηρία την κυριαρχία της FYROM σε μέρος της γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας (που μάλιστα αφήνει έξω την ίδια την πρωτεύουσά της), επιχειρείται να διεκδικηθεί το όλον. Δηλαδή, τόσο γεωγραφικά, η ελληνική και βουλγαρική περιοχή της Μακεδονίας, όσο και ιστορικο-πολιτιστικά επιχειρείται να αποσυνδεθεί η μακεδονική ιστορία και ο πολιτισμός από την ευρύτερη ελληνική ρίζα τους.

Οι Σκοπιανοί προσέδωσαν το όνομα της γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας, που ποτέ ολόκληρη δεν αποτέλεσε κρατική ή διοικητική οντότητα με αυτό το όνομα, στο κράτος τους, παρότι καλύπτει μικρό τμήμα της γεωγραφικής Μακεδονίας, περίπου το ένα τρίτο (πολύ λιγότερο δε της κλασσικής Μακεδονίας). Προσπαθούν με την διεθνή-κρατική υπόσταση που διαθέτουν, να διεκδικήσουν το σύνολο του μακεδονικού κεκτημένου εδαφικά, εθνοτικά (δηλαδή πληθυσμιακά), πολιτιστικά και ιστορικά.

Κατοχυρωμένο όνομα

Αν έλειπε αυτή η θεμελιώδης όσο και ανυπόστατη διεκδίκηση, θα μπορούσε ίσως μία γεωγραφική ή εθνοτική κρατική ονομασία να αποτελέσει συμβιβαστική λύση. Και τότε, όμως, εφόσον θα έλυνε και δεν θα άφηνε αμφιβολίες για την ονομασία και την εθνικο-πολιτική ταυτότητα του λαού της FYROM, αποκλείοντας τη χρήση του κλεψίτυπου «Μακεδόνες».

Αυτό, όμως, ούτε καν συζητείται, ούτε καν επιδιώκεται από την διαπραγμάτευση. Προφανώς θεωρούν αναφαίρετο δικαίωμα του λαού των Σκοπίων να αυτοπροσδιορίζονται όπως θέλουν. Δηλαδή, κλέβοντας ελληνικό όνομα κατοχυρωμένο επί 25 τουλάχιστον αιώνες. Πρέπει να καταστεί λοιπόν σαφές ότι αν δεν εγκαταλειφθεί συνειδητά αυτή η ψευδοθεωρία του Μακεδονισμού από την πολιτική ελίτ και τον από χρόνια παραπληροφορημένο λαό των Σκοπίων (τους Σλάβους) το πρόβλημα δεν πρόκειται να λυθεί, κάτω από οποιαδήποτε συμβιβαστική κρατική ονομασία.

Το κράτος, οι οργανώσεις, τα κόμματα, η διανόηση και ο ίδιος ο λαός της FYROM θα συνεχίζουν, απληροφόρητοι και παραπλανημένοι, να αγωνίζονται, να διεκδικούν, να έχουν ένα ετεροχρονισμένο ανυπόστατο αλυτρωτισμό κατά της ελληνικής Μακεδονίας. Άρα, για να λυθεί πραγματικά το ζήτημα χρειάζεται να σπάσουν αυγά. Να «ματώσει» η μία πλευρά (των Σκοπίων), να ξαναμεταλλαχθεί η πλαστή εθνική ταυτότητα που τους επιβλήθηκε. Να αποκατασταθεί η τρωθείσα ιστορική αλήθεια. Να χάσει αυτός που άδικα διεκδικεί και καταπατεί και να κερδίσει ο γνήσιος κληρονόμος, η Ελλάδα, ο Ελληνισμός και εμείς οι Μακεδόνες Έλληνες.


«Η κυβερνητική αίτηση ακύρωσης της απόφασης της αρμόδιας Δευτεροβάθμιας Επιτροπής, η οποία χορήγησε άσυλο στον Τούρκο αξιωματικό, συνιστά μια πράξη βαθύτατα αντιδημοκρατική και ιδιαίτερα ταπεινωτική για την χώρα.
Πολύ περισσότερο όταν συνοδεύεται από αναρμόδιες κυβερνητικές δηλώσεις που φωτογραφίζουν αναπόδεικτα ως πραξικοπηματίες, περίπου, τους Τούρκους αξιωματικούς.
Δυστυχώς, η χώρα μας, ιδιαίτερα, εδώ και αρκετό καιρό, με ευθύνη των παραδομένων κυβερνήσεων της, δεν υπάρχει στοιχειωδώς έστω, ως ανεξάρτητο κράτος, αλλά ως αθλιέστατο προτεκτοράτο των κάθε λογής επικυρίαρχων της παγκοσμιοποίησης και της ΕΕ, ενώ συμπεριφέρεται ως άβουλος δορυφόρος εκείνων των χωρών της περιοχής μας, που διεκδικούν περιφερειακή ηγεμονία.
Η μη χορήγηση ασύλου στον Τούρκο αξιωματικό στην ουσία και εκ των πραγμάτων, κινδυνεύει να οδηγήσει αναπότρεπτα στην άμεση ή έμμεση παράδοση του στα χέρια του αυταρχικού καθεστώτος του Ερντογάν. Δυστυχώς, το σύνδρομο της προδοτικής παράδοσης του Οτσαλάν και σειράς Τούρκων και Κούρδων αγωνιστών της δημοκρατίας στα «νύχια» της Άγκυρας, όπως έγινε και κατά την πρόσφατη φυλάκιση αγωνιστών πριν την επίσκεψη Ερντογάν και μετά από απαίτηση του, διακατέχει διαχρονικά το εθελόδουλοπολιτικό κατεστημένο.
Η Ελλάδα πρώτα από όλα πρέπει να καταστεί Κράτος Δικαίου και δημοκρατικών αρχών, τα οποία δεν θα μετατρέπονται σε κουρελόχαρτο είτε από την τρόικα, είτε από την εκάστοτε βούληση τρίτων «ηγεμόνων» έναντι πανικόβλητων και έμφοβων ελληνικών κυβερνήσεων».

Η ΠΟΠΣΜ έχει απευθυνθεί σε όλους τους δήμους της Μακεδονίας με ένα κείμενο που δημιουργεί πολλά ερωτηματικά για τη χρονική στιγμή και το τρόπο που επέλεξε να το αναδείξει.
 Κύριο θέμα της καμπάνιας είναι να ασκηθεί πίεση ώστε να  διατηρηθεί η  πολιτική απόφαση των πολιτικών αρχηγών του 1992 περί μη χρήσης του όρου Μακεδονία στην ονομασία της πρώην ΠΓΔΜ, μιας χώρας που προήρθε από τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας. Μια απόφαση της πλειοψηφίας των τότε πολιτικών αρχηγών             ( ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΝ).
Θα  θέλαμε  να τονίσουμε ότι το ΚΚΕ είχε και τότε διαφορετική άποψη και αντιτάχτηκε στον εθνικιστικό παροξυσμό που αναπτύχτηκε την περίοδο 1991-1993.
Αντίθετα στις  άλλες πολιτικές δυνάμεις κυριάρχησε το ζήτημα της επιδίωξης ισχυροποίησης της θέσης της Ελλάδας  στα βαλκάνια και την ευρύτερη περιοχή κάνοντας τα στραβά μάτια στην επέμβαση ΝΑΤΟ, ΕΕ με αποτέλεσμα τον  διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας, το ξαναχάραγμα  των συνόρων και την αποσταθεροποίηση της περιοχής , συμμετέχοντας  σε όλους του ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς μέχρι σήμερα.
Να τονίσουμε επίσης  ότι από τότε έως σήμερα έγιναν πολλές προσπάθειες συμφωνίας  με τη μεσολάβηση των ιμπεριαλιστών, κυρίως των ΗΠΑ,  ώστε η ΠΓΔΜ να ενταχτεί σε ΝΑΤΟ και ΕΕ αίροντας τις επιφυλάξεις μας ως χώρα.

Η θέση μας είναι σταθερή  ότι το κυριότερο δεν είναι το θέμα της ονομασίας αλλά η ύπαρξη εγγυήσεων σε ότι αφορά το απαραβίαστο και την ασφάλεια των συνόρων, καθώς και τη μη ύπαρξη εδαφικών, μειονοτικών, αλυτρωτικών και άλλων διεκδικήσεων από καμία πλευρά. Είμαστε υπέρ των σχέσεων ειρηνικής συνεργασίας και ανάπτυξης καλής γειτονίας με αποφυγή κάθε αλυτρωτικής προπαγάνδας που δυσκολεύουν την προσέγγιση και συνεργασία. Για εμάς η ύπαρξη του ονόματος Μακεδονία ή κάποιου από τα παράγωγα του, θα πρέπει να έχει γεωγραφικό και μόνο προσδιορισμό και να μην δίνει λαβή για διεκδικήσεις. 
Σήμερα βιώνουμε  όξυνση  των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών  για τον έλεγχο των αγορών και των δρόμων του πετρελαίου τόσο στη Μέση Ανατολή όσο και στα βαλκάνια . Ταυτόχρονα υπάρχει έντονη διαμάχη με την Τουρκία για Αιγαίο και Θράκη  με ταυτόχρονη αναζωπύρωση των εθνικιστικών επιδιώξεων  Αλβανίας και ΠΓΔΜ που αποτελούν συμμάχους  της Τουρκίας με βλέψεις ενάντια στην Ελλάδα.
Αυτές τις μέρες παρατηρήται γενικότερα μια κινητικότητα γύρω από το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ καθώς στους σχεδιασμούς της εξωτερικής πολτικής των ΗΠΑ, ενόψει της καλοκαιρινής συνόδου του ΝΑΤΟ, είναι η άμβλυνση των διαφορών Ελλάδας – ΠΓΔΜ στο θέμα της ονομασίας με στόχο της επιτάχυνση της ένταξης της ΠΓΔΜ στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Η έκθεση για τη «Νέα εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ» είναι ξεκάθαρη όσον αφορά τη στόχευση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ στα Βαλκάνια, και η ένταξη της ΠΓΔΜ σε ΕΕ και ΝΑΤΟ αποτελεί βασική προυπόθεση προώθησης αυτής της πολιτικής.
Σε αυτό το φόντο θα γίνουν και αυτές οι συζητήσεις μεταξύ των δυο χωρών.
 Ακόμη και αν υπάρξει ικανοποιητική συμφωνία για το όνομα , αυτή από μόνη της δεν είναι ικανή να αποτρέψει τους κινδύνους για τους Λαούς που προκύπτουν από τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, από τον αναβαθμισμένο ρόλο που αναλαμβάνει η Ελλάδα για την προώθηση των αμερικανικών σχεδίων στην περιοχή, κατά δήλωση του αμερικανού πρέσβη.
Συμφέρον για τους λαούς είναι η απόκρουση των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, η αμοιβαία αναγνώριση του απαραβίαστου των συνόρων και της εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας των δυο χωρών για αυτό θέτουμε και το ζήτημα της ρήξης και αποδέσμευσης από αυτούς τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς της ΕΕ και ΝΑΤΟ.
Αυτές τις απόψεις προσπαθήσαμε μέσα στον ελάχιστο χρόνο που διαθέταμε να διατυπώσουμε στο Δημοτικό Συμβούλιο και θεωρούμε ότι το δημοσίευμα με τίτλο «ακατανόητη ηάρνηση ψηφίσματος σχετικά με το όνομα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» βασίζεται μονομερώς σε δημοσιευμένη θέση που εξέφρασε δημοτικός σύμβουλος.  Οι τοποθετήσεις των υπολοίπων συμβούλων που αρνήθηκαν να προσυπογράψουν αυτό το κείμενο στηρίχτηκαν σε ένα προβληματισμό για το περιεχόμενο του κειμένου, που κρίθηκε επικίνδυνο για το που στόχευε και που τελικά θα βοηθούσε.
Θεωρούμε επίσης ότι ένα δημοτικό συμβούλιο μπορεί να πάρει θέση και σε πολιτικά ζητήματα και εθνικά, και αυτό το έχουμε στηρίξει όλα αυτά τα χρόνια μέσα στο ΔΣ φέρνοντας ψηφίσματα καταδίκης της αντιλαϊκής πολιτικής των μνημονίων, στήριξης των αγώνων του λαού. Επίσης όταν έρχεται ένα κείμενο για ψήφιση παίρνεις υπόψη όλο το κείμενο και όχι μόνο μια παράγραφο. Αλλιώς οδηγείσαι σε επικίνδυνα μονοπάτια και εκτίθεσαι.
Ενάντια στο κυρίαρχο ρεύμα υποστηρίζουμε ότι η εμμονή μόνο στην ονοματολογία είναι αδιέξοδη και επικίνδυνη και ενώ όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις συζητούν μόνο αυτό από την γειτονική χώρα μπαίνει το ζήτημα αναγνώρισης της «μακεδονικής μειονότητας» στις βαλκανικές χώρες. Είναι η συνέχεια της πολιτικής του Τίτο μετά τη ρήξη με την ΕΣΣΔ που η Δύση και οι ελληνικές κυβερνήσεις επικροτούσαν και υπέθαλψαν γιατί εξυπηρετούσε τα σχέδια τους για αποσταθεροποίηση στην περιοχή

του ακτιβιστή

Ήταν ίσως από τις λίγες συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου που, λόγω προσωπικών υποχρεώσεων, δεν παρακολούθησα και κατά συνέπεια δεν έχω καταγράψει.
Στα πλαίσια της ιστολογικής διαστροφής μου, για κοντά μια δεκαετία παρακολουθώ τις συνεδριάσεις και τα συμβαίνοντα, για να πληροφορώ τους αναγνώστες του "ακτιβιστή" που τυγχάνουν και δημότες του Θερμαϊκού.

Πληροφορήθηκα όμως από ανάρτηση που έκανε ο φίλος Σπύρος Κουζινόπουλος (εδώ) πως απορρίφθηκε από το δημοτικό συμβούλιο (που συνεδρίασε με πολλές απουσίες στις 27/12/17) προταθέν ψήφισμα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πολιτιστικών Συλλόγων Μακεδόνων (ΠΟΠΣΜ), με το οποίο ψήφισμα ζητούνταν από τον πρωθυπουργό κ. Τσίπρα "να τηρήσει την απόφαση του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών του 1992, περί μη χρήσης επ' ουδενί του όρου "Μακεδονία".
Για το ιστορικό μεταφέρουμε αυτολεξεί από την ανάρτηση:
Παίρνοντας το λόγο στη διάρκεια της συνεδρίασης ο δήμαρχος Θερμαϊκού κ. Μαυρομάτης τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της υπερψήφισης του προτεινόμενου ψηφίσματος και κάλεσε τους δημοτικούς συμβούλους να το εγκρίνουν. Από την πλευρά του, ο επικεφαλής της "Συμπολιτείας Θερμαϊκού" Σπύρος Κουζινόπουλος, υπογράμμισε ότι τέτοια σοβαρά εθνικά θέματα, πρέπει αποκλειστικά και μόνο να τα χειρίζεται το υπεύθυνο Υπουργείο Εξωτερικών της χώρας, σε συνεννόηση με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, καθώς τα θέματα αυτά δεν μπορούν να λύνονται με ψηφίσματα, ανακοινώσεις και επιπόλαιες τοποθετήσεις.
Από τους 17 παρόντες, οι 9 τάχθηκαν με την πρωτότυπη (και ευρηματική θα λέγαμε) τοποθέτηση που απεμπολούσε το δικαίωμα ενός δημοτικού συμβουλίου και πολύ περισσότερο των Μακεδόνων μελών του να ασχοληθεί και και εκδώσει ψήφισμα για το τεράστιο εθνικό θέμα της Ελληνικότητας της Μακεδονίας. 
  • Επειδή πραγματικά θεωρούμε πως έχει υποχρέωση και καθήκον το δημοτικό συμβούλιο, όπως και ο κάθε πατριώτης πολίτης να πάρει θέση και να πιέσει την κάθε κυβέρνηση (πολύ δε περισσότερο μια κυβέρνηση μαριονέττα των δανειστών) να λάβει μια εθνικά περήφανη θέση και να μην συρθεί (όπως πολύ φοβόμαστε) στο άρον - άρον κλείσιμο του τεράστιου ζητήματος της ονομασίας του σκοπιανού κρατιδίου με όνομα που να εμπεριέχει το όνομα Μακεδονία και
  • Επειδή συμμετείχαμε μαζί με άλλους ένα εκατομμύριο Έλληνες στο μεγαλειώδες συλλαλητήριο του '92 βροντοφωνάζοντας πως "Η Μακεδονία είναι μία και είναι Ελληνική" και εξακολουθούμε να έχουμε την ίδια θέση, ψυχή τε και σώματι, 
αδυνατούμε να κατανοήσουμε την άρνηση στήριξης του ψηφίσματος της ΠΟΠΣΜ.

Και δεν μπορούμε επίσης να αντιληφθούμε το γκροτέσκ επιχείρημα πως στα "σοβαρά εθνικά θέματα" δεν πέφτει λόγος σε κανέναν πλην της κυβέρνησης και του υπουργείου Εξωτερικών. 

Και αλήθεια ποια άραγε είναι τα "σοβαρά εθνικά θέματα";  

Δεν είναι κατά τους διαφωνούντες της υπερψήφισης σοβαρά εθνικά θέματα τα μνημόνια και το μεσοπρόθεσμο για τα οποία καλώς εκδόθηκε ψήφισμα; 
Ή η καταδίκη του εγκληματικού ρόλου της Χρυσής Αυγής στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα; 

Δηλαδή προκειμένου να μας εισαγάγουν   σε αυτές τις νεότευκτες πολιτικές λογικές ας μας καθορίσουν οι 9 δημοτικοί σύμβουλοι μέχρι που πρέπει να φτάνει η πολιτική ενασχόληση των δημοτικών συμβούλων. 
Και ας κάνουν με την ευκαιρία και ένα ξεκαθάρισμα των εθνικών και μη εθνικών θεμάτων που θα πρέπει μόνο η όποια κυβέρνηση να έχει λόγο (ναι αυτή ή η προηγούμενη ή η επόμενη κυβέρνηση, που φυσικά είναι  κυβερνήσεις μειοψηφίας βάσει των ποσοστών που λαμβάνουν).

Εμείς από την πλευρά μας θέλουμε ενεργούς πολίτες, ενεργή πολιτικά την τοπική αυτοδιοίκηση, ιδιαίτερα στα μεγάλα, αλλά και στα μικρά και καθημερινά ζητήματα. Αρνούμαστε να αποδεχθούμε πολίτες ή δημοτικά συμβούλια ευνουχισμένα ή πολύ περισσότερο καθοδηγούμενα από αυτολογοκρισία ή αυτοπεριορισμό των δικαιωμάτων τους.

* η φωτο από το συλλαλητήριο για την Μακεδονία (14/2/92)
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Η πρωτοβουλία της Αθήνας να προσκαλέσει τον Ταγίπ Ερντογάν σε επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα, την πρώτη που πραγματοποιεί αρχηγός του τουρκικού κράτους μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, το 1974, εγείρει μια σειρά από σημαντικά ερωτηματικά.

Η συνεννόηση ή πάντως ο διάλογος μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας είναι όχι απλώς χρήσιμα, είναι απαραίτητα, ιδίως για να μην πάνε οι δύο χώρες, μέσα σε αυτή την τρομερά ασταθή και επικίνδυνη διεθνή κατάσταση, σε σύγκρουση για λογαριασμό επιτήδειων τρίτων.

Ποτέ μετά την κρίση των πυραύλων στην Κούβα, η διεθνής κατάσταση δεν ήταν τόσο επικίνδυνη και ασταθής όσο σήμερα. Αν αυτό είναι πηγή τεραστίων κινδύνων είναι, δυνητικά, και πηγή μεγάλων ευκαιριών για μια μικρή χώρα. Για παράδειγμα, στον κλασικό ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό, που παραδοσιακά επηρέασε αποφασιστικά την Ελλάδα και την Τουρκία και χρησιμοποιήθηκε σε βάθος από τους Δυτικούς για να ελέγξουν και τις δύο χώρες, έχει σήμερα προστεθεί ένας καινούριος παράγων. Και οι δύο χώρες και η Κύπρος έχουν γίνει στόχος παγκοσμίων δυνάμεων που θέλουν να καταστρέψουν ή να απαγάγουν όλα τα κράτη και τα έθνη, κάτι που δεν συνέβαινε επί Ψυχρού Πολέμου.

Αλλά η εκμετάλλευση των ευκαιριών απαιτεί μεγάλους ηγέτες, από Βενιζέλο και Ανδρέα Παπανδρέου κι απάνω. Δυστυχώς, σήμερα δεν έχουμε παρά ανθρωπάκια να μας κυβερνάνε, ή να θέλουν να μας κυβερνήσουν. Δεν διαθέτουμε καν ένα ευσταθές διεθνές σύστημα, όπως ήταν στο παρελθόν η ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ, που περιόριζαν μεν την ανεξαρτησία και κυριαρχία των μελών τους, αλλά δεν ήθελαν και να τα καταστρέψουν, όπως συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό σήμερα, τουλάχιστον σε ότι αφορά μια μερίδα στην ηγεσία τους!

Το μεγάλο πρόβλημα σήμερα είναι ότι δεν υπάρχει ελληνική κυβέρνηση και εθνική εξωτερική πολιτική. Στον τομέα της οικονομίας τη χώρα διοικεί η Γερμανία, η ΕΕ και το ΔΝΤ. Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, ενώ σημαντικό ρόλο παίζει και το Ισραήλ. Αυτοί αποφασίζουν, η «Ελλάδα» εκτελεί. Η Αθήνα δεν κάνει τίποτα χωρίς την άδεια και την ενθάρρυνση των Αμερικανών και δεν είναι ασφαλώς τυχαίο ότι η επίσκεψη Ερντογάν έκλεισε μετά από την επίσκεψη Τσίπρα στην Ουάσιγκτων, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Ελληνας Πρωθυπουργός έδωσε τα πάντα στους Αμερικανούς, εκθέτοντας σε πολύ μεγάλους κινδύνους τη χώρα.

Θα υπενθυμίσουμε στο τέλος αυτού του άρθρου τις πράξεις της ελληνικής κυβέρνησης και διπλωματίας που αποδεικνύουν, πέραν αμφιβολίας, ότι ισχυρισθήκαμε πιο πάνω, πως δηλαδή έχουν γίνει απλό παρακολούθημα της αμερικανικής και ευρύτερης δυτικής πολιτικής.

Υπό τις συνθήκες αυτές τίθεται αναπόφευκτα το ερώτημα. Για ποιο λόγο η Ουάσιγκτων έδωσε το πράσινο φως αν δεν ενθάρρυνε την Αθήνα να καλέσει στην Ελλάδα τον κ. Ερντογάν, που δεν έχει καθόλου καλές σχέσεις με τους Δυτικούς, Αμερικανούς, Ευρωπαίους και Ισραηλινούς;

Το κυπριακό, πραγματικός σκοπός της επίσκεψης


Σε συνέντευξή του στο πρακτορείο Ανατολού, ο κ. Τσίπρας εκφράζει την ελπίδα οι δύο ηγέτες να στείλουν από την Αθήνα ένα μήνυμα ότι είναι έτοιμοι να συνεχίσουν τις προσπάθειες για «λύση του κυπριακού». Ο Ελληνας Πρωθυπουργός φαίνεται ότι είναι τόσο ευχαριστημένος για το πως αντιμετώπισε το ελληνικό πρόβλημα του χρέους, των Μνημονίων και των Δανειακών, που θέλει να εφαρμόσει και στην Κύπρο την απαράμιλλη τεχνογνωσία του!

Τα (υπαγορευμένα από τους ξένους) οικονομικά πειράματα των Ελλήνων πολιτικών είχαν ως αποτέλεσμα να προκαλέσουν τη μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική καταστροφή στην ιστορία του καπιταλισμού σε ειρηνική περίοδο. Τα πειράματά τους με τον σκληρό πυρήνα της κυριαρχίας των Ελλήνων δεν θα οδηγήσουν σε οικονομική, αλλά σε πολεμική καταστροφή.

Ας αφήσουμε όμως τις δηλώσεις για να πάμε στα γεγονότα. Εδώ κι ένα χρόνο, από τον Δεκέμβριο του 2016, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν βαλθεί με κάθε τρόπο να «λύσουν το κυπριακό», δηλαδή να καταλύσουν το κυπριακό κράτος και να το μετατρέψουν σε αποικία ΗΠΑ, Βρετανίας και Ισραήλ. Θα εξηγήσουμε στη συνέχεια πως γίνεται αυτό.

Γι’ αυτό είχαμε την πρωτοβουλία Νούλαντ για την πενταμερή τον Δεκέμβριο και τη συνέχιση των ιδίων προσπαθειών από τον Γκουτιέρες και την Μέι, με την αμέριστη συμπαράσταση των Γιούνγκερ και Μοργκερίνι.

Φυσικά, αν όλους αυτούς τους ενδιέφερε η ειρήνη θα ασχολούνταν με τα τρομερά προβλήματα και τις συρράξεις που απειλούν τον πλανήτη, τη Μέση και Απω Ανατολή, την Αφρική, τη Λατ. Αμερική και την ίδια την Ευρώπη (Ουκρανία). Δεν θα ασχολιόντουσαν με την Κύπρο, όπου επικρατεί μια κακή μεν, ειρήνη δε από το 1974 και τίποτα δεν δείχνει να την απειλεί, εκτός από τις ίδιες τις προσπάθειες «λύσης του κυπριακού».

Τι σημαίνει «λύση του κυπριακού»;

Τι είναι αυτή η επιδιωκόμενη «λύση του κυπριακού»; Με τα λόγια του ίδιου του Ελληνα Υπουργού Εξωτερικών είναι η μετατροπή της Κύπρου σε ένα κράτος όπου η μειοψηφία θα εξισωθεί με τον πλειοψηφία (συνέντευξη στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων, Ιανουάριος 2017). Δηλαδή η κατάργηση της δημοκρατίας που ο Περικλής έχει ορίσει, ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ., ως το «των πλειόνων κράτος» (την εξουσία των περισσοτέρων, της πλειοψηφίας).

Επειδή αυτός ο συνεταιρισμός 50%-50% δεν θα μπορεί να λειτουργήσει, δηλαδή να πάρει οποιαδήποτε απόφαση σε περίπτωση (πολύ πιθανή) διαφωνίας των δύο μερών, θα τεθεί αναγκαστικά υπό την εξουσία ξένων, όπως συνέβαινε και στο αρχικό σχέδιο Ανάν, μια επί τα χείρω παραλλαγή του οποίου συζητείται τώρα. Αυτοί οι ξένοι θα διοριστούν από όργανα ευρωπαϊκά ή του ΟΗΕ που, υπό τις παρούσες διεθνείς συνθήκες και ακόμα περισσότερο στο κυπριακό, εκφράζουν τα συμφέροντα και την πολιτική ΗΠΑ, Βρετανίας και Ισραήλ. Με αυτό το περίτεχνο σχήμα η Κύπρος θα μετατραπεί ξανά σε αποικία της Αυτοκρατορίας.

Για να είναι ο αποικιοκράτης σίγουρος ότι τα πράγματα θα γίνουν έτσι και όχι αλλοιώς, αφαιρεί από την Κύπρο το δικαίωμα να έχει, όπως όλα τα κανονικά κράτη, τον δικό της στρατό και το δικαίωμα της αυτοάμυνας και τη θέτει (συνέντευξη Κοτζιά στο DPA) υπό την κυριαρχία διεθνούς αστυνομικής δύναμης.

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς διάνοια για να καταλάβει ότι πρόκειται για απόσπαση της κυριαρχίας του ελληνικού λαού που κατοικεί την Κύπρο επί της χώρας του και ότι χωρίς κράτος νόμιμο και διεθνώς αναγνωρισμένο οι Ελληνοκύπριοι θα αντιμετωπίσουν θανάσιμη απειλή.

Αυτό είναι το σχέδιο που θέλει να εφαρμόσει στην Κύπρο η ελληνική κυβέρνηση, η κυπριακή κυβέρνηση και η ηγεσία του ΑΚΕΛ, με τη στήριξη δυστυχώς ενός μεγάλου μέρους και της αντιπολίτευσης, κατ΄επιταγήν του «διεθνούς παράγοντα».


Γιατί θέλουν τώρα «λύση του κυπριακού»

Η απίστευτη διεθνής πρεμούρα για λύση του κυπριακού εξηγείται από τους εξής παράγοντες

– τη ζωτική ανάγκη πλήρους ελέγχου της Κύπρου για τις ανάγκες του μεγάλου πολέμου που ετοιμάζεται στη Μέση Ανατολή

– τη ζωτική ανάγκη να εξοβελίσουν κάθε ρωσική επιρροή από τη Μεσόγειο, στα πλαίσια του νέου Ψυχρού (προς το παρόν) Πολέμου κατά της Ρωσίας

– την ιστορική ευκαιρία που συνιστά για αυτούς το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι στο «χώμα», με μια πολιτική ηγεσία ασυνάρτητη και εξαρτημένη, χωρίς κανένα μπούσουλα και πλήρως ελεγχόμενη. Αν δεν καταφέρουν τώρα να αρπάξουν το νησί που ξέφυγε το 1974 από τον (πάντα πολύ ισχυρό στην Ουάσιγκτων και διεθνώς) Κίσσινγκερ, πότε θα το καταφέρουν;

Υπάρχουν όμως δύο εμπόδια. Το ένα είναι ότι θεωρείται απίθανο οι Ελληνοκύπριοι να ψηφίσουν αυτά τα τερατώδη σχέδια. Το δεύτερο είναι ότι η Τουρκία, υπερασπιζόμενη τις (παράνομες) βλέψεις της στην Κύπρο, μπλοκάρει τη συμφωνία.


Αφαιρώντας από τους Ελληνοκύπριους το όπλο του δημοψηφίσματος

Το πρώτο πρόβλημα, η ελληνική και η κυπριακή κυβέρνηση επεχείρησαν να το λύσουν αποδεχόμενες και συμμετέχοντας, κατ’ εντολήν της Βικτόρια Νούλαντ, στην εγκληματική, παράνομη και παράλογη Διάσκεψη της Γενεύης, αναγνωρίζοντας δηλαδή στην Τουρκία δικαιώματα επί της Κύπρου (από τα οποία παραιτήθηκε με τη Λωζάννη, που κατά τα άλλα μας ενοχλεί δήθεν η αποκήρυξή της από τον Ερντογάν!!!), νομιμοποιώντας τη Συνθήκη Εγγυήσεως, που Ελλάδα και Κύπρος, αλλά και η ίδια η βρετανική διπλωματία θεωρούσαν μέχρι πρότινος έκπτωτη, και δεχόμενοι να συζητήσει το μέλλον της Κύπρου μια Διάσκεψη στην οποία συμμετέχουν οι κύριοι δημιουργοί του κυπριακού προβλήματος, η Βρετανία και η Τουρκία, δύο κράτη που πραγματοποίησαν ιδιαίτερα αιματηρούς πολέμους κατά της Κύπρου. Χωρίς μάλιστα να παρίσταται η Κυπριακή Δημοκρατία, αφού ο κ. Αναστασιάδης πήγε στις δύο πενταμερείς διασκέψεις ως αρχηγός των Ελληνοκυπρίων και όχι ως Πρόεδρος της Κύπρου. Ο δε κ. Κοτζιάς πρότεινε η Διάσκεψη αυτή να είναι διαρκής, ώστε, μόλις τυχόν καμφθούν οι αντιρρήσεις της Τουρκίας, να μπορεί να συνέλθει αμέσως και να διαλύσει το κυπριακό κράτος.

Μέσω της πενταμερούς, επιχειρείται η λήψη αποφάσεων που θα προκαταλάβουν πολιτικά και νομικά το υποτιθέμενο δημοψήφισμα και θα το καταστήσουν άνευ αντικειμένου. Οι συμφωνίες που θα επιτευχθούν στη Διάσκεψη θα νομιμοποιηθούν πολιτικά και νομικά από την ΕΕ και τον ΟΗΕ, θα καταργηθούν ως εκ τούτου τα παλαιότερα πολύ ευνοϊκά ψηφίσματα για την Κύπρο δια της ισχύος των νεωτέρων και μετά θα κληθούν ίσως οι Ελληνοκύπριοι να πουν ναι ή όχι σε κάτι που έχουν ήδη συμφωνήσει πανηγυρικά ο Πρόεδρός τους, η Ελλάδα, η ΕΕ και ο ΟΗΕ. Με άλλα λόγια, επιδίωξη όλης αυτής της μανούβρας είναι να αφαιρεθεί από τους Ελληνοκύπριους το τελευταίο όπλο που διαθέτουν για να σώσουν το κράτος και τον εαυτό τους, δηλαδή το δημοψήφισμα.


‘Όταν ο Ερντογάν διασώζει την Κυπριακή Δημοκρατία! Που φτάσαμε!

Αλλά πρέπει να καμφθούν και οι αντιρρήσεις της Τουρκίας και αυτό εξηγεί την προθυμία της Αθήνας να καλέσει τον κ. Ερντογάν στην Ελλάδα και να του κάνει κάθε είδος παραχωρήσεων προκειμένου να συγκατατεθεί σε μια φόρμουλα που να υποκαθιστά την συνθήκη εγγυήσεως.

Μεταξύ των άλλων ιδεών που έχουν κυκλοφορήσει είναι μια συμφωνία φιλίας, ή συμμαχίας ή μη επίθεσης Ελλάδας και Τουρκίας, ή Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου. Μια τέτοια συμφωνία θα επιχειρηθεί να εμφανισθεί από την Αθήνα ως δήθεν ακυρούσα το τουρκικό casus belli, κάτι που δεν είναι αλήθεια.

Τυχόν υπογραφή από την Αθήνα τέτοιου συμφώνου, με την Τουρκία να κατέχει στρατιωτικά τμήμα της Κύπρου, με τη μεγαλύτερη αποβατική δύναμη στον κόσμο απέναντι στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, με μόνη δυνατή αποστολή της την κατάληψή τους και εδαφικές διεκδικήσεις στο αρχιπέλαγος, ακόμη και στη Γαύδο, συνιστά αναγνώριση και αποδοχή του συνόλου των τουρκικών διεκδικήσεων και των απειλών κατά της Ελλάδας.

Δεν φαίνεται πιθανό ότι τα υπό αλλοδαπή επιρροή «μαγειρεία» του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών να έχουν λύσει τα περίπλοκα πολιτικά και νομικά προβλήματα που θέτει μια τέτοια συμφωνία, αλλά με αυτούς που κυβερνάνε και την όλη κατάσταση της χώρας και του πολιτικού της προσωπικού, κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος.


Χαμένοι έτσι κι αλλιώς χωρίς εθνική εξωτερική πολιτική

Η τραγωδία έγκειται ότι είμαστε στην εξής κατάσταση. Αν μεν ΗΠΑ-Ισραήλ τα ξαναφτιάξουν με την Τουρκία, θα μας βάλουν εμάς να πληρώσουμε τη νύφη, εφαρμόζοντας την τουρκική πολιτική του Γιώργου Παπανδρέου, σύμβουλος του οποίου ήταν ο νυν Υπουργός Εξωτερικών. Αν πάνε σε σύγκρουση με την Τουρκία, κινδυνεύουμε να μας βάλουν να τους κάνουμε εμείς τη δουλειά, ανοίγοντας και προς Δυσμάς μέτωπο στον Ερντογάν.

‘Όπως το 1922, που μας έσπρωξαν στη Μικρασιατική Εκστρατεία για να μην πάρει ο Κεμάλ τα πετρέλαια της Μοσούλης και μετά έκοβαν οι Αγγλογάλλοι τα χέρια των Ελλήνων που δοκίμαζαν να ανέβουν στα καράβια τους, ‘εξω από τη φλεγόμενη Σμύρνη.

Μόνο που τώρα δεν έχουμε καν άλλη Ελλάδα να πάμε έστω και ως πρόσφυγες. Καλό θάναι να τα πάρουν αυτά υπόψιν τους και οι Κύπριοι πολιτικοί και πολίτες, που μοιάζουν αγρόν αγοράζοντες.


Μια αναγκαία υπενθύμιση

Αν από κάτι προπάντων διακρίνεται η σημερινή κυβέρνηση είναι από την αδυναμία και απροθυμία της να προφέρει τη λέξη ‘Όχι προς οποιονδήποτε από τους «νταβατζήδες» της χώρας, είτε οικονομικούς είτε γεωπολιτικούς.

Δεχόμαστε πυρηνικά στον Αραξο, μετατρέπουμε την Κρήτη και την Κάρπαθο σε πολεμικό ορμητήριο εναντίον του Ιράν και ευρύτερα του αραβομουσουλμανικού κόσμου, μετατρέπουμε τη Βόρειο Ελλάδα σε πολεμικό ορμητήριο κατά της Ρωσίας, αναλαμβάνοντας φυσικά και τους τρομακτικούς κινδύνους που αυτά συνεπάγονται για την Ελλάδα, αλλά καιο αυτοαφοπλιζόμενοι από τα μεγάλα γεωπολιτικά χαρτιά μας που είναι, μαζί με την ασύγκριτη συνεισφορά της Ελλάδας στον παγκόσμιο πολιτισμό, το «στρατηγικό βάθος» της.

Δίνουμε τα πετρέλαια των θαλασσών μας στους Αμερικανούς, τους δίνουμε και το Νεώριο για να μην το πάρουν οι Ρώσοι. ‘Εχουμε κάνει ότι μπορούμε για να καταστρέψουμε τις βαθειές, ιστορικές σχέσεις με τους Ρώσους (ακόμα και στον τουριστικό τομέα, αν είναι δυνατόν!), τους ‘Αραβες και το Ιράν. Κάνουμε με τις επιλογές μας την ελληνική πολεμική αεροπορία τηλεελεγχόμενο παράρτημα των πιο εξτρεμιστικών κύκλων του αμερικανικού στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος, αυτού που συντάσσεται με το σχέδιο μεγάλου πολέμου στη Μέση Ανατολή. Αφήνουμε, αν δεν ενθαρρύνουμε, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων να ξεπουλήσει αντί γλίσχρου ανταλλάγματος την μεγάλη ακίνητη περιουσία του στην Ιερουσαλήμ, προκαλώντας εξέγερση των Ορθοδόξων Παλαιστινίων εναντίον του και θέτοντας σε κίνδυνο την παρουσία στην περιοχή της ελληνικής Ορθοδοξίας. Συλλαμβάνει ο φίλος του κ. Κοτζιά, ο κ. Τόσκας, κατ’ εντολήν υποθέτουμε των Αμερικανών και δημοσιοποιεί τις φωτογραφίες μελών τουρκικής οργάνωσης της επαναστατικής αριστεράς, που δεν έχουν καμιά παράνομη δράση στη χώρα, αλλά έχουν στο παρελθόν δολοφονήσει στρατηγούς και στελέχη της ΜΙΤ με καίρια δράση στην εισβολή στην Κύπρο. Υποθέτουμε ότι οι αρχές δεν έμαθαν την παρουσία τους πριν από ένα μήνα…

Ντροπιάζουμε τη χώρα μας απέχοντας σε διεθνή όργανα από την καταδίκη του ναζισμού και αποφεύγοντας την καταδίκη των ισραηλινών εποικισμών στα κατεχόμενα.

Προετοιμάζουμε μια απαράδεκτη λύση για το θέμα της ονομασίας της πΓΔΜ, ώστε να ολοκληρώσει το ΝΑΤΟ τον έλεγχο των Βαλκανίων.

Ολος ο πλανήτης, ακόμα και οι πιο φιλοαμερικανικές κυβερνήσεις έχουν αντιληφθεί ότι κλονίζεται επικίνδυνα η δυτική οικονομική και η αμερικανική παγκόσμια και η ισραηλινή περιφερειακή γεωπολιτική ηγεμονία. ‘Ολες οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν με περίσκεψη τις απειλές ΗΠΑ και Ισραήλ για εξαπόλυση πυρηνικών πολέμων κατά της Κορέας και (εμμέσως πλην σαφώς) κατά του Ιράν, ακριβώς ως αντίδραση στην διαφαινόμενη απώλεια της ηγεμονίας. Και παίρνουν όσα μέτρα νομίζουν ή μπορούν.

Μόνο στην Ελλάδα και στην Κύπρο, οι κυβερνώντες, αλλά και οι αντιπολιτευόμενοι, νομίζουν ότι ζούμε στη δεκαετία του 1950 και συμπεριφέρονται ως τριτοκλασάτοι χωροφύλακες, για να μη χρησιμοποιήσουμε άλλη λέξη που ταιριάζει καλύτερα, του «ελεύθερου κόσμου». Σκάβουν απελπισμένοι μπας και βρουν να δώσουν ακόμα περισσότερο Γη και ‘Υδωρ και κερδίζουν έτσι μόνο την ειρωνική περιφρόνηση και των «συμμάχων» και των εν δυνάμει φίλων.

Πιστεύουν ότι έτσι θα έχουν τη βοήθειά τους να κυβερνάνε την καταστρεφόμενη Ελλάδα, αλλά ο λογαριασμός που μαζεύεται δεν θα πληρωθεί από αυτούς, θα πληρωθεί στο τέλος από τον ελληνικό λαό και κινδυνεύει να είναι πολύ μεγάλος!

Με τέτοια διεθνή πολιτική, η Ελλάδα δεν θα έχει ούτε μία χώρα με το μέρος της, σε κανένα σημείο του ορίζοντα, αν τυχόν αντιμετωπίσει κάποια σοβαρή απειλή.


Aθήνα, 7/12/2017